15 Ιαν 2011

Κόρωνος Νάξου: Περιοχή Οικισμός Ιστορία Λαογραφία





Κάνετε αριστερό κλικ εδώ






Σχετικές αναρτήσεις


1. Κόρωνος Νάξου: Περιοχή, Οικισμός, Ιστορία, Λαογραφία.

2. Κόρωνος Νάξου: Οι άνθρωποι και τα επώνυμά τους - Οι πίνακες (Ι)
















Κόρωνος Νάξου




Κόρωνος Νάξου
Κάνοντας αριστερό κλικ στις φωτογραφίες τις βλέπετε σε μεγαλύτερο μέγεθος


H Κόρωνος1 είναι ένα από τα μεγαλύτερα χωριά της ορεινής Νάξου. 
Κόρωνος ονομάστηκε το 1927. 

Με το όνομα Τρικοκκιές αναφερόταν η Κόρωνος σε όλα τα τα έγγραφα από το 1207 μέχρι την ίδυση του νεοελληνικού κράτους. Τρικοκκιές πρέπει να ήταν και το βυζαντινό όνομα του χωριού.
Το Τρικοκκιές ως όνομα της σημερινής Κορώνου επιβεβαιώνεται και το 1835 με το διάταγμα “Περί του σχηματισμού των Δήμων του Νομού Κυκλάδων”(ΦΕΚ 4Α/26 Φεβρουαρίου1835). Συγκεκριμένα το χωρίο Τρικουκιαί αναφέρεται στο διάταγμα ως ένα από τα χωριά του δήμου Κορωνίδος.

Το 1858 όμως, στο νομοθέτημα για την επανίδρυση ως είχε κατά το παρελθόν του δήμου Κορωνίδος, η Κόρωνος αναφέρεται ως Τρικοκκιές ή Βόθροι ( ΦΕΚ 26/ 17-07-1858).
Το 1912 με τα διατάγματα “Περί αναγνωρίσεως δήμων και κοινοτήτων του νομού Κυκλάδων” η Κόρωνος γίνεται ανεξάρτητη κοινότητα με αποκλειστικό πλέον όνομα, το όνομα Βόθροι. (ΦΕΚ 261/ 31-08-1912). Η κοινότητα περιλαμβάνει αρχικά και το χωριό Κεραμωτή που όμως το έτος 1931 έγινε ανεξάρτητη κοινότητα ( ΦΕΚ 10 Α/17-01-1931).

Το έτος 1927 οι κάτοικοι του χωριού ζητούν να αλλάξει το όνομα του χωριού. Το χωριό ονομάζεται  Κόρωνος (ΦΕΚ 179Α/30-8-1927), από το όνομα του βουνού Κόρωνος
Το όνομα του βουνού Κόρωνος είναι αρχαιότατο τοπωνύμιο σχετιζόμενο και με το όνομα της νύμφης Κορωνίδος.

Τώρα μερικές διευκρινίσεις.
. Το επίσημο όνομα του χωριού, όπως δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 179Α/30-8-1927 είναι "Ο Κόρωνος" (αρσενικού γένους), οι κάτοικοι όμως χρησιμοποιούν το όνομα του χωριού ως όνομα γένους θηλυκού (H Κόρωνος). 
.Το Κόρωνος ήταν όνομα μυθικών ηρώων μεταξύτων οποίων και ένας Aργοναύτης. Το όνομα του χωριού όμως προέρχεται από το όνομα του βουνού Κόρωνος και αυτό σχετίζεται με τη νύμφη Κορωνίδα μητέρα του Ασκληπιού γιου του Απόλλωνα. Η Κορωνίς  ήταν επίσης μία από τις τρεις τροφούς του Διονύσου οι οποίες τον έκρυβαν και τον περιποιόντουσαν σε σπήλαιο του βουνού Κόρωνος και από το γεγονός αυτό προέρχεται η σχέση της με το βουνό. Ας σημειωθεί ότι σε σπήλαιο του βουνού  Κόρωνος, στο Κακό Σπήλιο, έχει βρεθεί η επιγραφή ΔΡΙΟC ΔΙΟΝΥCΟΥ, δηλαδή ΔΑΣΟΣ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ

.Ετυμολογικά οι λέξεις κορωνίδα και κόρωνος σχετίζονται με τη λέξη κορώνα και την αρχαία λεξη κορώνη. Κορώνη ονομαζόταν το κοράκι. Με τις ίδιες λέξεις σχετίζεται ετυμολογικά κατά πολλούς, και το όνομα του τιτάνα Κρόνου, πατέρα του Δία. Για την ιστορία αναφέρω ότι η Κορώνη ήταν λευκό κοράκι που ο  θεός Απόλλων το καταράστηκε κι έγινε κατάμαυρο όπως και οι απόγονοί του, επειδή δεν ανταποκρίθηκε σε αποστολή που ο  ίδιος ο θεός Απόλλων του είχε αναθέσει.

. Ο κάτοικος του χωριού δεν αποκαλείται Κορωνιάτης, ή Κορωνιώτης όπως θα ήταν εύλογο. Αποκαλείται Κορωνιδιάτης. Και αυτό είναι επιλογή των κατοίκων του χωριού.  Ίσως γιατί κάποια περίοδο μετά τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους το χωριό αποτελούσε τμήμα του δήμου Κορωνίδας. Και ο σύλλογος των χωριανών μας που δεν μένουν στο χωριό, Σύλλογος Κορωνιδιατών ονομάζεται  και  το περιοδικό του Κορωνιδιάτικα Χρονικά τιτλοφορείται. Όμως το όνομα Κορωνίδα είναι ένα από τα ονόματα της Κωμιακής.
 
Το χωριό Κόρωνος περιλαμβάνεται στα λεγόμενα σμυριδοχώρια μαζί με την Απείρανθο, την Κεραμωτή, το Σκαδό, και τη Μέση, όπου ακόμη και σήμερα εξορύσσεται εις μικρόν πλέον, η ναξιακή σμύρις. Στην Κόρωνο εξορύσσονταν τα πέντε όγδοα της συνολικής ποσότητας. Η ίδια αναλογία ισχύει και για τις πολύ μικρές πλέον ποσότητες που παραδίδονται σήμερα (2002),  στην ελληνική πολιτεία.
Το χωριό αποτελεί δημοτικό διαμέρισμα του δήμου Νάξου και Μικρών Κυκλάδων. Βρίσκεται στον οδικό άξονα Απειράνθου - Σταυρού Κεραμωτης - Κορώνου - Σκαδού - Κωμιακής - Απόλλωνα. Έχει 744 κατοίκους (απογραφή 2001).
Είναι κτισμένο σε υψόμετρο μεταξύ των 500 και των 600 μέτρων μέσα σε λαγκαδιά που σχηματίζεται ανάμεσα σε πλαγιά του κύριου όγκου του βουνού Κόρωνος στα δυτικά, όπου και η προσήλια Κόρωνος, και σε πλαγιά της χαμηλότερης ανατολικής απόληξής του ίδιου βουνου  που ονομάζεται Αμμόμαξη στα ανατολικά, όπου και η αφήλια Κόρωνος. Τα δύο αυτά τμήματα ενώνονται με μικρό γεφύρι στο Ρυάκα, (το ρέμα της λαγκαδιάς), σε υψόμετρο 540 μέτρων, δίπλα στο οποίο και στην πλευρά του κύριου όγγου  του βουνού Κόρωνος βρίσκεται η πλατεία ή αλλιώς η πλάτσα του χωριού.




Άποψη της Κορώνου (παλαιά φωτογρφία)


Η Κόρωνος διαθέτει λαογραφικό μουσείο και σε αυτήν υπάγονται οι οικισμοί Λιώνας, Αργοκοίλι ή Αργοκοιλιώτισα και Ατσιπάπη. Γνωστές φυσιογνωμίες από την Κόρωνο μεταξύ άλλων είναι ο αείμνηστος δικηγόρος Νικηφόρος Μανδηλαράς, οι πρώην διεθνείς ποδοσφαιριστές Γιώργος Σιδέρης 1938 και Στέλιος Μανωλάς 1961 καθώς και ο  διεθνής ποδοσφαιριστής Κώστας Μανωλάς 1991 ανηψιός του Στέλιου

Σημειώσεις

1. Άρθρο μου για την Κόρωνο είχα πρωτοαναρτήσει στην ιντερνετική εγκυκλοπαίδεια Βίκι Παιδεία. Το άρθρο μου ήταν σαφώς μικρότερο από το άρθρο που διαβάζετε εδώ και είναι ακόμη και σήμερα καταχωρημένο εκεί, πλην όμως εδώ αναφέρονται και πρόσθετα στοιχεία και κείμενα από πηγές και παρουσιάζονται εκτενείς πίνακες




ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Α΄ Το χωριό

1. Ο κύριος οικισμός
2. Η ευρύτερη περιοχή

Β΄ Η ιστορία της Κορώνου

1. Η ιστορία μέχρι τη δημιουργία νεοελληνικού κράτους
1α Ένα έγγραφο του 1666
2. Η περίοδος της ανάπτυξης του χωριού και η τραγωδία της κατοχής
3. Η σμύριδα τα σμυριδορυχεία και ο εναέριος

Γ΄ Λαογραφία της Κορώνου

1. Επαγγέλματα και ασχολίες των κατοίκων
2. Ο τρόπος ζωής
3. Η ενδυμασία
4. Ο γάμος
5. Τα ονόματα
6. Οι γιορτές
7. Οι χοροί και τα τραγούδια
7α Ένα εκατόλογο
8. Το γλωσσικό ιδίωμα του χωριού

Δ΄  Οι ονομασίες της Κορώνου

1. Το  ζήτημα
2. Οι ονομασίες της Κορώνου μέχρι το 1830
3. Οι ονομασίες της Κορώνου ως κοινότητας του νεοελληνικού κράτους
4. Προσθήκη

Ε΄ Βιβλιογραφία - πηγές


*Τα σχετικά με τις οικογένειες, τα επώνυμα και τα παρατσούκλια της Κορώνου αναφέρονται σε  ιδιαίτερες αναρτήσεις




Μέρος Α΄

Το χωριό

1.Ο κύριος οικισμός


«Κρεμασμένη πάνω από την απότομη πλαγιά, ανάμεσα σε κακοτράχαλους ορεινούς όγκους, κλιμακωτούς αμπελώνες και κήπους, η Κόρωνος είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά χωριά της ορεινής Νάξου. Πλακόστρωτα σοκάκια, καμάρες και στεγαστά, ασπροβαμένα σκαλοπάτια που ενώνουν τις πάνω με τις κάτω γειτονιές, νησιώτικα μικρά σπίτια με τις παμπάλαιες πόρτες τους βαμμένες σε έντονα χρώματα, με την εκκλησία της Αγίας Μαρίνας και μια υπέροχη μικρή πλατεία με «εξώστη», με παλιούς καφενέδες και ταβερνούλες με σπιτικό φαγητό, είναι τα στοιχεία που συνθέτουν το υπέροχο σκηνικό αυτού του ορεινού Κυκλαδίτικου χωριού», γράφει για την Κόρωνο ο τουριστικός οδηγός για τις Κυκλάδες του National Geographic.
Όπως και νάχει, o κύριος οικισμός του χωριού έχει καθαρά νησιώτικο χρώμα και η εικόνα του από τη δυτική είσοδό του, περισσότερο όταν είναι ώρα που ο ήλιος φωτίζει την ψηλή και απότομη ανατολική ανήλια Κόρωνο, εντυπωσιάζει και θέλγει τον επισκέπτη. Η προτομή του Νικηφόρου Μανδηλαρά που βρίσκεται στην είσοδο αυτή, αποτελεί ένα αμέσως αναγνωρίσιμο γλυπτό πορτραίτο του και προκαλεί αίσθημα συγκίνησης σε όσους τον ήξεραν.

Το απογευματινό φως αναδεικνύει τη γοητεία της Κορώνου 
(Καθημερινή, Νοέμβριος 2019 - Φωτογραφία Γεώτγιος Δέτσης)

Καθώς κοιτάμε από τη δυτική είσοδο του χωριού (αριστερά στο σκαρίφημα που ακολουθεί),  προς την ανατολή (δεξιά στο σκαρίφημα), λίγο χαμηλότερα  και αριστερά μας βρίσκεται η Κουμαριά  και αριστερά από την Κουμαριά, η περιοχή του Κακανάση . Μπροστά μας και δεξιά μας βρίσκεται η γειτονιά του Κάστρου και δεξιότερα από το Κάστρο η Απάνω Στέρνα. Το όνομα Κάστρο παραπέμπει στην ύπαρξη κάστρου. Δεν υπάρχει όμως σχετική προφορική παράδοση για το θέμα και δεν έχουν επισημανθεί ερείπια του. Ίσως έχει   το  θέμα ξεχαστεί και μάλλον δεν έχει ερευνηθεί από τους αρχαιολόγους.
Χαμηλότερα, βρίσκουμε αριστερά κάτω από την Κουμαριά την Αγία Μαρίνα και το σχολείο, και ακόμη χαμηλότερα μερικά μαγαζιά και τη γειτονιά  Λειβαδάκι . Δεξιότερα και ακριβώς κάτω από το Κάστρο είναι η πλατεία του χωριού, με τον εξώστη, τη βρύση και τις ταβερνούλες. Από την πλατεία ένας δρόμος παράλληλος με τον Ρυάκα οδηγεί στην Κάτω Γειτονιά τη χαμηλότερη, την περισσότερο κρυμμένη και γι αυτό και την πιο παλιά γειτονιά.
Από τη δυτική πάντα είσοδο κοιτώντας προς το βοριά αντικρίζουμε το Σκαδό και κοιτώντας απέναντι ανατολικά βλέπουμε αριστερά μια στενή λωρίδα θάλασσας προς τον Λιώνα και δεξιότερα το βράχο της Αραμίδας και την απότομη και ψηλή ανατολική Κόρωνο. Στην αριστερή όπως την κοιτάμε πλευρά της και πάνω από την Κάτω Γειτονιά και την πλατεία, βρίσκεται η Ανεγυρίδα1. Στη δεξιά πλευρά της βρίσκονται ψηλά το Τσικαλαριό και χαμηλότερα και απέναντι από την Απάνω Στέρνα, το Παλαχώρι. Η Ανεγυρίδα και το Παλαχώρι κατεβαίνουν κλιμακωτά μέχρι τον Ρυάκα, δηλαδή τον ρύακα, το ρέμα του χωριού. Το σύνορο της Ανεγυρίδας με αυτές τις γειτονιές, αποτελεί προέκταση του μικρού γεφυριού που οδηγεί από την πλατεία προς την εκκλησία του Άϊ - Νικόλα,  στα όρια της Ανεγυρίδας και του Τσικαλαριού, στην ψηλή ανατολική Κόρωνο.  


Σκαρίφημα του οικισμού της Κορώνου από το βιβλίο του Ιωάννη Χουζούρη 
"Λαϊκή Ποίηση για την Κόρωνο Νάξου και την Ιστορία της"




Ένας περίπατος από τη δυτική είσοδο μέχρι την πλατεία του χωριού θα είναι πολύ ευχάριστος, όποια διαδρομή κι αν επιλεγεί. Το ίδιο ευχάριστος θα είναι και ένας περίπατος από την Αγία Μαρίνα και το σχολείο του χωριού προς του Κακανάση, πάνω από το λόφο με τα αμπέλια και το ξωκλήσι του Αϊ-Γιάννη στην κορυφή, και πολύ πάνω από τη λαγκαδιά με τους νερόμυλους. Αν υπάρχει διαθέσιμος χρόνος, ένας μεγαλύτερος περίπατος κατά μήκος του Ρυάκα από την πλατεία προς την Κάτω Γειτονιά και τα Σώχωρα, συνιστάται. Άλλωστε στην Κάτω Γειτονιά βρίσκονται και τα πιο παλιά σπίτια της Κορώνου.

Σημειώσεις

1. Στην Κόρωνο υπάρχει η Ανεγυρίδα ή Ανεϋρίδα. Ανεγυρίζω σημαίνει γυρίζω κάτι από την αντίθετη της συνήθους όψη αλλά σημαίνει και περιπλανώμαι επειδή έχω χάσει το δρόμο. Ανεγυρίδα θα μπορούσε επομένως να σημαίνει την περιοχή που σε κάνει να περιπλανείσαι.
Παρόμοιο τοπωνύμιο υπάρχει και στην Κεραμωτή. Σε έγγραφο με ημερομηνία 23-03-1823 αναφέρεται ότι ενώπιον του παπα Ιωάννη Λεγάκη ο Δημήτρης Ιωάννη Πουλημένου παντικιάζει στον ανηψιό του Ιωάννη Κουφόπουλο ένα χαλί ξαμπέλισμα στην Κεραμωτή σύμπλιο του Ανεγύρου, και σε έγγραφο με ημερομηνία 20-07-1824 αναφέρεται στην Κεραμωτή η περιοχή Κάτω Ανέγυρος (Στέφανου Εμμ. Ψαρρά: Κώδικας του πρωτονοταρίου Ανωμερώ παπά Ιακώβου Κουφοπούλου 1823-1828, Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, τομος 20, έτη 2006-2010). Η λέξη ανέγυρος σημαίνει εκείνον που λοξοδρομεί αλλά και τον λοξό δρόμο.



2.Η ευρύτερη περιοχή


Ο ασφαλτοστρωμένος δρόμος μήκους οκτώ περίπου χιλιομέτρων που ξεκινά από το χωριό και κατηφορίζει τις βορεινές πλαγιές της Αμμόμαξης, οδηγεί ανατολικά, στο μικρό ψαροχώρι του Λιώνα1 με τις μια δύο ταβερνούλες, τη βοτσαλωτή παραλία και τα διάφανα, τις λίγες μέρες που είναι ήσυχα, νερά. Ο Λιώνας, επίνειο της Κορώνου, υπήρξε παλαιότερα σταθμός ατμοπλοΐας και ήταν πριν την κατασκευή του εναέριου  λιμάνι εξαγωγής της σμύριδας.
Στο δρόμο προς το Λιώνα βρίσκονται και οι είσοδοι των σμυριδωρυχείων. Οι στοές των ορυχείων έχουν βάθος πενήντα έως διακόσια πενήντα μέτρα. Από τη θέση Πηγή της Κορώνου ξεκινά και ο εναέριος που έχει στην περιοχή δύο ακόμη σταθμούς φόρτωσης, στις θέσεις Πεζούλες και Στραβολαγκάδα. Οι μεταλλικοί πυλώνες του εναέριου, με τα τέσσερα πόδια, τους τροχούς που γυρνούσαν το σύρμα στο επάνω τους μέρος, με ύψος που ποικίλει από λίγα μέτρα στα ψηλά σημεία του εδάφους μέχρι 50 μέτρα στα χαμηλά, ώστε να περιορίζεται σε ασφαλή όρια η κλίση των συρματόσκοινων που μετέφεραν τα βαγονέτα με το σμυρίγλι, συνθέτουν μαζί με το όλο τοπίο μιαν εικόνα εντυπωσιακή. Επιπλέον αποτελούν μνημείο της σύγχρονης βιομηχανικής ιστορίας της χώρας.

Άλλος δρόμος μήκους τριών περίπου χιλιομέτρων, σε ψηλότερη περιοχή της βορεινής πλαγιάς της Αμμόμαξης που κατευθύνεται επίσης ανατολικά, οδηγεί στο Αργοκοίλι όπου και το μοναστήρι της Παναγίας της Αργοκοιλιώτισας. 


Η παλιά εκκλησία της Παναγίας της Αργοκοιλιώτισας. Πίσω και δεξιά του ναού φαίνεται μικρό μέρος του οικισμού "Ατσιπάπη"


Στην περιοχή που βρέθηκε η ομόνυμη εικόνα κτίζεται σήμερα με δωρεές των πιστών, μεγάλος ναός - ιερό  προσκύνημα όλης της Νάξου. Από εδώ η θέα προς την ανατολή περιλαμβάνει νησιά του δήμου Νάξου, του δήμου Αμοργου  την Ικαρία και μακρινότερα όταν η ατμόσφαιρα είναι αρκετά διαυγής2.

Σε μικρή απόσταση από το Αργοκοίλι υπάρχουν ερείπια, σχεδόν κατά γης, του μεσαιωνικού αγροτοκτηνοτροφικού οικισμού Ατσιπάπη3. Σήμερα ίσως λειτουργούν ακόμη κάποιοι μιτάτοι, χαμηλές αγροικίες των βοσκών δηλαδή, κτισμένες ξερολιθιά. Υπάρχουν και  μικροί κήποι και όμορφα καλοκτισμένα σπίτια σπίτια και μικρής έκτασης ζηλευτές καλλιέργειες. Θαπροσθέσω  ότι σχηάτισα την εντύπωση, δεν το έχω όμως ελέγξει, ότι η Ατσιπάπη μπορεί να είναι εξαιρετικά απάνεμη περιοχή.  Αυτό είναι  βέβαιο ότι συμβαίνει όταν φυσάει αέρας με τη διεύθυνση του δυνατού αέρα που φυσούσε σε όλη τη Νάξο την ημέρα που επισκέφθηκα την Ατσιπάπη. Στην Ατσιπάπη υπήρχε απόλυτη νηνεμία Δεν ξέρω όμως αν κάτι ανάλογο συμβαίνει και με άνεμο άλλης διεύθυνσης.
Το σημαντικότερο ιστορικά κτίσμα της περιοχής είναι ο ναός του αγίου Ισιδώρου, παλαιά βυζαντινή εκκλησία που χρονολογείται ως ναός που υπήρχε και προ του 1000 μ.Χ. (Δείτε παρακάτω την ιστορία της Κορώνου).
Ανατολικότερα και νοτιότερα από την Ατσιπάπη, σε μικρή όμως απόσταση, βρίσκεται η θέση Λιοϋρι με τη μεσαιωνική εκκλησία της Παναγίας της Κεράς. Κοντά στην Παναγία την Κερά ακόμη και λίγο χαμηλότερα, βρίσκεται η περιοχή όπου αναφέρεται ότι υπάρχουν ελάχιστα ίχνη του  εξ ίσου παλαιού με την Ατσιπάπη οικισμού  Αμόμαξη, εγκαταλελειμένου ήδη από πολλού. Οι γεννήτορες των Κωνσταντάκηδων της Κορώνου, στην Αμμόμαξη γεννήθηκαν. Από την Παναγιά την Κερά ο όρμος του Αζαλά δεν απέχει πολύ. Η σχετική διαγδρομή όμως παραμένει εξαιρετικά δύσβατη ή πιο σωστά, απαγορευτικά δύσβατη.

Προς τα νότια από το χωριό, ο κεντρικός δρόμος ανεβαίνει μετά μια διαδρομή 2,5 χιλιομέτρων στη θέση Σταυρός της Κεραμωτής, όπου υπάρχει και ομώνυμο εκκλησάκι. Στον Σταυρό συναντιώνται ο δρόμος που έρχεται από την Απείρανθο (απόσταση 2 χιλιόμετρα) με τον δρόμο που έρχεται από τον εγκαταλελειμένο σήμερα  οικισμό Σίφωνες (απόσταση 2 χιλιόμετρα) και από το χωριό Κινίδαρος (3 χιλιόμετρα) και με  τον δρόμο που έρχεται από το χωριό Μονή (απόσταση 3 χιλιόμετρα) . Ένας μικρός δρόμος  που ξεκινά από το σημείο της διασταύρωσης, κατεβαίνει μέχρι το χωριό Κεραμωτή. Οι Σίφωνες ανήκαν πάντοτε στην Κεραμωτή.
Από το Σταυρό κοιτώντας ανατολικά έχει κανείς θέα ανάλογη με τη θέα από το Αργοκοίλι και ακόμη πιο μακρινή. Προς την ίδια κατεύθυνση φαίνεται επί της Νάξου , ο όρμος του Αζαλά, με τα εντυπωσιακά ψηλά κατακόρυφα βράχια που τον κλείνουν νότια-ανατολικά3.  Μπορεί να τον επισκεφθεί κάποιος κατεβαίνοντας από την Απείρανθο προς τη Μουτσούνα συνεχίζοντας από εκεί  κινούμενος προς τα βόρεια. Αζαλέος τόπος σημαίνει τόπος τόπος απότομος ξερός και βραχώδης αναφέρει ο καθηγητής Ιω. Προμπονάς. 
Κοιτώντας από τον Σταυρό προς την αντίθετη κατεύθυνση, προς τα δυτικά δηλαδή,, αντικρίζουμε χαμηλά το δρόμο που κατεβαίνει προς την Κεραμωτή και ψηλά ανάμεσα σε ορεινούς όγκους, μια λωρίδα θάλασσας σε ένα άνοιγμα και την κορυφή του Προφήτη Ηλία στην Πάρο σε άλλο. Πρός τα βορειοδυτικά δεσπόζουν οι κορυφές του όρους Κόρωνος.

Στα δυτικά του χωριού κυριαρχεί το όρος Κόρωνος. Είναι το δεύτερο σε ύψος βουνό της Νάξου, λίγα μέτρα χαμηλότερο από τον επιβλητικό Ζα. Η Κόρωνος έχει ύψος 999 μέτρα (κορυφή Μαύρο Βουνί), ενώ ο Ζας 1004 μέτρα. Η Κόρωνος έχει όμως δύο ακόμη ψηλές κορυφές. Το Βρυόκαστρο με ύψος 989 μέτρα και τις Τρούλες Κορώνου με ύψος 867 μέτρα. Ψηλά στο βουνό, στο «Κακό Σπήλιo» υπάρχει η αρχαία επιγραφή «ΔΡΙΟC ΔΙΟΝΥCOY». Στις πλαγιές του βουνού μέχρι πολύ ψηλά και σε πολύ μικρού πλάτους κλιμακωτές αναβαθμίδες, ήταν φυτεμένα αμπέλια. Το χώμα, στα στενά αυτά "χαλιά", το στήριζαν με "πεζούλες" κτισμένες ξερολιθιά, που τις έφτιαχναν με τις πέτρες που έβγαζαν όταν τα έσκαβαν. Τα χαλιά είχαν σκαφτεί μόνο εκεί που το έδαφος, αν και πετρώδες, πρόσφερε κάποιο ανεκτό επίπεδο ανταπόδοσης του κόπου που καταβαλλόταν για την καλλιέργειά του. Το υπόλοιπο βουνό, με πολλές πρινιές και λίγες καστανιές άλλοτε, είναι σήμερα αλλού με θάμνους και αλλού γυμνό. Η θέα όμως από μια ψηλή κορυφή αποτελεί πάντοτε λόγο επίσκεψής της, ιδιαιτέρως αν βλέπει προς κάθε κατεύθυνση θάλασσα κατάσπαρτη με νησιά κάθε μεγέθους. Υπάρχει άλλωστε βατός χωματόδρομος που οδηγεί μέχρι την κορυφή Μαυροβούνι. Ξεκινά από θέση κοντινή στον Σταυρό της Κεραμμωτής.



Η Κόρωνος με χιόνια. Το βουνό Κόρωνος δεσπόζει στα δυτικά του χωριού

Στις βόρειες και  ανατολικές απολήξεις του βουνού βρίσκονται οι παραθαλάσσιοι οικισμοί του Απόλλωνα και του Λιώνα. Στις πλαγιές του βουνού είναι κτισμένα τα χωριά Κινίδαρος, Κεραμωτή, Κόρωνος, Σκαδό, Μέση, η Κωμιακή, έδρα άλλοτε του τότε δήμου  Κορωνίδας καθώς και οι μικροί οικισμοί Μυρίσης, Σκεπόνι και οι ακατοίκητοι πλέον Σίφωνες. Κορωνίδα ήταν το όνομα μιας από τις τρεις νύμφες – τροφούς του Διονύσου. Η Κεραμωτή έγινε ξεχωριστή κοινότητα το 1932. Τα χωριά το Κωμιακή, Σκαδό, Κόρωνος, Κεραμωτή, και Κινίδαρος με όλες τις ενορίες τους, αποτελούσαν τα Ανωμερά ή Ανούμερα.

Το Σκαδό βρίσκεται προς τα βόρεια του χωριού επί του κεντρικού δρόμου και  σε απόσταση δύο σχεδόν  χιλιομέτρων. Από εδώ η θέα της Κορώνου είναι πανοραμική και αξίζει μια φωτογραφία. Αλλά και η σχήματος μισού χωνιού περιοχή που βρίσκεται ανάμεσα στα δύο χωριά ήταν μέχρι σχετικά πρόσφατα, κατάφυτη με αμπέλια που κατέβαιναν κλιμακωτά από τις πλαγιές του βουνού προς τη λαγκαδιά με τον  λόφο του  Άη Γιάννη, με τον Ρυάκα και με τους δύο νερόμυλους και ήταν ιδιαίτερης φυσικής ομορφιάς (4). Ίσως το παλαιό της όνομα να ήταν "Βότρυς"3.  Και σήμερα διατηρούνται κάποια αμπέλια στις χαμηλότερες περιοχίες της  κοιλάδας  και στον λόφο του Άη Γιάννη. Και στα εστιατόρια της Χώρας κάποιοι τονίζουν ότι έχουν καλό κρασί από την Κόρωνο.

Σημειώσεις-παραπομπές

1. Τοπωνύμιο Λιώνας υπάρχει και στη Σκύρο και στη Σύρο. Στη Σύρο ο Λιώνας δεν είναι παραθαλάσσιος και είναι περιοχή με ελιές. Ελιές ο Λιώνας έχει και στη Νάξο. Η λέξη Λιώνας προέρχεται από τη λέξη ελαιώνας.

 1α. Κατά τη γνώμη μου η σύνδεση του τοπωνυμίου Αργοκοίλι με το υποθετικό παρατσούκλι ή επώνυμο Αργοκοίλης δεν
 ευσταθεί. Η λέξη αργοκοίλης δεν έχει καταγραφεί ούτε ως όνομα, ούτε ως επώνυμο, ούτε ως παρατσούκλι, ούτε ως απλή λέξη, και δε φαίνεται να σημαίνει κάτι.

Ο Γεώργιος Ψαρρός θεωρεί ότι η λέξη Αργοκοίλι είναι αναγραμματισμός της λέξης Αγροκοίλι, δεν είναι όμως σαφές το τι θα μπορούσε να σημαίνει η επίσης μη καταγεγραμμένη λέξη αγροκοίλι και το γιατί η περιοχή θα ονομαζόταν Αγροκοίλι.


Αργοκοίλι = αργό, δηλαδή μη καλλιεργούμενο χωράφι με μορφή μικρής κοιλάδας είναι η μία εκδοχή που προτείνει ο Ιωάννης Χουζούρης για τη σημασία και την προέλευση της λέξης. Η περιοχή του Αργοκοιλιού ήταν βοσκότοπος προσθέτει. Διατυπώνει και δεύτερη εκδοχή. 

Αργοκοίλι σημαίνει σύμφωνα με αυτήν την εκδοχή περιοχή λαμπρή. Αργός (από όπου το Άργος), σήμαινε  αργυρός, λαμπρός, φωτεινός, και αργοκοίλι θα μπορούσε να σημαίνει και λαμπρή μικρή κοιλάδα.

Η λέξη  αργός έχει κοινή ρίζα με τη λέξη άργυρος και συνδέεται με τη λέξη άργιλλος, λέξη που πιθανόν να μπορούσε επίσης να συσχετισθεί με το όνομα της περιοχής. Και ο ανατολικός προσανατολισμός της περιοχής και κυρίως η ανοικτή θέα θα μπορούσε να σχετίζονται με τη χρήση του πρώτου συνθετικού της λέξης Αργοκοίλι.  
Για να ευσταθούν όμως τέτοιες εκδοχές θα πρέπει  το τοπωνύμιο να είναι αρχαιότατο και να κρατά από εποχές που οι κάτοικοι της περιοχής χρησιμοποιούσαν ή καταλάβαιναν τη λέξη αργός και με αυτές τις έννοιες. Σχετικά αναφέρω  ότι στην περιοχή του Φιλοτιού Ακρωτήρι, περιοχή μακρυά από το χωριό, υπάρχει το τοπωνύμιο Αργιοβέσα, που έχει άλλη προέλευση. Εδώ επισημαίνω ότι ο καθηγητής Ιωάννης Προμπονάς το θεωρεί ως Ιωνικόν γλωσσικόν απολίθωμα εν Νάξω. (Στέφανου Ήμελλου - Στέφανου Ψαρρά: Νοταριακές Πράξεις Φιλωτίου, 2011). 

2. Η λέξη ατσιπάς είναι αραβικής προέλευσης. Ο ατσιπάς είναι και θυρωρός και φύλακας μαζί. Είναι φύλακας πύλης.
Η Ατσιπάπη θα μπορούσε επομένως να είναι περιοχή-φυλακείον για όλη την περιοχή. Άλλωστε για το φόβο πειρατικών επιδρομών, οι χωρικοί είχαν την υποχρέωση να επιτηρούν μέρα και νύχτα το θαλάσσιο χώρο. Η υποχρέωση αυτή υπήρχε οπωσδήποτε κατά τη διάρκεια της ενετοκρατίας και ίσως κρατούσε από την εποχή της βυζαντινής διοίκησης. Υπάρχουν όμως και άλλες απόψεις.
Στο περιοδικό «Φλέα» έχει δημοσιευθεί από τον Κωνσταντίνο Κατσουρό η  άποψη, ισχυρότερη κατά την γνώμη μου από την προηγούμενη, ότι το όνομα Ατσιπάπη  δείχνει ότι στην περιοχή είχαν εγκατασταθεί κάποτε Άραβες ατσιπάδες και ότι η περιοχή ονομάστηκε τότε Ατσιπάπη εξ αυτού του λόγου.
Ο καθηγητής Ιωάννης Προμπονάς γράφει σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε πρόσφατα (Ιούνιος 2010) στην Επετηρίδα της Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών ότι η λέξη Ατσιπάπη δεν προέρχεται από τη λέξη ατσιπάς. Είναι γράφει σύνθετη λέξη με β΄συνθετικό -πάπη από τη λέξη απάπη που απαντάται επανειλημμένα  στον Θεόφραστο και αναφέρεται  σε  χνουδωτό πικρό χόρτο. Απάπη από το πάππος = χνούδι, σημαίνει κάτι λεπτοφυές που χνουδιάζει και Ατσιπάπη σημαίνει οξυ-(α)πάπη κατά τον καθηγητή Ιωάννη Προμπονά.

3. Η εικόνα αυτή αποτελεί το θέμα πίνακα του γνωστού ζωγράφου Κωνσταντίνου Μαλέα (1925).

4. Τη γεωγραφία της περιοχής ο αναγνώστης θα την αντιληφθεί καλύτερα επισκεπτόμενος  τους "χάρτες της Google" στην διεύθυνση: https://www.google.gr/maps/place/%CE%9A%CF%8C%CF%81%CF%89%CE%BD%CE%BF%CF%82+843+02/@37.1160172,25.4684851,42893m/data=!3m1!1e3!4m5!3m4!1s0x14a2a9ec062e406b:0x500bd2ce2bac1d0!8m2!3d37.1186714!4d25.5355225?hl=el


Μέρος Β΄

Η ιστορία της Κορώνου


1. Η ιστορία μέχρι τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους

Η περιοχή της Κορώνου έχει έκταση 22 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Η ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή αυτή είναι συνεχής. Υπάρχουν ευρήματα στο Κακό Σπήλιο που δείχνουν κατοίκηση από τη Νεολιθική εποχή. Στη θέση Άβδελη κοντά στον Λιώνα επισημάνθηκε οικισμός και ανασκάφτηκαν από τον καθηγητή Χρίστο Ντούμα τάφοι της πρώτης περιόδου του κυκλαδικού πολιτισμού. Ευρήματα της ίδιας περιόδου υπάρχουν και στη θέση Λιοΰρι. Τα ευρήματα στα Μάλια είναι του 3000 π.Χ.. Το σμυρίγλι, το ορυκτό του χωριού, χρησιμοποιείτο και χρησιμοποιείται συνεχώς μέχρι τις μέρες μας από την παλαιολιθική εποχή. Ήταν ιδιαίτερα σημαντικό και τότε και την εποχή του κυκλαδικού πολιτισμού και κατά τη νεότερη εποχή μέχρι το 1930  περίπου. Κατά την αρχαιότητα λεγόταν ναξία λίθος.

 Η θέση στην οποία είναι κτισμένο το χωριό το καθιστά αθέατο από τη θάλασσα. Το γεγονός μαρτυρά φόβους για πειρατές, πρόβλημα που είχε ανακύψει με βιαιότητα από τους βυζαντινούς ακόμη χρόνους.
Η εκκλησία του Αγίου Ισίδωρου στην Ατσιπάπη είναι βυζαντινή και ανήκει στην προ του ενδέκατου αιώνα περίοδο. Στην Ατσιπάπη υπήρχε και μεσαιωνικός οικισμός παλαιότατος υπολείματα του οποίου σώζονται. Ο μεσαιωνικός αυτός οικισμός συνδέεται τυπολογικά και ίσως και χρονολογικά με το ναό του Αγίου Ισιδώρου. Στην Αμόμαξη η Παναγία η Κερά είναι εκκλησία του ενάτου - δεκάτου αιώνα με ιδιότυπα και χαρακτηριστικά αρχιτεκτονικά γνωρίσματα, με σύνθρονο και επισκοπικό θρόνο. Και στην Αμόμαξη ανιχνεύεται επίσης η ύπαρξη οικισμού και μάλιστα των μέσων ή των πρώιμων βυζαντινών χρόνων1.

Στον σημερινό κύριο οικισμό του χωριού, η εκκλησία της Αγίας Μαρίνας είναι δίκλιτη. Το νεώτερο κλίτος είναι αφιερωμένο στην Αγία Μαρίνα και κτίστηκε προς το τέλος του δέκατου έκτου αιώνα (1590 - 1600). Το παλαιότερο είναι αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη και κτίστηκε οπωσδήποτε πριν το 1200 και ίσως κατά τον 9ο αιώνα2. Η σημερινή ενορία της Αγίας Μαρίνας αποτελεί την σημερινή μορφή μιας ενορίας που το 2012 γιορτάστηκαν τα 800 χρόνια από την δημιουργία της ή την αναγνώρισή της. Την ιστορία όμως του σημερινού οικισμού, τις ονομασίες του, τα επώνυμα των οικογενειών, μπορεί να τα παρακολουθήσει κανείς με κάποια βεβαιότητα το πολύ μέχρι τους χρόνους της ενετοκρατίας ή έστω ως τους τελευταίους χρόνους της βυζαντινής διοίκησης, όχι παλαιότερα3,3α. Και μάλλον είναι πολύ αυτό που λέω.

Τη Βυζαντινή περίοδο η Νάξος ανήκε στο θέμα του Αιγαίου. Από την αρχαιότητα αντιμετώπισε  πρόβλημα επιιδρομών ποικίλης προέλευσης και το πρόβλημα της πειρατείας. Από το 642 μ.Χ. χρονολογείται η έναρξη μακροχρόνιων αραβικών επιδρομών στι Αιγαίο. Αποτέλεσμα για τη Νάξο ήταν η βαθμιαία εγκατάλειψη των παράλιων οικισμών του νησιού και η δημιουργία πολλών οικισμών στο εσωτερικό του όπου κατέφευγαν οι κάτοικοι αναζητώντας πιο ασφαλείς τοποθεσίες. Έγιναν  μετακινήσεις  προς τον οχυρωμένο οικισμό του κάστρου τ' Απαλίρου που εγκαταλείφθηκε αργότερα, και προς το κλεισμένο από βουνά γύρω -γύρω οροπέδιο της κεντρικής Νάξου (περιοχή Τραγαίας, Φιλοτιού και γύρω χωριών).
Ιδιαίτερη έξαρση πειρατειών υπήρξε και κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας στην Κρήτη των Σαρακηνών, δηλαδή από το 824 έως το 961 μ.Χ4. Οι Κυκλάδες αυτή την περίοδο ένοιωσαν με το χειρότερο τρόπο την ασφυκτική παρουσία τους και προκλήθηκαν νέες μετακινήσεις πληθυσμού. Κάποια στιγμή κατελήφθη και η Νάξος από τους Σαρακηνούς, χωρίς όμως να τεθεί υπό την κυριαρχία τους όπως η Κρήτη. Φαίνεται μόνο ότι υπήρξε φόρου υποτελής για κάποιο διάστημα μέσα σε αυτήν την περίοδο5. Χρησιμοποιήθηκε όμως και ως βασικός σταθμός ανεφοδιασμού τους.

Αυτήν την περίοδο ή και λίγο πριν από αυτήν, πρέπει να δημιουργήθηκε και ο οικισμός της Κορώνου στη σημερινή του θέση. Οι κάτοικοι έφτιαξαν τότε οικισμό που δεν φαινόταν από τη θάλασσα. Ο Γεώργιος Μελισσηνός συσχετίζει την ίδρυση της Κορώνου με μετακινήσεις πληθυσμού σε περιοχές που δεν φαίνονται από τη θάλασσα και για αυτό σε χαράδρες εξ αιτίας του φόβου των πειρατών, και επισημαίνει την περίοδο που αναφέρουμε ως περίοδο κατά την οποία υπήρξε μεγάλη έξαρση των πειρατιών. Επιπλέον η άποψη αυτή για το χρόνο ίδρυσης της Κορώνου ενισχύεται από το ότι κατά τον αρχαιολόγο Γεώργιο  Μαστορόπουλο, το κλίτος του Αγίου Ιωάννη που σώζεται μέχρι σήμερα στη εκκλησία της Αγίας Μαρίνας, υπήρχε πρίν τον 12ο αιώνα και μπορεί να υπήρχε από τον 9ο αιώνα2,2α.  Θεωρώ ότι την ίδια περίπου περίοδο και για τους ίδιους λόγους, ιδρύθηκε η Κεραμωτή και πολύ πριν από την Κόρωνο  είχε δημιουργηθεί το χωριό Μονή. Η διακόσμηση με τοιχογραφίες του ναού της Παναγίας της Δροσιανής στη Μονή χρονολογείται στα μέσα του έβδομου αιώνα.

Οι πρώτοι κάτοικοι της Κορώνου πρέπει να προέρχονταν κυρίως από την Αμόμαξη και την Ατσιπάπη που ήταν ορατές από τη θάλασσα. Κάτοικοι από αυτές τις περιοχές θα πρέπει να μετακινήθηκαν και προς άλλα χωριά, κυρίως προς τη Μονή και την Κεραμωτή.  Πολύ αργότερα υπήρξαν μετακινήσεις και από τη κεντρική Νάξο προς την Κόρωνο και προς άλλα χωριά της βορειοανατολικής Νάξου.
Αρχικά ο οικισμός της Κορώνου ήταν πολύ μικρότερος από τον σημερινό. Το παλαιότερο τμήμα του οικισμού φαίνεται να είναι η Κάτω Γειτονιά. Είναι και το περισσότερο κρυμμένο τμήμα του. Παλαιό τμήμα του οικισμού πρέπει να είναι και το Παλαχώρι όπως το όνομά του μαρτυρεί. Και η γειτονιά του Κάστρου πρέπει να είχε αναπτυχθεί παλαιότερα, όμως τα σημερινά σπίτια της περιοχής είναι νεότερα. Ο οικισμός της Κορώνου ανανεώθηκε και αναπτύχθηκε στα σημερινά του όρια μετά τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους.

Από τα σωζόμενα έγγραφα το όνομα Τρικοκιές προκύπτει αναμφίβολα ως το παλαιότερο γνωστό όνομα του χωριού.
Το 1207 ο Μάρκος Σανούδος αφού ανταποκρινόμενος σε πρόσκληση της Βενετίας κατέλαβε τη Νάξο, τη διαίρεσε σε 56 τιμάρια, φέουδα, τοπαρχίες ή κοινώς τόπους. Ο Grimaldi αναφέρει κατά σειρά τα ονόματα «…Αγία Κυριακή, Αμόμαξη, Βόθροι, Μέση, Κωμιακή, Αγιά, Κανά, Σκιπώνοι,…».Σε αυτήν τη σειρά το όνομα Βόθροι φαίνεται να καλύπτει δύο σημερινά χωριά· την Κόρωνο και το Σκαδό. Εξ άλλου σε διασκευή της ιστορίας του Grimaldi (γραμμένη περί το 1850), αναφέρεται επίσης ότι "προς το μεσημβρινόν μέρος αυτής" (εννοείται της κοιλάδας της Κωμιακής) "κείται η κοιλάς καλουμένη Βώθροι ως εκ του βαραθρώδους σχηματισμού αυτής, περικυκλωμένη εκ βουνών, είνε δε ορεινή, έχει δυό χωρία τό μεν Σκαδό (α), τόδε Τρικοκκιά (β)". 
Το 1541 ο αφέντης της Τζιας Γιαννούλης άφησε στο Μανόλη Κοχλιό από τους Βόθρους χωράφια  στους Βόθρους, στη θέση Μαυρωμάρι (περιοχή του σημερινού Σκαδού), και κατά μήκος του Ρυάκα μέχρι την Επάνω Στέρνα (περιοχή της σημερινής Κορώνου), γεγονός που επιβεβαιώνει ότι οι Βόθροι περιελάμβαναν δύο χωριά. Και το επώνυμο Κοχλιός έχει ξανακαταγραφεί από τότε μόνο στο Σκαδό (από το 1708 και μάλλον από νωρίτερα).
"Το χωρίο των Βόθρων Τρικκοκιές" αναφέρεται σε έγγραφο του 1666. Εξ άλλου το όνομα Τρικοκκιά ή Τρικοκκιές αναφέρεται ρητά ως όνομα του χωριού και σε σειρά εγγράφων από το 1666 και δημοσιεύεται ως το αποκλειστικό όνομα του χωριού στα φύλλα της εφημερίδας της κυβερνήσεως από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους. Στα ΦΕΚ από το 1835  ως το 1857, αυτό το όνομα αναφέρεται.
Το όνομα Τρικοκκιές προέρχεται από το όνομα του δέντρου τρικοκκιά. Τρικοκκιές υπήρχαν και υπάρχουν στο χωριό. Είναι αρκετά συνηθισμένο να ονομάζεται χωριό, πόλη ή περιοχή από το όνομα δέντρων, φυτών ή καλλιεργειών του τόπου. Και για να μη νομισθεί αυτό αυθαίρετος ισχυρισμός, θυμίζω ότι ακόμη και ο Μαραθώνας οφείλει το όνομά του σε φυτό, και συγκεκριμένα στο μάραθο που φαίνεται ότι αφθονούσε τότε στην περιοχή. Και το όνομα Αϊβαλί είναι τουρκικής προέλευσης και σημαίνει τον τόπο με τις κυδωνιές. Κυδωνίες είναι άλλωστε το ελληνικό όνομα αυτής της πόλης.

Το 1858 το χωριό αναφέρεται το  στην εφημερίδα της κυβερνήσεως ως Τρικοκιές ή Βόθροι και το 1912 ως Βόθροι. Πριν το 1858 το όνομα Βόθροι χρησιμοποιείτο μόνο ως όνομα του τιμαρίου ή της κοιλάδας και συχνά σε έγγραφα αναφέρονταν φράσεις όπως "τα χωρία των Βοθρών" αόριστα ή συγκεκριμένα, με αναφορά στην δεύτερη περίπτωση των ονομάτων των χωριών Σκαδό και Τρικοκιές. Το 1927 δόθηκε στο χωριό το όνομα Κόρωνος.  Αναλυτικά το θέμα παρουσιάζεται στο παράρτημα Ι. Οι κάτοικοι της Κορώνου δεν ονομάζονται Κορωνιώτες ή Κορωνιάτες όπως λογικά θα περίμενε κάποιος, αλλά Κορωνιδιάτες. Αυτό ίσως γιατί επί πολλά χρόνια το χωριό ανήκε στο δήμο Κορωνίδας αλλά και γιατί το Κορωνιάτης αποτελεί το παρώνυμο πολλών από τους Κουφόπουλους, που αποτελούν μια μεγάλη και παλιά οικογένεια του χωριού. Ας σημειωθεί ότι στο διάταγμα του 1835 για τη σύσταση δήμων του νομού  Κυκλάδων οριζόταν ότι Κορωνιάτης ο άνδρας και Κορωνιάτις η γυναίκα θα ονομαζόταν ο/η κάτοικος οποιουδήποτε από τα χωριά του δήμου Κορωνίδας που περιελάμβανε τότε την Κωμιακή (έδρα του δήμου), το Σκαδό, τις Τρικουκιαίς (Κόρωνο) και την Κεραμωτή.

Σε ότι αφορά την προέλευση του oνόματος Βόθροι που αναφέρεται ως παλαιό όνομα τιμαρίου τοπαρχίας ή κοιλάδας αναφέρω ότι σε πίνακα τιμαρίων, τιμαριούχων και φοροδοσίας του έτους 1670 που παραθέτει στη ιστορία του ο Grimaldi, το τιμάριο Βόθροι αναφέρεται με το όνομα Βόθροι ή Βότρυς. Ο Grimaldi, αναφέρει ακόμη ότι στις περισσότερες περιπτώσεις στους τόπους δόθηκαν τα ονόματα που ήδη είχαν6.

Το τιμάριο ή τοπαρχία των Βόθρων ανήκε στα 1541 στον αφέντη της Τζιας Γιαννούλη Γοζανδίνο. Τα φέουδα τα πουλούσε ο ένας τιμαριούχος σε άλλο και άλλαζαν χέρια. Το 1670, εποχή κατά την οποία η Νάξος ανήκε στην Οθωμανική αυτοκρατορία, οι Βόθροι αποτελούσαν φέουδο του Χρουσή Σομμαρίπα. Το 1683 αναφέρεται σε έγγραφο ως αφέντης των Βόθρων ο ευγενέστατος Δημητράκης Κόκκος. ( Κώδικας Ιωάννη Μηνιάτη 349 ). Ωστόσο σε προικοσύμφωνο του 1723 της Φιλίππας Σουμαρίπα και του Τζωρτζέτου Μπαρότζη αναφέρεται προικοδότηση συν τοις άλλοις, με αμπέλια μέσα στα χωριά τω Βοθρώ. Φαίνεται ότι ο προηγούμενος αφέντης κρατούσε τίτλους ιδιοκτησίας που είχε αποκτήσει.
Γενικά στην περιοχή δε φαίνεται να κατοίκησαν, τουλάχιστον για ικανό χρόνο, "ευγενείς". Δεν υπάρχουν υπολείμματα μεσαιωνικών ή μεταγενέστερων κάστρων ή πύργων κάποιων οικονομικά ισχυρών που κατοίκησαν επί πολύ στην περιοχή. Και στη γειτονιά "Κάστρο" δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα τίποτε (ίσως δεν έχει ερευνηθεί) . Σε κάθε περίπτωση το χωριό ήταν περιοχή φτωχών μικροκαλλιεργητών και βοσκών. Ο ευγενής που διαφέντευε την περιοχή, αφ' ενός τους αποσπούσε ένα μέρος της παραγωγής, αφετέρου εξουσίαζε τη ζωή τους7. Μόνο μετά την κατάργηση των φέουδων και την περιστολή της πειρατείας άρχισε το χωριό να αναπτύσσεται. Τα φεουδαλικά δικαιώματα καταργήθηκαν τύποις το 1621 και τύποις και πραγματικά το 1721.
Μετά τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους η ανάπτυξη του χωριού επιταχύνθηκε. Σε αυτό συνετέλεσε πολύ η όλο και μεγαλύτερη μέχρι περίπου το 1920 χρησιμότητα του σμυριγλιού για τις βιομηχανίες των αναπτυγμένων χωρών και η συνακόλουθη αύξηση της τιμής του.
Σε σχέση τώρα με την οργάνωση της ζωής στους επιμέρους οικισμούς της Νάξου και ειδικότερα της Κορώνου θέλω να επισημάνω τον ιδιαίτερο ρόλο των γερόντων του χωριού. Απολάμβαναν σεβασμού και λειτουργούσαν ως είδος κοινοτικού συμβουλίου που φρόντιζε για τα κοινά, ως όργανο που επέλυε τις διαφορές μεταξύ των χωριανών και ως όργανο που επόπτευε να γίνεται το κάθε τι "όπως πρέπει".


Σημειώσεις-παραπομπές

1. Για τον Άγιο Ισίδωρο, την Παναγία την Κερά, την Ατσιπάπη και την Αμόμαξη οι πληροφορίες αντλήθηκαν από το βιβλίο του Γεωργίου Μαστορόπουλου: Νάξος το Άλλο Κάλλος - Περιηγήσεις σε Βυζαντινά Μνημεία 2005

2. Οι πληροφορίες αυτές για την Αγία Μαρίνα δημοσιεύονται σε ενημερωτικό φυλλάδιο του Πολιτιστικού Οργανισμού Κορώνου Νάξου και προέρχονται όπως αναφέρεται στο φυλλάδιο, από τον αρχαιολόγο Γεώργιο Μαστορόπουλο. Ο ίδιος ο κ. Μαστορόπουλος μου έχει επιβεβαιώσει αυτές τις πληροφορίες προφορικά.

2α. Μεγάλο φόβο στον πληθυσμό προκάλεσε και η επιδρομή του Τούρκου εμίρη του Αϊδινίου το 1344. Αναφέρεται ότι ο εμίρης πήρε από το νησί για τα σκλαβοπάζαρα περίπου 6000 Ναξιώτες. Όσο υπερβολικός και αν θεωρηθεί αυτός ο αριθμός,  είναι ενδεικτικός του τι συνέβη. Την επιδρομή ακολούθησαν επαναποικισμός της Νάξου από κατοίκους άλλων περιοχών και σίγουρα μεγάλες εσωτερικές μετακινήσεις του πληθυσμού προς ασφαλέστερες περιοχές. Θεωρώ όμως πιθανότερο να είχε ιδρυθεί η Κόρωνος πολύ προγενέστερα, γιατί το κλίτος του αγίου Ιωάννη που υπάρχει μέχρι σήμερα στην εκκλησία της αγίας Μαρίνας φτιάχτηκε κατά τον αρχαιολόγο Γεώργιο Μαστορόπουλο οπωσδήποτε πριν το 1200 και ίσως πριν το 900.

 3. Ο αναγνώστης πρέπει να έχει κατά νού κάποιες πληροφορίες για την πρωτοχριστιανική, τη βυζαντινή και τη μεταβυζαντινή ιστορία της Νάξου. 

- Κατά την παράδοση η Νάξος εκχριστιανίσθηκε από μαθητές  του Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου. Αναφέρεται ο μαθητής του Πολύκαρπος.

-Αρχικά αποτέλεσε επισκοπή της Μητρόπολης Ρόδου.  (Γεώργιος Μαστορόπουλος) Η Μητρόπολη Παροναξίας  ιδρύθηκε το 1083
- Επίσκοπος Νάξου αναφέρεται από το 347 (Αυξέντιος). Το 451 ο επίσκοπος Νάξου Βάραχος μετέχει στην οικουμενική σύνοδο της Χαλκηδόνας που καταδίκασε το μονοφυσιτισμό. Το 536 ο έπίσκοπος Νάξου Παύλος μετέχει σε οικουμενική σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη. Τον έβδομο αιώνα αναφέρονται κατά σειρά ως επίσκοποι ο Νικόλαος ο Α΄, ο Σισίνιος και ο Γεώργιος που πήρε μέρος το 680 στην έκτη οικουμενική σύνοδο της Κωνσταντινούπολης
- Περί το 650 κτίζεται και διακοσμείται η Πρωτόθρονος στο Χαλκί
- Μεταξύ του 650 και του 700 δημιουργείται μεγάλος οχυρωμένοςοικισμός στ κάστρο τ' Απαλίρου και στοχωριό Μονή διακοσμείται η Παναγία η Δροσιανή
- Την ίδια εποχή αναφέρεται σε επιγραφή το χωριό Μέλανες
- Τον όγδοο αιώνα η Νάξος υπάγεται στο θέμα του Αιγαίου με διοικητή ανθύπατο που είχε έδρα τη Ρόδο.
- Το 726 έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης. Καταστροφικός σεισμός.
- Το 726 εικονομαχία. Το 728 ο στόλος των Κυκλάδων επιδράμει κατά της Κωσταντινούπολης όπου επικρατούσαν οι οικονομάχοι
- 800 με 900: Αναφέρεται ως επίσκοπος Νάξου ο Ισίδωρος (επιγραφή). Διακόσμηση χωρίς εικόνες σε πολλούς ναούς στη Νάξο (Η εικονολατρία στο βυζάντιο αποκαταστάθηκε το 843).
- Από το 904 η Νάξος αναφέρεται ως φόρου υποτελής στους Σαρακηνούς που κατέχουν από το 824 την Κρήτη (Ιωάννης Καμενιάτης). 
- Το 961 ανακαταλαμβάνεται από τους Βυζαντινούς η Κρήτη. 
- Πριν το 1000: Επί επισκόπου Λέοντα κτίζεται ο ναός της Θεοσκέπαστης (Άγιος Μάμας), μεγάλη εκκλησσία στην Ποταμιά.
- Μετά το 1000. Ανέγερση ή διακόσμηση σημαντικών ναών στην περιοχή της Τραγαίας κυρίως. Άγιος Γεώργιος ο Διασορίτης
- Το 1071 η καταστροφή στη μάχη του Ματζικέρτ. Προέλαση των Τούρκων στην Μικρά Ασία.
- Το 1083 ιδρύεται  η μητρόπολη Νάξου Πάρου με έδρα τη Νάξο.
- Μεταξύ του 1250 και του 1350 έξαρση .διακοσμήσεων με τοιχογραφίες ναξιακών ναών  
- Ήδη από τον 11ο  αιώνα οι ναυτικές ιταλικές πόλεις- κράτη (Βενετία Γένοβα κυρίως αλλά και άλλες), χρησιμοποιούσαν εμπορικά και ναυτικά δικαιώματα και προνόμια  στο Αγαίο που τους είχαν παραχωρηθεί από τη βυζαντινή διοίκηση , για να υπονομέυσουν πολιτικά και οικονομικά το Βυζάντιο. Οι επιδιώξεις τους διευκολύνονταν από την παραμέληση από τους βυζαντινούς της ναυτικής ισχύος της αυτοκρατορίας. 
- Οι Ενετοί παρακίνησαν τους σταυροφόρους της τέταρτης σταυροφορίας να αφήσουν στην άκρη το σκοπό της σταυροφορίας και να καταλάβουν και να λεηλατήσουν την Κωνσταντινούπολη το 1204. Η κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στο Αιγαίο από τον 11ο αιώνα και τα οικονομικά οφέλη που αποκόμιζαν από αυτήν την κατάσταση, τους είχε οδηγήσει να αναπτύξουν βλέψεις απεριόριστες σε βάρος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
- Η Νάξος παρέμεινε υπό βυζαντινή διοίκηση που δεν είχε όμως πάντοτε πλήρη κυριαρχία στο νησί, μέχρι το 1207. Το 1207 κατελήφθη από τον Ενετό Μάρκο Σανούδο που κατέλαβε το κάστρο τ' Απαλίρου. Είναι πιθανό γράφει ο Θανάσης Κωτσάκης, να βρήκε στις Κυκλάδες το 1207 συμπατριώτες του που δούλευαν εκεί, προεγκατεστημένοι σε ιταλικές εμπορικές παροικίες που είχαν αρχίσει να ιδρύονται από τον 11ο αιώνα.
- Η Νάξος έγινε έδρα του Δουκάτου του Αιγαίου και έμεινε υπό την έμμεση ή άμεση κυριαρχία των Ενετών μέχρι το 1566. Στο Δουκάτο του Αιγαίου οι τοπικοί άρχοντες, ιταλιώτικής (κυρίως ενετικής) καταγωγής, αποτελούσαν την κυρίαρχη τάξη και νέμονταν εισοδήματα από τεράστιες εκτάσεις γης, από τα νερά και από το υπέδαφος. Οι γηγενείς κάτοικοι του νησιού ήσαν δουλοπάροικοι.
- Το 1566 οι Τούρκοι καταλαμβάνουν τη Νάξο και παραχωρούν στον Εβραίο τραπεζίτη Ιωσήφ Νάζι τη διοίκησή της έναντι ετήσιου φόρου 14000 δουκάτων. Ο Νάζι διοικεί μέσω αντιπροσώπου και ο ίδιος μένει στην Κωνσταντινούπολη. Πριν ή μετά τον θάνατό του έχουμε ανασύσταση της ορθόδοξης μητρόπολης Νάξου Πάρου.  Με το θάνατό του το 1579, η Νάξος ενσωματώνεται στην Οθωμανική αυτοκρατορία . 
- Αν και το 1580 παραχωρούνται στη Νάξο φορολογικά και άλλα προνόμια, μετά την υπαγωγή της Νάξου σε οθωμανική διοίκηση η κατάσταση ελάχιστα άλλαξε. Στη Νάξο όπως και σε όλες τις Κυκλάδες, δεν υπήρξε ποτέ μαζική εγκατάσταση μουσουλμάνων, Τούρκων ή άλλων (μέρος των προνομίων που παραχωρήθηκαν),  και  στην πράξη την εξουσία εξακολουθούσαν να ασκούν οι Λατίνοι τιμαριούχοι με τον ίδιο τρόπο που την ασκούσαν και επί ενετοκρατίας, μόνο που τώρα φόρους απέδιδαν στους Τούρκους και όχι στο Δούκα. Το 1621 τα προνόμια των τιμαριούχων καταργήθηκαν και ιδρύθηκε στη Νάξο κοινοτική διοίκηση διοίκηση με δημογέροντες άλλά στην πράξη η κατάσταση ελάχιστα άλλαξε.Το 1721 ο σουλτάνος Αχμέτ Γ΄κατήργησε με φιρμάνι όλα τα προνόμια των τιμαριούχων, έκτός των Γάλλων. Τα προνόμια των Γάλλων τιμαριούχων καταργήθηκαν το 1818.


Πολλές από τις παραπάνω πληροφορίες προέρχονται από το βιβλίο του Γεώργιου Μαστορόπουλου "Νάξος: Το Άλλο Κάλλος",  από κείμενα του Θανάση Κωτσάκη στα "Ναξιακά" και από το βιβλίο του "Η Νάξος κατά την ενετοκρτία"

3α. Το 1805 ο Δραγουμάνος του τουρκικού στόλου Παναγιώτης Μουρούζης έδωσε εντολή στους προεστούς των χωριών και της Χώρας της Νάξου να συγκεντρώσουν και να καταγράψουν τους παλαιούς νόμους και τα έθιμα που  κατά κάποιο τρόπο καθόριζαν το πώς πρέπει να γίνονται οι κάθε είδους δοσοληψίες μεταξύ των κατοίκων. Ο Μουρούζης πήρε τις  σκόρπιες, πρόχειρες, ελλιπείς και κακοδιατυπωμένες αναφορές των προεστών και τις παρέδωσε στον λόγιο σιναΐτη μοναχό Ιλαρίωνα να τις επεξεργαστεί. Ο Ιλαρίωνας  διόρθωσε επαναδιατύπωσε συμπλήρωσε ταξινόμησε και προλόγισε τις διατάξεις, καθιστώντας της ουσιαστικά κείμενο αστικού κώδικα. Το έτσι διαμορφωμένο κείμενο ετέθη υπόψη όλων των προεστών που το επικύρωσαν ενυπογράφως την 15η Ιουνίου 1810  καθιστώντας το έτσι κανονικό "αστικό κώδικα" της Νάξου. Το πρωτότυπο κείμενο του Ιλαρίωνα βρίσκεται στο "Ιστορικό Αρχείο Νάξου" και έχει δημοσευθεί από τον Ιωάννη Δελλα-Ρόκκα στον τόμο Ζ΄1968 της "Επετηρίδας της Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών" όπου αναφέρονται και όλοι οι υπογράψαντες προβεβλημένοι Ναξιώτες της εποχής.

4. Ο αναγνώστης πρέπει να έχει επίσης υπόψη του και κάποιες πληροφορίες σχετικές με τους πειρατές και τις πειρατείες.
Στη βυζαντινή εποχή πειρατικές επιδρομές στο Αιγαίο, αρχικά έκαναν κάτοικοι των παραλίων της Αφρικής και της Ασίας. Αργότερα πειρατείες έκαναν οι Γότθοι με στόλο αξιόμαχο αλλά όχι ικανό να αντιμετωπίσει το βυζαντινό στόλο. Ακολούθησαν οι Βάνδαλοι και από τον 7ο αιώνα, οι Σαρακηνοί.
Η κατάσταση με τους Σαρακηνούς είχε γίνει αφόρητη τα χρόνια που κατείχαν την Κρήτη (825 – 961). Τα τοπωνύμια Ατσιπάπη, του Αμιρά, Σαρακήνικα μαρτυρούν επαφή των Ναξιωτών με τους Σαρακηνούς, δηλαδή το πέρασμα των Σαρακηνών από τη Νάξο. Η εποχή αυτή συνοδεύεται από μεγάλες μετακινήσεις του πληθυσμού από τα παράλια προς τα μεσόγεια, σε περιοχές καλά κρυμμένες από τη θάλασσα. Κάποιο μεγάλο διάστημα αυτής της περιόδου η Νάξος είχε καταστεί φόρου υποτελής στους Σαρακηνούς (σημείωση 5).
Τους τελευταίους βυζαντινούς χρόνους της Νάξου και τους χρόνους της ενετικής διοίκησης πειρατικές επιδρομές έκαναν Γενουάτες, Γάλλοι, Αραγωνέζοι, Καταλανοί και άλλοι. Τον 14ο αιώνα οι Καταλανοί είχαν καταστήσει τη Νάξο ορμητήριό τους. Σε αυτούς προστέθηκαν και Αλγερινοί και Τούρκοι πειρατές ή κουρσάροι που προκαλούσαν στην ευρύτερη περιοχλη λεηλασίες , σφαγές και εξανδραποδισμούς.

 Το 1303 άρχισαν τουρκικές επιδρομές κατά των νησιών του Αιγαίου. Το 1344 ο Τούρκος εμίρης του Αϊδινίου σε μια φοβερή επιδρομή πήρε από τη Νάξο μερικές χιλιάδες αιχμαλώτους ( σημείωση 2α παραπάνω). Πολλοί ακόμη Ναξιώτες διασώθηκαν διαφεύγοντας στην Κρήτη και σε άλλα νησιά. Μετά την καταστροφή ήρθαν στη Νάξο έποικοι από άλλες περιοχές. Ανάλογα προβλήματα εξ αιτίας της συνεχώς εντεινόμενης δραστηριότητας Λατίνων και Τούρκων πειρατών αντιμετώπισαν και τα άλλα νησιά.
Το 1501 και το 1503 Τούρκοι κατέλαβαν τον Μπούργο της Χώρας και τον λεηλάτησαν. Το 1532 ο Δούκας της Νάξου δωροδόκησε Τούρκο πειρατή για να μη λεηλατήσει τα νησιά του. Η πρακτική αυτή είχε γενικευτεί και οι επικυρίαρχοι των νησιών έπαιρναν από τους κατοίκους τους ειδικό φόρο (τουρκοτέλι) και τον απέδιδαν σε Τούρκους πειρατές για να αποφεύγουν ή να μετριάζουν λεηλασίες και καταστροφές.
 Το 1537 ο Μπαρμπαρόσα πήρε εντολή από τον Σουλτάνο Σουλεϊμάν να λαφυραγωγήσει και να δουλώσει τα νησιά που κατείχαν οι Ενετοί. Ο Μπαρμπαρόσσα επικεφαλής μοίρας του οθωμανικού στόλου αφού απέτυχε να καταλάβει αλλά λεηλάτησε την Κέρκυρα, επέδραμε σε 25 νησιά κυρίως του Αιγαίου, εκ των οποίων κούρσεψε 13 και  κατέστησε φόρου υποτελή 12, μεταξύ των οποίων και η Νάξος. Από τα νησιά που κούρσεψε πήρε πλήθος αιχμαλώτους και πήγε στην Κωνσταντινούπολη πλήθη ανδρών και γυναικών αλυσοδεμένων.
Στην Αίγινα και στην Πάρο που αντιστάθηκαν για λίγες μέρες, έγινε σφαγή. Τα δυο νησιά εξανδραποδίστηκαν. Πέραν της σφαγής, από την Αίγινα αναφέρεται ότι πήρε 4.500 αιχμαλώτους και η πρωτευουσα της Αίγινας (Παλαιοχώρα) καταστράφηκε ολοσχερώς. Από την Πάρο αναφέρεται ότι πήρε 6000 αιχμαλώτους. Από τους νεκρούς προκλήθηκε στην Πάρο λοιμός γιατί δεν μπορούσαν οι ζωντανοί να θάβουν τους πεθαμένους και τους έριχναν στη θάλασσα που τους έβγαζε στις ακτές. Οι ακτές είχαν γεμίσει με πτώματα.
 Στην Κωνσταντινούπολη πήγε ο Μπαρμπαρόσα «τα δώρα του» στον σουλτάνο. Διακόσιοι νέοι με κόκκινα ρούχα που καθένας τους κρατούσε χρυσά και ασημένια κύπελλα, κατόπιν άλλοι τριακόσιοι που σήκωναν ο καθένας στους ώμους του σάκο με χρυσά νομίσματα. Ακολουθούσαν 200 άντρες με σάκους νομισμάτων και 2000 κιαφίρ δεμένοι από το λαιμό φορτωμένοι ο καθένας με ένα δέμα τζόχας, σημειώνει ο Περικλής Ζερλέντης ότι γράφει ο Χατζή Κάλφας σε κείμενο με τον  τίτλο «Πεσκέσι του Καπουδάν Πασά», δηλαδή «Το δώρο του στόλαρχου»

Κατά τους χρόνους της οθωμανικής διοίκησης οι πειρατές – κουρσάροι ήταν κυρίως Ευρωπαίοι (Γάλλοι, Ιταλοί, Δαλματοί, Μαλτέζοι, Ισπανοί, Πορτογάλοι, Άγγλοι, Ολλανδοί). Ορμητήριό τους ήταν η Ίος, η Μήλος, η Κίμωλος. Κύριος στόχος τους ήταν οι Τούρκοι αλλά και ο πληθυσμός υπέφερε πολύ από τη δραστηριότητά τους. Οι κουρσάροι λαφυραγωγούσαν και αιχμαλώτιζαν ακόμη σε κάποιες περιπτώσεις ανθρώπους που τους πουλούσαν σε σκλαβοπάζαρα όπως γινόταν και πριν. Και οι Ενετοί με την απειλή εισβολής του στόλου τους, υποχρέωσαν τους Ναξιώτες να τους καταβάλουν ετήσιο φόρο για κάποια χρόνια και επιπλέον να συνεισφέρουν σε προσωπικό. Μεταξύ των πειρατών – κουρσάρων και ο μαρκήσιος De Fleuri από τη Σαβοΐα που είχε πλοίο με 60 ισχυρά τηλεβόλα και 500 βαριά εξοπλισμένους άντρες.
Κατά τους χρόνους της ελληνικής επανάστασης οι πειρατές ήταν κυρίως Έλληνες (Μανιάτες, Κασιώτες, Σφακιανοί και άλλοι). Στην εξασθενημένη ήδη πειρατεία έδωσε τέλος (1828-1831) ο Καποδίστριας, αναθέτοντας την επίλυση του προβλήματος στον Ανδρέα Μιαούλη.

Το θέμα της πειρατίας αναπτύσσεται ικανοποιητικά στο βιβλίο του Θανάση Κωτσάκη «Η Νάξος κατά την Ενετοκρατία» σελίδες 45–63 και 95–103. Ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες παρατίθενται στο βιβλίο του Περικλή Ζερλέντη «Γράμματα των τελευταίων Φράγκων δουκών του Αιγαίου πελάγους 1438-1565» εκδόσεις Καραβίας και στο πρώτο τεύχος της " Νησιώτικης Επετηρίδας", επίσης των εκδόσεων Καραβίας
Σημαντικές πληροφορίες θα βρει ο αναγνώστης  στις ιστοσελίδες  Η ΠΕΙΡΑΤΕΙΑ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΤΟ  ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΕΩΣ ΤΟ 1821  και   Η  ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΙΡΑΤΕΙΑΣΣΤIΣ ΚΥΚΛΑΔΕΣ ΚΑΙ ΣΤΑ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ

5. Περιοδικό «Φλέα», τεύχος 6, σελίδα 24. Στο περιοδικό αναφέρεται αναφορά του Ιωάννη Καμενιάτη μετά το 904. Ο Ιωάννης Καμενιάτης ρητά αναφέρει ότι οι «οι την Κρήτην οικούντες» τότε, ελάμβαναν φόρους από τη Νάξο.

 6. Η λέξη βόθρος, σημαίνει είτε γενικά λάκκος, είτε κάποιο λάκκο ειδικής χρήσης. Τίποτε άλλο. Κατά το Ζερλέντη, ο τόπος , ονομάσθηκε Βόθροι εκ της διαπλάσεως του εδάφους, "της χώρας κειμένης ωσεί εν βόθρω" και κάτι ανάλογο επαναλαμβάνει για την κοιλάδα ο Γκριμάλντι, (ως εκ του βαραθρώδους σχηματισμού αναφέρει), και αυτό είναι μια άποψη όχι αβάσιμη. Η χώρα, η περιοχή του τιμαρίου μετα δχωριά Κόρωνος και Σκαδό, περιλαμβάνει την κορυφή Μαύρο Βουνί την ψηλότερη της Κορώνου στα δυτικά, και εκτείνεται ανατολικά μέχρι τη θάλασσα. Οι λέξεις βαθύς, βυθός και βόθρος, ανήκουν στην ίδια ετυμολογική οικογένεια, αναφέρει ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης.
Έχει επίσης διατυπωθεί η άποψη (Ιωάννης Προμπονάς), ότι Βόθροι σημαίνει "βαθειά κοιλάδα με τρεχούμενο νερό" και υπάρχει και τρίτη άποψη. 
Έχει υποστηριχθεί ότι το τοπωνύμιο της κοιλάδας και της τοπαρχίας "Βόθροι" προέκυψε από παραφθορά του τοπωνυμίου "Βότρυς" και έχουν προβληθεί τα επιχειρήματα της λατρείας του Διονύσου στην περιοχή και του κατάφυτου της περιοχής με αμπέλια.
Περισσότερες πληροφορίες για το θέμα δίδονται στο παράρτημα Ι.


7. Θανάση Κωτσάκη: Η Νάξος κατά την Ενετοκρατία, σελίδες 108 έως 116.





Ένα έγγραφο του 1666

Το έγγραφο που παρουσιάζω εδώ έχει δημοσιοποηθεί με το μελέτημα-δημοσίευμα του Αντωνίου Φλώρου Κατσουρού "Ναξιακά Δικαιοπρακτικά Έγγραφα του Δεκάτου-Εβδόμου Αιώνος" (Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τόμος Ζ΄ 1968, σελίδες 24-337, αριθμός εγγράφου στο δημοσίευμα 112, τίτλος: Δωρεά Γιαννούλη Κίταλου), και από εκεί το αντλώ. Τα σχόλια που ακολουθούν μετά το κείμενο του εγγράφου είναι δικά μου.





Το έγγραφο γράφτηκε "εν έτει 1666 μηνός Αυγούστου 19 με το νέο", και η λέξη "νέο" σημαίνει νέο ημερολόγιο δηλαδή γρηγοριανό ημερολόγιο. Το νέο ημερολόγιο εισήχθη στην καθολική δύση το 1582 και στην Ελλάδα το 1923. Η Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 1923 με το παλαιό (Ιουλιανό) ημερολόγιο έγινε Πέμπτη 1 Μαρτίου 1923 με το νέο. Στη Νάξο όμως το 1666 το νέο ημερολόγιο χρησιμοποιείτο, τουλάχιστον από συντάκτες συμβολαίων, εξ αιτίας επιρροής που ασκούσε ακόμη το πέρασμα των Ενετών από το νησί, αν και είχε περάσει ένας αιώνας οθωμανικής διοίκησης.

Αλλά και τα προνόμια των ξενικής κυρίως καταγωγής ευγενών και τιμαριούχων διετηρούντο επίσης και ας είχαν καταργηθεί τύποις με φιρμάνι του σουλτάνου το 1621. Οι τιμαριούχοι εκαλούντο "εκλαμπρότατοι αφέντες" (στίχος 3) και είχαν τον τρόπο να επιβάλουν αυτό που ήθελαν στους κατοίκους του νησιού.
Στο έγγραφο αναφέρεται ότι "ο Ιαννούλης του Κιτάλου από το χωρίον των Βόθρων ονοματισμένο Τρικοκκές ", αφήνει σε μία εκκλησία "δια τη βοήθεια της ψυχής του" ,ένα χωράφι με ελιές στις Πεντακρήνες σύμπλιο (όμορο) των Φυτειών και "το αμπέλι οπού έχει στις Βόθρους στο χωρίον Τρικοκκές, σύμπλιο του αδελφού ντου Ιωάννη." 
Ενώ όμως υπάρχει εκκλησία στο χωριό του, η Αγία Μαρίνα, δεν αφήνει τα χωράφια του σε αυτήν την εκκλησία αλλά στην Παναγία του χωριού Μέση. Και όχι μόνο. Το έγγραφο δεν συντάσσεται στο σπίτι του ή στην Παναγία της Μέσης ή στο σπίτι ή στο "γραφείο" του συντάκτη του εγγράφου. Συντάσσεται "εις τον Τόπον λεγόμενον Μέση, εις το αρχοντικόν του εκλαμπροτάτου αφέντη Ιακώβου Μπαρότζη του ποτέ Τζωρτζέτου". Τώρα γιατί στη Μέση; Γιατί ο Τόπος της Μέσης ανήκει στον Ιάκωβο Μπαρότζη ενώ ό Τόπος των Βόθρων ανήκει σε άλλον. Τα εισοδήματα όμως από τα χωράφια που αφήνει στην Παναγία ο Ιαννούλης του Κιτάλου ορίζεται να τα παίρνει ό Αφεντότοπος δηλαδή ο αφέντης του Τόπου και εκείνος να κάνει τις λειτουργίες για την ψυχή του Ιαννούλη και της γυναίκας του αφ' ότου αυτοί πεθάνουν (στίχοι 17-22).
Και επειδή ξέρουν ότι κάποιοι μπορεί να αντιδράσουν σε αυτό, στο έγγραφο αναγράφεται ότι ο Ιαννούλης δίνει εξουσία στον Αφεντότοπο να μην εμπορή κανείς ουδέ από τους κληρονόμους του Ιαννούλη να πειράξη το ψυχικό οπού κάνει, ουδέ να γυρέψη τίποτις δικαίωμα, και αν κάποιος εναντιωθεί σε αυτό να έχει την κατάρα του( στίχοι 22-25). Και το έγγραφο συντάχθηκε φυσικά στο αρχοντικό του Μπαρότζη. Δεν θα ήταν νοητό να μετακινηθεί κάπου αλλού . Εκεί προσήλθαν οι υπόλοιποι για να εκτελέσουν τις εντολές του. Μερικές ακόμη επισημάνσεις.


-Τό επώνυμο Κίταλος δεν το έχω βρεί σε έγγραφα μεταγενέστερα του 1685 ούτε το βρίσκω σήμερα πουθενά. Αυτό σημαίνει ότι ή οι Κίταλοι έμειναν κάποια στιγμή χωρίς άρρενες απογόνους ή ότι οι Κίταλοι άλλαξαν κάποια στιγμή επώνυμο.


-Τό έγγραφο βοηθά να διευκρινισθεί ότι παλιά, το 1666 και παλαιότερα, οι Βόθροι ήταν τόπος (τοπαρχία, τιμάριο), που περιελάμβανε και το χωριό Τρικοκκές, την Κόρωνο δηλαδή. "Ο Ιαννούλης του Κιτάλου από το χωρίον των Βόθρων ονοματισμένο Τρικοκκές", και "το αμπέλι οπού έχει στις Βόθρους στο χωρίον Τρικοκκές, σύμπλιο του αδελφού ντου Ιωάννη", αναφέρονται στο έγγραφο. Τρικοκκές ήταν το παλιό όνομα της Κορώνου. Από άλλα έγγραφα βρίσκουμε ότι οι Βόθροι περιελάμβαναν τα χωριά Σκαδό και Τρικοκκές. Το "Βόθροι" έγινε όνομα του χωριού το 1858 και  το αποκλειστικό  όνομα του χωριού το 1912. Το 1927 το χωριό μας ονομάστηκε Κόρωνος.


-Εμείς θεωρούμε το Γιαννούλης υποκοριστικό του Γιάννης. Τότε όμως θεωρούσαν το Ιαννούλης και το Ιωάννης ξεχωριστά ονόματα που μπορούσε να είναι ονόματα δύο αδελφιών ή πατέρα και γιου. Η διάκριση των δύο ονομάτων ως ξεχωριστών διετηρείτο μέχρι τη γενιά μου τουλάχιστον. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η γραφή Ιαννούλης αντί Γιαννούλης που προδίδει ανάλογη προφορά.



2. Η περίοδος ανάπτυξης του χωριού και η τραγωδία της κατοχής

Το 1708, 13 χανέδες (φορολογικές μερίδες), ήταν καταγεγραμμένα στις Τρικοκκιές και 16 στο Σκαδό1. Άγονη και αραιοκατοικημένη περιοχή. Οι περισσότεροι ή και όλοι οι κάτοικοι του χωριού πρέπει να ήταν βοσκοί. Το 1833 υπήρχαν στις Τρικοκκιές 60 νοικοκυριά και το 1835 έφτασαν τα 63. Οι κάτοικοι του χωριού ήταν ήδη 211. Το Σκαδό είχε φτάσει μόνο τα 48 νοικοκυριά και τους 149 κατοίκους2. Για την Κόρωνο που αναγράφεται Τρικοκκιές ως το 1858, Τρικοκκιές ή Βόθροι από το 1858 έως το 1912, Βόθροι από το 1912 ως το 1927 και Κόρωνος από το 1927 ως σήμερα καταγράφεται ο πληθυσμός που φαίνεται παρακάτω.

Έτος....... 1846 .1852 .1861 .1896 .1920 .1928 .1940 .1951 .1961 .1971 .1981 .1991 .2001
Κάτοικοι ..246 ...387 ...461 ...766 .1330 .1707 .1903 .1237 .1132 ...762 ..644 ..880 ...744

Το 1852, όταν ο πληθυσμός της Κορώνου ήταν 387 κάτοικοι, ο πληθυσμός της Απειράνθου ήταν 1548, της Κωμιακής 896 και του Φιλοτίου 1500 κάτοικοι. Στην Απείρανθο, έδρα τότε του δήμου Απειρανθίας στον οποίο υπαγόταν και η Κόρωνος, λειτουργούσαν δύο δημοτικά σχολεία. Το έτος 1839 λειτουργούσε ήδη σχολείο και στην Κωμιακή που το έτος 1855 απόκτησε δικό του μόνιμο κτήριο. Αναφέρεται λειτουργία αλληλοδιδακτικού σχολείου στην Κωμιακή από το έτος 1833. Το έτος 1870 λειτουργούσε ήδη σχολείο και στην Κόρωνο3. Το σημερινό κτήριο του δημοτικού σχολείου της Κορώνου κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1920. Από απολυτήριο του δημοτικού σχολείου της Κορώνου του έτους 1910 βλέπουμε ότι  το 1910 το σχολείο ήταν σχολείο αρρένων. Λίγα χρόνια αργότερα το σχολείο έγινε μικτό. Το 1924 ήταν ήδη μικτό.

Όμως, αν και από το τέλος του δέκατου ένατου αιώνα υπήρξε ένα σημαντικό κύμα μετανάστευσης κυρίως προς την Αμερική και αργότερα προς την Αθήνα, ο ρυθμός ανάπτυξης του πληθυσμού της Κορώνου μέχρι το 1940 είναι εντυπωσιακός. Μεταξύ του 1835 και του 1940 ο πληθυσμός της Απειράνθου αυξάνεται από 1118 κατοίκους σε 2438 (αύξηση 120%), της Κωμιακής από 560 σε 1600 (αύξηση 180%) και της Κορώνου από 211 σε 1903 κατοίκους (αύξηση 800%). Η Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια αναφέρει κατά την δεκαετία του 1930 την Κόρωνο όχι ως χωριό αλλά ως κώμη με 1707 κατοίκους.
Η μεγάλη αυτή αύξηση του πληθυσμού της Κορώνου, οφείλεται αποκλειστικά στην αύξηση της ζήτησης της τιμής και της παραγωγής σμύριδας. Αυτό γιατί εξ αιτίας των εισοδημάτων που εξασφάλιζε το σμυρίγλι, πολλοί άνθρωποι που γεννιούνται στο χωριό παραμένουν και ζουν εκεί. Ακόμη έρχονται στην Κόρωνο για να δουλέψουν στα ορυχεία και άνθρωποι από άλλα χωριά της Νάξου, από την υπόλοιπη Ελλάδα και από επαρχίες της τότε οθωμανικής αυτοκρατορίας που είχαν ελληνικό πληθυσμό. Και υπήρχαν κίνητρα για να παντρευτούν και να μείνουν στο χωριό.

Οι συνθήκες δουλειάς στα ορυχεία ήταν βεβαίως πολύ σκληρές. Η δουλειά με λυχνάρια σε υπόγειες στοές, αλλού υγρές με τα νερά να τρέχουν και αλλού ξηρές, αλλά πάντοτε μεγάλου βάθους και αμφίβολης στερεότητας, είναι δουλειά δύσκολη, επικίνδυνη και απεχθής. Οι εκρήξεις με δυναμίτη προκαλούσαν κινδύνους σοβαρών ατυχημάτων και δημιουργούσαν πυκνά σύννεφα σκόνης. Σύννεφα σκόνης δημιουργούνταν σε όλες τις φάσεις της εκσκαφής όταν η στοά ήταν ξηρή. Έτσι υπήρξαν απώλειες της σωματικής ακεραιότητας, της υγείας ή και της ζωής σμυριδεργατών από ατυχήματα και πνευμονοκονιώσεις. Ακρωτηριασμούς και θανάτους αναφέρει η Αθηνά Καπίρη στο στιχούργημά της «Τα βάσανα των σμυριδοεργάτων»4.
Πάνω από τα κεφάλια τους κρέμονται βουνά θηρία και φεύγουν οι πέτρες και κυλούν και όταν κάποιον κτυπήσουν οι άλλοι δεν μπορούν να πλησιάσουν γιατί το βουνό εξακολουθεί να γκρεμίζεται, γράφει. Αναφέρει ακόμη ότι από τον πολύ ιδρώτα και τη μεγάλη σκόνη, δεν φύτρωναν τρίχες στο πρόσωπο γιατί ήταν καταστρεπτική η σκόνη στο μεταλλείο και έφθειρε τα νιάτα των σμυριδοεργατών. Και τα έγραφε αυτά αν και τις πνευμονοπάθειες δεν τις συνέδεε με τις συνθήκες της δουλειάς και με πνευμονοκονιώσεις.
Σε αντιστάθμιση όλων αυτών, οι απολαβές των σμυριδεργατών ήταν εντυπωσιακά υψηλές για την εποχή. Έχει αναφερθεί ότι κατά τη δεκαετία του 1920 τα ετήσια εισοδήματά τους, όλων μαζί των σμυριδεργατών της Κορώνου, έφταναν τις ετήσιες απολαβές περισσότερων δασκάλων. Και το δικαίωμα της εξόρυξης και της πώλησης σμύριδας στο ελληνικό δημόσιο το είχαν αποκλειστικά οι κάτοικοι των γύρω χωριών. Έτσι η αύξηση του πληθυσμού συνεχιζόταν.

Όμως, τα χρόνια της σχετικής ευμάρειας δεν κράτησαν πολύ. Ουσιαστικά από το 1930 η ζήτηση σμύριδας έχει μειωθεί και μειώνεται περαιτέρω με αυξανόμενους ρυθμούς λόγω κυρίως της όλο και μεγαλύτερης χρήσης τεχνητών λειαντικών υλικών (τεχνητού κορουνδίου που είχε κάνει την εμφάνισή του ήδη από το 1890.
Κατά την περίοδο της κατοχής η πώληση σμύριδας μηδενίστηκε. Οι αποθηκευμένες ποσότητες κατασχέθηκαν από την ιταλική διοίκηση και μεταφέρθηκαν στην Ιταλία. Η αγροτοκτηνοτροφική παραγωγή του χωριού ήταν όμως μικρή και δεν έφθανε για να τραφεί ο αυξημένος εξ αιτίας της εκμετάλλευσης των σμυριδορυχείων πληθυσμός. Τριακόσιοι εβδομήντα επτά άνθρωποι πέθαναν κυρίως τα δύο τελευταία χρόνια της κατοχής. Κύρια, σχεδόν αποκλειστική αιτία η πείνα.
Όλοι οι άνθρωποι ήταν ή αποσκελετωμένοι ή πρησμένοι, και δεν είχαν στο τέλος ούτε αντοχή ούτε έγνοια να θάψουν τους πεθαμένους, γράφει ο Ιωάννης Ψαρρός στο στιχούργημά του για τα χρόνια της κατοχής. Σπίτια έμειναν κλειστά γιατί δεν απόμεινε άνθρωπος στο σπίτι γράφει ο Γεώργιος Χουζούρης. Αναλογικά με τον πληθυσμό, οι απώλειες της Κορώνου κατά την κατοχή είναι, μετά από εκείνες της Ερμούπολης, από τις μεγαλύτερες της χώρας.
Μετά τον πόλεμο η Κόρωνος, όπως όλη η Νάξος, είχε την τύχη να μη γνωρίσει άμεσα τη φρίκη του εμφυλίου. Μετά τον πόλεμο ξεκινά ωστόσο μεγάλη μετακίνηση του πληθυσμού από την Κόρωνο προς άλλες περιοχές, κυρίως προς την Αθήνα αλλά και προς τη Χώρα της Νάξου και προς το εξωτερικό (Αμερική, Αυστραλία, Γερμανία). Τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των κατοίκων που μένουν στο χωριό κατά τη διάρκεια του χειμώνα είναι πολύ μικρός.

Σημειώσεις-παραπομπές

1. Νίκου Κεφαλληνιάδη: Φορολογικά κατάστιχα (Βιβλίο «Κωμιακή»).

2. Ιάκωβου Ραγκαβή:Τα Ελληνικά, Κυκλάδες Νήσοι (1884).

3. Το θέμα της δημιουργίας σχολείων στη Νάξο είναι ενδιαφέρον. Κατά τη διάρκεια της πλήρους ενετοκρατίας (1207-1566), κανένα σχολείο δεν λειτουργεί στη Νάξο. Επί οθωμανικής κυριαρχίας δημιουργούνται αρχής γενομένης από το 1628 γαλλικά καθολικά σχολεία, και από το 1743 ελληνορθόδοξα. Πρώτο λειτούργησε το 1628 το σχολείο των Ιησουιτών. Το 1773 μεταράπηκε σε σχολείο Λαζαριστών και το 1887 σε σχολείο Σαλεσιάνων. Λειτούργησε ως το 1927 και απέκτησε μεγάλη φήμη. Στο σχολείο φοίτησε ο Νίκος Καζαντζάκης. "Το πρώτο σκίρτημα της πνευματικής μου ζωής. Άνοιξε μέσα στο μυαλό μου μια πόρτα μαγική που με έβαλε σε έναν κόσμο καταπληκτικό", αναφέρει ο ίδιος. Από το 1629 ως το 1710 λειτούργησε σχολείο της μονής Καπουτσίνων. Μεταξύ των μαθητών του ο ιατρός και αντιπρύτανις του Πανεπιστημίου της Πάντοβας Μιχαήλ Κοντοπίδης Μαρκέλλος(γεννήθηκε στη Νάξο το 1651). Από το 1713 έως το 1974 λειτούργησε στη Νάξο και η Γαλλική Σχολή Ουρσουλινών (σχολείο νεανίδων).
Σε ότι αφορά ελληνορθόδοξα σχολεία,
λειτουργούσε από το 1743 ως το 1775 στον Άγιο Γεώργιο Γρόττας σχολείο λαϊκό. Μεταξύ των μαθητών του περιλαμβάνονται και μετέπειτα πατριάρχες ένας εκ των οποίων ήταν ο πατριάρχης Άνθιμος ο Γ΄(Από την Κωμιακή). Το σχολείο ξαναλειτούργησε το 1828. Το 1886 έγινε σχολείο του δήμουν Ναξίων, στη συνέχεια δημόσιο σχολείο και αργότερα κατεδαφίστηκε και στο χώρο του στεγάστηκε το Α΄δημοτικό σχολείο. Δύο ακόμη ελληνορθόδοξα σχολεία λειτούργησαν επί μικρό χρονικό διάστημα λίγα χρόνια πριν τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους, ένα στην περιοχή της Χώρας και ένα στο Σαγγρί. Όμως μόνο μετά τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους θα δημιουργηθούν σχολεία στην κεντρική και στη βόρεια ανατολική ορεινή Νάξο. Το πρώτο το 1829 στους Ακάδημους της Τραγέας και το δεύτερο το 1830 στην Απείρανθο.

4.


"Διαβάσετε το ποίημα των παραπονεμάτων και κλάψετε τα βάσανα των σμυριδοεργάτων" είναι ο πλήρης τίτλος του τριακοσίων σχεδόν στίχων ποιήματος της Αθηνάς Καπίρη (1893-1982). Πριν το γράψει περιηγήθηκε επί μία εβδομάδα τα ορυχεία. Το ποίημα εκδόθηκε σε φυλλάδιο το 1922. Η Αθηνά Καπίρη μοίρασε το ποίημά της στους σμυριδεργάτες αλλά το ποίημα απευθύνεται και αποστέλλεται και προς την κυβέρνηση.


"Στείλε κυρά Κυβέρνησι ανθρώπους κυβερνήτας
Να δουν αν σας λέγω ψέμματα ή αν σας λέγω αλήθεια
Να δούνε σκότη φοβερά υπόγεια φρικώδη.
Θα δουν βουνά να κρέμωνται ωσάν θεριά λυσσώδη
Θα ιδούν τον κάθε εργάτη μας σαν το κερί να λυώνη
.....
Γιατ' είναι καταστρεπτική η σκόνη στ' ορυχείο
Τα τρυφερά τα νειάτα των φθείρει το μεταλλείον"

γράφει στο ποίημά της. Σε άλλο ποίημα εξηγεί τη στάση της.

"Εγώ γυνή δεν νταγιαντώ τα άδικα να βλέπω
σε σας πρέπει να τα ειπώ να τα δημοσιέψω"

γράφει και το "σε σας" απευθύνεται προς την κυβέρνηση. Και η Αθηνά Καπίρη θεωρεί άδικο το να δουλεύουν άνθρωποι τόσο επικίνδυνες δουλειές και με τόσο κακές συνθήκες, αλλά και το να είναι αυτοί οι άνθρωποι ουσιαστικά ανασφάλιστοι.

"Στο μεταλλείο μας αυτό στο μαύρο το σμυρίγλι
Έπρεπε η κυβέρνησις συνταξιν να τους δίνει
Αυτό το κυριώτερον του δημοσίου έργον"

αναφέρει στο πρώτο ποίημα. Τις πιο δυνατές ωστόσο εντυπώσεις προκαλούν οι στίχοι που περιγράφουν τραυματισμούς και θανάτους σμυριδεργατών.

Φεύγουν οι πέτρες και κυλούν μέσα στα ορυχεία
αλίμονον όσοι βρεθούν σ' αυτήν τη δυστυχία.
Επέρισυ πέσαν βουνά σκοτώσαν έναν άντρα
και φώναξε βοήθεια και στην καρδιά 'χω λαύρα.
Μα ποιος κοντά πλησίαζε που διαρκώς βουλούσε,
τον άντρα τον σαβούρωνε και τον διχοβολούσε.
Στανιό του επαρέδωσε το πνεύμα του αδίκως...

Στο τέλος του ποιήματος η στιχουργός αυτοπαρουσιάζεται με περισσή σεμνότητα.

"Δεν είμαι πολύ έξυπνη πολύ πεπαιδευμένη
Κι' αν δεν τα έγραψα καλά νάμαι συγχωρημένη
Στη Νάξο εγεννήθηκα στη Σύρον ανετράφην
Των παραπόνων ποίημα από εμέ εγράφη
Θυγάτηρ του Γεώργιου Σάλτη του Μακεδόνου
Μάρκου Καπίρη σύζυγος και κάτοικος Κορώνου."

Ο τελευταίος στίχος θα πρέπει να πήρε αυτήν τη μορφή μετά το 1927.





3. Η σμύριδα, τα σμυριδωρυχεία και ο εναέριος

Δυο πέτρες, το σμυρίγλι και το μάρμαρο, γράφει στο βιβλίο ΚΩΜΙΑΚΗ ο Νίκος Λεβογιάννης, συνοδεύουν εδώ στην ορεινή Νάξο τους ανθρώπους χιλιάδες χρόνια και σημαδεύουν τη ζωή τους. Οι πλαγιές οι ράχες και οι κορυφές της Αμόμαξης είναι μαρμαροτραχιές. Το σμυρίγλι φαίνεται λιγότερο. Το συναντάς και στην επιφάνεια του εδάφους, το πολύ και καλό ομως σμυρίγλι βρίσκεται βαθειά στη γη συνεχίζει. Και προσθέτει ότι
"στη Νάξο άρχισε ο άνθρωπος να δουλεύει το μάρμαρο και αυτό έγινε δυνατό, γιατί υπάρχει ανάμεσα στα μάρμαρα, το σμυρίγλι, αυτή η σκουρόχρωμη πέτρα με την οποία μπορούσαν οι μαστόροι να χαράξουν, να κόψουν, να δουλέψουν να λειάνουν άλλα υλικά και κυρίως το μάρμαρο."

"Η σμύριδα,γνωστή  στην πρώιμη χαλκοκρατία, ήταν το καταλληλότερο υλικό για τη λείανση των μαρμάρινων γλυπτών, τη χάραξη των επιγραφών και το ακόνισμα των εργαλείων. Στοές εξόρυξης του σμυριγδιού από την αρχαιότητα σώζονται στη Νάξο"
αναφέρει η Λίνα Μενδώνη στο βιβλίο "ΟΡΥΧΕΙΑ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ" (Εκδόσεις Μέλισσα).
Πρόσφατα (2016), στις αρχαιολογικές έρευνες στη Στελίδα της Νάξου εντοπίστηκε ΄"εργαστήριο" κατασκευής λιθίνων εργαλείων παλαιολιθικής εποχής, στο οποίο χρησιμοποιούσαν σμυριδόπετρες για την επεξεργασία των λίθων  (πυριτόλιθοι) από τους οποίους κατασκεύαζαν τα εργαλεία. Τις   σμυριδόπετρες τις έπαιρναν και τις μετέφεραν από την περιοχή που βρίσκεται μεταξύ Απειράνθου και Κορώνου και απέχει 15 χιλιόμετρα από την Στελίδα, αναφέρει ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας κύριος  Κάρτερ.
Από την απώτατη λοιπόν αρχαιότητα ως σχεδόν τις μέρες μας, συνεχής είναι η χρήση της σμύριδας. Και  "φίλοι της Κορώνου" από το Μπόχουμ της Γερμανίας γράφουν στο Μανώλη Μανωλά ότι η δημιουργία μουσείου σμύριδας και σμυριδορυχείων θα είναι σημαντική, όχι μόνο για την Κόρωνο, τη Νάξο και την ιστορία τους, αλλά γενικότερα   και προσθέτουν ότι και στη νεότερη εποχή , η βιομηχανική επανάσταση θα ήταν διαφορετική. χωρίς τη σμύριδα, 

Η σμύριδα, το σμυρίγλι στο τοπικό γλωσσικό ιδίωμα, είναι ορυκτό μεγάλης σκληρότητας που χρησιμοποιείται ως αποξεστικό και λειαντικό για μέταλλα, γυαλί, ξύλο, μάρμαρα και άλλα πετρώματα, αλλά και ως αντιολισθητικό υλικό για δάπεδα και δρόμους. Οι σμυριδοτροχοί και τα σμυριδόπανα κατασκευάζονται από κόκκους σμύριδας. Πολύ λεπτή σμυριδόσκονη χρησιμοποιείται στη λείανση φακών, στις κατασκευές ακριβείας, στη λιθογλυπτική και στην κατασκευή τζαμιών αν και έχει υποκατασταθεί σε σημαντικό βαθμό από τεχνητά λειαντικά.
Η σμύριδα είναι σκουρόχρωμη και έχει παρόμοια εμφάνιση με σιδηρομεταλλεύματα. Το ακόνι είναι σμυριδόπετρα. Η σκληρότητα του ορυκτού εξαρτάται από την περιεκτικότητά του σε κορούνδιο (τριοξείδιο του αργιλίου)1,1α.  Περιεκτικότητα σε κορούνδιο μικρότερη του 60%  καθιστούσε το ορυκτό μη αξιοποιήσιμο. Η περικτικότητα μπορούσε να διαφέρει όχι μόνο από ορυχείο σε ορυχείο αλλά και μέσα στο ίδιο ορυχείο στην ίδια στοά. Η σμύριδα της περιοχής είναι πολύ καλής ποιότητας και ήταν γνωστή από την αρχαιότητα. 
Είχε χρησιμοποιηθεί  από την παλαιολιθική εποχή για την κατασκευή εργαλείων. 
Ειχε χρησιμοποιθεί για την λείανση μαρμάρινων ειδωλίων κατά την εποχή του Κυκλαδικού πολιτισμού, αναφέρει ο Νίκος Λεβογάννης. (βιβλίο Κωμιακή τόμος Γ΄) και η η Λίνα Μενδώνη στο βιβλίο "ΟΡΥΧΕΙΑ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ".

Στους νεώτερους χρόνους, οι παλαιότερες αναφορές για το εμπόριο ναξιακής σμύριδας χρονολογούνται από το 1420. Στα 1420 ο Χριστόφορος Μπουοντελμόντι (Buondelmonti) γράφει για την πολύ σκληρή μαύρη πέτρα της Νάξου που την ονομάζει smyrigion. Εξ άλλου σε ενετικό ναυτικό άτλαντα του 1580 σημειώνεται ότι πλοία λιμενίζονται και στην ανατολική Νάξο για την παραλαβή σμυριγλιού. Εντολή αγοράς σμύριδος αποτελεί και επιστολή του 1625 προς ταξιδιώτη επισκέπτη της Νάξου. Σχετικές αναφορές υπάρχουν και σε κείμενα των ετών 1683, 1698, 17022.
Το δικαίωμα εκμετάλλευσής της το είχαν οι φεουδάρχες, οι οποίοι ήταν οι απόλυτοι κύριοι και των ορυκτών που εξορύσσονταν και των νερών που πήγαζαν από τα βουνά της επικράτειάς τους3.
Ο Ζερλέντης βασιζόμενος στον Γάλλο φυσιοδίφη και περιηγητή Τουρνεφόρ μας πληροφορεί ήδη από το 1699 η σμύριδα εξορυσσόταν για λογαριασμό των Φράγκων τιμαριούχων Κορονέλλου και Γριμάλδου. Από τα ορυχεία  την έστελναν στις ακτές του Άγιου Ιωάννη και του Τριάγκαθα, από όπου την παραλάμβαναν οι Άγγλοι. 
Πρόκειται για τον όρμο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στις Πεντακρήνες (δηλαδή για το Λιώνα), και για τον όρμο Τριάγκαθα (δηλαδή για τη Μουτσούνα) .

Με την κατάργηση των φεουδαλικών δικαιωμάτων το 1721, το δικαίωμα εκμετάλλευσης της σμύριδας παραχωρήθηκε στους κατοίκους των σμυριδοχωριών που νοίκιαζαν σε εμπόρους το δικαίωμα συλλογής και πώλησής της. Προσπάθεια  των Καστρινών και των Μπουργιανών να αμφισβητήσουν αυτή τη ρύθμιση προσέκρουσε σε απόφαση του ελέω Θεού βεζύρη Γαζή Χασάν πασά του έτους 1780.

Το έτος 1824 η Προσωρινή της Ελλάδος Διοίκησις, έχοντας ανάγκη χρηματικών πόρων και θεωρώντας τα έσοδα από την σμύριδα σημαντικά, πήρε υπό την κατοχή της τα κοιτάσματα σμύριδας και έτσι ενοικίαζε πλέον εκείνη το δικαίωμα εκμετάλλευσής τους4. Το 1826 ο Δωρόθεος Τζιώτης,ηγούμενος της μονής Φανερωμένης, προτείνει να διατεθούν τα έσοδα από το σμυρίγλι για τη δημιουργία και τη λειτουργία σχολείου στην ορεινή Νάξο. Η πρότασή του δεν υιοθέτηθηκε.Το 1830 η κυβέρνηση του Καποδίστρια κήρυξε τα σμυριδορυχεία εθνικά κτήματα.

Μετά τη δημιουργία του Ελληνικού κράτους η ναξία σμύρις φθάνει βαθμιαία να θεωρείται ως ένα από τα κυριότερα εξαγωγικά προϊόντα. Με νόμους που ξεκινούν από το 1852 (Ν. 202/1852), ορίζεται ότι η σμύρις εξορύσσεται και διατίθεται αποκλειστικά για λογαριασμό του δημοσίου μέσω του Ελληνικού Μονοπωλίου. Στους κατοίκους των χωριών Σκαδό, Κόρωνος  και Απείρανθος αναγνωριζόταν και εξακολούθησε να αναγνωρίζεται το αποκλειστικό δικαίωμα να μαζεύουν ή να εξορύσσουν τη σμύριδα αλλά αυτό θα το κάνουν πλέον για λογαριασμό του δημοσίου  αντί χρηματικού ποσού που θα τους καταβάλλεται και θα προσδιορίζεται από την ποσότητα της σμύριδας που θα παραδίδουν.
Όταν τα επιφανειακά κοιτάσματα εξαντλήθηκαν, οι σμυριδεργάτες άρχισαν να ανοίγουν στοές ψάχνοντας να βρουν «φλέα» (φλέβα) με σμυρίγλι. Οι στοές που άνοιγαν έφθαναν σε βάθος 50 έως 250 μέτρα. Στις στοές έστρωναν «σιδηρόδρομο» για τη μετακίνηση των βαγονέτων με τα οποία μετέφεραν το ορυκτό έξω από τα ορυχεία.
 Με τον κανονισμό της σμύριδας, (1877), καθορίζονται οι όροι εξόρυξης μεταφοράς και φόρτωσης του ορυκτού και δίδονται πληροφορίες για τους κινδύνους που ενέχουν οι σχετικές εργασίες. Με τον ίδιο κανονισμό δημιουργήθηκε θέση επιστάτη των εργασιών ως εκπροσώπου του δημοσίου και διαχειριστή.
Το 1898 τα καθαρά έσοδα από την εμπορία της σμύριδας καθορίσθηκαν ως πρόσοδος υπέγγυος του δημοσίου χρέους. Εγγύηση δηλαδή για τους δανειστές της χώρας τα έσοδα από τις εξαγωγές σμυριγλιού4. Κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, το σμυρίγλι θεωρήθηκε απαραίτητο για τις πολεμικές βιομηχανίες των συμμάχων και όσοι δούλευαν στα σμυριδωρυχεία απαλλάχτηκαν από τη στράτευση. Τα έσοδα από το σμυρίγλι αυξήθηκαν πολύ. Επιπλέον, τα πλοία που έρχονταν να πάρουν το ορυκτό έφερναν και τρόφιμα για τους σμυριδεργάτες.

Οι ετήσιες εξαγωγές της ναξιακής σμύριδας κατά την δεκαετία του 1920 κυμάνθηκαν μεταξύ των 10.000 και των 22.000 τόνων. Οι πωλήσεις ήταν σχετικά ικανοποιητικές και κατά τη δεκαετία του 1930. Το 1930 η τιμή της ήταν όμως μόνο το 60% της τιμής που είχε το 19234. Η ζήτηση της σμύριδας εξακολούθησε να μειώνεται μέχρι το 1940. Το 1940 η παραγωγή μηδενίζεται, γεγονός με βαρειές συνέπειες που αναφέρθηκαν πιο πάνω.
Μετά τον πόλεμο η παραγωγή και η τιμή συνεχίζουν την πτωτική πορεία που είχε ξεκινήσει προπολεμικά. Το 1983 οι εξαγωγές ήταν 3000 τόνοι και κατά το 1987 1100 τόνοι5. Η τιμή της σήμερα είναι πια πολύ χαμηλή και η εκμετάλλευση των σμυριδωρυχείων ουσιαστικά έχει σταματήσει. Λίγοι άνθρωποι πουλούν μικρές ποσότητες. Στις περισσότερες περιπτώσεις το κάνουν για να διατηρούν την ασφάλισή τους στο ΙΚΑ6. Τα αποθέματα σμύριδας που έχουν απομείνει είναι πολύ μεγάλα. Εκτιμώνται στους 1.000.000 τόνους5.

Το έτος 1925 κατασκευάστηκε ο «εναέριος», είδος τελεφερίκ για τη μεταφορά της σμύριδας στο λιμάνι της Μουτσούνας, επινείου της Απειράνθου. Μεγάλο έργο βιομηχανικής υποδομής που έγινε υποτίθεται με σκοπό τη μείωση του κόστους μεταφοράς του σμυριγλιού στα πλοία. Προκρίθηκε αντί της κατασκευής δύο σιδηροδρομικών γραμμών μικρού μήκους που θα συνέδεαν τα ορυχεία της Κορώνου με το λιμάνι του Λιώνα η μία και τα ορυχεία της Απειράνθου με το λιμάνι της Μουτσούνας η άλλη, λύση που επίσης είχε προταθεί. Με τη λύση του εναερίου όλο το εξορυσσόμενο σμυρίγλι  (5/8 από την Κόρωνο, 3/8 από την Απείρανθο), κατέληγε στο λιμάνι της Μουτσούνας κάτω από την Απείρανθο.

Δύο πυλώνες. Η κάτοψη της βάσης τους 
είναι τριγωνική. (Από την έκδοση "Ορυχεία 
στο Αιγαίο" Μέλισσα 2009)

Ο εναέριος περιλαμβάνει 5 σταθμούς φόρτωσης, 72 χαλύβδινους πυλώνες ύψους έως και 50 μέτρων, κεκλιμένα επίπεδα και μηχανοστάσια. Ξεκινά από τη θέση Πηγή στην περιοχή της Κορώνου, έχει δύο σταθμούς στις Πεζούλες και στη Στραβολαγγάδα, δρασκελίζει στη συνέχεια το βουνό Αμμόμαξη στη θέση Αλωνίστρες σε υψόμετρο 750 μέτρα, περνά από δύο ακόμη σταθμούς (Ασπαλαθρωπός, Κακορύακας), και καταλήγει στον όρμο της Μουτσούνας έχοντας καλύψει μια διαδρομή 10 χιλιομέτρων. Είχε τη δυνατότητα μεταφοράς 15 τόνων σμύριδας την ώρα και μετακινούσε 170 κουβάδες – βαγονέτα. Η μεγαλύτερη υψομετρική διαφορά μεταξύ σημείων της γραμμής είναι 740 περίπου μέτρα περίπου.  Η λειτουργία του απαιτούσε τη συνεργασία μηχανοδηγών, φορτωτών, παρατηρητών και τηλεφωνητών7. Από το έτος 1982 βρίσκεται εκτός λειτουργίας και η όποια μεταφορά σμυριγλιού γίνεται με φορτηγά αυτοκίνητα.
Το έτος 2000 εγκρίθηκε πρόγραμμα περιηγητικής αξιοποίησης των ορυχείων βασισμένο σε μελέτη του Ε.Μ.Π. Στις Πεζούλες και στη Σαραντάρα άρχισε να γίνεται ξενάγηση στα ορυχεία. Στην περιοχή της Στραβολαγκάδας δημιουργείται υπαίθριο μουσείο. Στο Λιώνα ξανακατασκευάζονται τα γραφεία καθώς και τα δωμάτια στα οποία ντύνονταν οι σμυριδεργάτες. Στη Μουτσούνα συντηρούνται τα μηχανοστάσια και οι αποθήκες. Για λόγους επίδειξής του, ο εναέριος λειτούργησε και πάλι..

Σημειώσεις-παραπομπές

1. Το καθαρό κορούνδιο είναι το αμέσως μετά το διαμάντι και επομένως το δεύτερο σε σκληρότητα φυσικό υλικό. Όταν δεν περιέχει προσμίξεις το κρυσταλλικό κορούνδιο είναι υλικό άχρωμο λαμπρό και διαυγές (λευκοσάπφειρος) και αποτελεί πολύτιμο λίθο. Με ίχνη διαφόρων στοιχείων αποκτά ωραίους χρωματισμούς.
Το κόκκινο διαυγές κρυσταλλικό κορούνδιο είναι το ρουμπίνι, το γαλάζιο είναι ο σάπφειρος, το ιώδες είναι ο ανατολικός αμέθυστος, το πράσινο είναι το ανατολικό σμαράγδι, το κίτρινο είναι το ανατολικό τοπάζι. Όλες αυτές οι μορφές χρησιμοποιούνται ως πολύτιμοι λίθοι.
Τα ακάθαρτα θολά κοκκία του κορουνδίου αποτελούν το κοινό κορούνδιο που χρησιμοποιείται ως λειαντική ύλη λόγω του μεγάλου βαθμού σκληρότητας (9). Το τεχνητό κορούνδιο παράγεται με ηλεκτρόλυση βωξίτη.
Η σμύριδα είναι ορυκτό του κορουνδίου με προσμίξεις άλλων υλικών, κυρίως μαγνητίτη (επιτεταρτοξείδιο του σιδήρου) και αιματίτη (τριοξείδιο του σιδήρου). Το ορυκτό αυτό είναι τυπικό της ζώνης επαφής εκρηξιγενών και αργιλλικών πετρωμάτων.

2. Πέτρου Πρωτοπαππαδάκη: Περί Ναξίας Σμύριδος 1903

    Νίκου Κεφαλληνιάδη: Ταξίδια στο Αιγαίο, και Μνήμες της Ανατολής.
    Μανόλη Αρχοντάκη και Γιαννούλη Γιαννούλη: Ποίηση Χαραγμένη στην Πέτρα 2001
    Εκδόσεις Μέλισσα: Ορυχεία στο Αιγαίο 2009 (συγγραφική ομάδα 6 ατόμων και ερευνητική ομάδα 20 ατόμων).
    Περικλή Ζερλέντη: Φεουδαλική Πολιτεία εν τη Νήσω Νάξω 1925
    
3.Τη φράση που χρησιμοποιώ την αναφέρει επί λέξει ο Θανάσης Κωτσάκης στο βιβλίο του "Η Νάξος κατά την Ενετοκρατία", σελίδα 110.

4. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια: Άρθρο Σμύρις

5. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα: Άρθρο Σμύριδα.

6. Οι σμυριδεργάτες από το 1952 ασφαλίζονταν πλέον μέσω του ΙΚΑ. Όταν παρέδιδαν δύο στατήρες σμυρίγλι, τους αναγνωριζόταν ένα ημερομίσθιο ασφαλισμένης εργασίας. (Ένας στατήρας = 44 οκάδες = 56,32 κιλά). Το επάγγελμά τους περιλαμβανόταν στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα.


7. Α. Φραγκίσκου, Α. Πλυτά, Ν. Μπελαβίλα, Ν. Κατερίνη: Καταγραφή και Αποτίμηση του Ιστορικού  Βιομηχανικού Εξοπλισμού στα Σμυριδωρυχεία Νάξου
8. Δ. Μαυροκορδάτου, Λίνα Μενδώνη, Μαρία Μπαλοδήμου. Νίκος. Μπαλαβίλας. Λήδα Παπαστεφανάκη. Αντώνης Ζ Φραγκίσκος: Ορυχεία στο Αιγαίο. Βιομηχανική Αρχαιολογία στην  Ελλάδα. Εκδόσεις Μέλισσα 2009 


Γ΄ Λαογραφία


1. Ασχολίες των κατοίκων

Οι κάτοικοι της Κορώνου δεν ήταν θαλασσινοί και δεν έγιναν ναυτικοί. Η περιοχή, όπως και όλη η Νάξος, δεν έχει καλά φυσικά λιμάνια και επιπλέον ο φόβος των πειρατών απέτρεπε τη δημιουργία οικισμών κοντά στη θάλασσα. Μερικοί από τους λίγους κατοίκους του Λιώνα ήταν ψαράδες. Οι κάτοικοι του χωριού ήταν κυρίως βοσκοί και λίγοι συντηρούνται ακόμη με αυτό τον τρόπο. Τα επαγγέλματα που εμφανίστηκαν κάλυψαν ανάγκες που δημιουργήθηκαν με την ανάπτυξη που προκλήθηκε εξ αιτίας της εκμετάλλευσης του σμυριγλιού. Μπορεί να αναφερθούν το επάγγελμα του κτίστη, του σοβατζή, του μελισσοκόμου, του χασάπη, του οργανοπαίκτη, του σιδερά,  του μαραγκού, του ρακιτζή, του μπακάλη, του καφετζή, του δάσκαλου τής μαμής, του τσουκαλά, του τουβλοποιού – κεραμοποιού, του ασβεστά, του μυλωνά, του πανερά (καλαθοποιού), του φωτογράφου, του κουρέα, του τσαγκάρη, του ράφτη, του κηροποιού, του γανωτζή, του αγωγιάτη, του σμυριδορύκτη, του σαμαρά, της φουρνάρισας του ψωμιού. Σμυριδορύκτες ήταν σχεδόν όλοι οι άντρες του χωριού. Τα πλείστα από αυτά τα επαγγέλματα έχουν εκλείψει.

Παράλληλα οι κάτοικοι είχαν και άλλες ασχολίες. Οι γυναίκες είχαν τις γνωστές δουλειές του σπιτιού και τη φροντίδα των παιδιών, και επιπλέον το ζύμωμα του ψωμιού που γινόταν κάθε ένα ή κάθε δύο Σάββατα, το να φτιάχνουν τα γλυκά της εποχής και το να ξεραίνουν και να κρεμούν φρούτα για το χειμώνα. Τα γλυκά του χωριού ήταν μελομακάρονα, κουραμπιέδες και βασιλόπιτα τις γιορτές των Χριστουγέννων, τσουρέκια και κουλουράκια το Πάσχα, καρυδάκι με άρωμα γαρίφαλο την άνοιξη, βύσσινο λίγο αργότερα, σταφύλι και πετιμέζι την εποχή του τρύγου, κυδώνι αρωματισμένο με αρμπαρόριζα το φθινόπωρο. Ξέραιναν σύκα, σταφίδες, δαμάσκηνα και αχλαδούνες και κρεμούσαν για να συντηρούνται για το χειμώνα, κυδώνια, ρόδια και μήλα. Το πλύσιμο των ρούχων γινόταν κυρίως σπίτι αλλά και στο Ρυάκα. Στο σπίτι δεν υπήρχε νερό, και έτσι το έφερναν με τις λαΐνες (=στάμνες) και δοχεία από την πιο κοντινή από τις πέντε βρύσες - πηγές του χωριού. Περίφημο ήταν το "τσικαλαριό" της Κορώνου στην ανατολική είσοδο του χωριού όπου κατασκευάζονταν στάμνες και άλλου είδους πήλινα αντικείμενα για τις ανάγκες των κατοίκων όλων των ορεινών χωριών. Το είχε δημιουργήσει ο παππούς μου Γεώργιος Δημητρίου Ψαρρός. Το σιδέρωμα γινόταν με σίδερo - βαποράκι, που θερμαινόταν με κάρβουνα που τα έβαζαν στο εσωτερικό του. Μερικές γυναίκες έραβαν εκτός από τα ρούχα για το σπίτι και ρούχα άλλων με αμοιβή. Πολλές, έγνεθαν το μαλλί και ύφαιναν. Όλες οι γυναίκες φρόντιζαν τα ζώα1, περιποιόνταν τα λουλούδια, σκάλιζαν και ξεχόρτιζαν και φρόντιζαν μικρούς ποτιστικούς κήπους στο όρια του οικισμού αλλά μακριά από το σπίτι. Ακόμη μάζευαν τις ελιές, βλαστολογούσαν τα αμπέλια, συμμετείχαν στο θέρισμα και στον τρύγο όταν η οικογένειά τους είχε χωράφι ή αμπέλι. Καθάριζαν τέλος καθημερινά και άσπριζαν τακτικά τις πλακόστρωτες αυλές, τα σοκάκια και τις σκάλες κοντά στο σπίτι τους.
Οι άντρες έσκαβαν τα καλλιεργήσιμα χωράφια, όργωναν, έκαναν το λάκισμα, το καθάρισμα, το κλάδεμα, το τσάπισμα, το ξεφύλλισμα, το θειάφισμα του αμπελιού. Φρόντιζαν να πατηθούν τα σταφύλια σε φρεσκοασβεστωμένες ληνούδες (ληνού από το ληνός = πατητήρι). Μάζευαν τη στροφιλιά και τη στράγγιζαν. Είχαν τη φροντίδα να γίνει ο μούστος κρασί και η στροφιλιά ρακή. Τον μούστο όπως και το κρασί και το λάδι τον αποθήκευαν σε πήλινα δοχεία. Τη ρακή σε γυάλινα μπουκάλια.
Δημιουργούσαν λιοϋρια (μικρούς ελαιώνες). Κλάδευαν τις ελιές τους, τις ράντιζαν τις ράβδιζαν. Μετέφεραν με μουλάρια, τον καρπό στο σπίτι και στο λιοτριβιό και το λάδι στο σπίτι. Φρόντιζαν να εξασφαλίσουν και να αποθηκεύσουν κατάλληλα, και το λάδι και τα τυριά και ότι άλλο χρειαζόταν. Τα τυριά του σπιτιού (ασερνικό, μυτζήθρες και ξυνοτυράκια). τα διατηρούσαν σε αποθήκες δροσερές μέσα σε πήλινα μεθύρια (πιθάρια), με τρύπες για να αερίζονται τα τυριά. Στο πιθάρι έβαζαν στρώση θυμάρι στρώση τυριά και από πάνω ξανά το ίδιο.
Ακόμη οι άνδρες καθάριζαν τις καμινάδες, εξασφάλιζαν και προετοίμαζαν ξύλα για το τζάκι, συντηρούσαν το δώμα και το σπίτι γενικότερα, επιδιόρθωναν έπιπλα και κυνηγούσαν.
Η αναφορά σε αγροτικές ασχολίες δεν σημαίνει ότι η αγροτική παραγωγή του χωριού ήταν μεγάλη. Αντιθέτως, ήταν πολύ μικρή. Λίγοι κάτοικοι μπορούσαν να εξασφαλίσουν το λάδι τους ή το κρασί τους από δικές τους ελιές ή δικά τους αμπέλια. Όλα μαζί, χωράφια, αμπέλια, λιοϋρια δεν ξεπερνούσαν τα 1500 στρέμματα. ,
Σχεδόν ότι χρειάζονταν για το ντύσιμο τους και το σπιτικό τους, και το μεγαλύτερο μέρος των τροφών που κατανάλωναν οι κάτοικοι του χωριού, παραγόταν αλλού και το αγόραζαν με χρήματα που έβγαζαν από το σμυρίγλι. Όταν κατά την κατοχή η πώληση σμυριγλού σταμάτησε, οι κάτοικοι αφού πούλησαν τον πρώτο καιρό στους κατοίκους των πεδινών χωριών ότι είχαν για λίγη τροφή, αντιμετώπισαν στην συνέχεια το φάσμα της πείνας. Οι 377 θάνατοι κατά τη διάρκεια της κατοχής ήταν το τραγικό επακόλουθο αυτής της κατάστασης.

Σημειώσεις

1 . Ένα ποίημα από το βιβλίο του Γιώργου Ψαρρού "Ποίηση και Λαογραφία", δίνει μια πολύ όμορφη εικόνα σχετική με το ρόλο του να έχει σχεδόν κάθε σπίτι τα "ζωντανά" του. Το παραθέτω.


ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΨΑΡΡΟΥ 

ΠΟΥΛΙ - ΠΟΥΛΙ
Πούουουουουλι, πούλι, πούλι κράζει
η γιαγιά μου η καλή
και τσι κότες τση συνάζει
στην πλακόστρωτη αυλή.
Πίτουρα ψιλά γεμάτο
το παλιο σκουτέλι κάτω.


Στο φαϊ να πάρει μέρος
πρώτη φτάνει η φυρή*!
Να κι ο κόκορας ο γέρος
με γερμένο το λυρί
και κοντά ντου η γυμνολαίμα
με την ξύστρα* σαν το αίμα

Να κι η άσπρη, η φασολάτη,
τα πουλιά τα καρπερά
και η μαύρη η μπιμπικάτη
με πεσμένα τα φτερά.
Να κι η αποτσιπωμένη*
-ξουτ κοριζασμένη- ξένη.


"Κάτσε - κάτσε" και αρχίζει
το ψηλάφισμα η γιαγιά.
Όσες "το βαστούν" μαντρίζει
κι όσα περιμένει αυγά,
στο ντουρβά του νου τα βάζει
κι αρχινά να λογαριάζει.


Το 'να για χοντρό αλάτι
τ' άλλο για ψιλήν κλωστή,
δυο μπουλιέρι*, ένα μάτι
κι άλλα τρία που χρωστεί,
μένουν δυο μια να πάρει
ρέγγα, με σαχλί χαβιάρι.


*φυρή (από το πυρή), καφεκόκκινη.
*αποτσιπωμένη, χωρις τσίπα χωρίς ντροπή.
*κοριζασμένη, από το κόριζα, αρρώστια των πουλερικών που μεταξύ άλλων τους φέρνει μεγάλη δίψα.
*ξύστρα, η προεξοχή δέρματος στο κεφάλι της κότας. Θεωρούσαν ότι το βαθύ κόκκινο χρώμα της ξύστρας έδειχνε καρπερότητα.
*μπουλιέρι, αυγά βρασμένα χωρίς τα τσόφλια, με νερό, λάδι και αλάτι.



2. Ο τρόπος ζωής

Η Φιλιώ Σιδερή-Χαϊδεμένου αναφέρει ότι οι κάτοικοι του χωριού δούλευαν όλο το χρόνο στα ορυχεία και πληρώνονταν την παραγωγή τους όλοι μαζί, μια φορά το χρόνο. Ο Ιωάννης Χουζούρης προσθέτει ότι την εποχή της πληρωμής μαζεύονταν στο χωριό "τεχνίτες, μαστοράδες, έμποροι και ζωέμποροι όλοι οι πραματευτάδες", και ακόμη "Ζητιάνοι και καλόγεροι , τσιγγάνοι, φωτογράφοι και μοιρατζούδες για να πουν του μέλλοντος τα πάθη". "Μια εμποροπανήγυρις ήτονε το χωριό μας κι απ' τα καλούδια τα πολλά  χάναμε το μυαλό μας" κατέληγε ο πρόσφατα αποδημήσας (2012) ποιητής της Κορώνου και της ιστορίας της. Όμως ανεξάρτητα από λεπτομέρειες, κατά τη δεκαετία του 1920 οι κάτοικοι γνώρισαν υψηλά εισοδήματα που διατηρήθηκαν σε ικανοποιητικά επίπεδα και κατά τη δεκαετία του 1930. Πήραν καλύτερα έπιπλα, έβαλαν στο σπίτι τους κρυστάλλινα και πορσελάνινα ποτήρια και πιατικά, φόρεσαν ακριβότερα ρούχα. Επιπλέον έστειλαν τα παιδιά τους στο σχολείο. Το σχολικό έτος 1939-1940, τριανταοκτώ παιδιά από την Κόρωνο, 34 αγόρια και 4 κορίτσια, φοιτούσαν στο Γυμνάσιο της Χώρας ή της Τραγέας1 . Ανώτατη εκπαίδευση πήραν στη συνέχεια 22 από τα 34 αγόρια. Κάποιοι έγιναν μηχανικοί, κάποιοι έγιναν γιατροί, κάποιοι έγιναν δικηγόροι, καθηγητές, δάσκαλοι, στρατηγοί.
Αλλά η ευμάρεια δεν κράτησε πολύ και οι χωριανοί δεν πλούτισαν. Δεν έφεραν και δεν μπορούσαν να φέρουν τεχνίτες να τους φτιάξουν σπίτια που θα έδειχναν την «καλή τους οικονομική κατάσταση» ή το καλό τους γούστο. Το χωριό έχει βεβαίως τη δική του αλλά συλλογική κυκλαδίτικη αισθητική. Ελάχιστα σπίτια ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα και αυτά όχι πολύ. Και τα σπίτια τους παρέμειναν όπως ήταν. Ούτε καν φροντίδα για τις όλως απαραίτητες βελτιώσεις δεν υπήρξε. Ο μικρός ανεπαρκής χώρος και η έλλειψη χώρων υγιεινής χαρακτήριζαν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950 τα περισσότερα τα σπίτια της Κορώνου. Και πολλά σπίτια είχαν χωμάτινο δάπεδο, σε ένα χωριό με πλακόστρωτους σε όλη του την έκταση όλους τους δημόσιους χώρους (δρόμους, πλατείες, αυλές, σοκάκια, σκάλες).
Οι κάτοικοι ωστόσο διασκέδαζαν. Τα Σάββατα και τις Κυριακές για παράδειγμα χόρευαν στα «όργανα» που έπαιζαν κυκλαδίτικους, και όχι μόνο, σκοπούς και τραγούδια. Είκοσι και πλέον οργανοπαίκτες, βιολιτζήδες, λαουτιέρηδες και κλαρινιτζήδες, έχει αναφερθεί ότι είχε το χωριό τη δεκαετία του 1930. Οι παλαιότεροι δίδασκαν τους νεότερους και υπήρχαν και άλλοι, και γυναίκες ακόμη, που ήξεραν να παίζουν κάποιο όργανο χωρίς να είναι οργανοπαίκτες. Το χρησιμοποιούσαν στις βεγγέρες, σε βραδυνές συγκεντρώσεις σε σπίτια δηλαδή. Και αρκετοί βοσκοί ήξεραν να παίζουν τζαμπούνα και τουμπάκι.

Σημειώσεις παραπομπές

1. Παραθέτω ένα ποίημα από το βιβλίο του Γεωργίου Ψαρρού "Ποίηση και Λαογραφία". Το ποίημα παρουσιάζει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ζωής των παιδιών από το χωριό που πήγαιναν γυμνάσιο είτε στη Χώρα είτε στην Τραγέα.


ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΨΑΡΡΟΥ

ΣΤΟ ΟΡΕΙΝΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟΠΑΙΔΟ

Να φεύγεις λέει α' το χωριό σου,
φίλους ν' αφήνεις συγγενείς,
τ' αδέλφια σου, το σπιτικό σου
και να 'ρχεσαι για να (γ)ενείς,
στη Χώρα, άνθρωπος τση γνώσης
 α' την αξίνη να γλιτώσεις

Σε μιαν ερείπιο, να μένεις
κάμαρα αρχοντικού παλιού
και στον καπνό μιας σκουριασμένης
μικρής γκαζιέρας του φτιλιού,
που 'χεις για τη φασκομηλιά σου,
να ψάχνεις ζεστασά, φαντάσου!

Το ντουραδάκι* να σου φέρνει
το λίγο και φτωχό φαϊ
που στο μπρακάτσι** η μάνα στέρνει
κι όντας οι δρόμοι έχουν φραεί
οι ορεινοί απο το χιόνι,
ψωμί κι ελιά τροφή σου μόνη.

Στη ράχη μιας μισοσπασμένης
κάσας να γράφεις και να τρώς
κι όντας το βράδυ αρρωσταίνεις,
μοναδικός για σε γιατρός
λίγια ρακή, ένα χαμομήλι
και ό,τι ο φτωχός θεός σου στείλει.

Να πέφτεις στην ανταριασμένη
νύχτα, χωρίς ν' ακούς μιλιά,
ο κάθε κτύπος να σου δένει
το φόβο στο λαιμό θηλιά
και να πασχίζει πάνω τσάμπα
να φέξει στην ψυχή σου η λάμπα.

Δίχως βοήθεια να διαβάζεις
μα πού και πού να σταματάς
και με σπουδή να λογαριάζεις
πόσον καιρό θέλεις να πας
στο Πάσχα και το Καλοκαίρι,
που πίσω πάλι θα σε φέρει!


(*)ντουράδι: υφασμάτινο σακίδιο που κρεμνούσαν στην πλάτη,
(**) μπρακάτσι: μικρό αλουμιμένιο δοχείο με εφαρμοστό καπάκι



3. Η ενδυμασία

Για το είδος του ντυσίματος η δεκαετία 1900-1910 αποτελεί πάνω - κάτω την περίοδο διαχωρισμού. Σχεδόν όλοι όσοι γεννήθηκαν πριν το 1900 ντύνονταν με την παραδοσιακή, οθωμανικών καταβολών φορεσιά. Με βράκα οι άντρες και με την αντίστοιχη γυναικεία φορεσιά οι γυναίκες. Το μαντήλι στο κεφάλι, που δεν κάλυπτε όμως ούτε κατ’ ελάχιστο το πρόσωπο, ήταν απαραίτητο συμπλήρωμα του ντυσίματος για τις γυναίκες κάποιας ηλικίας. Αντιθέτως εκείνοι που γεννήθηκαν μετά το 1910 υιοθέτησαν τον ευρωπαϊκό, τον δυτικό τρόπο ντυσίματος. Ο Μυκονιογιώργης, (Γεώργιος Νικολάου Κουφόπουλος), υπήρξε ο τελευταίος βρακάς.

4. Ο γάμος

Στο γάμο, ο γαμπρός ξεκινούσε με όργανα και με τους συγγενείς του και τους φίλους του να πάρει από το σπίτι της τη νύφη. Το μουσικό θέμα ήταν κοινό σε όλες τις νοτιοκεντρικές Κυκλάδες και λέγεται «μαρς της νύφης». Έχει περιληφθεί στο δίσκο του Σίμωνος Καρά «Τραγούδια Αμοργού, Κύθνου και Σίφνου». Στη συνέχεια μαζί γαμπρός, νύφη, συγγενείς και φίλοι, πήγαιναν με τη συνοδεία οργάνων στην εκκλησία. Το βράδυ όλο το χωριό ήταν καλεσμένο σε «συμπόσιο» με βιολιά και τραγούδια. Το κύριο φαγητό ήταν συνήθως μακαρόνια με κοκκινιστό κρέας. Μαγειρευόταν έξω σε πολύ μεγάλα καζάνια. Το γλέντι ήταν ολονύκτιο. Την επόμενη μέρα όλοι σχεδόν οι κάτοικοι μαζεύονταν έξω από το σπίτι των νεονύμφων τραγουδώντας τις περίφημες "πατινάδες" (γαμήλια κοτσάκια) μετά τα οποία και ακολουθούσαν νέα κεράσματα.

5. Τα ονόματα

Στην Κόρωνο συνηθίζεται να παίρνει το πρώτο αγόρι όνομα από το σόϊ του πατέρα ενώ το δεύτερο από το σόι της μητέρας. Για τα κορίτσια η σειρά είναι αντίστροφη. Το πρώτο κορίτσι ονοματίζεται με το όνομα κάποιου μέλους της οικογένειας της μητέρας, το δεύτερο με το όνομα κάποιου μέλους της οικογένειας του πατέρα. Σχεδόν κατά κανόνα τα ονόματα αυτά, ήταν τα ονόματα των παπούδων και των γιαγιάδων.
Κατά την περίοδο της ανάπτυξης και της ακμής του χωριού οι οικογένειες αποκτούσαν πολλά παιδιά. Τα παιδιά μετά το τέταρτο έπαιρναν όνομα κατά συμφωνία, είτε από το σόϊ του πατέρα είτε από το σόϊ της μητέρας είτε κατά την επιθυμία του νονού. Το πιο συνηθισμένο ήταν να παίρνουν τα πέραν του δευτέρου κορίτσια όνομα από τις αδελφές της μητέρας τους, και τα πέραν του δευτέρου αγόρια όνομα από τους αδελφούς του πατέρα τους. Παράλληλα υπήρχε φροντίδα να υπάρχει ισότητα εκπροσώπησης των οικογενειών των δύο γονιών στα ονόματα των παιδιών. Τα έθιμα αυτά ήταν κοινά σε όλη σχεδόν την Νάξο και σε άλλα νησιά των Κυκλάδων.
Αξιοσημείωτο είναι ακόμη ότι στις καταστάσεις γεννήσεων εμφανίζεται μέσα σε μία οικογένεια το ίδιο όνομα δύο ή και τρείς φορές, αρκετά συχνά. Αυτό οφειλόταν στον υψηλό βαθμό παιδικής θνησιμότητας εκείνων των χρόνων. Όταν ένα παιδί πέθαινε συνήθως έδιναν ξανά το όνομά του σε νεότερο παιδί.

Μεταξύ των γυναικείων ονομάτων, εμφανίζονται αρκετά συχνά ονόματα όπως Ανέζα (από το Agnese = Αγνή), Μαργιέτα ή Μαργιετώ, Μαργαρίτα, Φλώρα, γεγονός που δείχνει δυτική επίδραση.
Στους φορολογικούς καταλόγους του 1757 καταγράφονται (Σκαδό και Τρικοκιές) μεταξύ των φορολογουμένων 30 γυναίκες. Για 6 από αυτές δεν αναφέρεται το όνομά τους. Για δύο αναφέρονται και τα ονόματα των μητέρων τους. Συνολικά εμφανίζεται 5 φορές το όνομα Μαρία, 5 φορές το όνομα Καλή, 3 φορές το όνομα Λεντού, δύο φορές το όνομα Σταμάτα, δύο φορές το όνομα Δεσποινέτα, δύο φορές το όνομα Σεβαστή και από μία φορά τα ονόματα Ανδριανέτα, Ανέζα, Ευδοκιά, Ειρήνη, Κατερίνα, Σοφία και Κυριακή. Δεν εμφανίζονται  ονόματα  αρκετά συνηθισμένα αργότερα, από τα οποία αναφέρω για παράδειγμα τα ονόματα Άννα και Ελένη.
Tο Λεντού (Λεοντώ) που χρησιμοποιείτο συχνά παλαιότερα, πρέπει να κρατά από τους βυζαντινούς αν όχι από ακόμη παλαιότερους χρόνους. Στη Νάξο υπάρχει σε σωζόμενη επιγραφή του έτους 1289 υπό την πλήρη του μορφή (Λεοντώ). Από το Λεντού προέρχεται το Λεντούδης (ο γιος της Λεντούς), που έχει χρησιμοποιηθεί στη Νάξο ως επώνυμο και στην Κόρωνο ως παρατσούκλι (επώνυμο Μελισσουργός).
Το όνομα Καλλιόπη δεν υπήρχε. Υπήρχε το όνομα Καλή. Στην παραλλαγή του λαϊκού θρήνου για το "Μοιρολόι της Παναγίας" που τραγουδιόταν στην Κόρωνο η Παναγία λέει: Άμε και συ Αγιά Καλή που δόξα να μην έχεις/ Στη θάλασσα να δέρνεσαι, στο κύμα να κοιμάσαι/ και στου πελάου τον αφρό να (ε)σπερνολειτουργάσαι/. Στη Νάξο τα εκκλησσάκια της Αγίας Καλής ήταν κτισμένα κυριολεκτικά πάνω στο κύμα. Το εκκλησσάκι της Παναγίας της Μυρτιδιώτισας στο λιμάνι της Χώρας στη Νάξο, ήταν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950 αφιερωμένο στη λατρεία της Αγιάς Καλής1.
Άλλα ιδιαίτερα γυναικεία ονόματα, που συνηθίζονταν όμως σε αρκετές περιοχές της χώρας αλλά συνηθίζονταν πολύ περισσότερο στο χωριό μας, ειναι το Διαλεχτή και το Λεμονιά2. Αγία Διαλεχτή και αγία Λεμονιά δεν υπάρχουν και οι Διαλεχτές και οι Λεμονιές δε γιορτάζουν.
Δεν συνηθίζονταν στο χωριό αλλά έχουν χρησιμοποιηθεί τα ασυνήθιστα και αλλού ονόματα Αριάδνη, Αριέτα ή Αργιέτα, Καλομοίρα, Λουίζα, Ναυσικά, Ζηνοβία, Ματθίλδη3,  Μυρωδιά ή Μυρωδία.
Τέλος υπάρχει στο χωριό το όνομα Ευδοκία ή Ευδοκιά αλλά όχι το Ευδοξία.

Μεταξύ των ανδρικών ονομάτων το Γιάννης είχε παλαιότερα τη γραφή και την προφορά Ιάννης και το Γεώργιος είχε γίνει Έργης (Γεώργιος >Γεώργης > Γεργής >Έργης ).
Το -γιάννης, ως δεύτερο συνθετικό παρωνύμων, διατήρησε την προφορά -ιάννης τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του 1950. Ως παρατσούκλι το Γιάννης έχει εμφανιστεί και με τη μορφή Άννης (Ιωάννης > Ιάννης > Άννης ).
Αλλαγή είχε γίνει και στο όνομα του Παναγιώτη Κουφόπουλου 1902 γιου του Γλεπογιάννη που τον αποκαλούσαν Πανανή αντί για Παναγιώτη. Το Πανανής έγινε και παρώνυμο. Το Γιάννη του Πανανή τον ανέφεραν ως Πανανηδο-ιάννη.
Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα δεν ήταν σπάνιο το όνομα Αναγνώστης που δεν υπάρχει σήμερα.
Μεταξύ των όχι συνηθισμένων ονομάτων βρίσκουμε ότι χρησιμοποιήθηκαν στο χωριό τα Όθωνας (Ο βασιλιάς Όθωνας είχε επισκεφθεί τη Νάξο), Κατίνας, Κίμων, Φρίξος, Δημόκριτος, Λεονάρδος (δυνατός σαν λιοντάρι), Ρωμανός, Φοίβος, Νεόφυτος, Αριστείδης, Ιωακείμ, Φραγκούλης, και το Μπερέας. Μπερέας (η λέξη), μπορεί να σημαίνει ελευθερωμένος ή ελευθερωτής και επομένως το όνομα Μπερέας μπορεί να σημαίνει Λευτέρης.
Τέλος το όνομα Νικηφόρος αν και δεν εμφανίζεται στους φορολογικούς καταλόγους του 1757 έχει σήμερα εμφανώς μεγαλύτερη χρήση από τη χρήση που έχει σε άλλες περιοχές.

Μια σχεδόν πλήρης καταγραφή των ονομάτων υπάρχει στις κατάστάσεις γεννήσεων στην Κόρωνο που είναι καταχωρημένες στο κείμενό μου "Κόρωνος Νάξου: Οι άνθρωποι και τα επώνυμά τους - Οι πίνακες".

Σημειώσεις παραπομπές

1.Γύρω από το εκκλησάκι στο λιμάνι της Χώρας το αφιερωμένο μέχρι και τη δεκαετία του 1950 στην Αγια Καλή, (σήμερα φέρεται αφερωμένο στην Παναγία τη Μυρτιδιώτισα), υπάρχουν υπολείματα αρχαίου ναού που θεωρείται ότι ήταν αφιερωμένος στον Ποσειδώνα, σε θαλλασινή θεότητα επομένως.  Η αγιά Καλή φέρεται όμως  ως επιβίωση προχριστιανικής ή και προελληνικής θαλασσινής θεότητας, μορφής  της μεγάλης μητέρας θεάς. Με την έλευση του χριστιανισμού η λατρεία της περιορίζεται και κατά το εικοστό αιώνα καταργείται. Σε άλλες παραλαγές του Μοιρολογιού της Παναγίας δεν αναφέρεται τίποτα σχετικό για τη σχέση της αγιάς Καλής με τη θάλασσα. Η Παναγία ορίζει για την Αγιά Καλή μόνο να μη γιορτάζει και να μη λειτουργιέται σε εκκλησίες: 

" Άντε και συ Άγια Καλή ποτέ σου μην γιορτάσεις,
/ ποτέ τ’ ονοματάκι σου στην εκκλησιά μην ψάλεις!". 

Έτσι τα εκκλησάκια της Αγιάς Καλής άλλαξαν όνομα, η λατρεία της Αγίας Καλής ή  της Αγια-Καλής σχεδόν ξεχάστηκε και οι Καλές  έγιναν Καλλιόπες. Και τα εκκησάκια τα αφιρωμένα στην Αγιά αφιερώθηκαν σε άλλα ιερά πρόσωπα ή συμβάνταά Καλλιόπη. Η Αγιά Καλή του λιμανιού της Νάξου έγινε  Παναγία η Μυρτιδιώτισα. Στην Πάρο, στον κόλπο της Νάουσας κοντά στην παραλία Κολυμπήθρες, υπάρχει μικρή νησίδα που ονομάζεται Αγιά Καλή στην οποία βρίσκεται εκκλησσάκι που γιορτάζει την ημέρα της Ανάληψης. Παλαιότερα ήταν αφιερωμένο στην αγιά Καλή. Στο χωριό μας μια χαρακτηριστική φυσιογνωμία του  χωριού ,  η Κουφίταινα, ονομαζόταν και είχε βαπτισθεί ως Καλή. Ήταν η Καλή η Κουφίταινα. Και το Καλή ήταν παλαιότερα ένα από τα συνηθέστερα γυναικεία ονόματα στο χωριό. 
Κάποια στιγμή εφαρμόστηκε πλήρως  η απαγόρευση της λατρείας της και Αγια Καλής και η απαγόρευση της απόδοσης του ονομάτος Καλή  κατά τις βαπτίσεις.Και οι υπάρχουσες Καλές μετονομάσθηκαν σε Καλλιόπες. Όμως το όνομα Καλλιόπη στο χωριό έχει πολύ μικρότερη συχνότητα επιλογής του από τη συχνότητα επιλογής που είχε το όνομα Καλή

2. Το όνομα Λεμονιά μιας γυναίκας από τη Λευκάδα έδωσε το ερέθισμα στον Φώτιο Κωνσταντίνου Σιδερή ή Μπεοφώτη (1920) να αναζητήσει το δέντρο των Μπέηδων- Σιδερήδων της Κορώνου. Η γυναίκα από τη Λευκάδα βρέθηκε  δισέγγονη της Κορωνιδάτισας Λεμονιάς Μανώλη Σιδερή αδελφής του Ιωάννη Σιδερή του Μπέη , του Μιχαήλ Σιδερή του Μπερεάκη και του Γεωργίου Σιδερή του Σάλιακα , σύμφωνα με τον Φώτη Σιδερή.

3.Το Ματθίλδη προέρχεται από το λατινικής προέλευσης δυτικό γυναικείο όνομα Matilda ή Mathilda [=maht, ισχύς + hiltia, μάχη αγώνας] και σημαίνει τη γεμάτη δύναμη στον αγώνα, στη μάχη. (Webster's New World Dictionary, Prentice Hall Press second edition 1986). Στην τελική διαμόρφωση του ονόματος υπήρξε και παρετυμολογική επίδραση του ονόματος Ματθαίος.


6. Οι γιορτές

Ο αγροτικός κόσμος της Ελλάδας είχε το δικό του πολιτισμό από την αυγή της νεολιθικής εποχής τον οποίο και διατηρούσε, στο βαθμό που επιζούσε το αγροτοποιμενικό στοιχείο, μέχρι τη δεκαετία του 1950. Αυτός ο πολιτισμός των χωρικών συντίθεται από μια λαϊκή "θρησκεία και παράδοση που αναφερόταν στον ετήσιο επαναλαμβανόμενο κύκλο των εποχιακών φαινομένων, με τις ελπίδες, τους φόβους και τις λύπες που συνοδεύουν το γύρισμά του για τους γεωργούς και τους βοσκούς. Αυτός ο πολιτισμός επέζησε όλων των πολιτισμών που αναπτύχθηκαν στον ελλαδικό χώρο. Μόνο από τις αρχές του εικοστού αιώνα ο αρχαίος αγροτικός τρόπος ζωής άρχισε να υποκύπτει στον αστικό τρόπο ζωής των σύγχρονων βιομηχανικών πόλεων στις οποίες άρχισε να μεταφέρεται ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού των ελληνικών χωριών. Για τους λόγους αυτούς οι γιορτές, ανεξάρτητα από το με ποιο ένδυμα εμφανίζονται, είναι ουσιαστικά γιορτές αγροτοποιμενικές.

Το θρησκευτικό συναίσθημα των κατοίκων της Κορώνου ήταν βεβαίως ιδιαίτερα ισχυρό. Οι κάτοικοι ήξεραν τα κοντάκια, τα τροπάρια και τα απολυτίκια των αγίων. Ήξεραν τους ύμνους των Χριστουγέννων και τις ψαλμωδίες και τα εγκώμια της Μεγάλης Εβδομάδας εξ’ ίσου καλά με τα κάλαντα και το λαϊκό «Μοιρολόι της Παναγίας». Νήστευαν όλη τη Μεγάλη Σαρακοστή. Τετάρτη και Παρασκευή νήστευαν και το λάδι. Τη Μεγάλη Πέμπτη οι καμπάνες δεν ηχούσαν, ηχούσαν οι ροκάνες.
Για τον ερχομό του Πάσχα όλες οι στράτες και όλα τα σπίτια ασπρίζονταν με φρέσκο ασβέστη. Και η γιορτή της Αγάπης την Κυριακή του Πάσχα αποκτούσε  παλιότερα ιδιαίτερο περιεχόμενο. Ήταν, λέγεται, πραγματικά γιορτή αγάπης
 Όμως ο τρόπος που γιορτάζεται το Πάσχα, με τα μαγειρευτά ρίφια στο χωριό ή τα ψητά αρνιά αλλού, τα γαρδούμια με μάραθα, τις μυζήθρες και τα ξυνόγαλα στο χωριό, με τα κόκκινα αυγά παντού, κάνει φανερή τη σύνδεσή του με την αγροτοποιμενική ζωή. Κ
αι οι γιορτές της αποκριάς δεν έχουν καθόλου θρησκευτικό περιεχόμενο. Στην Κόρωνο ήταν συνδεδεμένες με την χοιροσφαή1 , το φτιάξιμο του παστού και του γλινερού, την οινοποσία, τα τραγούδια, τις απαγγελίες, τους χορούς, τα μασκαρέματα και τα χοντρά πολλές φορές αστεία, τα συνδεδεμένα με μια γεωργο-ποιμενική αντίληψη για την ευρωστία και τη γονιμότητα. Τις Κυριακές το βράδυ χόρευαν στα καφενεία με όργανα. Τις Κυριακές, την Καθαρή Δευτέρα και κάποιες καθημερινές τα μεσημέρια, τραγουδούσαν και χόρευαν με ή χωρίς όργανα στα δώματα των σπιτιών και στα πλατώματα1.
Ανάλογα μπορεί να πει κανείς και για τις γιορτές του Κλήδονα, με το αμίλητο νερό, με το αλμυρόψωμο, με το κάψιμο των μαγιάτικων στεφανιών και το πήδημα πάνω από τις φωτιές του Αη-Γιάννη. Γιορτάζονταν λίγες ημέρες μετά το θερινό ηλιοστάσιο. Ήταν γιορτές συνδεδεμένες με την έλευση του καλοκαιριού και με την αναζήτηση, εκ μέρους των νέων, συντρόφου για τη ζωή τους. Και ήταν γιορτές που έδιναν ευκαιρία για παιχνίδια, αυτοσχέδιους στίχους, τραγούδια και χορούς.

Μια γιορτή που δεν είναι πανελλήνια ήταν η γιορτή της «Πληθερής». Είναι καθαρά ποιμενική αν και δε γιορταζόταν στις 2 του Σεπτέμβρη ή τη Νιά Παρασκευή, ημέρες που έχουν συνδεθεί με τη λατρεία του προστάτη των κτηνοτρόφων Άγιου Μάμα. Γιορταζόταν την ημέρα της Ανάληψης αλλά δεν είχε κανένα θρησκευτικό περιεχόμενο και δεν είχε καμμιά σχέση με τη θρησκευτική γιορτή της ημέρας. Την ημέρα εκείνη οι βοσκοί έμεναν στις μάντρες και ετοίμαζαν ξυνόγαλα. Οι χωριανοί τους έστελναν κεράσματα και ευχές με τα μεγαλύτερα παιδιά τους. Οι ευχές ήταν να πληθύνουν οι βοσκοί τα ζώα τους και να μεγαλώσουν την παραγωγή τους. Οι βοσκοί δέχονταν τις ευχές και τα κεράσματα και φίλευαν τα παιδιά με ξυνόγαλα, που έστελναν και στους γονείς των παιδιών. Τα σχολεία την ημέρα της γιορτής δεν λειτουργούσαν. Η γιορτή ήταν ημέρα χαράς και «ανακάλυψης» της ευρύτερης περιοχής για τα παιδιά και ημέρα χαράς και ελπίδων και για τους βοσκούς.

 Στις γιορτές του χωριού πρέπει να περιληφθούν και τα πανηγύρια. Στην Κόρωνο γίνονται τρία πανηγύρια.

Το ένα τη Νια (την πρώτη μετά το Πάσχα) Παρασκευή, την ημέρα της Ζωοδόχου Πηγής. Γιορτάζει η εκκλησία της Παναγίας της Αργοκοιλιώτισσας. Έχει παναξιακό χαρακτήρα και παλαιότερα είχε πολύ μεγάλη συμμετοχή κόσμου . Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται πάλι μια αύξηση του αριθμού των προσερχομένων.
Το δεύτερο στις 17 Ιουλίου, ημέρα που γιορτάζει η Αγία Μαρίνα, η κεντρική εκκλησία του χωριού, με ολονύκτιο ξεφάντωμα.
Το τρίτο στις 23 Αυγούστου, στα εννιάμερα από την Κοίμηση της Θεοτόκου, στο Λιοϋρι. Γιορτάζει η εκκλησία της Παναγίας της Κεράς.

Ιδιωτικά κάθε χωριανός γιόρταζε την ημέρα της ονομαστικής του γιορτής, μαζί με τους συγγενείς του και τους φίλους του. Οι επισκέπτες δεν του πήγαιναν δώρα. Τον τιμούσαν με την παρουσία τους. Η ημέρα των γενεθλίων δεν γιορταζόταν.


Σημειώσεις παραπομπές

1. Από το βιβλίο του ΓΩΡΓΙΟΥ ΨΑΡΡΟΥ  "Ποίηση και Λαογραφία" παραθέτω ένα ακόμη ποίημα του, αυτήν τη φορά για τη "χοιροσφαή". Το ποίημα ζωντανεύει το κλίμα που εδημιουργείτο και δίνει ταυτόχρονα λεπτομερείς και ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τον τρόπο ζωής..



ΧΟΙΡΟΣΦΑΗ

Στην ασμυρίγλα δίκοπα 'κονίζονται μαχαίρια,
των χοίρων πια ετέλειωσε στ' αλήθεια "το ψωμί".
Τα ροτζιασμένα κι άκακα, σκληρά γίνονται χέρια
και οι αυλές, για τη θεά Αποκριά, βωμοί.


"Θρεφτό*" στο βόρτο, εκατόν είκοσι και ... οκάδες*
κρεμιέται! "Φτου μην μπασκαθεί*" λένε το σπιτικό!
Η φούσκα στα μικρά παιδιά ανάβει τσοι καβγάδες
κι η "φύση*" για τα ξώραφα κρύβεται λαδικό.


Συκώτια, έγλισες* πολλές, κικίδια* στο τηγάνι,
μια σπλήνα που στα κάρβουνα τσιρίζει ζωντανή,
κι ένας νεμπότης*, που κρασί α' το μεθύρι* βγάνει,
τη φτώχεια και τη στέρηση καθίζουν στο σκαμνί.


Κόβεται για λουκάνικα ετούτο το κομμάτι.
Εκείνο πάει για φτωχούς που δεν είχαν "θρεφτό",
οι καβανοί* με γλινερό*σφραγίζονται γιομάτοι
κι η "πλάκα*", τρία δάκτυλα στο πάχος, για παστό.


Τρίβει τη φούσκα ο μικρός για να γινεί μεγάλη,
μεγάλη σαν του αμπάδικου* βουδιού την κεφαλή,
κόβει λεμόνια η γιαγιά στις αματιές* να βάλει.
Φίλοι μου χρόνια σας πολλά κι αποκριά καλή.



*θρεφτό, το ζώο που έτρεφαν στο σπίτι για κρέας, εδώ ο χοίρος.
*οκά, μονάδα βάρους που εχρησιμοποιείτο στην Ελλάδα αντί του κιλού μεχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950. Αντιστοιχούσε σε 1280 γραμμάρια και εδιαιρείτο σε 400 δράμια.
*φύση, το γεννητικό όργανο
*έγλισες τα "γλυκάδια" (αδένες κυρίως του λαιμού και του παγκρέατος).
*κικίδια, γλυκάδια από άλλο μέρος του σώματος.
*νεμπότης, μικρό δοχείο για σερβίρισμα κρασιού.
*μεθύρι, μεγάλο πήλινο δοχείο για λάδι ή κρασί.
*καβανοί, πήλινα δοχεία με χέρια και με καπάκι
*γλινερό, κομμάτια χοιρινού τηγανισμένα και χωμένα σε λίπος χοίρου.
*πλάκα, το λίπος της κοιλιάς του χοίρου, απαραίτητο για το γλινερό.
*αμπάδικο, το χωρίς κέρατα.
*αματιές, τα έντερα του χοίρου γεμιστά με ρύζι και χορταρικά.




7. Οι χοροί και τα τραγούδια

Ο Θησέας, γυρνώντας από την Κρήτη στην Αθήνα, στάθηκε στη Δήλο. Πρόσφερε αφιερώματα και θυσίες στους θεούς και γιόρτασε με τους συντρόφους του. Στις γιορτές χόρεψαν το χορό του γερανού, αγέρανο θα τον λέγαμε σήμερα, μαζί άντρες και γυναίκες. Χορός ανδρών και γυναικών μαζί γινόταν για πρώτη φορά σε ελληνικά φύλα. Από τότε οι Κυκλαδίτες, (Αιγαιίτες και Ίωνες τότε και την αμέσως επόμενη εποχή), χορεύουν χορούς κοινούς για άντρες και γυναίκες.
Συρτοί, μπάλοι, αγέρανοι και βλάχες είναι σήμερα κυκλαδίτικοι χοροί που τους χορεύουν μαζί γυναίκες και άντρες. Με εξαίρεση την περίπτωση του μπάλου, οι ρυθμοί και οι μελωδίες έχουν αρχαία καταγωγή, προέρχονται όμως από βυζαντινούς ρυθμούς και παίζονται στη φυσική μουσική κλίμακα. Ο συρτός είναι αρχαίος χορός. Συρτοί, βλάχες, και αγέρανοι είναι ομαδικοί, συλλογικοί χοροί. Ο προσωπικός χορός στις Κυκλάδες είναι ο μπάλος, ένας ζευγαρωτός και όχι ατομικός χορός. Έχει δυτική προέλευση αλλά είναι πλήρως αφομοιωμένος και αποτελεί βασικό τμήμα της νησιώτικης χορευτικής και μουσικής παράδοσης. Ο στίχος των τραγουδιών είναι χαρακτηριστικά λυρικός.


Η λαϊκή μουσική παράδοση στη Νάξο, αναπτύχθηκε στα χωριά. Η επιροή της πολίτικης και της μικρασιάτικης μουσικής στη διαμόρφωσή της είναι εμφανής. Η ναξιώτικη μουσική είχε όμως εξαιρετικά πρωτότυπες δημιουργίες. 
Τα πιο πηγαία τα πιο αυθεντικά ναξιώτικα μουσικά θέματα, θα πρέπει να δημιουργήθηκαν από βοσκούς. Σε πολλά χωριά τραγουδούσαν και χόρευαν περισσότερο τη δική τους την τοπική βλάχα. Η κορωνιδιάτικη βλάχα έχει τίτλο «Τα παλαιά μου βάσανα» και χαρακτηριστικό στίχο «τα βάσανά μου τραγουδώ, τον πόνο μου γλεντίζω».
Στα όργανα που συνοδεύουν τους χορούς, η λύρα είχε από νωρίς αντικατασταθεί από το βιολί, που παρείχε μεγαλύτερες δυνατότητες ανάπτυξης της μελωδίας. Βιολί και λαούτο αποτελούσαν συνήθως την ορχήστρα. Διετηρείτο όμως και η τζαμπούνα με το ενθουσιαστικό παίξιμό της, και το τουμπάκι, είδος μικρού τυμπάνου. Οι σκοποί παίζονταν στις ψηλές νότες του βιολιού γιατί οι ψηλές νότες διεγείρουν περισσότερο στο χορό.
Μια ιδέα της μουσικής και των χορών του χωριού μπορείτε να πάρετε στις συνδέσεις που σας παραπέμπουμε. Θα ακούσετε και θα δείτε κορωνιδάτικη βλάχα από χορευτικό συγκρότημα αλλά και από εκδήλωση στην πλατεία του χωριού το καλοκαίρι του 2008 καθώς και μπάλο από την ίδια εκδήλωση αλλά και από χορευτικό όμιλο. Μπορείτε ακόμη να παρακολουθήσετε για λίγο εξάσκηση στο χορό σε έναν από τους πολλούς συλλόγους Ναξιωτών της Αθήνας. Μια μικρή αναφορά στη μουσικοχορευτική παράδοση της Νάξου θα βρείτε κάνοντας κλικ στον τελευταίο σύνδεσμο αυτής της παραγράφου.

Στα γλέντια τους οι κάτοικοι του χωριού δεν περιορίζονταν σε αυτού του είδους χορούς και τραγούδια. Είχαν παλαιότερα επαφές με την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και άλλες πόλεις της Μικράς Ασίας. Αργότερα με την Ερμούπολη, τον Πειραιά και την Αθήνα1. Εκτός από τις επιρροές της μουσικής της Πόλης και της Μικράς Ασίας στην Κυκλαδίτικη, έχουμε άμεση γνώση και μεταφορά από τους οργανοπαίκτες και τους τραγουδιστές, και μετάδοσή στους χωριανούς και στις επόμενες γενιές, σκοπών και τραγουδιών από όλες αυτές τις περιοχές. Τοπικοί χοροί άλλων περιοχών, ο καλαματιανός, ο χασάπικος, ο ζεϊμπέκικος, το σέρβικο αλλά και χοροί όπως το ταγκό, το βαλς, το φοξ-αγγλαί και το τσάρλεστον περιλαμβάνονταν στους χορούς που χόρευαν στην Κόρωνο κατά τη δεκαετία του 1930. 


Στους χορούς  διεκπεραιωνόταν ένα μέρος της διαδικασίας που οδηγούσε σε σχέση που κατέληγε σε γάμο. Και οι χοροί γίνονταν υπό το βλέμμα όλων και ειδικότερα των γερόντων του χωριού, που θα μπορούσε να αποδοκιμάσουν με κτύπημα των ποδιών τυχόν "ανάρμοστες συμπεριφορές".
Μερικοί ναξιώτικοι σκοποί συνοδεύονταν με τοπικά αυτοσχέδια δίστιχα (κοτσάκια). Αυτό συνηθίζεται σε όλη τη Νάξο, ως τις μέρες μας. Αρκετά συχνά στιχοπλόκος ήταν ο λαουτιέρης που ήταν και εκείνος που ρύθμιζε το ρυθμό του χορού και τη σειρά των χορών.


Όσον αφορά τα αφηγηματικά τραγούδια, μαρτυρείται ότι στις αρχές του εικοστού αιώνα, υπήρχαν στην Κόρωνο άτομα που απάγγελναν και τραγουδούσαν πολύ μεγάλα τμήματα από τον Ερωτόκριτο2. Ακόμη ότι στην Κόρωνο απάγγελναν και τραγουδούσαν και άλλα τραγούδια όχι τοπικά, όπως η «Ριμάδα Κόρης και Νιού2», και διάφορα «Εκατόλογα3». Ποικίλες παραλλαγές της «Ριμάδας Κόρης και Νιού» είχαν μεγάλη διάδοση στην Κέρκυρα, στα Δωδεκάνησα και στις Κυκλάδες.
Πέραν αυτών, ο καθηγητής και λαογράφος Δημ. Οικονομίδης αναφέρει ότι στο Λαογραφικό Αρχείο υπάρχουν δύο ακριτικά τραγούδια και πέντε παραλογές εκ των οποίων δύο σε διπλή παραλλαγή, που έχουν καταγραφεί στην Κόρωνο από τον ιερέα και δάσκαλο Γαβριήλ Λεγάκη το 1888 και το Στέφανο Ήμελλο το 19604.


Τα τραγούδια, τα κάλαντα και τα τροπάρια αποτελούσαν μέρος της προφορικής λογοτεχνικής παράδοσης στην οποία βασιζόταν η καλλιέργεια το γλωσσικού αισθητηρίου και η ομαλή φυσική εξέλιξη της γλώσσας, και όπως οι παροιμίες και τα γνωμικά, αποτελούσαν και μέρος της προφορικής παράδοσης που έδινε πρότυπα ήθους και συμπεριφοράς.



Σημειώσεις παραπομπές

1. Από το δέκατο έκτο μέχρι τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα υπάρχουν πυκνές επαφές με την Πόλη, τη Σμύρνη και τη Μικρά Ασία. Η επικοινωνία γινόταν κυρίως με ιστιοφόρα πλοία που εκτελούσαν τακτικά δρομολόγια. Γύρω στα 1900 ταχυδρόμοι των ορεινών χωριών μετέφεραν επιστολές και είδη προς και από την Κωνσταντινούπολη. Στα Βουρλά της Μικράς Ασίας οι Ναξιώτες είχαν δημιουργήσει αληθινή αποικία και επιδίδονταν στην αμπελουργία. Πυκνές επαφές, κυρίως από το1830 μέχρι και τις πρωτες δεκαετίες μετά το 1900, υπήρχαν και με τη Σύρο. Από το 1890 ξεκινά η υπερωκεάνια μετανάστευση προς την Αμερική και μετακίνηση πληθυσμού προς τον Πειραιά και την Αθήνα. Στα 1934 σύλλογος Ναξιωτών από την Κεραμωτή, την Κόρωνο, το Σκαδό, τη Μέση και την Κωμιακή που μένουν στην Αθήνα, αριθμεί περί τα 800 μέλη. Λεπτομέρειες για τα θέματα αυτά, δίνει ο Χρήστος Σιδερής στο μελέτημά του "Βόρεια Ορεινή Νάξος - Τόποι προορισμού των μεταναστών από την βόρεια ορεινή Νάξο". Στο δικτυακό του τόπο υπάρχουν και άλλα σχετκά μελετήματα.

2. Μαρτυρία Ειρήνης Κουμερτά-Ψαρρού.

3. Εκατόλογο υπάρχει σε λαογραφικό υλικό που είχε συγκεντρώσει ο παπα-Λεγάκης και το είχε αποστείλει στο Νικόλαο Πολίτη το έτος 1888. Το εκατόλογο το παρουσάζει ο Δημήτριος Λουκάτος με δημοσίευμά του στο περιοδικό "Λαογραφία" (τόμος 32) και παρατίθεται στη συνέχεια.

4. Δημ. Οικονομίδη: "Τα ακριτικά άσματα εν Νάξω" και "Ναξιακαί παραλογαί", Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τόμοι Β΄ και Γ΄ αντιστοίχως.






Ένα εκατόλογο


Στις κοινωνίες που η γραφή εχρησιμοποιείτο σε πολύ λίγες δραστηριότητες και από πολύ λίγους, οι σκέψεις, οι πληροφορίες, οι κρατούσες αντιλήψεις, οι απαραίτητες γνώσεις, μεταβιβάζονταν από τον ένα στον άλλο και από τη μια γενιά στην άλλη προφορικά. Για να διατηρούνται στη μνήμη διατυπώνονταν με αποφθέγματα με αφορισμούς με παροιμίες ή έμμετρα με στίχους. Αυτό ανέπτυξε ιδιαίτερα την διάθεση και την ικανότητα των ανθρώπων να φτιάχνουν στίχους και οδήγησε σε "απαίτηση" να υπάρχει αυτή η ικανότητα1. Ο νέοι θεωρούσαν υποχρέωσή τους το να πουν δυο δικούς τους ερωτικούς στίχους στη νέα που τους ενδιέφερε και η νέα το περίμενε και το επιθυμούσε2.

Αυτό λίγο πολύ κωδικοποιείται στα εκατόλογα. Τα «εκατόλογα» δεν είναι αφηγηματικά τραγούδια. Περιγράφουν ένα είδος ερωτικής δοκιμασίας. Ο νέος που θέλει να κατακτήσει μια νέα (μια λυερή), πρέπει να πει εκατό λόγια, δηλαδή εκατό ερωτικά δίστιχα που περιλαμβάνουν έναν αριθμό από το 1 ως το 100 για να αριθμούνται. Συνήθως μετά το δέκα δεκατίζει τα λόγια, λέει δηλαδή ένα μόνο δίστιχο για κάθε δεκάδα αριθμών.
Πρέπει να πούμε ότι τα εκατόλογα δεν ήταν αυστηρά τοπικά τραγούδια, και παραλλαγές του ίδιου ουσιαστικά εκατόλογου τραγουδιόνταν σε ευρείες περιοχές. Ο Νικόλαος Πολίτης είχε καταλήξει στο "βέβαιο" (δηλαδή βέβαιο κατά τον ίδιο) συμπέρασμα ότι "ερωτικά αριθμητικά ασμάτια" (εκατόλογα δηλαδή) "ιδιάζουσιν εις μόνην την ελληνικήν δημώδη φιλολογίαν".  Είχε εξ άλλου αποδώσει στα εκατόλογα τον τίτλο "κατόλογα". 


Το 1888 ο χωριανός μας ιερέας και δάσκαλος στο χωριό Γαβριήλ Λεγάκης συγκέντρωσε και έστειλε στον Νικόλαο Πολίτη, Γενικό Επιθεωρητή της Δημοτικής Εκπαίδευσης τότε, λαογραφικό υλικό του χωριού μας στο οποίο μεταξύ άλλων περιλαμβανόταν και μια παραλλαγή ενός κατόλογου. Ο Πολίτης παρέδωσε αυτήν την παραλλαγή στους Hesseling και Pernot που την περιέλαβαν το 1913 σε έναν τόμο με τραγούδια-ερωτοπαίγνια.
Ό καθηγητής Δημήτριος Λουκάτος παρουσίασε στο περιοδικό "Λαογραφία" τόμος 32 σελιδες 18-26 την παραλλαγή αυτήν όπως ακριβώς είχε δημοσιευθεί στο βιβλίο των Hesseling και Pernot αναφέρει ο ίδιος, μαζί όμως με μια δεύτερη παραλλαγή του ίδιου εκατόλογου που  είχε καταγράψει το 1911 "μάλλον  νησιώτης της πρωτεύουσας, ένας επιστήμων -λόγιος της εποχής ο χημικός Όθων Ρουσόπουλος"3,4. Από το δημοσίευμα του περιοδικού "Λαογραφία" αντλώ το "κατόλογο" που κατέγραψε ο Γαβριήλ Λεγάκης το 1888 και το παρουσιάζω εδώ.

Σε ότι αφορά τη μουσική μελωδία που συνόδευε τα εκατόλογα, έχω υπόψη μου μόνο ένα εκατόλογο από τις Καλλιθιές Ρόδου που έχει περιλάβει ο Σίμων Καράς στον δίσκο του 'Τραγούδια Ρόδου, Χάλκης και Σύμης". Είναι σε ύφος κρητικών μαντινάδων αναφέρει ο Σίμων Καράς. Ο ρυθμός του τραγουδιού είναι γρήγορος και πρέπει να χορεύεται με κάποιου είδους πηδηχτό χορό.










*μόδι: μονάδα όγγου για τη μέτρηση σιτηρών. Ένα μόδι = 8,75 λίτρα.
*λογάρι: αποθησαυρισμένο χρήμα
*στην καδένα: αλυσοδεμένος στη φυλακή
*Εξώθηκα : Κατά τον Δημήτριο Λουκάτο ο Νικόλαος Πολίτης θεωρεί αρχικό ρήμα αυτού του διστίχου το Εξέστηκα, πιθανώς από το εξίσταμαι = απορώ, θαυμάζω, εκπλήττομαι, μένω έκθαμβος, πέφτω σε έκσταση.
*μπιτσαξής: ο μαχαιροποιός, ο τροχιστής
* γυναίκα : Ίσως θα ήταν πιο σωστό να τοποθετηθεί εδώ ένα δίστιχο ως απόκριση του νιου στο δέκα της λυερής. Στην παραλλαγή του Όθωνα Ρουσόπουλου διαβάζουμε
- Δέκα του λέει η λυερή κι ο νιος απιλογάται.
- Δεκάτιζε τα λόγια σου, κάμε τα δέκα δέκα,
κ’ ίσως τα παω στα εκατό και παίρνω σε γυναίκα
Ο Νικόλαος Πολίτης όμως έχει τη γνώμη ότι δεν θα ήταν σωστό να ζητεί ο νιος να του χαριστούν στίχοι.

Σημειώσεις

1. Παλαιότερα στην Απείρανθο ακόμη και όταν λογομαχούσαν χρησιμοποιούσαν στίχους με συγκεκριμένο μάλιστα μέτρο αναφέρουν παλιότεροι, και σε ελληνική ταινία παρουσιάστηκε να συνηθίζεται το ίδιο σε χωριό της Ζακύνθου.
 2. Μέχρι και τη δεκαετία του 1930 οι νέοι από το χωριό θεωρούσαν υποχρέωσή τους όταν έστελναν στην κοπέλλα τους μια φωτογραφία ή κάποιο γράμμα να της γράψουν και κάποιους στίχους.


3.Ο Όθων Ρουσόπουλος (1855-1922)  ήταν γιος του κλασσικού φιλόλογου και αρχαιολόγου Αθανάσιου Ρουσόπουλου αναφέρει ο καθηγητής Δημήτριος Λουκάτος. 

4. Παραθέτω  εδώ ένα δίστιχο από την παραλλαγή Ρουσόπουλου, ένα από εκείνα που ήταν διαφορετικά από τα αντίστοιχα δίστιχα της παραλλαγής Λεγάκη.
"Δύο αστέρια λαμπερά είναι τα δυο σου μάτια/
π' όποιον κοιτάξουν την καρδιά του κάνουν δυο κομμάτια/."


8. Το γλωσσικό ιδίωμα του χωριού

Το γλωσσικό ιδίωμα του χωριού, όπως και τα γλωσσικά ιδιώματα όλων των χωριών της Νάξου, ανήκει στα καθαρά νησιώτικα γλωσσικά ιδιώματα και φυσικά έχει νότιο φωνηεντισμό. Αντιθέτως προς όσα αναφέρει ο Αντώνιος Σιγάλας1, τα γλωσσικά ιδιώματα των χωριών της Νάξου καμιά επιρροή δεν έχουν δεχθεί από βόρεια γλωσσικά ιδιώματα. Όπως αναφέρει ο καθηγητής Ιωάννης Προμπονάς στο μελέτημά του « Η γλώσσα των ναξιακών εγγράφων (1433-1837) και το παλαιότερον ναξιακόν ιδίωμα2 », γλωσσικά φαινόμενα σαν αυτά που παρατηρούνται στα χωριά της Βορειοανατολικής Νάξου και αφορούν μεταβολές φωνηέντων, παρατηρούνται σε όλα τα νότια ιδιώματα3. Επιπλέον όπως επίσης παρατηρεί ο καθηγητής Ιωάννης Προμπονάς, τα έγγραφα μαρτυρούν ότι τα γλωσσικά ιδιώματα των χωριών της βορειοανατολικής Νάξου μοιάζουν περισσότερο με το παλαιό ναξιακό γλωσσικό ιδίωμα από ότι τα ιδιώματα των χωριών της υπόλοιπης Νάξου, και εξηγεί ότι αυτό συμβαίνει επειδή η βορειοανατολική Νάξος ήταν απομονωμένη και έτσι έχει δεχθεί μικρότερη επίδραση από μέρους των Ενετών και των Δυτικών εν γένει, από την επίδραση που έχει δεχθεί η υπόλοιπη Νάξος.

Το γλωσσικό ιδίωμα της Κορώνου διατηρεί ως νότιο νησιώτικο ιδίωμα, ένα σύστημα πέντε φωνηέντων, (α, ε, ι, ο, ου), και στις τονιζόμενες και στις άτονες συλλαβές. Ακόμη, όπως όλα τα νότια ιδιώματα, δεν εμφανίζει συμπλέγματα συμφώνων άλλα από εκείνα που εμφανίζονται στη νεοελληνική κοινή και τα μόνα σύμφωνα που μπορεί να εμφανίζει στο τέλος μιας λέξης είναι το [ν] και το [ς]. Έχει βεβαίως το ιδίωμά μας τις ιδιαιτερότητές του. Θα προσπαθήσω να το περιγράψω. Η περιγραφή βασίζεται στο παραπάνω μελέτημα του Ιωάννου Προμπονά. Έχουν ληφθεί υπόψη τα αναφερόμενα και στό βιβλίο του Νικολάου Κοντοσόπουλου "Διάλεκτοι και Ιδιώματα της Νέας Ελληνικής" και περισσότερο τα αναφερόμενα στο προλογικό σημείωμα του βιβλίου του Γεωργίου Ψαρρού "Ποίηση και Λαογραφία". Ιδιαιτερότητες του γλωσσικού ιδιώματος της Κορώνου διερευνήθηκαν με βάση το παραπάνω προλογικό σημείωμα του Γεωργίου Ψαρρού και κυρίως με βάση τη γλώσσα, το γλωσσικό ασθητήριο και τις μνήμες της γεννημένης το 1921 Ειρήνης Ψαρρού - Κουμερτά.

-Στη μιλιά μας το [κ] δεν έγινε ποτέ [τσ] όπως έγινε, μάλλον σχετικά πρόσφατα, σε μερικά άλλα ναξιώτικα ιδιώματα.
-Αντιθέτως προς ότι συμβαίνει στην Απείρανθο αφ’ ενός και στο Φιλότι και την Κωμιακή αφ’ ετέρου, η προφορά του [λ] δεν τροποποιείται μπροστά από κάποια φωνήεντα.
-Το [γ] δεν προφέρεται όταν βρίσκεται στην αρχή των λέξεων και όταν βρίσκεται μεταξύ δύο φωνηέντων οπουδήποτε μέσα στη λέξη. Λέμε ή έλεγαν άμος αντί γάμος, θυατέρα αντί θυγατέρα, τριϋρίζει αντί τριγυρίζει, ανοίω αντί ανοίγω, αρμέω αντί αρμέγω. Η λέξη φλέα θεωρείται ότι προέκυψε ως εξής: φλέβα > φλέγα > φλέα ( Ιωάννης Προμπονάς)
-Η κατάληξη –εύω γίνεται –εύγω. (δουλεύγω, χορεύγει).
-Το [γ] αναπτύσσεται και προ του [ν] ( ενάντια > αγνάντια = απέναντι, έννοια >έγνοια = φροντίδα). Από το αγνάντια και το αγναντίζω.
-Στην καταλήξεις λέξεων προστίθεται ένα [ν] όταν ακολουθούν λέξεις που αρχίζουν από φωνήεν ή άηχο σύμφωνο (κ, π, τ). Το [ν] αυτό ακούγεται σαν πρώτος φθόγγος της λέξης που ακολουθεί (καλόν ταξίδι > καλό νταξίδι).
-Στην αρχή λέξεων οι οποίες αρχίζουν από φωνήεν ή άηχο σύμφωνο (κ, π, τ) αναπτύχθηκε ένα [ν] ή ένα [μ] ( νοικοκύρης, νοικοκυρά, Μπαφίτης = Παφίτης, Ντηνιακός, μπλεκτό). Αιτία η συνεκφορά του [ν] του άρθρου της αιτιατικής.

-Τα περισπώμενα ρήματα προφέρονται συνηρημένα και διατηρείται η διάκριση συζυγίας (αγαπώ, αγαπάς αλλά κουνώ κουνείς και πορπατώ πορπατείς)
-Στα ρήματα η συλλαβική . αύξηση (ε- ή η- ) διατηρείται πάντοτε ( ήχυσα, ετρώανε).
-Στα ρήματα δεν χρησιμοποιείτο η κατάληξη -ουσι (τρώουσι), ούτε η κατάληξη -ασι (εφάασι) που χρησιμοποιείτο στην Απείρανθο.
-Προστίθεται, όπως και στα περισσότερα Ναξιώτικα ιδιώματα, η κατάληξη –νε ή -ε στις ακόλουθες περιπτώσεις:
στο πρώτο πληθυντικό πρόσωπο των παρελθοντικών χρόνων της ενεργητικής φωνής (πίναμένε, ηχύσαμένε αντί πίναμε, χύσαμε ),
στο τρίτο ενικό πρόσωπο των παρελθοντικών χρόνων της ενεργητικής φωνής ( ήτρεξένε, ήφαένε, ηφύτεψένε) και
στο τρίτο πληθυντικό πρόσωπο (αποθάνανε, παίζουνε, παιδευτήκανε ).

Η κατάληξη –νε είναι επέκταση ενός ιδιωματικού τελικού –ν. (ήτρεξεν > ήτρεξένε ).
Η προσθήκη του -νε και η ταυτόχρονη διατήρηση του τόνου στη συλλαβή που τονιζόταν δημιούργησαν το φαινόμενο να εμφανίζεται τονισμός σε συλλαβή πριν την προπαραλήγουσα και να αναπτύσσεται δευτερεύων τόνος στην παραλήγουσα όπως στα παραπάνω παραδείγματα. Η ανάπτυξη δευτερεύοντος τόνου μαρτυρείται σε ναξιακά έγγραφα από το 1538 αναφέρει ο Ιωάννης Προμπονάς. Πολύ λίγα παλαιότερα ναξιακά έγγραφα σώζονται.

-Το θηλυκό άρθρο στη γενική ενικού γίνεται τση αντί της. (τση Ερήνης αντί της Ειρήνης)
-Το αρσενικό και το θηλυκό άρθρο γίνονται τσι αντί τους ή τις στην αιτιατική πληθυντικού. (τσι ανθρώποι αντί τους ανθρώπους, τσι γυναίκες αντί τις γυναίκες, τσι χωροφυλάκοι αντί τους χωροφύλακες)
-Η αιτιατική του πληθυντικού των αρσενικών ονομάτων σε –ος είναι όμοια με την ονομαστική όπως συμβαίνει και στα Μικρασιατικά παράλια του Αιγαίου (τσι γιατροί, τσι ανθρώποι).
-Τα αρσενικά προπαροξύτονα ονόματα ανεβάζουν στην αιτιατική πληθυντικού τον τόνο στην παραλήγουσα (τσι χωροφυλάκοι).
-Η άτονη προσωπική αντωνυμία ακολουθεί το ρήμα (θωρώ σε, ευχαριστώ σας, έφερέ μου αντί μου έφερε. (Είδα σε κι ο νους μου εγίνη περιβόλι με τσι κρίνοι.)
-Η αντωνυμία του γίνεται ντου, η αντωνυμία της γίνεται ντζη (τα παιδιά ντου, τα παιδιά ντζη), και η αντωνυμία τους γίνεται ντωνε ( τα παιδιά ντωνε, τα παιδιάν των > τα παιδιά ντων > τα παιδιά ντωνε) .
-Οι αντωνυμίες τον, την γίνονται τονε, τηνε (τον χάνει > τονε χάνει, θωρώ την >θωρώ τηνε, ρώτησέ τον > ρώτησέ τονε).
-Το τί λέγεται ίντα και το γιατί; λέγεται γιάντα.
-Τα μπ, ντ, γκ προφέρονται χωρίς το ένρινο στοιχείο. Λέμε δηλαδή γιάdα και όχι γιάνdα, αφέdης και όχι αφένdης.

-Το [ι] ανάμεσα σε [σ] ή [ζ] και φωνήεν εκπίπτει (μοιρασά, φορεσές, μαγαζά, ανηψά, ελές αντί μοιρασιά, φορεσιές, μαγαζιά, ανηψιά, ελιές).
-Το [ε] και το [ι] στην αρχή μιας λέξης μπορεί να εκπίπτουν (ερίφιο > ρίφι, κερά Ειρήνη > κερά Ρήνη),  όπως και στη νεοελληνική κοινή (ιστέρνες . στέρνες).
Το [ι] μετά το [ρ], ή το [σ] μπορεί να εκπίπτει (υστερινός >στερνός, χοιρινό >χερνό, συκαμνιές > σκαμνιές ).
-Το [ε]+[ο] γίνεται [ο] ή [ε] . (θεωρώ > θωρώ, Θεοδώρα > Θοδώρα, χρεωστεί > χρωστεί, Λεοντώ > Λεοντού > Λεντού, Γεώργης > Γεργής > Έργης ) Το φαινόμενο αυτό συναντάται σε πολλά νότια ιδιώματα.
-Το [α]+[ε] γίνεται [α]+[ι] , το [ε]+[α] γίνεται [ι]+[α] και το[ε]+[ο] γίνεται [ι]+[ο]. (Αετοφωλιά > Αϊτοφωλιά, Εβραιακή > Εβριακή).
-Το [α]+[ο] γίνεται [α]+[ου] (άωρο > άουρο).
-Το [ι] γίνεται [ε] μπροστά από λ, ρ, μ, ν ( Στυλιανός > Στελιανός, κυρά > κερά, Ειρήνη > Ερήνη, πλήρωνε > πλέρωνε, ήμισυ > εμισό, να γινείς > να ενείς).
-Σε πολύ λίγες λέξεις το [ε] γίνεται [ο] μπροστά από ρ, μ (ψέματα > ψόματα, περπατείς > πορπατείς).
-Το [ο] γίνεται [ε] μπροστά από ρ . (Πάνορμος > Πάνερμος. Από το Πάνερμος σε άλλο γλωσσικό ιδίωμα και το Παλέρμο).

-Το λ μπροστά από θ, κ, μ, π, φ γίνεται ρ (έλθω > έρθω, άλμη > άρμη).
-Το π μπορεί να γίνει φ, το κ προ φωνήεντος να γίνει γ, και το ττ να γίνει τσ .(πυρός > φυρός, cisterna > γιστέρτνα > ιστέρνα > στέρνα, cattus > κάττος > καττούλι > κατσούλι).
-Το τ μπροστά από ημίφωνο ι (ια, ιε, ιο) μπορεί να γίνει θ (μάτια > μάθια, φωτιά > φωθιά).
-Το σ μεταξύ φωνηέντων ή προ ηχηρών συμφώνων (β, γ, δ, μ) μπορεί να γίνει ζ (τάσσει > τάζει, σβούρα > ζβούρα).
-Το τρ μπορεί να γίνει δρ και το δρ μπορεί να γίνει dρ (άτρακτος > αδράχτι, υδρίτης > ντρίτης).
-Τα μ, ν εκπίπτουν μπροστά από τα φ, χ, θ, β, γ, δ, λ, ρ, μ, ν, σ. (νύμφη > νύφη, συγχωρέστε μου > συχωρέστε μου, αν θέλει ο θεός > α θέλει ο θεός, των γονέων > τω γονέων, αν δεν έλθει > α δεν έρθει, των λουτρών > τω λουτρών, των διαδόχων μας > τω διαδόχω μας, των μουλαράδων > τω μουλαράδων).
-Εμφανίζονται μεταθέσεις συμφώνων ή φωνηέντων ( ότε > ότεν > όντε, όταν ήφευγες > όνταν ήφευγες, όποταν > όποντας, αρσενικό > ασερνικό, Αγιαρσενί > Αγιερσανί > Αγερσανί)
-Η δαγκωνιά λέγεται δαγκανιά, το θα λέγεται θε να (από το θέλει να), και το απ’ τον μετατρέπεται σε α’ τον. Λέμε θε να πάμε στη Χώρα και όχι θα πάμε στη Χώρα και λέμε α’ την Κωμιακή και όχι απ’ την Κωμιακή. Τα έγγραφα δείχνουν ότι αυτό παλαιότερα συνηθιζόταν σε όλη τη Νάξο.

Το λεξιλόγιο είναι σχεδόν κοινό με το λεξιλόγιο όλων των νότιων νησιώτικων ιδιωμάτων και περιλαμβάνει και λέξεις που κληρονομήθηκαν από παλαιότερες φάσεις της γλώσσας μας (αρχαία και βυζαντινή) και δεν έχουν διατηρηθεί στη νεοελληνική κοινή και στα στεριανά ιδιώματα. Αναφέρω για παράδειγμα τις λέξεις θε να, θωρώ (=βλέπω, κοιτάζω, βάζω σκοπό, επιδιώκω), σύντεκνος, σφούνι (από το σιφούνι, σιφώνι), λινού (από το ληνός= πατητήρι), φυρός (από το πυρρός= κόκκινος). Ο τύπος φυρρός με την έννοια κόκκινος απαντάται σε παπύρους από το 159 μ.Χ.. Βόες δύο, μίαν μεν μελανήν την δε ετέραν φυρράν αναγράφεται, αναφέρει ο Ιωάννης Προμπονάς.
Το λεξιλόγιο τέλος περιλαμβάνει και ελάχιστες λέξεις ιταλικής προέλευσης όπως η λέξη ριμάδα (=μεγάλης έκτασης ποίημα ή τραγούδι) και ελάχιστες επίσης λέξεις τουρκικής προέλευσης όπως η λέξη πεσκίρι (= πετσέτα) που δεν εμφανίζονται στην κοινή νεοελληνική. Προσθέτω ακόμη ότι μια ιδιωματική κυκλαδίτικη λέξη που χρησιμοποιείται στο χωριό είναι η λέξη φαραοσυκιά (= φραγκοσυκιά). Στη Θήρα και στη Σίκινο λέγεται επίσης φαραοσυκιά. Στην Ίο το [κ] γίνεται [τσ], το [ι] βρίσκεται έτσι ανάμεσα σε [σ] και φωνήεν και εκπίπτει, και η φαραοσυκιά γίνεται φαραοσυτσά .


Σημειώσεις

1. Αντ. Σιγάλα: Γλωσσικά ιδιώματα και εποικισμοί στη Νάξο Περιοδικό Ναξιακό Αρχείο τεύχος 15

2. (Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, τόμος Ζ΄ σελίδες 338-425),

3.
 Άλλωστε τι σχέση μπορεί να έχουν τα Κορωνιδιάτικα και τα Ναξιώτικα γενικώς, με τα βόρεια γλωσσικά ιδιώματα ; 

Σε όλα τα βόρεια γλωσσικά ιδιώματα 
-Τα τονισμένα φωνήεντα ούτε εκπίπτουν ούτε τροποποιούνται. 
-Τα άτονα [ι] και [ου] εκπίπτουν πάντοτε στο τέλος της λέξης και γι αυτό οποιοδήποτε σύμφωνο μπορεί να εμφανισθεί ως τελικό. 
-Επίσης τα άτονα [ε] και [ο], οπουδήποτε μέσα στη λέξη, γίνονται [ι] και [ου] αντιστοίχως, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται μόνο τρία φωνήεντα (α, ι, ου) στις άτονες συλλαβές. 
Λένε φιγγάρ αντί φεγγάρι, χουράφ αντί χωράφι, χέρ αντί για χέρι, έρχουμι αντί για έρχομαι. 
Ακόμη σε πολλά βόρεια ιδιώματα  
-Τα [ι], [ου] εκπίπτουν οπουδήποτε μέσα στη λέξη και δημιουργούνται έτσι κάθε είδους συμπλέγματα συμφώνων. 
Έτσι σε πολλά βόρεια γλωσσικά ιδιώματα λένε μ’στόπτα αντί μουστόπιτα, π’γάδ αντί πηγάδι, κ’ράζιτι αντί κουράζεται χ’τάβ αντί κουτάβι, κ’ταλ αντί κουτάλι. 

Στα νότια νησιώτικα, όπως και στην κοινή νεοελληνική,
-Και στις άτονες και στις τονιζόμενες συλλαβές διατηρείται ένα σύστημα πέντε φωνηέντων ( α, ε, ι, ο, ου ) 
-Ποτέ δε σχηματίζονται ασυνήθιστα συμπλέγματα συμφώνων
-Δεν παρατηρείται έκπτωση κάποιων φωνηέντων στο τέλος της λέξης . 
-Αποβολή φωνηέντων, και άτονων αλλά και τονισμένων, μπορεί να υπάρξει μόνο στην αρχή της λέξης, μεταξύ συμφώνου και φωνήεντος ή μετά από [σ] ή [ρ]. και πάντοτε με τρόπο που εξασφαλίζει το εύηχο του λεκτικού τύπου. 
-Από τα σύμφωνα μόνο το [ν] και το [ς] μπορεί να υπάρξουν στο τέλος μιας λέξης. 
-Μεταβολές φωνηέντων (για παράδειγμα η εορτή γίνεται γιορτή) παρατηρούνται μόνο υπό ειδικές προϋποθέσεις , και παρατηρούνται μεταβολές και τονιζόμενων και άτονων φωνηέντων, αδιακρίτως, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην κοινή νεοελληνική γλώσσα.

Το ίδιο ακριβώς και υπό ανάλογες προϋποθέσεις γίνεται και στα ιδιώματα των χωριών της βορειοανατολικής Νάξου. 

Ο καθηγητής Νικόλαος Ανδριώτης έχει γράψει ότι η ανεξαρτησία αυτού του φαινομένου από το νεοελληνικό βόρειο φωνηεντισμό, επιτρέπει τη σύνδεσή του με αντίστοιχο φαινόμενο αρχαίων διαλέκτων και της ελληνιστικής κοινής [Νικολάου Ανδριώτη: Το ιδίωμα του Λιβισιού της Λυκίας], γράφει ο καθηγητής Ιωάννης Προμπονάς.



Δ΄  Οι ονομασίες της Κορώνου


1. Το ζήτημα

Το χωριό Κόρωνος πήρε το σημερινό του όνομα το έτος 1927. Τα αμέσως προηγούμενα χρόνια ονομαζόταν Βόθροι. Λέγεται και γράφεται ότι μέχρι το 1927 το χωριό έτσι ονομαζόταν. Όμως αυτό δεν είναι αλήθεια. Το χωριό, ακόμη παλιότερα λεγόταν Τρικοκκιές. Ο πατέρας μου γεννήθηκε το 1918 και το χωριό τότε ονομαζόταν Βόθροι. Ήξερε όμως το όνομα Τρικοκκιές από τον πατέρα του που είχε γεννηθεί το 1874. Και η μητέρα μου που γεννήθηκε το 1921 μου έχει πει ότι όταν πήγαινε σχολείο, τα παιδιά από το Σκαδό αποκαλούσαν Τρικοκκιάτισες και τη μητέρα μου και τις χωριανές συμμαθήτριές της.
Επειδή αναζητούμε το παλαιό όνομα της Κορώνου έχει σημασία το πόσο παλιό χωριό είναι η Κόρωνος. Υπάρχουν ενδείξεις ότι το χωριό, ο σημερινός οικισμός, υπάρχει από τους βυζαντινούς χρόνους. Κατά τον αρχαιολόγο Γεώργιο Μαστορόπουλο, το νεώτερο κλίτος της εκκλησίας του χωριού που είναι αφιερωμένο στην Αγία Μαρίνα, κτίστηκε προς το τέλος του δέκατου έκτου αιώνα, ενώ το παλαιότερο που είναι αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη, κτίστηκε οπωσδήποτε πριν το 1200 και ίσως πριν τον δέκατο αιώνα.
Όπως θα δούμε, το παλαιότερο όνομα του χωριού που μπορούμε να ανιχνεύσουμε, είναι το όνομα Τρικοκκιές ή κάποια μορφή του. Το όνομα Βόθροι δεν υπήρξε μέχρι το έτος 1858 το όνομα κανενός χωριού. Χρησιμοποιήθηκε από τους Ενετούς μετά το 1207 ως όνομα ενός τόπου, (αλλιώς μιας τοπαρχίας, ενός τιμαρίου, ενός φέουδου), στο οποίο ανήκαν δύο χωριά· το Σκαδό και οι Τρικοκκιές. Το όνομα Βόθροι ίσως υπήρξε προηγουμένως τοπωνύμιο της κοιλάδας που αποτελεί την περιοχή του τιμαρίου Βόθροι ή τοπωνύμιο μικρού μέρους αυτής της περιοχής, όπως για παράδειγμα το τοπωνύμιο Τρούλες, αλλά μέχρι το έτος 1858 δεν υπήρξε το όνομα του χωριού Κόρωνος ή κάποιου άλλου χωριού.
Πριν εξετάσουμε το θέμα λεπτομερώς πρέπει να προστεθεί ότι και το όνομα Ανούμερα ή Άνω Μέρη αναφέρεται ως παλαιό όνομα του χωριού. Όμως το όνομα Ανούμερα και τα παραπλήσιά του, πότε δεν υπήρξε το όνομα κάποιου χωριού. Όπως αβίαστα προκύπτει από έγγραφο που έχει δημοσιεύσει στην Επετηρίδα Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, (τόμος 12 1995, σελίδα 163), ο αείμνηστος φιλόλογος Νίκος Κεφαλληνιάδης, το όνομα αυτό ήταν το όνομα μιας ευρύτερης περιοχής που περιελάμβανε όλα τα χωριά που είναι χτισμένα στις πλαγιές του βουνού Κόρωνος, (Κωμιακή, Σκαδό, Τρικοκκιές, Κεραμωτή αλλά και Κινίδαρος) με όλες τις ενορίες τους.1  Ο κάτοικος οποιουδήποτε από αυτά τα χωριά, εκτός ίσως του Κινίδαρου, ήταν δυνατόν να αναφέρεται ως Ανουμερίτης, όπως σήμερα οι κάτοικοι πολλών χωριών μπορεί να αναφέρονται ως κάτοικοι Δρυμαλίας ή και Δρυμαλιώτες. Κάποιες λεπτομέρειες του περιεχομένου του εγγράφου δίδονται στη συνέχεια (έγγραφο με αριθμό 9).

Σημειώσεις

1.Στο μέλετημα του Περικλέους Ζερλέντου "Περί Τας Εκκλησίας των Νήσων" 1913, αναφέρονται για  το 1537 τα εξής:  "Διήρετο δ' η μητρόπολις εις εκκλησιαστικά τμήματα. ... και η μεν Νάξος διήρητο εις το της πόλεως Ναξίας, το των Περιχώρων, το της  Τρυμαλιάς, το της Κωμιακής, το των Νουμέρων (Ανουμέρων) και το τ' Απεράθου" . 
Το 1537 επομένως, η Κωμιακή αποτελούσε ιδιαίτερο εκκλησιαστικό τμήμα και δεν υπαγόταν στο εκκλησιαστικό τμήμα των Ανουμέρων ή Ανωμερών όπως συνέβαινε το 1830. Φαίνεται ότι ή λέξη Ανούμερα έχει χρησιμοποιηθεί κατά καιρούς στη Νάξο με περισσότερες της μιας έννοιες όπως και η λέξη Δωδεκάνησα ανά την επικράτεια, όμως σαφώς δεν ήταν ποτέ το όνομα ενός χωριού.


2. Οι ονομασίες της Κορώνου μέχρι το 1830

Στη χειρόγραφη Ιστορία της Νάξου του Grimaldi (1840 περίπου), αναφέρεται ότι λίγα έτη μετά το 1207 ο Μάρκος Σανούδος διαίρεσε τη Νάξο σε 56 τοπαρχίες και τις έδωσε στους ευγενείς να τις διοικούν. Ο Grimaldi αναφέρει τα ονόματα των 56 τοπαρχιών. Μεταξύ των ονομάτων των τοπαρχιών που αναφέρει περιλαμβάνονται τα ονόματα μόνο οκτώ σημερινών χωριών ως ονόματα τοπαρχιών. Τα ονόματα διπλάσιου περίπου αριθμού σημερινών χωριών δεν περιλαμβάνονται. Ανάμεσά τους χωριά που δεν υπήρχαν τον καιρό της σύστασης των τοπαρχιών αλλά και χωριά όπως το Σκαδό, τ’ Απεράθου, το Χαλκί.


Η σελίδα 123 του βιβλίου Marco Sanudo, Oxford 19151 αποτελεί μέρος του παραρτήματος Ι του βιβλίου. Το παράρτημα Ι έχει τίτλο extracts from authorities. Το κείμενο της σελίδας είναι απόσπασμα από την χειρόγραφη "Ιστορία της Νάξου" του Grimaldi.Αντιγράφω τα ονόματα των τιμαρίων ή τοπαρχιών.
Στιλίδα, Πολύχνι, Αβολιαντίς, Όσκελος, Σιδερόπετρα, Αγιασσώ, Τάλι, Μεγάλη Βίγλα, Σιάγριον, Τρίπος, Κεχριές, Εβριακές, Αρχατός, Μαραθός, Αργία, Μικρά Αργία, Ετέρα Αργία, Δαμαριώνας, Απλύκι, Έτερο Απλύκι, Πάνορμος, Χείμαρος, Ανάκια, Χαλάδρι, Καλιστοιχιά, Φωτοδότης, Μυρσίνη, Λάκος, Δρυς, Αγία Κυριακή, Αμόμαξη, Βόθροι, Μέση, Κωμιακή, Αγία, Κανά, Σκιπώνοι, Χαράδρα, Άγιον Πνεύμα, Γραβούτις, Κυνήδαρος, Κεραμωτή, Συμέρονες. Φανάρη, Φανίλια, Φιλότης, Αμελαθειού, Ράχη, Φλεριό, Απάνω Κάστρο, Μέλαναις, Μεγάλαις Πέτραις, Άγιος Δημήτριος, Άγιος Μάμμας, Κοράκια, Ξερόκαμπος. 

Με μια μόνο εξαίρεση που αφορά την Κόρωνο, κανείς δεν υποστήριξε ότι τα χωριά που τα ονόματά τους δεν εμφανίζονται στον πίνακα του Grimaldi αναφέρονται τάχα εκεί με τα παλαιότερα ονόματά τους. Ο πίνακας του Grimaldi δεν είναι πίνακας χωριών, είναι πίνακας τοπαρχιών που στις περισσότερες περιπτώσεις τα όριά τους δεν μπορεί να αντιστοιχηθούν με τα όρια κάποιου χωριού.

Ο Grimaldi αναφέρει κατά σειρά τα ονόματα «…Αγία Κυριακή, Αμόμαξη, Βόθροι, Μέση, Κωμιακή, Αγιά, Κανά, Σκιπώνοι,…». Είπαν λοιπόν ότι το όνομα Βόθροι, που αναφέρεται μετά την Αμόμαξη και πριν τη Μέση και την Κωμιακή, ήταν το παλαιό, το αρχαίο όνομα της Κορώνου. Όμως σε αυτήν τη σειρά το όνομα Βόθροι φαίνεται να καλύπτει δύο σημερινά χωριά· την Κόρωνο και το Σκαδό.
Σε χειρόγραφη επίσης διασκευή της Ιστορίας του Grimaldi (1850 περίπου), αναφέρεται ότι «προς το μεσημβρινόν μέρος της κοιλάδος της Κωμιακής, κείται η κοιλάς καλουμένη Βώθροι, ως εκ του βαραθρώδους σχηματισμού αυτής, περικυκλωμένη εκ βουνών. Είνε ορεινή, έχει δε δύο χωρία. Το μεν Σκαδό (α), το δε Τρικοκκιά (β)2».


Σελίδα από τη χειρόγραφη διασκευή της "Ιστορίας της Νάξου" του Grimaldi. Βρίσκεται στο Ιστορικό Αρχείο της Νάξου. Στη σελίδα αναφέρεται "... η κοιλάς καλουμένη Βόθροι ως εκ του βαραθρώδους σχηματισμού αυτής, περικυκλωμένη εκ βουνών, έχει δύο χωρία. Το μεν Σκαδός (α), το δε Τρικοκκιά (β)." "Σκαδός διότι ήτο κατάφυτο με το φυτό σκάνδυξ" ή σκάνδιξ (κατά το ράδιξ) λαχανικό ή χόρτο που το λέμε σκαντζίκια, κι είναι όπωςοι καυκαλήθρες ή τα μυρώνια.  ... "Τρικοκκιά διότι ήτο κατάφυτος υπό δενδρυλίου καλουμένου επιτοπίως τρίκοκκον ή τρικοκκιά"

Το όνομα Βόθροι επομένως αναφέρεται ως όνομα τοπαρχίας που φαίνεται ότι περιλαμβάνει δύο χωριά, το Σκαδό και την Τρικοκκιά και ως όνομα κοιλάδας στην οποία ρητά αναφέρεται ότι βρίσκονται αυτά τα χωριά. Όχι ως όνομα χωριού. Σαφώς ως Τρικοκκιά αναφέρεται η σημερινή Κόρωνος.

Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται πλήρως από τα σωζόμενα έγγραφα. Αν το όνομα του χωριού ήταν Βόθροι, μόνο αυτό το όνομα θα αναφερόταν στα έγγραφα για το χωριό αφού και η τοπαρχία στην οποία ανήκε, Βόθροι ονομαζόταν. Στα σωζόμενα έγγραφα όμως το χωριό ως Τρικοκκιές αναφέρεται. Τρικοκκιές επομένως ήταν το όνομά του. Το όνομα Βόθροι χρησιμοποιείτο σε σχέση με τα χωριά Σκαδό και Τρικοκκιές, με τον ίδιο τρόπο που σήμερα χρησιμοποιείται το όνομα του δήμου Δρυμαλίας σε σχέση με τα χωριά του δήμου. Τα σωζόμενα έγγραφα βεβαιώνουν απολύτως τα παραπάνω. Παραθέτω τις σχετικές αναφορές αρκετών από αυτά.

1.‘Εγγραφο με ημερομηνία 19 Αυγούστου 1666 "με το νέο," που εγράφη "εις τον τόπον λεγόμενον Μέση, εις την οικίαν του εκλαμπρότατου αφέντη Ιακώβου Μπαρότζη του Τζωρτζέτου", αναφέρει ότι "ο Ιαννούλης του Κιτάλου από τους Βόθρους, από το χωρίον ονοματισμένο Τρικοκκές," δωρίζει για την ψυχή του στην Παναγία της Μέσης "…ένα αμπέλι οπού έχει στις Βόθρους, στο χωρίον Τρικοκκές σύμπλιο του αδελφού ντου Ιωάννη3"
Υπάρχει επομένως το 1666 χωρίον Τρικοκκιές που βρίσκεται στους Βόθρους, ενώ το όνομα Βόθροι δεν χρησιμοποιείται στο έγγραφο ως όνομα χωριού.

2. Σε εκκλησιαστικό έγγραφο ημερομηνίας 8 Μαρτίου 1685 ο παπα Μιχάλης Γληνός προσκληθείς, όπως αναφέρεται στο έγγραφο, από τους (γ)έρο(ν)τες, του χωρίου Τρικοκκιές καταγράφει το τι κάποιοι κάτοικοι του χωριού είχαν δωρήσει στον ιερό ναό της Αγίας Μαρίνας. Μεταξύ των δωρητών του ναού περιλαμβάνεται η «Φλουρέτζα του Μιχάλη Κιτάλου» που «..αφήκεν ψυχικό της αγίας Μαρίνας, τ’ απέλι στη Βρύση και τ’ απέλι τζη Κουμαριάς4»Στο έγγραφο αναφέρεται ότι το αμπέλι στην Κουμαριά το είχε από τη θεία της Ευδοκιά Μανωλά. Αναφέρονται επίσης τα ονόματα των γερόντων του χωριού.
Με το έγγραφο αυτό οποιαδήποτε αμφιβολία διαλύεται. Η εκκλησία της Αγίας Μαρίνας και τα τοπωνύμια Βρύση και Κουμαριά, βεβαιώνουν κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο ότι το χωριό Τρικοκκιές είναι η σημερινή Κόρωνος. Η Κόρωνος στα 1685 ονομαζόταν Τρικοκκιές. Το προηγούμενο έγγραφο του 1666 μας βεβαιώνει ότι το χωριό Τρικοκκιές βρισκόταν στους Βόθρους που δεν ήταν χωριό.

3. Σε συστατικό αρχιερατικό γράμμα με ημερομηνία 22 Μαϊου 1726 αναφέρεται ότι ο παπα-Γεώργιος υιός παπα-Γιάννη Λεγάκη από χωρίον Τρικοκκιές έχει χειροτονηθεί ως ιερεύς, ότι έχει τιμηθεί με το αξίωμα (οφφίκιον) του σακκελίου και ότι στο εξής είναι και λέγεται σακκελίων των Ανωμερών4.

4. Στην απογραφή ημερομηνίας 30 Γεναρίου 1694 των «ζητειών» των χωρίων της μητρόπολης Παροναξίας ο πρωτοσύγγελος Παροναξίας Ιωάσαφ καταγράφει 4.2 γρόσα ως ζητείες του χωρίου Σκαδό και 4,2 γρόσα ως ζητείες του χωρίου Τρικοκαίς5.

5. Με ημερομηνία 20 Σεπτεμβρίου 1708 καταγράφονται στο τεφτέρι χανέδων της Αξίας του Ισούφ αγά για την περιοχή των Βόθρων 13 χανέδες στις Τρικοκίες και 16 χανέδες στο Σκαδό6.
Στις Τρικοκκιές καταγράφονται οι Γεώργης Σπανός, Νικόλας Πέτρου, Βασίλης Μπουδάκης, Ιωάννης Πουλημένου, Νικόλας Κουφού, Γεώργης Κολοβαρής, Δημήτρης Καλογριάς, Αυγουστής Κατηγιάννης, Παρασκευάς Περουλάκης, Βασίλης Περουλάκης, Δημήτρης Βελώνης, Δημήτρης Αντώνη.
Μεταξύ των 16 που καταγράφονται στο Σκαδό αναφέρω τους Βασίλη Κοχλιό, Κωσταντή Κοχλιό, Λιαρμάκη, Αντριά, Παρτζινέβελο, και Μαύρο.

6. Με ημερομηνία 1 Μαρτίου του 1757 καταγράφονται στα φορολογικά κατάστιχα 62 φορολογούμενοι στους Βόθρους. Αναφέρονται επώνυμα Κορωνιδάτικα όπως Μανωλάς, Μανδηλαράς, Χουζούρης, Μπουμπούς αλλά και Σκαδιώτικα όπως Μαύρος, Πιταράς, Αντριά, Παρτζινέβελος. Τα μισά επώνυμα είναι Κορωνιδιάτικα και τα άλλα μισά Σκαδιώτικα7, 8.

7. Σε πωλητήριο ημερομηνίας 19 Δεκεμβρίου 1792 αναφέρεται ότι οι γέροντες των Τρικοκκιώ, Γιαννούλης Κωσταντή, Γιάννης Βασίλη Μανδηλαράς, Κωσταντής Κουφοπούλου, Νικηφόρος Γιώργη Χουζούρη και παπα Ιωάννης Πουλημένου, πουλούν του παπα - Νικηφόρου για πέντε γρόσα, σπιτότοπο ιδιοκτησίας της εκκλησίας της Αγίας Μαρίνας. Στο έγγραφο αναφέρεται ως επίτροπος της Αγίας Μαρίνας ο Ιωάννης Μακέρος9.

8. Σε σύμβαση με ημερομηνία 8 Μαϊου του 1811 αναφέρεται ότι ο Κωσταντής Νικόλα Κορρές από το Σκαδό «μπατικιάζει» στο μαστρο-Γιάννη του μακαρίτη του παπα-Σταυριανού (Κουμερτά) από τις Τρικοκκιές ένα κομμάτι ποτιστικό στις Τρικοκκιές, στο Σιδερίτι, σύμπλιο στο Παλαχώρι9.

9. Σε έγγραφο με ημερομηνία 28-02-1830 που αποστέλλει ο Μητροπολίτης Παροναξίας Ιερόθεος προς την Επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίου Παιδεύσεως Γραμματείαν αναφέρει τους ιερείς που υπηρετούν στη μητρόπολή του. Ως ιερείς των Ανωμερών αναφέρει συνολικά 15 ιερείς, εκ των οποίων τέσσερις του χωριού Κωμιακή, δύο του χωριού Σκαδό, τρεις του χωριού Τρικοκαίς, ένας του χωριού Κεραμωτή και πέντε του χωριού Κυνήδαρος. Όλοι αναφέρονται ως ιερείς Ανωμερών. Στο χωριό Τρικοκαίς αναφέρεται ότι υπηρετούν οι ιερείς Νικηφόρος Μανωλάς, Γεώργιος Λεγάκης και Ιάκωβος Κουφόπουλος10.

10. Έγγραφο με ημερομηνία 14 Μαρτίου του 1541 αναφέρει ότι συντάχθηκε «…Εις το Μέσα Κάστρον της Ναξίας εις το παλάτι του μεγαλειωτάτου και τιμιωτάτου αυθέντη Τζίας κυρίω Γιαννούλι Γοζανδίνου, παρόντα εκεί ομπροστά εις την αυθεντίαν του ο Μανόλης ο Κοχλιός από τοις Βόθροις…» Στο ίδιο έγγραφο αναφέρεται ότι ο αφέντης της Τζιάς παραδίδει υπό όρους και προϋποθέσεις στο Μανώλη τον Κοχλιό περιβόλι «στις Βόθροις εις τόπον λεγόμενον Μαυρωμάρι» και «τα χωράφια τα άγρια όπου έχει η αφεντία του εκεί αρχίζοντας οι κωμφίνες τους (τα όρια τους) εις τα Τουμπία εις το περιβόλι των Μαγκανάρων, να έλθει τον ριάκα της απάνω στέρνας και αποκεί πάλλη να πάγει τον ριάκα, ριάκα, να εύγει11».
Η περιοχή που περιλαμβάνει την Απάνω Στέρνα αναγνωρίζεται αμέσως ως περιοχή της σημερινής Κορώνου. Το Μαυρωμάρι όμως είναι τμήμα του βουνού Κόρωνος που ανήκει στο Σκαδό.

Εξ άλλου στο παραπάνω έγγραφο με αρ. 5, μεταξύ των 16 χανέδων που το 1708 καταγράφτηκαν στο Σκαδό αναφέρονται και οι χανέδες του Βασίλη Κοχλιού και του Κωσταντή Κοχλιού. Το επώνυμο Κοχλιός δεν καταγράφτηκε ποτέ στην Κόρωνο.

Επομένως από τους Βόθρους αναφέρεται στο έγγραφο ότι είναι ο Μανώλης ο Κοχλιός που φαίνεται ότι είναι από το Σκαδό, στους Βόθρους αναφέρεται ότι βρίσκεται το Μαυρωμάρι που ξέρουμε ότι ανήκει στο Σκαδό και στους Βόθρους αναφέρεται στο ίδιο έγγραφο ότι βρίσκεται η περιοχή της Απάνω Στέρνας που ξέρουμε ότι είναι περιοχή της σημερινής Κορώνου.

Θα πει ίσως ο αναγνώστης. Άρα και το όνομα Βόθροι αναφέρεται στα έγγραφα. Βεβαίως και αναφέρεται. Όμως ως όνομα του χωριού αναφέρεται κατά κανόνα το όνομα Τρικοκκιές. Και το όνομα Τρικοκκιές αναφέρεται μόνο ως όνομα του χωριού.
Οι γέροντες του χωρίου Τρικοκκιές προσκάλεσαν στα 1685 τον παπα Μιχάλη Γληνό για να καταγράψει δωρεές των κατοίκων του χωριού στην Αγία Μαρίνα. Οι ζητείες του χωρίου Τρικοκαίς καταγράφονται στα 1694. Δεκατρείς χανέδες απογράφονται στις Τρικοκίες στα 1708. Από το χωρίο Τρικοκκιές ήταν ο Παπα-Γεώργιος Λεγάκης αναφέρεται σε έγγραφο του 1726. Οι γέροντες των Τρικοκκιώ πούλησαν στον Παπα Νικηφόρο σπιτότοπο της Αγίας Μαρίνας στα 1792. Στις Τρικοκκιές στο Σιδερίτη δίπλα στο Παλαχώρι αγοράζει το 1811 δικαιώματα σε ένα κομμάτι ποτιστικό ο μαστρο-Γιάννης Κουμερτάς. Στο χωριό Τρικοκαίς υπηρετούν ο Νικηφόρος Μανωλάς, ο Γεώργιος Λεγάκης και ο Ιάκωβος Κουφόπουλος, τρείς ιερείς της Μητρόπολης Παροναξίας αναφέρει εκκλησιαστικό έγγραφο του 1830. Αν το όνομα του χωριού ήταν Βόθροι, το όνομα Τρικοκκιές δεν θα αναφερόταν καθόλου, σε κανένα από αυτά τα έγγραφα.
Εξ άλλου η αναφορά και του ονόματος Βόθροι σε κάποια έγγραφα είναι ευεξήγητη. Και σήμερα για κάτι που γίνεται στην Κόρωνο ή το Σκαδό ή τ’ Απεράθου για παράδειγμα, μπορεί να αναφερθεί ότι γίνεται στη Δρυμαλία Νάξου, και όποιος γεννιέται σήμερα στην Κόρωνο αλλά και σε άλλα χωριά μπορεί να αναφέρεται ως Δρυμαλιώτης. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το όνομα Δρυμαλία είναι όνομα κάποιου χωριού. Με τον ίδιο τρόπο που χρησιμοποιείται σήμερα το όνομα Δρυμαλία χρησιμοποιείτο το όνομα Βόθροι για ότι αφορούσε μια περιοχή, μια τοπαρχία που περιελάμβανε και την Κόρωνο (Τρικοκκιές) και το Σκαδό.
Έτσι, ο Ιαννούλης του Κιτάλου ήταν από τους Βόθρους αναφέρεται σε έγγραφο , του 1666 . Διευκρινίζεται στη συνέχεια ότι ήταν από το χωρίον το ονοματισμένο Τρικοκκές. Σε κάποιο άλλο έγγραφο μπορεί αυτό να μη διευκρινίζεται.
Και σε ένα έγγραφο του 1541 είδαμε για την περιοχή της Απάνω Στέρνας, ότι η περιοχή αυτή αναφέρεται στους Βόθρους. Δεν διευκρινίζεται αν βρίσκεται στο Σκαδό ή στις Τρικοκκιές. Ξέρουμε ότι βρίσκεται στη σημερινή Κόρωνο. Βόθροι λοιπό ήταν η Κόρωνος; Όχι. Γιατί στο ίδιο έγγραφο αναφέρεται ότι στους Βόθρους βρίσκεται το Μαυρωμάρι. Δεν διευκρινίζεται αν βρίσκεται στο Σκαδό ή στις Τρικοκκιές. Ξέρουμε όμως ότι βρίσκεται στο σημερινό Σκαδό. Και για τον Μανώλη Κοχλιό αναφέρεται στο ίδιο έγγραφο ότι ήταν από τους Βόθρους. Δεν διευκρινίζεται πάλι αν ήταν από τις Τρικοκκιές ή το Σκαδό. Φαίνεται όμως ότι οι Κοχλιοί ήταν από το Σκαδό. Το επώνυμο Κοχλιός μόνο στο Σκαδό έχει καταγραφεί.
Αλλά και οι 62 φορολογούμενοι που καταγράφτηκαν στους Βόθρους το 1757 είναι (όλοι) Σκαδιώτες και Κορωνιδιάτες. Και Μανωλάδες και Μαύροι. Και Μανδηλαράδες και Πιταράδες. Και Χουζούρηδες και Παρτζινέβελοι. Και ο Μπουμπούς και ο Λιαρμάκης. Μισοί μισοί.
Επομένως το όνομα Βόθροι μπορεί ενδεχομένως να ήταν ένα παλαιό τοπωνύμιο μπορεί και όχι, αλλά δεν υπήρξε ποτέ (μέχρι το έτος 1858), ούτε όνομα του χωριού Κόρωνος ούτε όνομα κάποιου άλλου χωριού.

Το όνομα Βόθροι το εισήγαγε η Ενετική Διοίκηση ως όνομα τοπαρχίας που περιελάμβανε την περιοχή των δύο σημερινών χωριών. Μπορεί μέχρι τότε να ήταν τοπωνύμιο κάποιας συγκεκριμένης περιοχής της κοιλάδας στην οποία βρίσκονται τα δύο χωριά ή ακόμη το όνομα της κοιλάδας. Τα όρια της κοιλάδας και της τοπαρχίας ταυτίζονται, τα ονόματα Λάκκα και Λάκκος έχουν χρησιμοποιηθεί ως ονόματα κοιλάδων και η λέξη βόθρος σημαίνει λάκκος. Αλλά δεν είναι βέβαιο. Υπάρχουν σήμερα περί τα είκοσι τοπωνύμια με ένα από τα ονόματα Λάκκα, Λάκκες, Λακκί(ον), Λάκκος, Λάκκοι, αλλά δεν υπάρχει ούτε ένα τοπωνύμιο με όνομα που προέρχεται από τη λέξη βόθρος. Και υπάρχουν φωνές που δηλώνουν και ενδείξεις ότι κάποιοι σκέπτονταν, ότι το όνομα Βόθροι μπορεί να αποτελεί εσφαλμένη εκδοχή του ονόματος Βότρυς12. Ό,τι όμως και να συμβαίνει σχετικά με την προέλευση του ονόματος Βόθροι, ισχύει σε κάθε περίπτωση αυτό που έχει ήδη αναφερθεί. Το Βόθροι δεν ήταν ποτέ μέχρι το έτος 1858 το όνομα κάποιου χωριού.
Θεωρητικά, μπορεί να σκεφθεί κανείς ότι είτε όταν δημιουργήθηκε η τοπαρχία τα δύο χωριά δεν υπήρχαν και δημιουργήθηκαν και πήραν τα ονόματά τους αργότερα, είτε ότι υπήρχαν αλλά .
ευλόγως δεν δόθηκε στην τοπαρχία το όνομα κανενός από τα δύο χωριά, ούτε φυσικά το όνομα κάποιου άλλου χωριού. Εξ άλλου έχουμε δει ότι αφού η τοπαρχία είχε το όνομα Βόθροι, αν και η Κόρωνος είχε αυτό το όνομα και το Σκαδό λεγόταν Σκαδό, τότε το όνομα Τρικοκκιές δεν θα εμφανιζόταν σε κανένα έγγραφο.
Πρέπει συνεπώς να δεχθούμε ότι το παλιότερο όνομα του χωριού Κόρωνος που μπορούμε να ανιχνεύσουμε είναι το όνομα Τρικοκκιές. Και εφ’ όσον πέρα από αυτό δεχθούμε ότι ο οικισμός του χωριού υφίσταται πριν από το 1200 και ίσως πριν το 1000 ή και πριν το 900, δηλαδή από τους χρόνους της βυζαντινής διοίκησης της Νάξου, τότε πρέπει να δεχτούμε ότι το όνομα Τρικοκκιές ήταν το τελευταίο βυζαντινό όνομα της Κορώνου. Δεν υπάρχει τίποτε που να δείχνει αλλαγή του ονόματος του χωριού από το 1200 μέχρι τις πρώτες δεκαετίες της "ζωής" του νεοελληνικού κράτους. Το Τρικοκκιές υπήρξε όπως θα δούμε το αποκλειστικό όνομα του χωριού μέχρι το έτος 1858 και όνομα του χωριού μέχρι το έτος 1912.

Το όνομα Τρικοκκιές προέρχεται από το όνομα του δέντρου τρικοκκιά. Τρικοκκιές υπήρχαν και υπάρχουν στο χωριό. Δεν είναι ασυνήθιστο να ονομάζεται χωριό, πόλη ή περιοχή από το όνομα δέντρων, φυτών ή καλλιεργειών του τόπου.
Το επιστημονικό όνομα της τρικοκκιάς είναι mespilus oxyakantha. Άλλα ονόματά της είναι κράταιγος ο οξυάκανθος και μουμουτζελιά

Έχει κλαδιά με πολλά σκληρά και οξύτατα αγκάθια. Έχει φύλλα στιλπνά και πριονωτά με λοβούς. Έχει άνθη συνήθως άσπρα. Οι καρποί της έχουν μέγεθος βύσσινου, είναι ωοειδούς σχήματος και κατακόκκινοι και έχουν ευχάριστη γεύση. 
Εξ αιτίας του ότι ανθίζει το Μάιο ήταν συνδεδεμένη κατά την αρχαιότητα, όπως και η μουρτζιά (κράταιγος ο μονόγυνος), με τις τελετουργίες καθαρμού και αγνείας του μηνός Μαϊου. Από τις τελετουργίες αυτές και την επιβολή αγνείας που τις συνόδευε, προέρχεται η αντίληψη που δεν επιτρέπει γάμους το Μάιο μήνα.


Σημειώσεις Παραπομπές

1. Το κείμενο αυτό του Grimaldi παρατίθεται σε παραρτήματα με το γενικό τίτλο "Extracts from Authorities" του βιβλίου του John Fotherigham "Marco Sanudo Conqueror of the Archipelago", Oxford Press 1915 σελίδες 122-125.
Η "Iστορία της Νάξου" του Grimaldi υπάρχει μόνο χειρόγαφη.


2. Διασκευή της Ιστορίας της Νάξου του Grimaldi, περίπου 1860 (χειρόγραφη), φυλλάδιο 6α σελίδα 19. Βρίσκεται στο Ιστορικό Αρχείο Νάξου στη συλλογή Δελαρόκκα, φακ 45/7 (πρώην συλλογή Θ. Βελάστη φακ.1/7 )


3. Αντωνίου Κατσουρού: Ναξιακά δικαιοπρακτικά έγγραφα του 17ου αιώνα, αρ εγγρ. 112. Έχουν δημοσιευθεί στην Επετηρίδα Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τόμος Ζ 1968. Το συγκεκριμένο έγγραφο στη σελίδα 261.


4. Δήμητρας Παντελιά - Γριτσοπούλου: Δεκαοκτώ Δικαιοπρακτικά Έγγραφα από τη Νάξο, αρ. εγγρ. 5 και 8. Έχουν δημοσιευθεί στο περιοδικό Μνημοσύνη, τόμος 15.


4α. Στο έγγραφο αναφέρεται ότι μαρτυρούν και βεβαιώνουν ως (γ)έρο(ν)τες των Τρικοκκιώ, οι Ιωάννης Μπουμπουδάκης, Γεώργης Πουλημένος, Κωστάκης Χωτρόπουλος, Δημήτρης Καλαμπάκαινας, Ιωάννης Μυλωνά και Νικόλας Γεώργη Λεγάκης. Η αναφορά του πατρωνύμου του Νικόλα Λεγάκη μπορεί να σημαίνει ότι στο χωριό υπήρχε και άλλος Νικόλας Λεγάκης.


5. Γενικά Αρχεία του Κράτους, συλλογή Ζερλέντη.


6. Γενικά Αρχεία του Κράτους, χειρόγραφο 28 Β΄σελίδα 62.


7. Γενικά Αρχεία του Κράτους, χειρόγραφο Β΄ σελίδα 200.


8. Τα έγγραφα 4, 5 και 6 παρουσιάζονται στο δημοσίευμά του Νίκου Κεφαλληνιάδη «Ο παλιός δήμος Κορωνίδας και τα χωριά του» που έχει περιληφθεί στο βιβλίο «Κωμιακή» στον τόμο Α΄. Οι παραπομπές σε συγκεκριμένα έγγραφα των Γενικών Αρχείων του Κράτους αναφέρονται από τον ίδιο.


9. Δήμητρας Παντελιά - Γριτσοπούλου: Εικοσιέξι Δικαιοπρακτικά Έγγραφα από τη Νάξο, αρ. εγγρ. 7 και 17. Έχουν δημοσιευθεί στο περιοδικό Μνημοσύνη, τόμος 14.


10.Νίκου Κεφαλληνιάδη: Τέσσερα ανέκδοτα ναξιακά έγγραφα. Έχουν δημοσιευθεί στην Επετηρίδα Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών τόμος ΙΒ΄, 1995. Το συγκεκριμένο έγγραφο στη σελίδα 163.

11.Πηγή του εγγράφου: Ιακώβου Γ. Βισβίζη: Ναξιακά Νοταριακά Έγγραφα των Τελευταίων Χρόνων του Δουκάτου του Αιγαίου, αρ. εγγρ. 47. Το μελέτημα αυτό του Ιακώβου Βισβίζη έχει δημοσιευθεί στο περιοδικό Επετηρίς του Αρχείου της Ιστορίας του Ελληνικού Δικαίου, τεύχος 4, 1951).


12. Ο Ιωάννης Χουζούρης, εκκινώντας από το ότι οι πλαγιές του βουνού Κόρωνος που σχηματίζουν την κοιλάδα που αποτέλεσε την τοπαρχία Βόθροι ήταν κατάφυτες μέχρι ψηλά με αμπέλια, έχει διατυπώσει στο βιβλίο του «Λαϊκή Ποίηση για την Κόρωνο Νάξου και την Ιστορία της» την άποψη ότι το όνομα «Βόθροι» της τοπαρχίας ή και της  κοιλάδας, αποτελεί παραφθορά του «Βότρυς». Ο Ιωάννης Χουζούρης θεωρεί ότι η άποψή του ενισχύεται από το ότι το βουνό Κόρωνος συνδέεται με τη λατρεία του Διονύσου. Όσον αφορά ενδείξεις για ανάλογες σκέψεις άλλων, στην ελληνική έκδοση του βιβλίου του Γάλλου ακαδημαϊκού βοτανολόγου και περιηγητού Τουρνεφόρ (Tournefort, Joseph Pitton de) "Ταξίδι στην Κρήτη και τις νήσους του αρχιπελάγους 1700 - 1702" (μετάφραση Μάκη και Μυρτώς Απέργη), αναφέρεται το όνομα "Βότρυς". Η Σοφία Φραγκουλοπούλου παρουσιάζοντας το παραπάνω βιβλίο του Τουρνεφόρ πριν εκδοθεί στα ελληνικά, αναφέρει το όνομα "Βότροι". Δεν έχω δει το πρωτότυπο γαλλικό κείμενο. Εξ άλλου ο Ελληνογερμανός αρχαιολόγος Λούντβιγκ Ρος (Ludwig Ross), επηρεασμένος ίσως από το κατάφυτο της περιοχής με αμπέλια, χησιμοποίησε στα Γερμανικά το όνομα Botry, εξηγώντας μέσα σε παρένθεση «το βότρυ, b. i. abgefurzt βότρυον». .(Ludwig Ross: Reisen auf den griechischen Inseln des Ägäischen Meeres, Τόμος 1, 1840, σελίδα 41). Ο Ρος επισκέφθηκε την περιοχή το 1835 που είναι το έτος σύστασης του δήμου Κορωνίδας αποτελουμένου από τα χωριά Κορωνίς (Κωμιακή), Σκαδό, Τρικουκκιαί και Κεραμωτή. Τέλος σε πίνακα τιμαρίων, τιμαριούχων και φοροδοσίας του έτους 1670 που παραθέτει στη ιστορία του ο Grimaldi, το τιμάριο Βόθροι αναφέρεται με το όνομα Βόθρος ή Βότρυς. (Grimaldi: Xειρόγραφη Ιστορία της Νάξου φυλλάδιο 6δ. Το φυλλάδιο 6δ έχει απωλεσθεί, υπάρχει όμως σε μικροφιλμ του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τράπεζας. Ο Grimaldi αναγράφει: "Εν τω πινάκι σημειούμεν την ονομασίαν εκάστου τιμαρίου, κατά την υπό του δούκος διαίρεσιν. Το δε ονοματεπώνυμον του ιδιοκτήτου και την φοροδοσίαν αυτού σημειούμεν κατά τον από 11 Μαϊου 1670 Φορολογικόν Κατάλογον συνταχθέντα". Το με αριθμό 32 τιμάριο αναφέρεται με το όνομα "Βόθρος ή Βότρυς" με ιδιοκτήτη τον Χρουσή Μάρκου Σομμαρίπα και ετήσια φοροδοσία 1000 άσπρα. Με αριθμό 31 αναφέρεται η Αμόμαξη με ιδιοκτήτη το Νικολέτο Σομμαρίπα και ετήσια φοροδοσία 1000 άσπρα.)
Αυτά για το όνομα της κοιλάδας. Για το παλαιό όνομα του χωριού καμμιά αμφιβολία δεν υπάρχει. Το παλαιο, δηλαδή το βυζαντινό όνομα του χωριού, ήταν Τρικοκκιές

3. Οι ονομασίες της Κορώνου ως κοινότητας του νεοελληνικού κράτους 

Μετά την ίδρυση του Νεοελληνικού κράτους το όνομα Τρικοκκιές ως όνομα της σημερινής Κορώνου επιβεβαιώνεται το 1835 με το διάταγμα “Περί του σχηματισμού των Δήμων του Νομού Κυκλάδων”(ΦΕΚ 4Α/26 Φεβρουαρίου1835). Συγκεκριμένα το χωρίο Τρικουκιαί αναφέρεται στο διάταγμα ως ένα από τα χωριά του δήμου Κορωνίδος1.
 


Οι σελίδες 1 και 38 του ΦΕΚ 4/26 Φεβρουαρίου
1835 στα ελληνικά και 4/10 Μαρτίου 1835 στα 
γερμανικά.
Η πρώτη σελίδα είναι τυπωμένη κατά το 
αριστερό μισό στα ελληνικά και κατά το δεξιό
μισό στα γερμανικά. Οι υπόλοιπες σελίδες είναι
οι ζυγές τυπωμένες στα ελληνικά και οι μονές
τυπωμένες στα γερμανικά.
Το ΦΕΚ περιλαμβάνει καιδιάταγμα περί
σχηματισμού τωνδήμων του νομού Κυκλάδων.
Στη σελίδα 38 αναφέρεται ο δήμος Κορωνίδας
ωςαποτελούμενος από το χωριό Κωμιακή ως
πρωτεύουσα και τα χωριά Σκαδός, Τρικουκιαί
και Κεραμωτή ως χωριά περί την πρωτεύουσα του 
δήμου. Ορίζεται τέλος ότι ο κάτοικοςτου δήμου
Κορωνίδας θα ονομάζεται Κορωνιάτης ο άντρας
και Κορωνιάτις η γυναίκα.
Κάνοντας αριστερό κλικ με το ποντίκι σε κάθε
σελίδα τη βλέπετε μεγαλύτερη και μπορείτε να 
διαβάσετε το περιεχόμενό της. Για την Τρικοκιά
αναφέρεται απόσταση από την πρωτεύουσα
του δήμου (Κωμιακή) 1 ώρα και 15 λεπτά,
αριθμόςοικογενειών 63 και αριθμός κατοίκων
211.



Επιβεβαιώνεται επίσης το 1840 με το Διάταγμα «Περί συγχωνεύσεως των δήμων της επαρχίας Νάξου» (ΦΕΚ 22Α/18 Δεκεμβρίου 1840), αφού στα χωριά του δήμου Απειρανθίας στον οποίο εντάχθηκαν τα χωριά του μέχρι τότε δήμου Κορωνίδος περιλαμβάνεται και το χωριό Τρικουκαίς.
Το όνομα Τρικοκκιαίς αναφέρεται επίσης ως όνομα της Κορώνου στο βιβλίο «ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ» του Ιάκωβου Ρ. Ραγκαβή (1854) . Μέχρι το έτος 1858 το όνομα Βόθροι δεν αναφέρεται καθόλου.
Το 1858 όμως, στο νομοθέτημα για την επανίδρυση ως είχε κατά το παρελθόν του δήμου Κορωνίδας, η Κόρωνος αναφέρεται ως Τρικοκκιές ή Βόθροι ( ΦΕΚ 26/ 17-07-1858).
Το 1912 με τα διατάγματα “Περί αναγνωρίσεως δήμων και κοινοτήτων του νομού Κυκλάδων” η Κόρωνος γίνεται ανεξάρτητη κοινότητα με αποκλειστικό πλέον όνομα το όνομα Βόθροι (ΦΕΚ 261/ 31-08-1912). Η κοινότητα περιλαμβάνει αρχικά και το χωριό Κεραμωτή που όμως το έτος 1931 έγινε ανεξάρτητη κοινότητα ( ΦΕΚ 10 Α/17-01-1931).
Το έτος 1927 οι κάτοικοι του χωριού ζητούν να αλλάξει το όνομα του χωριού. Το χωριό ονομάζεται  Κόρωνος (ΦΕΚ 179Α/30-8-1927), από το όνομα του βουνού Κόρωνος2 που είναι ένα πολύ παλαιό τοπωνύμιο σχετιζόμενο και με το όνομα της νύμφης Κορωνίδας τροφού του Διονύσου3. Σε σπήλαιο του βουνού Κόρωνος, στο Κακό Σπήλιο, έχει βρεθεί η επιγραφή ΔΡΙΟC ΔΙΟΝΥCΟΥ. Το επίσημο όνομα του χωριού, όπως δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ είναι "ο Κόρωνος" (αρσενικού γένους), οι κάτοικοι όμως χρησιμοποιούν το όνομα του χωριού ως όνομα γένους θηλυκού (η Κόρωνος).

Με το όνομα Κόρωνος το χωριό παρέμεινε ανεξάρτητη κοινότητα ως το 1997, οπότε με το νόμο 2539/1997 μετατράπηκε σε δημοτικό διαμέρισμα του δήμου «Δρυμαλία Νάξου» που περιλαμβάνει όλα τα χωριά της ορεινής Νάξου. Σήμερα σύμφωνα με τον νόμο 3852/2010 (πρόγραμμα Καλλικράτης), ολόκληρη η Νάξος μαζί με γειτονικά μικρά νησιά αποτελεί πλέον έναν δήμο, τον δήμο Νάξου και Μικρών Κυκλάδων, και η Κόρωνος είναι ένα από τα δημοτικά διαμερίσματα αυτού του δήμου. Οι κάτοικοι της Κορώνου δεν ονομάζονται Κορωνιώτες ή Κορωνιάτες όπως λογικά θα περίμενε κάποιος, αλλά Κορωνιδιάτες. Αυτό ίσως γιατί επί πολλά χρόνια το χωριό ανήκε στο δήμο Κορωνίδας αλλά και γιατί το Κορωνιάτης αποτελεί το παρώνυμο πολλών από τους Κουφόπουλους, που αποτελούν μια μεγάλη και παλιά οικογένεια του χωριού. Ο «Σύλλογος Κορωνιδιατών» της Αθήνας εκδίδει το περιοδικό «Κορωνιδιάτικα Χρονικά».

Έχω τη γνώμη ότι το όνομα Βόθροι δεν θα γινόταν ποτέ όνομα της Κορώνου αν προηγουμένως δεν είχε γίνει όνομα τοπαρχίας. Στη σκέψη των κατοίκων του χωριού η τοπαρχία ήταν κάτι πιο σημαντικό από το χωριό.

Σημειώσεις Παραπομπές

1. Ο δήμος Κορωνίδας του νομού Κυκλάδών περιέλαβε με το διάταγμα του 1835 το χωριό Κορωνίς (Κωμιακή) ως πρωτεύουσα του δήμου, και τα χωριά Σκαδό, Τρικουκιαί και Κεραμωτή ως χωριά περί την πρωτεύουσα του δήμου.


2. Ο Νίκος Κεφαλληνιάδης παρουσιάζει στο δημοσίευμά του «Ο παλιός δήμος Κορωνίδας και τα χωριά του» που έχει περιληφθεί στο βιβλίο «Κωμιακή» στον τόμο Α΄, κείμενο από «ανέκδοτο χειρόγραφο που βρίσκεται στο Αρχείο Νάξου», στο οποίο αναφέρεται ότι το βουνό Κόρωνος «…έχει δύο κορυφάς απεχούσας αλλήλων έως εν τέταρτον της ώρας. Επί της μιας εισίν ερείπια αποδεικνύοντα την ύπαρξιν αρχαίου φρουρίου και μέχρι σήμερον καλούνται το κάστρον της Κορώνης…».


3. Ιωάννου Χουζούρη: Λαϊκή Ποίηση για την Κόρωνο Νάξου και την Ιστορία της και 
Δημητρίου Οικονομίδου: Ο Διόνυσος και η Αριάδνη εν Νάξω (Επετηρίς Εταιρίας Κυκλαδικών Μελετών, τόμος 12 1995 σελίδα 31). 
Τα λεξικά δίνουν στη λέξη δρίος (το δρίος, του δρίους) την έννοια τόπος δασώδης. Επομένως η επιγραφή ΔΡΙΟC ΔΙΟΝΥCΟΥ μπορεί να αποδοθεί ως Δάσος του Διονύσου ή Βουνό του Διονύσου. Σύμφωνα με τη ναξιακή εκδοχή κάποιων μύθων ο Δίας μετέφερε το βρέφος Διόνυσο στη Νάξο για να μην το βρεί η Ήρα, και το παρέδωσε στις τοπικές νύμφες Κορωνίδα, Φιλία και Κλείδη για να το φροντίσουν και να το αναθρέψουν. Ίσως το Κακό Σπήλιο να συνδέθηκε με το μύθο και να έγινε τόπος λατρείας του Διονύσου ή και της Κορωνίδας.


Προσθήκη
Σε έγγραφο του 1745 που είναι στην κατοχή του Απόστολου Ιωάννη Ψαρρού αναφέρονται τα τοπωνύμια Σκαδό και Βόθροι-Σκαδό. Επίσης σε προικοσύμφωνο του Τζωρτζέτου Βαρότση και της Φιλίππας Σουμμαρίπα με ημερομηνία 4 Ιουνίου 1723 αναφέρονται οι Βόθροι και αμπέλια στους Βόθρους μέσα στα χωριά τω Βοθρώ. Το προικοσύμφωνο αποτελεί το με αρ. 103 έγγραφο του κώδικα Στέφανου Τ(ρ)ουμπίνου. (Στέφανου Ψαρρά και Matteo Campagnolo: Ο Νοτάριος της Νάξου Στέφανος Τ(ρ)ουμπίνος, Αθήνα 2010). Ακόμη στο με αρ.298 έγγραφο του Κώδικα του Νοταρίου Νάξου Ιωάννη Μηνιάτη (χφ Γ.Α.Κ. 86) του έτους 1683, αναφέρεται αμπέλι  του Γεώργη Πουλημένου  "στις Βόθρους στις Τρικοκκίες σύμπλιο του Αγίου Ιωάννη ..... ".  



Ε΄ Βιβλιογραφία-πηγές

Η βιβλιογραφία που ακολουθεί αφορά και αυτήν εδώ την ανάρτηση "Κόρωνος Νάξου", και την ανάρτηση "Κόρωνος Νάξου: Οι άνθρωποι και τα επώνυμά τους". Οι δύο αναρτήσεις αποτελούσαν αρχικά μιαν ενιαία ανάρτηση.

1.Ιωάννου Χουζούρη: Λαϊκή Ποίηση για την Κόρωνο Νάξου και την Ιστορία της (1997).
Το πεντακοσίων σελίδων και έντεκα χιλιάδων δεκαπεντασύλλαβων στίχων βιβλίο του Ιωάννη Χουζούρη  αποτέλεσε την αρχική πηγή πληροφοριών και τον αρχικό οδηγό βιβλιογραφίας. Ο Ιωάννης Χουζούρης αφιερώνει το βιβλίο του στους Κορωνιδιάτες που πέθαναν από πείνα κατά την κατοχή. 

Εις τους νεκρούς της κατοχής, της πείνας της Κορώνου
αφιερούται το παρόν μετά μεγίστου πόνου. …
Στους τετρακόσους μας νεκρούς, που πήγαν πεινασμένοι
και άκλαφτοι και άψαλτοι, μα καθαγιασμένοι.
Σ' αυτούς αφερώνεται αυτό μου το βιβλίο… 


αναφέρει. Στο βιβλίο έχουν ενσωματωθεί και τα μικρής έκτασης ποιήματα του Γεωργίου Χουζούρη, το ποίημα του Ιωάννη Ψαρρού για την κατοχή και το τριακοσίων στίχων ποίημα της Αθηνάς Καπίρη που αναφέρονται στη συνέχεια.


1α. Γεωργίου Χουζούρη:
Εργασίες των παλιών ανθρώπων για το ψωμί
Οι παλιοί άνθρωποι και το Πάσχα

Οι καμπάνες της Αγίας Μαρίνας

Το έθιμο του Κλήδονα

Παραμονή και μέρα του Κληδόνου

Παραδοσιακός τρόπος ζωής

Η Κουφίτενα

Περί κατοχής

Πώς βγήκε το παρώνυμο Κορωνιάτηδες


1β. Ιωάννη Ψαρρού: 
Η τετράχρονη σκλαβιά στην Κόρωνο

1γ. Αθηνάς Καπίρη: 
Τα βάσανα των σμυριδοεργάτων

2. Νίκου Κεφαλληνιάδη:
- Κωμιακή:Ο παλιός δήμος Κορωνίδας και τα χωριά του, Φορολογικά κατάστιχα 
- Τέσσερα ανέκδοτα Ναξιακά έγγραφα 

Επετηρίδα Εταιρίας Κυκλαδικών Μελετών, τόμος ΙΒ΄ 
 
- Οι εκκλησίες της Νάξου και οι θρύλοι των
- Στατιστικά Νάξου 

Περιοδικό ΝΑΞΙΑΚΑ, τεύχη 12,13 
 
- Ποιμενικά Νάξου 

Επετηρίδα Εταιρίας Κυκλαδικών Μελετών, τόμος Ι΄
 
- Ταξίδια στο Αιγαίο
- Μονή Το Χωριό της Παναγίας της Δροσιανής
- Ρομαντικές Ιστορίες στο Αιγαίο


3. Τα μητρώα αρρένων του χωριού (1845 -1943) και τα μητρώα αρρένων των δήμων της Νάξου(1845 -1879)

4. Κατάσταση γεννήσεων στην Κόρωνο 1904 -1930 και 
    Κατάσταση Μικρασιατών που σιτίστηκαν στην Κόρωνο το 1922. 
Οι δύο καταστάσεις περιέχονται στην ανάρτηση "Κόρωνος Νάξου: Οι άνθρωποι και τα επώνυμά τους

4α. Βιβλίο αποβιώσεων 1853 - 1875 της Αγίας Μαρίνας
      Βιβλίο γάμων 1853 - 1859 της Αγίας Μαρίνας
      Βιβλίο γεννήσεων και βαπτίσεων 1853 - 1859   και   1868 - 1882 της Αγίας Μαρίνας 
Οι σχετικές  καταστάσεις περιέχονται στην ανάρτηση "Κόρωνος Νάξου: Οι άνθρωποι και τα επώνυμά τους 

4β. Φορολογικοί κατάλογοι 1708 
      Φορολογικοί κατάλογοι 1757
      Αναλυτικός  φορολογικός κατάλογος Μονής Νάξου 1670 
      Αναλυτικός  φορολογικός κατάλογος Απειράνθου Νάξου 1670
Έχουν δημοσιευθεί από το Νίκο Κεφαλληνιάδη. Οι σχετικές καταστάσεις περιέχονται στην ανάρτηση "Κόρωνος Νάξου: Οι άνθρωποι και τα επώνυμά τους

5. Δήμητρας Παντελιά- Γριτσοπούλου:
- Δέκα προικοσύμφωνα από τη Νάξο (Περιοδικό Μνημοσύνη, τόμος 13)  
- Εικοσιέξι Ναξιακά Δικαιοπρακτικά Έγγραφα (Περιοδικό Μνημοσύνη, τόμος 14) 
- Δεκαοκτώ Έγγραφα από τη Νάξο (Περιοδικό Μνημοσύνη, τόμος 15). 
Τα έγγραφα αυτά καθώς και τα στοιχεία των βιβλιογραφικών αναφορών 3 έως 8 αξιοποιούνται κυρίως στην ανάρτηση "Κόρωνος Νάξου: Οι άνθρωποι και τα επώνυμά τους"

6. Στέφανου Ψαρρά:
- Ο κώδικας (σπάραγμα) του πρωτονοταρίου Ανωμερώ,Ιάκωβου Κουφόπουλου 1823-1828 
(Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, τόμος 20΄ 1968 σελίδες 273-338) 
- Σπαράγματα μέσα από ένα συμβολαιογραφικό αρχείο. 

6α. Αναστασίας Σιφωνίου, Γεωργίου Ροδαλάκη, Λυδίας Αρτεμιάδη:
Κώδικας του Νοταρίου της Νάξου Ιωάννη Μηνιάτη 1680 - 1689 (χφ. Γ.Α.Κ. 86) 
Ακαδημία Αθηνών 1990

6β. Δήμητρας Π. Καραμπούλα, Γιώργου Ε. Ροδαλάκη:
Ο Κώδικας Vaticanus Graecus 2639
Ακαδημία Αθηνών 2013

7. Αντωνίου Κατσουρού:
- Ναξιακά δικαιοπρακτικά έγγραφα του δεκάτου εβδόμου αιώνος 
(Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, τόμος Ζ΄ 1968 σελίδες 25-337)  
- Ναξιακά δικαιοπρακτικά έγγραφα του δεκάτου έκτου αιώνος 
(Επετηρίς Μεσαιωνικού Αρχείου, τ. 5)

8. Ιακώβου Βισβίζη:
Ναξιακά νοταριακά έγγραφα των τελευταίων χρόνων των δουκάτων του Αιγαίου 1538-1577 
(Επετηρίς του αρχείου της ιστορίας του ελληνικού δικαίου της Ακαδημίας Αθηνών, τόμος 4 1951)

9. Ιωάννη Προμπονά: 
Η γλώσσα των ναξιακών εγγράφων (1433-1837) και το παλαιότερον ναξιακόν ιδίωμα 
(Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, τόμος Ζ΄ 1968 σελίδες 338-425).

10. Θανάση Κωτσάκη:
- Η Νάξος κατά την Ενετοκρατία 2005,
- Ναξιακά επώνυμα ιταλικής προέλευσης 
(Πρακτικά Γ΄Συνεδρίου «Η Νάξος Διαμέσου των Αιώνων»)

11. Γεωργίου Μελισσηνού: 
Η Νάξος σε απλή γεωγραφική - ιστορική - γεωλογική επισκόπηση 1968

12. Γεωργίου Μαστορόπουλου: 
Νάξος το Άλλο Κάλλος - Περιηγήσεις σε Βυζαντινά Μνημεία

13. Νίκου Λεβογιάννη και άλλων
Κωμιακή Νάξου, τόμοι Α,Β,Γ.

14. Χρήστου Σιδερή:
Τόποι προορισμού των μεταναστών από την βόρεια ορεινή Νάξο
Ο παλαιός δήμος Κορωνίδας
Συνοπτική Ιστορία της Νάξου και άλλα σχετικά μελετήματα


15. Περικλέους Ζερλέντου:
Γράμματα των Τελευταίων Φράγκων Δουκών,
Ιωσήφ Νάκης ο Ιουδαίος Δουξ,
Το Σαντζάκ των Νήσων (εκδόσεις Καραβίας) και
Φεουδαλική Πολιτεία εν τη Νήσω Νάξω.


16. Περικλέους Ζερλέντου, Φλώρου Κατσουρού: 
Νησιώτικη Επετηρίς έτος πρώτον 1918

17. Γεωργίου Ψαρρού
Ποίηση και Λαογραφία (Ποιήματα) 1997

18. Γεωργίου Ψαρρού–Κυριακής Ψαρρού:
Ταξίδι στις Μνήμες (Λαογραφία) 2006
Τα Αποραβδίδια (Λαογραφία Κορώνου) 2010


19. Αγλαϊας Νέλης Κάσδαγλη: 
Κοινωνική Ταυτότητα του Φύλου στη Μεταβυζαντινή Νάξο 
(Μ.Ι.Ε.Τ.:Η Βυζαντινή Παράδοση μετά την Άλωση)

20. Δημητρίου Λουκάτου: 
Παραλλαγή Ναξιακού Εκατόλογου από Χειρόγραφο του 1911 
(Περιοδικό Λαογραφία τόμος 32)

21. Πέτρου Πρωτοπαππαδάκη: 

Περί Ναξίας σμύριδος

22. Ιάκωβου Ραγκαβή: 
Τα Ελληνικά. Κυκλάδες Νήσοι, 1884

23. Α. Φραγκίσκου, Α. Πλυτά, Ν. Μπελαβίλα, Ν. Κατερίνη: 

Καταγραφή και Αποτίμηση του Ιστορικού Βιομηχανικού Εξοπλισμού στα Σμυριδωρυχεία Νάξου

24. Μανόλης Ν. Αρχοντάκης - Γιαννούλης Γ. Γιαννούλης: 
Ποίηση Χαραγμένη στην Πέτρα - Κοινωνική Μνήμη και Ποιητική με Θέμα το Σμυρίγλι από τ' Απεράθου και την Κόρωνο Νάξου  2001 

24α. Δ. Μαυροκορδάτου - Λίνα Μενδώνη - Μαρία. Μπαλοδήμου - Νίκος. Μπαλαβίλας - Λήδα Παπαστεφανάκη -Αντώνης Ζ Φραγκίσκος: 
Ορυχεία στο Αιγαίο. Βιομηχανική Αρχαιολογία στην Ελλάδα.     
 ΜΕΛΙΣΣΑ 2009 


25. Ben J. Slot: 
Το Φράγκικο Αρχιπέλαγος ( Περιοδικό Φλέα τεύχος 10)

26.Κωνσταντίνου Κατσουρού:
Η Νάξος κατά την εικονομαχία( Περιοδικό Φλέα τεύχος 6)
Αναζητώντας τον Μάρκο Σανούδο τον Α΄(Περιοδικό Φλέα τεύχος 9)
Κάτοικοι της Νάξου από τον τέταρτο μέχρι το δέκατο τέταρτο αιώνα ( Περιοδικό Φλέα τεύχος 12)


27. Ο δικτυακός τόπος “Greek lastnames-Ελληνικά επίθετα” 

Εξαιρετική πηγή για επώνυμα. Στον δικτυακό αυτόν τόπο παρατίθενται συστηματικά οι πηγές των αναγραφομένων πληροφοριών.

28.  Ο δικτυακός τόπος του Γεωργίου Α. Μανωλά «Επίθετα και οικογένειες της Κορώνου Νάξου» 

Ο συντάκτης έχει καταχωρήσει πολλές πληροφορίες. Δεν αναφέρει δημοσιοποιημένες πηγές των πληροφοριών του, και όχι σπάνια, δεν αξιοποιεί σωστά τις πηγές που έχει στη διάθεσή του

29. Μανόλη Τριανταφυλλίδη: 

Τα Οικογενειακά μας Ονόματα.

30. Χρυσούλας Τσικριτσή-Κατσιανάκη: 

Κρητικά Επώνυμα Ενετικής Προελευσης 1999 και 
Κρητικά Επώνυμα Επαγγελματικά και Δηλωτικά Τίτλων και Αξιωμάτων 1981

31. Χαράλαμπου Π. Συμεωνίδη: 

Εισαγωγή στην Ελληνική Ονοματολογία 1992

32. Δημήτρη Τομπαϊδη: 

Ελληνικά επώνυμα aπό λέξεις τουρκικής προέλευσης 2002

33. Robert Browning: 

Η Ελληνική Γλώσσα Μεσαιωνική και Νέα 1969

34. Νικολάου Κοντοσόπουλου:

Διάλεκτοι και Ιδιώματα της Νέας Ελληνικής 2000

35. Αντωνίου Σιγάλα: 

Γλωσσικά ιδιώματα και εποικισμοί στη Νάξο 
(Περιοδικό Ναξιακό Αρχείο τεύχος 15/ 1949)

36. Φιλιώς Χαϊδεμένου: 

Τρεις αιώνες μια ζωή 2005

37. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια: 

Άρθρα Κόρωνος κορούνδιο, σμύρις

38. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα : 

Άρθρα, κορούνδιο, σμύριδα

39. Εμμανουήλ Κριαρά: 

Λεξικό της Μεσαιωνικής Δημώδους Ελληνικής Γραμματείας

40. Δημητράκου: 

Μέγα λεξικόν όλης της ελληνικής γλώσσης

42. Βασιλείου Σφυρόερα: 

Κυκλαδικά έγγραφα ιδιωτικών συλλογών (Επετηρίδα Εταιρίας Κυκλαδικών Μελετών, τόμος Ε΄)

43. Ιωάννη Χουζούρη: 

Η ανάπτυξη της Ορεινής Νάξου

44. John Knight Fotheringham, L.F Rushbrook Williams: 

Marco Sanudo, Conqueror of the Archipelago (1915)

45. Τα αρχεία μεταναστών στην Αμερική ( ellisisland.org )

46. Κατερίνας Κουρουπάκη, Ελένης Σάββαρη, Ματίνας Σταθάκη-Σπηλιοπούλου, Βάσως Τσαμτσούρη: 
Νάξος, Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική 
 Μέλισσα 1981 
Περιγράφονται και τρεις τύποι σπιτιών της Κορώνου 

Ιωάννης Κουμερτάς (Περιηγητής)




.