Κάνετε αριστερό κλικ εδώ
Αναρτήσεις με σχετικό θέμα
Ελληνική οικονομία: Προβλέψεις του 2002 και του 2003
Στην ανάρτησή μου "Διεθνής οικονομία: προβλέψεις του 1998" είχα παρουσιάσει το περιεχόμενο ενός άρθρου του οικονομολόγου Νίκου Α. Κεράνη δημοσιευμένου στην "Καθημερινή" τον Σεπτέμβριο του 1998. Στο άρθρο του ο Νίκος Κεράνης παρουσίαζε με σαφή, πειστικό και ζωντανό τρόπο τους κινδύνους για τις οικονομίες των ευρωπαϊκών χωρών που απορέουν από το καθεστώς ανταγωνισμού, πλήρους και χωρίς όρους και περιορισμούς, που διέπει από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 τις διεθνείς οικονομικές σχέσεις. Ο κ. Κεράνης προέβλεπε ότι
" Tο προφίλ του ευρωπαϊκού κράτους πρόνοιας αν δεν ληφθούν μέτρα, θα είναι σύντομα παρελθόν. Χειρότερα δε, η σπειροειδής βύθιση, στην οποία θα εισέλθει η κοινωνία της Ε.Ε. δεν θα βρίσκει εύκολα τον πυθμένα, διότι δεν θα υπάρχει μέγιστο στις θυσίες που θα απαιτηθούν.
Την ώρα που οι ευρωπαϊκές ηγεσίες ζητούν από τους λαούς τους θυσίες για να γίνουν πιο ανταγωνιστικοί, άλλες χώρες είναι ήδη απίστευτα ανταγωνιστικές"
Πρόσφατα ο κ. Κεράνης "ανακάλυψε" τις "Περιηγήσεις" και εκεί την ανάρτηση που τον αφορούσε και επικοινώνησε μαζί μου. Ανταλλάξαμε κάποιες απόψεις και εκείνος έθεσε υπόψη μου τρία συντομα άρθρα του που δεν τα είχα ποτέ δει αν και είχαν δημοσιευθεί στην εφημερίδα "Το Βήμα" κατά το 2002 και το 2003, στα οποία επεσήμαινε με ιδιαίτερα διαυγή τρόπο ειδικότερα προβλήματα και κινδύνους για την ελληνική οικονομία. Αυτά τα άρθρα του εξηγούν κατά τη γνώμη μου το γιατί γρήγορα η ελληνική οικονομία εμφανίστηκε ως ο αδύνατος κρίκος της αλυσίδας των ευρωπαϊκών οικονομιών και γιατί το νεοελληνικό κράτος κινδυνεύει να πτωχεύσει για τρίτη φορά στην σχετικά σύντομη ιστορία του. Περιέχουν κατά τη γνώμη μου αυτά τα άρθρα οξυδερκή πρόβλεψη για το σήμερα, και είχαν γραφεί σε μια περίοδο κατά την οποία σχεδόν όλοι εμφανίζονταν με περισσή αισιοδοξία και για το μέλλον της ευρωπαϊκής οικονομίας και για το μέλλον της οικονομίας μας και για το μέλλον της χώρας.
Το τρίτο από τα άρθρα έχει τίτλο "Ιστορική Δικαιοσύνη" και αναφέρεται περισσότερο στην πολιτεία της Καλλιφόρνιας. Δημοσιεύτηκε στις 12 Οκτωβρίου 2003. Η τελευταία παράγραφος του άρθρου αναφέρεται σχεδόν αποκλειστικά στην Ελλάδα και την παραθέτω αμέσως.
" Οπως στην Καλιφόρνια, έτσι και στην Ελλάδα, απαιτούνται ρήξεις. Ρήξεις που είτε θα τις προκαλέσουμε με σκοπό να εξυγιανθεί η κατάσταση και να προληφθεί το χειρότερο, είτε που θα προκύψουν από μόνες τους εν μέσω μιας χαώδους καταστάσεως, οπότε και δεν θα υπάρχει καμία δυνατότητα χειρισμών. Αυτή τη στιγμή βασιζόμαστε σε μια εικονική πραγματικότητα. H πραγματική κατάσταση όμως της οικονομίας μας είναι διαφορετική. Αν το Δημόσιο το θεωρούσαμε σαν μια επιχείρηση και συντάσσαμε έναν καθαρό και τίμιο ετήσιο ισολογισμό (με βάση, π.χ., τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα), θα συνειδητοποιούσαμε ότι η καθαρή μας θέση θα ήταν βαθύτατα αρνητική. Επί του φανερού δημοσίου χρέους (110% του ΑΕΠ) θα έπρεπε να προσθέσουμε και το αφανές (π.χ., την παρούσα αξία των καθαρών υποχρεώσεων του ασφαλιστικού μας συστήματος, που όπως έχουμε πει και παλαιότερα ανέρχονται στο 200% του ΑΕΠ). Και τότε η πραγματική εικόνα της οικονομίας μας θα απεκαλύπτετο ότι δεν διαφέρει και πολύ από εκείνην της Καλιφόρνιας."
Η πολιτεία της Καλλιφόρνιας ήταν την περίοδο εκείνη στα όρια της χρεωκοπίας.
Τα άλλα δύο άρθρα είναι τα
"Από το ευρώ στη δραχμή" (δημοδιεύτηκε 26 Ιανουαρίου 2003).
Τα παραθέτω αμέσως. Να τα διαβάσετε, είναι σύντομα και διαφωτιστικά. Γράφτηκαν το 2002 αλλά προβλέπουν, φωτίζουν, διευκρινίζουν και εξηγούν, το τώρα.
ΝΙΚΟΣ ΚΕΡΑΝΗΣ
Εξαντλώντας την παράταση...
* Οι υποχρεώσεις εξακολουθούν να καλύπτονται με όλο και περισσότερο δανεισμό
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΤΟ ΒΗΜΑ: 10/03/2002, 00:00
Μου ετέθη ένα πολύ δύσκολο ερώτημα τις προάλλες που αφορούσε το αν θα έπρεπε να αγοράσει κανείς δεκαετή ή εικοσαετή ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου. Ομολογουμένως είναι εξαιρετικά δύσκολο να δώσει κανείς μια ξεκάθαρη απάντηση διότι:
1) Δεν είναι καθόλου απλό να προβλεφθεί η φοροδοτική ικανότητα των φορολογουμένων σε 10 ή 20 χρόνια από σήμερα. Με άλλα λόγια, θα πρέπει να λάβει κανείς υπόψη του την οικονομική κατάσταση που θα επικρατεί το 2012 ή το 2022 για να μπορέσει να κάνει κάποιες λίγες εκτιμήσεις. Αν ζοριζόμαστε σήμερα που το συνολικό χρέος (ιδιωτικό και δημόσιο) της οικονομίας ανέρχεται σε 170% του ΑΕΠ (όταν στις πλούσιες ΗΠΑ είναι 190%), τότε τι έχει να γίνει το 2012;
2) Ανευ πλέον της δυνατότητας μιας υποτιμήσεως (για να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί) ή της αυξήσεως του πληθωρισμού (για να μειώσουμε το ονομαστικό χρέος), πολλές παραγωγικές επιχειρήσεις βλέπουν τα σύννεφα να μαζεύονται.
3) Μέσα σε ένα τόσο μεγάλο διάστημα μπορούν να συμβούν πολλά απρόοπτα (δημογραφικές εξελίξεις, εξωτερικά γεγονότα κ.ο.κ.) και η προσφερόμενη αποζημίωση (βλ. επιτόκια) δεν είναι ιδιαίτερα πιο ελκυστική από αυτήν που δίνουν άλλες, σταθερότερες, οικονομίες (π.χ. Ιρλανδία, Σουηδία).
4) Δεν υπάρχει κάποια προϊστορία συνετής και συνεπούς διαχειρίσεως των δημοσίων οικονομικών, η οποία να πείθει για κάποια μελλοντική σοβαρότητα.
5) Δεν υπάρχει κάποιο εθνικό σχέδιο για τα επόμενα 20 χρόνια. Ολες οι προσδοκίες μας εξαντλούνται στην Ολυμπιάδα και στο ΚΠΣ-3. Αυτή η γη και αυτά τα νησιά που κοσμούν το Αιγαίο θα μπορούσαν να αποδίδουν «ένα πολύ υψηλότερο ενοίκιο». Αλλά απαιτείται σχεδιασμός που δεν φαίνεται για την ώρα να απασχολεί κανέναν.
6) Δεν ξέρουμε κυριολεκτικά πού πατάμε. Πόσο είναι το αληθινό δημόσιο χρέος; Πόσα από τα έσοδα του κράτους είναι πραγματικά; Πόσες από τις απαιτήσεις του κράτους είναι επισφαλείς; Ποιες είναι οι αφανείς υποχρεώσεις που θα προκύψουν από το ασφαλιστικό (κάποιοι επιστήμονες ισχυρίζονται ότι ανέρχονται στο 300% του ΑΕΠ); Terra incognita...
Για όσους γνωρίζουν, το ελληνικό κράτος είναι ήδη σχεδόν πτωχό. Θα σας το πουν όλοι εκείνοι οι επιχειρηματίες που περιμένουν (τώρα που γύρισε ο τροχός) την επιστροφή φόρων που δικαιούνται από τις προκαταβολές προηγουμένων χρήσεων. Θα σας το πουν ορισμένες πρώην κρατικές τράπεζες που περιμένουν να καλυφθούν οι υποχρεώσεις που ανέλαβε το Δημόσιο απέναντί τους διά της διαθέσεως μετοχών με valeur 31.12.2000! Θα σας το πουν ορισμένα ασφαλιστικά ταμεία, όπως το ΝΑΤ, που αφού το κράτος τα χρεοκόπησε τώρα περιμένουν την τριμερή χρηματοδότηση. Θα σας το πουν σε λίγο καιρό και κάποιοι ξένοι...
Εν τω μεταξύ οι παρούσες υποχρεώσεις εξακολουθούν να καλύπτονται διά όλο και περισσότερου δανεισμού. Διά δανεισμού που δεν καταλήγει ωστόσο σε κερδοφόρες επενδύσεις για να αποπληρωθούν κάποτε διά της αποδόσεώς των οι αρχικές δεσμεύσεις αλλά σε κατανάλωση. Σε κατανάλωση όπως είναι η ζημιογόνος Ολυμπιακή Αεροπορία, ο ζημιογόνος ΟΣΕ, το μηδέποτε περατωθέν Κτηματολόγιο, οι αδικαιολόγητα υψηλοί μισθοί των υπαλλήλων ορισμένων μη παραγωγικών και μονοπωλιακών ΔΕΚΟ, το υδροκέφαλο Δημόσιο και οι τελείως αντιπαραγωγικοί ΟΤΑ...
Αλλά τελικά ξέρετε ποιο είναι το χειρότερο; Η ταχύτατη μεταβολή των αντιλήψεων ορισμένων πολιτικών. Οσο βρίσκονται στη συμπολίτευση θαρρούν ότι ζουν στις «νήσους των μακάρων». Μόλις ωστόσο βρεθούν στην αντίπερα όχθη, και χωρίς να έχει προλάβει να αλλάξει τίποτε στην ουσία, αρχίζει η γκρίνια. Ετσι όμως δεν μπορούν να ληφθούν ποτέ τα αναγκαία μέτρα. Αν λοιπόν τα μακροπρόθεσμα ομόλογα αποτελούν μια παράταση ζωής για το αδηφάγο Δημόσιο, προσέξτε πολύ! Διότι δίνοντάς του εσείς ημέρες, αυτό μπορεί να σας κόβει χρόνια...
ΝΙΚΟΣ ΚΕΡΑΝΗΣ
Από το ευρώ στη δραχμή
* Θεωρώ ότι είναι πολύ πιθανόν η Ελλάδα να είναι μια από τις πρώτες χώρες που θα επιλέξουν να εγκαταλείψουν με τη βούλησή τους το ενιαίο νόμισμα.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΤΟ ΒΗΜΑ: 26/01/2003, 00:00 3
Λένε ότι μια καλή ιστορία πάντοτε αξίζει κάτι. Ορίστε λοιπόν μία. Οταν ήμουν μικρός μού είχαν χαρίσει δύο πολύ μικρά χρυσά νομίσματα. Επρόκειτο για ένα ελληνικό των 5 δραχμών που απεικόνιζε τον Γεώργιο Α' και για ένα γαλλικό των 5 φράγκων που απεικόνιζε τον Ναπολέοντα Γ´. Και τα δύο νομίσματα έμοιαζαν πολύ μεταξύ τους. Είχαν το ίδιο βάρος και τις ίδιες διαστάσεις - την ίδια περιεκτικότητα, με άλλα λόγια, σε χρυσό. Τα νομίσματα αυτά είχαν έτσι το ίδιο αντίκρισμα και στις δύο χώρες. Ηταν, με άλλα λόγια, κάτι σαν το σημερινό ευρώ...
Αργότερα έμαθα ότι αυτή η ομοιότητα ωφείλετο στη Λατινική Νομισματική Ενωση (ΛΝΕ), ένωση στην οποία συμμετείχαν από το 1865 η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ελβετία και η Ιταλία και από το 1868 και η Ελλάδα. Για την ιστορία, η ΛΝΕ ατύχησε και ατόνησε πολύ πριν από την επίσημη διάλυσή της το 1926, λόγω των διακυμάνσεων μεταξύ των τιμών του χρυσού και του αργύρου και λόγω των διαφορών ανάμεσα στα βιοτικά επίπεδα των συμμετεχουσών χωρών. Εξαιτίας της ΛΝΕ επίσης η Ελλάδα, η οποία είχε να χρηματοδοτήσει το εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα του Χ. Τρικούπη (και για τον λόγο αυτόν είχε σημαντικά ελλείμματα προς τον υπόλοιπο κόσμο, τα οποία χρηματοδοτούσε με δάνεια), εξήντλησε τα αποθέματά της σε χρυσό και άργυρο (δηλαδή, τη νομισματική της βάση) και το 1893 επτώχευσε...
Η οικονομική θεωρία υποστηρίζει ότι μια χώρα που εκδίδει το δικό της νόμισμα (και που χρωστάει σε αυτό) δεν μπορεί να πτωχεύσει, αφού μπορεί πάντοτε να καταφεύγει στα τυπογραφεία της και να τυπώνει πληθωριστικό χρήμα για να πληρώνει τα χρέη της (seignorage). (Φυσικά με το να εκδίδει κανείς συνεχώς νέο χρήμα δεν σημαίνει ότι μπορεί και να διατηρεί αλώβητο το βιοτικό του επίπεδο - το νόμισμα κάθε τόσο θα πρέπει να υποτιμάται.) Η οικονομική θεωρία υποστηρίζει επίσης ότι μια χώρα (ή μια επαρχία) που έχει υιοθετήσει ένα άλλο νόμισμα κάλλιστα μπορεί να πτωχεύσει, αφού δεν είναι τίποτε άλλο από μια επιχείρηση με έσοδα και έξοδα (θυμηθείτε, π.χ., το Orange County).
Καλά είναι τα ευρώ, όταν όμως τα έχουμε. Οταν δεν τα έχουμε, τότε τα πράγματα δυσκολεύουν. Και τελευταίως πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι, καθώς κερδίζουμε λιγότερα από όσα ξοδεύουμε, θα έρθει η εποχή (π.χ., σε δέκα χρόνια από σήμερα) κατά την οποία δεν θα έχουμε αρκετά από τα τόσο αγαπημένα μας ευρώ στην τσέπη μας. Στοιχεία δε που τεκμηριώνουν την άποψη αυτή απαντώνται όλο και συχνότερα στις επίσημες στατιστικές. Το έλλειμμα του ισοζυγίου των τρεχουσών συναλλαγών, η χειροτέρευση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας, η γήρανση του πληθυσμού, ο επίμονα ελλειμματικός τρόπος διαβιώσεώς μας και η ύφεση που πλήττει ήδη (και η οποία αναμένεται σταδιακά να εξουθενώσει) τους αιμοδότες μας Γερμανούς αποτελούν μερικά...
Προσέξτε! Η κατανάλωσή μας ξεπερνά, χρόνια τώρα, την παραγωγή μας και για να τη συντηρούμε πρέπει να δανειζόμαστε από τους ξένους. Αυτό δεν μπορεί να γίνεται εσαεί. Αν, λοιπόν, ελλείψει ρευστότητας, κάποτε δεν μπορέσουμε να αποπληρώσουμε τα δάνειά μας και τις πολλές υποσχετικές του Δημοσίου (π.χ., τα ομόλογά του προς το ΙΚΑ), τότε θα πρέπει να (ξε)πουλήσουμε την εναπομείνασα δημόσια περιουσία. Και αν αυτή δεν μπορέσει να πουληθεί σε καλή τιμή, τότε κάποιος ατυχής θα βρεθεί στη θέση του Τρικούπη. Αν, από την άλλη, είχαμε το δικό μας νόμισμα, θα μπορούσαμε να διορθώσουμε την αρχική στρέβλωση με μια υποτίμηση. Μη έχοντας όμως τη δυνατότητα αυτή και με δεδομένη την ασυμμετρία με την οποία μια ύφεση πλήττει μια οικονομία, θεωρώ ότι είναι πολύ πιθανόν η Ελλάδα να είναι μια από τις πρώτες χώρες που θα επιλέξουν να εγκαταλείψουν με τη βούλησή τους το ευρώ. Φυσικά αυτό δεν θα γίνει αύριο και ίσως λοιπόν να υπάρχει ακόμη χρόνος για μια αλλαγή πορείας...
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΣΤΟ ΒΗΜΑ: 26/01/2003, 00:00 3
Λένε ότι μια καλή ιστορία πάντοτε αξίζει κάτι. Ορίστε λοιπόν μία. Οταν ήμουν μικρός μού είχαν χαρίσει δύο πολύ μικρά χρυσά νομίσματα. Επρόκειτο για ένα ελληνικό των 5 δραχμών που απεικόνιζε τον Γεώργιο Α' και για ένα γαλλικό των 5 φράγκων που απεικόνιζε τον Ναπολέοντα Γ´. Και τα δύο νομίσματα έμοιαζαν πολύ μεταξύ τους. Είχαν το ίδιο βάρος και τις ίδιες διαστάσεις - την ίδια περιεκτικότητα, με άλλα λόγια, σε χρυσό. Τα νομίσματα αυτά είχαν έτσι το ίδιο αντίκρισμα και στις δύο χώρες. Ηταν, με άλλα λόγια, κάτι σαν το σημερινό ευρώ...
Αργότερα έμαθα ότι αυτή η ομοιότητα ωφείλετο στη Λατινική Νομισματική Ενωση (ΛΝΕ), ένωση στην οποία συμμετείχαν από το 1865 η Γαλλία, το Βέλγιο, η Ελβετία και η Ιταλία και από το 1868 και η Ελλάδα. Για την ιστορία, η ΛΝΕ ατύχησε και ατόνησε πολύ πριν από την επίσημη διάλυσή της το 1926, λόγω των διακυμάνσεων μεταξύ των τιμών του χρυσού και του αργύρου και λόγω των διαφορών ανάμεσα στα βιοτικά επίπεδα των συμμετεχουσών χωρών. Εξαιτίας της ΛΝΕ επίσης η Ελλάδα, η οποία είχε να χρηματοδοτήσει το εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα του Χ. Τρικούπη (και για τον λόγο αυτόν είχε σημαντικά ελλείμματα προς τον υπόλοιπο κόσμο, τα οποία χρηματοδοτούσε με δάνεια), εξήντλησε τα αποθέματά της σε χρυσό και άργυρο (δηλαδή, τη νομισματική της βάση) και το 1893 επτώχευσε...
Η οικονομική θεωρία υποστηρίζει ότι μια χώρα που εκδίδει το δικό της νόμισμα (και που χρωστάει σε αυτό) δεν μπορεί να πτωχεύσει, αφού μπορεί πάντοτε να καταφεύγει στα τυπογραφεία της και να τυπώνει πληθωριστικό χρήμα για να πληρώνει τα χρέη της (seignorage). (Φυσικά με το να εκδίδει κανείς συνεχώς νέο χρήμα δεν σημαίνει ότι μπορεί και να διατηρεί αλώβητο το βιοτικό του επίπεδο - το νόμισμα κάθε τόσο θα πρέπει να υποτιμάται.) Η οικονομική θεωρία υποστηρίζει επίσης ότι μια χώρα (ή μια επαρχία) που έχει υιοθετήσει ένα άλλο νόμισμα κάλλιστα μπορεί να πτωχεύσει, αφού δεν είναι τίποτε άλλο από μια επιχείρηση με έσοδα και έξοδα (θυμηθείτε, π.χ., το Orange County).
Καλά είναι τα ευρώ, όταν όμως τα έχουμε. Οταν δεν τα έχουμε, τότε τα πράγματα δυσκολεύουν. Και τελευταίως πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι, καθώς κερδίζουμε λιγότερα από όσα ξοδεύουμε, θα έρθει η εποχή (π.χ., σε δέκα χρόνια από σήμερα) κατά την οποία δεν θα έχουμε αρκετά από τα τόσο αγαπημένα μας ευρώ στην τσέπη μας. Στοιχεία δε που τεκμηριώνουν την άποψη αυτή απαντώνται όλο και συχνότερα στις επίσημες στατιστικές. Το έλλειμμα του ισοζυγίου των τρεχουσών συναλλαγών, η χειροτέρευση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας, η γήρανση του πληθυσμού, ο επίμονα ελλειμματικός τρόπος διαβιώσεώς μας και η ύφεση που πλήττει ήδη (και η οποία αναμένεται σταδιακά να εξουθενώσει) τους αιμοδότες μας Γερμανούς αποτελούν μερικά...
Προσέξτε! Η κατανάλωσή μας ξεπερνά, χρόνια τώρα, την παραγωγή μας και για να τη συντηρούμε πρέπει να δανειζόμαστε από τους ξένους. Αυτό δεν μπορεί να γίνεται εσαεί. Αν, λοιπόν, ελλείψει ρευστότητας, κάποτε δεν μπορέσουμε να αποπληρώσουμε τα δάνειά μας και τις πολλές υποσχετικές του Δημοσίου (π.χ., τα ομόλογά του προς το ΙΚΑ), τότε θα πρέπει να (ξε)πουλήσουμε την εναπομείνασα δημόσια περιουσία. Και αν αυτή δεν μπορέσει να πουληθεί σε καλή τιμή, τότε κάποιος ατυχής θα βρεθεί στη θέση του Τρικούπη. Αν, από την άλλη, είχαμε το δικό μας νόμισμα, θα μπορούσαμε να διορθώσουμε την αρχική στρέβλωση με μια υποτίμηση. Μη έχοντας όμως τη δυνατότητα αυτή και με δεδομένη την ασυμμετρία με την οποία μια ύφεση πλήττει μια οικονομία, θεωρώ ότι είναι πολύ πιθανόν η Ελλάδα να είναι μια από τις πρώτες χώρες που θα επιλέξουν να εγκαταλείψουν με τη βούλησή τους το ευρώ. Φυσικά αυτό δεν θα γίνει αύριο και ίσως λοιπόν να υπάρχει ακόμη χρόνος για μια αλλαγή πορείας...
Μερικές δικές μου παρατηρήσεις:
Έρχομαι τώρα σε μερικές δικές μου παρατηρήσεις επί των θεμάτων που είχαν απασχολήσει τον κ. Κεράνη, αλλά απασχολούν και όλους μας σήμερα.
- Ενδεχόμενη επιστροφή στη δραχμή θα ήταν σήμερα καταστροφική. Πιστεύω ότι σε αυτήν την περίπτωση θα αντιμετωπίζαμε, εξ αιτίας και του κλίματος που θα εδημιουργείτο, μια πολύ μεγάλη υποτίμηση του νέου νομίσματος και αυτό θα σήμαινε μια μικρή ή μεγάλη περίοδο ιδιαίτερα σκληρής δοκιμασίας για τη χώρα. Μπορεί βεβαίως να υποθέσει κανείς ότι η μεγάλη δοκιμασία θα έφερνε και την ανάκαμψη και την αλλαγή νοοτροπίας που απαιτείται, μπορεί όμως να υποθέσει και τα χειρότερα. Άλλο ζήτημα το αν θα ήταν προτιμότερο το να μην είχαμε μπει στη ζώνη του ευρώ όπως για παράδειγμα επέλεξαν τότε να κάνουν η Μεγάλη Βρεταννία και η Σουηδία. Δεν το πρότεινε όμως κανείς τότε.
-Δεν υπάρχει τρόπος να αντιμετωπιστεί σήμερα το πρόβλημα χωρίς να γίνουμε πιο φτωχοί από όσο είμαστε. Άλλωστε σε βάθος χρόνου όλοι θα γίνουν φτωχότεροι. Το ζήτημα είναι να μπορέσουμε να περάσουμε σε κατάσταση που θα μπορεί να χαρακτηρίζεται ως σταθερή χωρίς να έχουμε ανάγκη έξωθεν βοήθειας. Ούτε όμως αυτό είναι εύκολο. Και ερώτημα είναι και το σε μια τέτοια κατάσταση πόσοι θα μπορούν να εξασφαλίζουν σχετικά συνεχή απασχόληση. Το ερώτημα αυτό δεν αφορά μόνον εμάς. Αφορά και το μέλλον ίσως όλων των ευρωπαϊκών χωρών.
-Σήμερα είναι η πρώτη φορά που λαμβάνονται μέτρα για να αντιμετωπισθούν πραγματικά και σοβαρά προβλήματα της οικονομίας που αν και λαμβάνονται απρόθυμα και με προσπάθεια να αποφευχθεί η πλήρης και συστηματική εφαρμογή τους, το γεγονός ότι κάποια μέτρα λαμβάνονται συμβάλει στη δημιουργία και διατήρηση κάποιας αισιοδοξίας. Όμως τα απαιτούμενα μέτρα δημιουργούν σοβαρά κοινωνικά προβλήματα με πρώτο και σοβαρότερο εκείνο της ανεργίας, που κατά τη γνώμη μου δεν μπορεί να ξεπεραστούν μέσα στο σημερινό διεθνές οικονομικό πλαίσιο του πλήρους ανταγωνισμού, και μάλιστα ανταγωνισμού χωρίς όρια, όρους και περιορισμούς.
Για τα θέματα που θίγονται στα κείμενα του κ. Κεράνη και σε αυτό εδώ το σύντομο σημείωμά μου που τα παρουσιάζει, παρακαλώ να έχουμε τα σχόλιά σας και φυσικά τη γνώμη σας.
Ιωάννης Κουμερτάς (Περιηγητής) koumertas@hotmail.com