ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ
Κάνετε αριστερό κλικ εδώ
Το αλφάβητο: Αλφάβητο, και αλφαβητική γραφή
(Συστηματική και ολοκληρωμένη παρουσίαση του θέματος)
Το αλφάβητο: Αλφάβητο, αλφαβητική γραφή και είδη γραφής
Το αλφάβητο: Οι πρόδρομες γραφές και η πορεία προς το αλφάβητο
Άλλες αναρτήσεις με θέμα ιστορικό και γλωσσολογικό
2. Η γλώσσα της πλειονότητας στο κράτος των Σκοπίων
Το αλφάβητο: Αλφάβητο και αλφαβητική γραφή
Περιεχόμενα
Β.Το Οι πρόδρομες γραφές
1. Οι πρώτες γραφές και η γραμμή εξέλιξης προς την αλφαβητική γραφή
2. Η αιγυπτιακή γραφή
3. Οι δυτικοσημιτικές γραφές
4. Στην αιγυπτιακή γραφή και στις σημιτικές γραφές, τα γράμματα ήταν σύμβολα συμφώνων ή σύμβολα συλλαβών;
5. Η γραφή γραμμική Α
6. Η γραφή γραμμική Β
7. Η ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή (το κυπριακό συλλαβάριο)
8. Παραδείγματα γραφής και ανάγνωσης στις διάφορες γραφές.
9. Η συνεισφορά και τα όρια των συλλαβικών συστημάτων γραφής
Γ Η ανακάλυψη του αλφαβήτου και η δημιουργία της αλφαβητικής γραφής
1. Η ανακάλυψη του αλφαβήτου
2. Η δημιουργία της αλφαβητικής γραφής
3. Ποιος ανακάλυψε το αλφάβητο
4. Πού ανακαλύφθηκε το αλφάβητο
5. Πότε ανακαλύφθηκε το αλφάβητο
6. Γιατί οι Έλληνες αναζήτησαν ένα νέο σύστημα γραφής
Δ Οι αλφαβητικές γραφές (τα αλφάβητα)
2. Τα γράμματα του αλφαβήτου
3. Η διάδοση του αλφαβήτου
4. Οι δυσκολίες υιοθέτησης του αλφαβήτου για τη γραφή των κινεζικών γλωσσών
5. Οι αλφαβητικές γραφές σήμερα
Ε Oι πολιτισμικές επιπτώσεις της ανακάλυψης του αλφαβήτου
(χωρίς επιμέρους τίτλους)
Ζ. Βιβλιογραφία
Α. Το αλφάβητο: Αλφάβητο, αλφαβητική γραφή και είδη γραφής
Περιεχόμενα
1. Οι γλωσσικοί ήχοι, το αλφάβητο και η αλφαβητική γραφή
Ι. Οι
γλωσσικοί ήχοι, το αλφάβητο και η αλφαβητική γραφή
Ο καθημερινός μας λόγος αποτελείται από προτάσεις που είναι απαραίτητο να συνδέονται λογικά μεταξύ τους. Οι προτάσεις σχηματίζονται από λέξεις και οι λέξεις μπορεί να διαιρεθούν σε συλλαβές.
Οι λέξεις είναι τα ελάχιστα συμπλέγματα γλωσσικών ήχων που σημαίνουν κάτι. Εκφέρονται αυτόνομα, δηλαδή άνεξάρτητα η μία από την άλλη. Παράδειγμα η λέξη λέξη. Όταν μιλάμε, και καθαρότερα όταν γράφουμε, αφήνουμε κενό μεταξύ δύο λέξεων που εκφέρονται διαδοχικά.
Η πρόταση αποτελείται από λέξεις που συνδέονται σύμφωνα με τη γραμματικλής και το συντακτικ;o μιας γλώσσας για να ανακοινώνονται, μεταβιβάζονται, υποβάλλονται πληροφορίες, γνώμες, απόψεις, εντολές, παρακλήσεις, αποφάσεις, συμπεράσματα ερωτήσεις κ.λ.π, και γενικά κάτι με πλήρως καθορισμένο νόημα.
Κατά κανόνα με εξαιρέσεις, μια λέξη μόνη της δεν δίνει
καμμιά πληροφορία και επομένως δεν μπορεί να αποτελεί πρόταση. Εξαρέσεις του κανόνα αμέσως τώρα: Η λέξη ναι και η λέξη όχι μπορεί να αποτελούν πρόταση όταν εκφέρονται
ως απάντηση σε συγκεκριμένη ερώτηση και όταν εκφράζουν ερώτηση (ναι; ), και σχεδόν πάντοτε
με αυτούς τους τρόπους χρησιμοποιούνται. Εξαιρέσεις του κανόνα επίσης οι προτάσεις: Φύγε. - Ξημέρωσε. - Ξημέρωσε; - Πονώ. - και πολλές παρόμοιες
Είπαμε ότι οι λέξεις αποτελούνται από συλλαβές. τι είναι όμως οι συλλαβές;
Οι συλλαβές είναι οι ελάχιστοι γλωσσικοί ήχοι που εκφέρονται αυτόνομα, δηλαδή ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο.
Για παράδειγμα οι συλλαβικοί ήχοι [μη], [τε], [ρα] είναι αυτόνομοι. Τον καθένα μπορούμε να τον εκφέρουμε και να τον ακούσουμε μόνο του. Μόνος του ο καθένας δεν σημαίνει τίποτε Όταν τους εκφέρουμε διαδοχικά με αυτήν την σειρά και χωρίς να δημιουργούνται ηχητικά κενά (σιωπές) μεταξύ της εκφοράς δύο διαδοχικών ήχων, δηλαδή όταν τους συνεκφέρουμε με τη σωστή σειρά, ακουγεται ο ήχος της συνεκφοράς αυτών των τριών συλλαβικών ήχων. Τον αποδίδουμε γραπτά ως μητέρα.Επί χιλιετίες αφ’ ότου ξεκίνησε η γραφή, οι άνθρωποι θεωρούσαν τους συλλαβικούς ήχους ως απλούς γλωσσικούς ήχους. Η μεγάλη ανακάλυψη, η συνδεδεμένη απόλυτα με τη δημιουργία της αλφαβητικής γραφής είναι ότι Οι συλλαβές είναι σύνθετοι ήχοι. Για παράδειγμα οι άνθρωποι αντιλήφθηκαν ότι
Η συλλαβή [μα] δημιουργείται με τη συνεκφορά των ήχων [μ] και [α] και ότι οι ήχοι [μ] και [α] δεν μπορεί να προκύψουν από τη συνεκφορά άλλων ήχων και είναι επομένως απλοί ήχοι
Η ανάλυση των συλλαβών στους απλούς γλωσσικούς ήχους από τη συνεκφορά των οποίων σχηματίζονται οι κάθε είδους συλλαβές, άκολουθήθηκε από την καταγραφή όλων των απλών γλωσσικών ήχων της γλώσσας που χρησιμοποιούσαν οι άθρωποι που ανέλυσαν τους συλλαβικούς ήχους της γλώσσας τους Τους απλούς γλωσσικούς ήχους τους ονομάζουμε φθόγγους.
Οι φθόγγοι
Δεν αναλύονται σε πιο απλούς γλωσσικούς ήχους .
Δεν προφέρονται ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο
Συνεκφέρονται δύο ή περισσότεροι μαζί σχηματίζοντας τις συλλαβές
Για αυτόν το λόγο, δεν γίνονται αντιληπτοί με την ακοή ως ιδιαίτεροι ήχοι.
Όμως συνδυάζονται με πάμπολλους τρόπους και έτσι σχηματίζουν τους ήχους
όλων των συλλαβών,
όλων των λέξεων,
όλων των προτάσεων
που μπορεί να ειπωθούν
Θα το δούμε και στη συνέχεια,, αλλά από τώρα μπορούμε να δώσουμε δύο ορισμούς, χωρίς επί του παρόντος να δώσουμε περισσότερες πληροφορίες ή εξηγήσεις.
Αλφάβητο μιας γλώσσας είναι το σύνολο των απλών ήχων δηλαδή των φθόγγων αυτής της γλώσσας.
Αλφαβητική είναι η γραφή στην οποία οι συλλαβικοί ήχοι γράφονται με γράμματα που παριστάνουν τους φθόγγους που συναπαρτίζουν κάθε συγκεκριμένη συλλαβή. Τα γράμματα γράφονται με τη σειρά που εκφέρονται οι φθόγγοι που συμβολίζονται με αυτά για να ακουσθεί ό ήχος της συλλαβής.
Τώρα επειδή οι απλοί ήχοι μιας γλώσσας είναι λίγοι, στην αλφαβητική γραφή χρησιμοποιείται μικρός αριθμός γραμμάτων. Έτσι στην αλφαβητική γραφήάθε σκέψη και κάθε φράση μπορεί να παρουσιαστεί γραπτά και με ακρίβεια με τους κατάλληλους συνδυασμούς 20 με 40 μικρών μαύρων χαρακτήρων σε χαρτί και μπορεί να διαβαστεί εύκολα και χωρίς να δημιουργείται αμφιβολία στον αναγνώστη είχε επισημάνει ο Γαλιλαίος, εκδηλώνοντας και τον θαυμασμό του για το ότι κάτι τέτοιο έγινε δυνατό.
Με την αλφαβητική γραφή, τους ήχους που δημιουργούμε όταν μιλάμε μπορούμε πλέον να τους γράψουμε. Και βρίσκοντάς τους γραμμένους μπορούμε να τους διαβάσουμε και να τους αναπαράγουμε αυτόματα αναμφίβολα και με ακρίβεια.
Με την αλφαβητική γραφή μπορούν όλοι οι άνθρωποι να μάθουν εύκολα να γράφουν και να διαβάζουν από παιδιά. Ασφαλώς αυτό είναι κάτι θαυμαστό.
Θα τα πούμε λίγο αναλυτικότερα Θα προηγηθεί μια μικρή αναφορά στα είδη συστημάτων γραφής.
2. Προβαθμίδες και είδη συστημάτων γραφής
Η αρχική σημασία της λέξης γράφω ήταν «ξύνω ελαφρά, χαράζω, σχεδιάζω». Παρόμοια
έννοια είχαν οι αντίστοιχες λέξεις στα αγγλικά, στις σκανδιναβικές γλώσσες, στα
γερμανικά. Στα Λατινικά η αντίστοιχη λέξη σήμαινε αρχικά ζωγραφίζω. Η ιστορία
των λέξεων υποδηλώνει τους αρχικούς τρόπους γραφής και φανερώνει στενή σχέση
της εικόνας με τις πρώτες μορφές γραφής.
Για επικοινωνία χωρίς ταυτόχρονη παρουσία στον ίδιο τόπο των ανθρώπων που επικοινωνούσαν μεταξύ τους, χρησιμοποιήθηκαν αρχικά ζωγραφιές και ειδικά σύμβολα και σημεία που ανθρώπινο χέρι σχεδίαζε, ζωγράφιζε, χάραζε ή έξυνε πάνω σε ξύλο, σε δέρμα ή άλλα υλικά. Τα σύμβολα και τα σημεία έπρεπε να είναι κατανοητά όχι μόνο από εκείνον που τα έγραφε αλλά και από εκείνους που θα έπαιρναν το μήνυμα, γεγονός που προϋποθέτει ένα είδος «κοινής παιδείας» των ατόμων που επικοινωνούσαν με τα ίδια γραπτά σύμβολα. Στην αρχή αυτά τα σημεία καθόλου ή μικρή σχέση είχαν με τη χρησιμοποιούμενη γλώσσα. Στην αρχή επίσης μόνο λίγων ειδών μηνύματα ήταν δυνατόν να μεταδοθούν.
Όπου η γραφή έχει διατηρήσει αυτά τα χαρακτηριστικά μιλάμε για προβαθμίδες γραφής. Μιλάμε για συστήματα γραφής όταν η γραφή που χρησιμοποιείται καλύπτει ή φιλοδοξεί να καλύπτει όλες τις ανάγκες που καλύπτει η προφορική επικοινωνία ή μεγάλο μέρος από αυτές, δηλαδή όταν εξυπηρετεί μεγάλο μέρος από τις ανάγκες που εξυπηρετεί η χρήση μιας γλώσσας.
Τα συστήματα γραφής χαρακτηρίζονται από ένα σύνολο γραπτών συμβόλων που τα λέμε γράμματα ή χαρακτήρες και μια ορθογραφία που καθορίζει το πώς τα γράμματα αυτά χρησιμοποιούνται καθώς και τη σχέση τους με τη γλώσσα επικοινωνίας.
Η ορθογραφία, το πώς δηλαδή τα γράμματα χρησιμοποιούνται και το ποια είναι η
σχέση τους με τη γλώσσα και όχι το ποια είναι τα γράμματα, είναι αυτό που
καθορίζει τη λειτουργία ενός συστήματος γραφής.Τα ίδια γράμματα μπορεί να έχουν
χρησιμοποιηθεί σε εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους συστήματα γραφής, ακόμη και
σε προβαθμίδες γραφής αλλά και πριν τις προβαθμίδες γραφής ως θρησκευτικά, τελετουργικά ή άλλης χρήσης σύμβολα.
Γενικά μιλώντας για τα συστήματα γραφής, μπορούμε να πούμε ότι
Aν κάθε γράμμα, κάθε χαρακτήρας παριστάνει μια λέξη και ως έννοια και ως ήχο, το σύστημα γραφής ονομάζεται λογογραφικό ή σημασιογραφικό ή λεξιγραφικό.
Τα γράμματα που στις γραφές αυτές απέδιδαν συγκεκριμένα ουσιαστικά θύμιζαν το αντικείμενο που το κάθε γράμμα παρίστανε.Αν παριστάνει μόνο το σύμφωνο μιας συλλαβής, πάλι ως ήχο, τότε το σύστημα γραφής ονομάζεται συμφωνογραφικό. ή αφωνηεντικό συλλαβάριο (unvocalized syllabary)
Στα λεξιγραφικά συστήματα γραφής χρειαζόμαστε τόσα διαφορετικά μεταξύ τους
γράμματα όσα και οι λέξεις. Τεράστιος αριθμός. Ο άνθρωπος όμως είναι πλασμένος
για να μιλά και να ακούει. Είναι προετοιμασμένος για να αντιλαμβάνεται τη
σύνταξη, τη δομή της γλώσσας και για να αποθηκεύει στη μνήμη του και να
ανακαλεί αμέσως όποτε χρειαστεί εκατοντάδες χιλιάδες ήχους και έννοιες λέξεων. Και ο άνθρωπος αναπτύχθηκε και έφτασε στο σημερινό ανθρώπινο είδος χωρίς ναχρησιμοποιεί γραφή. Έτσι αναπτύχθηκε και η ικανότητα του ανθρώπου να ανταποκρίνεται άριστα στις απαιτήσεις της προφορικής επικοινωνίας. Η γραφή όμως είναι πρόσφατη επινόηση. .
Δεν μπορεί ο
άνθρωπος να αποθηκεύει στη μνήμη του και να ανακαλεί όποτε χρειαστεί τα σχήματα
μεγάλου αριθμού γραμμάτων, να τα αναγνωρίζει αμέσως και να μη συγχέει το ένα με
το άλλο. Το να γράφει και να διαβάζει ο άνθρωπος δεν ήταν στη φύση του. Είναι
επινόηση των τελευταίων χιλιετιών, είναι τεχνολογία. Και η τεχνολογία των
λεξιγραφικών συστημάτων δεν ήταν η κατάλληλη. Στα λεξιγραφικά συστήματα, η
γραφή και η ανάγνωση είναι εξαιρετικά δύσκολες και η γενίκευση της χρήσης τους
σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες είναι σχεδόν αδύνατη. ΄Κράτησε όμως επί χιλιετίες ισχυρές χώρες που τις χρησιμοποίησαν. Την Κίνα μέχρι σήμερα.
Σε ό,τι αφορά τα συλλαβογραφικά συστήματα, ας θυμηθούμε ότι
- Οι συλλαβές είναι οι ελάχιστοι γλωσσικοί ήχοι που προφέρονται αυτόνομα δηλαδή ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο.
- Οι άνθρωποι από τη στιγμή που ανακάλυψαν τους συλλαβικούς ήχους, τους θεωρούσαν επί αιώνες ως απλούς ήχους, δηλαδή ως ήχους που δεν αναλύονται σε πιο απλούς.
Σήμερα ξέρουμε ότι:
Οι συλλαβικοί ήχοι είναι εν γένει σύνθετοι ήχοι και ότι
Οι ήχοι των λέξεων αναλύονται σε συλλαβικούς ήχους.
Ο ήχος της λέξης μητέρα για παράδειγμα αναλύεται στους ήχους [μη], [τε], [ρα]. Κάθε ένας από αυτούς τους ήχους μπορεί μεν να προφερθεί μόνος του, μόνος του όμως δεν σημαίνει τίποτε. Όταν προφέρουμε διαδοχικά αυτούς τους ήχους χωρίς αισθητό σιωπηλό διάστημα μεταξύ ενός συλλλαβικού ήχου και του επομένου του, ακούμε τον ήχο της λέξης μητέρα που σημαίνει κάτι συγκεκριμένο.
Οι άνθρωποι στις συλλαβικές γραφές, τις συλλαβές, αυτούς τους χωρίς έννοια αλλά αυτόνομους γλωσσικούς ήχους παρέστησαν με γράμματα. Για κάθε συλλαβή έγραφαν ένα γράμμα και κατά την ανάγνωση για κάθε γράμμα διάβαζαν μια συλλαβή. Έτσι οι λέξεις αναλύονταν σε συλλαβές.
Οι συλλαβικές γραφές είναι καθαρά φωνητικές γραφές αφού τα γράμματα τους παριστάνουν ήχους που δεν σημαίνουν τίποτε. Η δημιουργία τους ήταν ένα σημαντικό βήμα στην ιστορία της γραφής και έκανε τη γραφή και την ανάγνωση λειτουργίες πολύ πιο απλές από ότι ήταν, όχι όμως αρκετά απλές.
Για το λόγο αυτό επιδιώχθηκε εξ αρχής σε όλα τα συλλαβικά συστήματα γραφής να μειωθεί ο αριθμός των απαιτουμένων γραμμάτων (Αρχή της Οικονομίας).
Για να επιτευχθεί αυτό συμβόλιζαν με το ίδιο γράμμα πολλές διαφορετικές μεταξύ τους συλλαβές που ήταν κατά κάποιο τρόπο παρόμοιες. Για παράδειγμα σε κάποιο σύστημα οι συλλαβές ακ, αγ, αχ θα μπορούσε να συμβολίζονται με το ίδιο γράμμα.
Στα
συμφωνογραφικά συστήματα γραφής μπορούμε να πούμε ότι από κάθε συλλαβή θα
γράφουμε μόνο το σύμφωνο. Αν θέλαμε να γράψουμε τη συλλαβή κα αφ’ ενός
συμφωνογραφικά αφ’ ετέρου με τα δικά μας γράμματα, θα γράφαμε μόνο το γράμμα κ.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο θα γράφαμε οποιαδήποτε από τις συλλαβές κα,
κε , κι, κο, κου, γεγονός που δημιουργεί προβλήματα αναγνώρισης της
συλλαβής κατά την ανάγνωση. Στα
συμφωνογραφικά συστήματα περιορίζεται πολύ ο αριθμός των απαιτουμένων
γραμμάτων, απλοποιείται η γραφή αλλά γίνεται πολύ δύσκολη η ανάγνωση Και η ανάγνωση άγνωστων λέξεων είναι εντελώς αδύνατη
Τ ΔΜΧ ΤΝ ΠΛΤΝ ΛΚΦΡΝ ΡΣΚΦΝ Μ Τ ΔΚΣ ΤΣ ΛΜΠΚΣ ΠΛΡΝΝ ΠΒΤΣ.
Αναφέρω και τη φράση
ΠΚΤΣ ΤΣ ΚΡΤΣ ΛΓΧ ΚΦΣΡΝ Σ Λ Τ ΧΡ Γ Λ Τ ΧΜΤ
Μπορούμε να περιγράψουμε τα συμφωνογραφικά συστήματα και με άλλο τρόπο.
Χρησιμοποιώντας σημερινούς όρους,μπορούμε να πούμε ότι και στα συμφωνογραφικά
συστήματα τα γράμματα παριστάνουν συλλαβές αλλά για να περιορισθεί ο αριθμός
των απαιτουμένων γραμμάτων παριστάνονται με γράμματα μόνο οι συλλαβές που
σχηματίζονται από ένα σύμφωνο ή από ένα σύμφωνο και ένα φωνήεν και ακόμη ότι οι
συλλαβές αυτού του τύπου που διαφέρουν μόνο κατά το φωνήεν γράφονται με το ίδιο
γράμμα. Έτσι οι συλλαβές κ, κα, κε , κι, κο, κου γράφονται με
το ίδιο γράμμα αφού διαφέρουν μόνο κατά το φωνήεν.
Τα παραπάνω κάνουν φανερό ότι συλλαβικά συστήματα μπορεί να περιγραφούν ως συμφωνικά και ότι τα συμφωνικά συστήματα γραφής μπορεί να περιγραφούν ως συλλαβικά. Άλλωστε έχουν την ίδια δομή και λειτουργία. Για κάθε συλλαβή γράφουμε και στα μεν και στα δε ένα γράμμα και ακόμη και στα μεν και στα δε διαβάζουμε κατά την ανάγνωση με κάθε γράμμα μια συλλαβή αν και στα συμφωνογραφικά και τα ισοδύναμά τους, προσπαθούμε να μαντέψουμε το ποια συλλαβή θα αντιστοιχήσουμε σε κάθε γράμμα.
Τώρα αν εκείνοι που γράφουν, ξέρουν τους συλλαβικούς ήχους ως απλούς ήχους και δεν ξέρουν από ποιους πραγματικά απλούς ήχους αποτελούνται οι συλλαβές, τότε προφανώς με τα γράμματα συλλαβές γράφουν και επομένως το σύστημα γραφής τους συλλαβογραφικό είναι.
Για να γράφουν πραγματικά τα σύμφωνα θα έπρεπε ήδη να γνωρίζουν τα σύμφωνα ως μέρος του ήχου των συλλαβών.
3. Η αλφαβητική γραφή
Αλφαβητική είναι η γραφή στην οποία οι
συλλαβές γράφονται με γράμματα που συμβολίζουν τους απλούς στοιχειώδεις ήχους,
δηλαδή τους φθόγγους, από την συνεκφορά των οποίων αυτές συλλαβές δημιουργοούνται. Έτσι, στην
αλφαβητική γραφή οι λέξεις αναλύονται σε συλλαβές και οι συλλαβές αναλύονται σε
απλούς ήχους.
Οι απλοί ήχοι μιας γλώσσας ονομάζονται φθόγγοι (phonemes). Οι φθόγγοι ανάλογα με τον τρόπο εκφοράς τους διακρίνονται σε (φθόγγους) φωνήεντα και σε (φθόγγους) σύμφωνα.
Στην αλφαβητική γραφή τα σύμβολα γραφής, τα γράμματα δηλαδή, παριστάνουν αυτούς
τους απλούς ήχους, τους φθόγγους. Όλους
τους φθόγγους, και τα σύμφωνα και τα φωνήεντα. Στην αλφαβητική γραφή για κάθε
φθόγγο υπάρχει γράμμα που τον παριστά και κάθε γράμμα παριστάνει έναν φθόγγο.
Το
αλφαβητικό σύστημα γραφής εξασφαλίζει και μεγάλη οικονομία γραμμάτων. Αν σε μιά γλώσσα υπάρχουν
23 συμφωνικοί και 7 φωνηεντικοί φθόγγοι απαιτούνται για τη γραφή της αλφαβητικά, 30
γράμματα. Με αυτά τα 30 γράμματα μπορούμε να σχηματίσουμε όλες τις συλλαβές που
εμφανίζονται σε αυτήν τη γλώσσα, δηλαδή
πολλές εκατοντάδες συλλαβές. Μόνο οι συλλαβές του τύπου (1 σύμφωνο + 1 φωνήεν) στη γλώσσα αυτήν, είναι 161
Είναι φανερό ότι η αλφαβητική γραφή είναι εντελώς διαφορετική από όλα τα προηγούμενα συστήματα γραφής.
Σημειώσεις
1. Ο πρώτος αποδεκτός και σήμερα ορισμός της αλφαβητικής γραφής, δόθηκε εμμέσως από τον Ευριπίδη. Στην τραγωδία του "Παλαμήδης" ο Ευριπίδης βάζει τον Παλαμήδη να λέει αναφέροντας τα επιτεύγματά του:
“Αφωνα και φωνούντα συλλαβάς θεις, εξεύρον ανθρώποισι γράμματ' ειδέναι.” Δηλαδή,
2. H λέξη συλλαβή από το συλλαμβάνω = συν (μαζί) + λαμβάνω, σημαίνει ομάδα ήχων που δεν εκφέρονται ανεξάρτητα ο καθένας από τους άλλους αλλά συνεκφέρονται και συναποτελούν έτσι έναν αυτοτελή ήχο.
Σε γλώσσες που εξυπηρετούντο με συλλαβικά ή λεξιγραφικά συστήματα γραφής οι συλλαβές θεωρούντο απλοί ήχοι και γι αυτό σε καμιά από αυτές τις γλώσσες δεν είχε δημιουργηθεί ούτε όρος ανάλογος με τον όρο συλλαβή ούτε όροι ανάλογοι με τους όρους σύμφωνα, φωνήεντα, φθόγγοι.
Ακόμη πρέπει να παρατηρηθεί ότι θα ήταν αδύνατο ένας λαός να έχει αναλύσει τους ήχους των συλλαβών στους στοιχειώδεις, στους απλούς φωνηεντικούς και συμφωνικούς ήχους δηλαδή στους φθόγγους από τους οποίους οι συλλαβές αποτελούνται, και να μην έχει δημιουργήσει λέξεις που να σημαίνουν τα σύμφωνα, τα φωνήεντα, τους φθόγγους, τις συλλαβές.
4. Το αλφάβητο
Το αλφάβητο νοείται ως αλφάβητο των
γλωσσικών ήχων. Είναι ένας πίνακας όλων των απλών, των στοιχειωδών γλωσσικών
ήχων, δηλαδή όλων των φθόγγων μιας γλώσσας. Το αλφάβητο επομένως περιλαμβάνει
και τους φθόγγους-φωνήεντα και τους φθόγγους-σύμφωνα.
Οι φθόγγοι στον πίνακα παριστάνονται με γράμματα. Τα γράμματα τα λέμε και ψηφία ή χαρακτήρες. Με τους ίδιους όρους, γράμματα – ψηφία – χαρακτήρες, ονομάζονται σήμερα τα σύμβολα γραφής σε όλα τα είδη συστημάτων γραφής1.
Η ανακάλυψη του αλφαβήτου είναι η ανακάλυψη των φθόγγων, δηλαδή η ανακάλυψη του ότι οι ήχοι των συλλαβών είναι σύνθετοι και η ανάλυσή τους στους απλούς, στους στοιχειώδεις ήχους από τους οποίους αποτελούνται.
Το αλφάβητο περιλαμβάνει εξαιρετικά λίγα γράμματα που παριστάνουν αυτούς τους απλούς ήχους τους φθόγγους. Με αυτά τα γράμματα αποδίδονται με εξαιρετικά απλό και άμεσο τρόπο και με απόλυτη ακρίβεια όλοι οι συλλαβικοί και επομένως όλοι οι γλωσσικοί ήχοι.
Στην εγκυκλοπαίδεια Britannica, στο άρθρο Writing αναφέρεται ότι:
"Το τελικό στάδιο της εξέλιξης των συστημάτων γραφής είναι η ανακάλυψη της αλφαβητικής αρχής, η ανάλυση δηλαδή του ήχου των συλλαβών στους συστατικούς τους συμφωνικούς και φωνηεντικούς ήχους", και ότι
“Η ανάκάλυψη αυτή έγινε μια φορά, έγινε από τους Έλληνες και αποτελεί μείζον επίτευγμα του δυτικού πολιτισμού.”
Σημειώσεις
1. Οι αρχαίοι Έλληνες τα γράμματα τα έλεγαν και ψηφία (ψηφίδες του συμβόλου της συλλαβής). Προκειμένου περί γλωσσικών ήχων, η λέξη στοιχεία ήταν άλλη ονομασία της λέξης φθόγγοι. Γενικά η λέξη στοιχείο σημαίνει κάτι ακέραιο που δεν αναλύεται δεν ανάγεται σε πιο απλά μέρη. Στην ατομική θεωρία, τα στοιχεία της ύλης είναι τα άτομα.
Είναι σαφές ότι ο Ηρόδοτος χρησιμοποιούσε τη λέξη γράμματα μόνο με την έννοια των γραπτών συμβόλων. Οι όροι συλλαβές, στοιχεία, γράμματα (από το γράφω = χαράσσω, γρατζουνίζω, σχεδιάζω), φωνήεντα και σύμφωνα, δημιουργήθηκαν στην ελληνική γλώσσα μετά την ανακάλυψη του αλφαβήτου. Σε καμμιά άλλη γλώσσα δεν είχε δημιουργηθεί αντίστοιχο σύνολο όρων, γιατί οι συλλαβές δεν είχαν αναγνωρισθεί ως σύνθετοι ήχοι και τα φωνήεντα και τα σύμφωνα, οι ήχοι από τους οποίους αποτελούνται οι συλλαβές δηλαδή, ήταν άγνωστα και για αυτό οι όροι στοιχεία και ψηφία δεν θα μπορούσε να είχαν στις γλώσσες αυτές καμμιάν έννοια.
Στο παρόν κείμενο ο όρος γράμματα χρησιμοποιείται με την έννοια σύμβολα γραφής.
5. Η πορεία προς το αλφάβητο
Η ανάκαλυψη του αλφαβήτου επήλθε ως αποτέλεσμα της προσπάθειας των Ελλήνων να βελτιώσουν τα προαλφαβητικά συστήματα γραφής που χρησιμοποιούσαν.
Ιδιαίτερα σημαντική αναδιαμόρφωση του κειμένου μου εμφανίζεται αμέσως (τέλη Ιούλίου του 2020 ]
Ελληνική η γλώσσα της Γραμμικής Α
Μέχρι πρόσφατα (2016 ),δεν ήταν γνωστή ούτε η γλώσσα που γραφόταν με την κρητική συλλαβική ιερογλυφική γραφή, ούτε η γλώσσα που γραφόταν με τη συλλαβική γραφή γραμμική Α. Σήμερα ξέρουμε ότι και με τις δύο αυτές γραφές και με τη γραφή της Λέρνας επίσης συλλαβική, γραφόταν γλώσσα ελληνική.
Αυτήν την εξαιρετικής σημασίας ανακάλυψη την οφείλουμε στον Ουκρανό διαπρεπή γλωσσολόγο, καθηγητή και πολλαπλά ακαδημαϊκό Γιούρι Μοσένκις. Για το θέμα αναφέρω ότι :
- Επί 80 και πλέον έτη γίνονταν προσπάθειες να αποκρυπτογραφηθεί η γραφή γραμμική Α με δεδομένο ότι οι χρήστες της, οι Μινωίτeς δηλαδή, δεν ήταν Έλληνες και επομένως η γλώσσα της γραμμικής Α δεν ήταν ελληνική.
Όμως,
μετά από 80 έτη προσπαθειών να διαβασθεί η γραμμική Α ως γραφή μη
ελληνική, δεν είχε επιτευχθεί η ανάγνωση ούτε μιας ολόκληρης πινακίδας
γραμμικής Α, ούτε η ανάγνωση ενός μινωικού ονόματος γνωστού
από άλλες πηγές. Και η προσπάθεια απκρυπυογράφησης ξεκινά συνήθως με
την προσπάθεια να αναγνωρισθούν σε μια γραφή λέξεις που αποδίδουν στη
γλώσσα της γραφής γνωστά ονόματα. Και είχαν δοκιμασθεί πολλές γλώσσες. Ήταν επομένως αναγκαίο να εξετασθεί και η ελληνική υπόθεση, η υπόθεση δηλαδή να γραφόταν με τη γραμμική Α γλώσσα ελληνική.
- Για την αποκρυπτογράφηση ο Γιούρι Μοσενκις χρησιμοποίησε συνδυασμό γνωστών και καθιερωμένων μεθόδων. Ξεκίνησε αναζητώντας στις πινακίδες μινωικά ονόματα γνωστά από την ανάγνωση των πινακίδων της γραμμικής Β. Η αναζήτηση αυτή δίνει ευκολότερα αποτέλέσματα που προσφέρουν μιαν ευρεία βάση γραμμάτων με γνωστή πλέον ηχητική αξία, δηλαδή μια ευρεία βάση γραμμάτων που ξέρει πλέον ο μελετητής πώς διαβάζονται.
- Για να αποκωδικοποιηθούν τώρα λέξεις που δεν είναι ονόματα, η διαδικασία τώρα διευκολύνεταi. Αυτό γιατί σχεδόν σε κάθε λέξη συναντά και γράμματα που ξέρει ήδη πώς διαβάζονται,, αφού έχοντας διαβάσει τα ονόματα έχει ανακαλύψει την ηχητική αξία των γραμμάτων με τα οποία γράφονταν.τα ονόματα. Συνήθως σε αυτήν τη φάση γίνεται μιά προσπάθεια να διαβαστούν όλες οι λέξεις κάθε πινακίδας με την οποία ο μελετητής καταπιάνεται. Κάνει νέες υποθέσεις που άλλοτε του βγαίνουν οπότε και συνεχίζει ενισχυμένος, άλλοτε δεν του βγαίνουν οπότε τις εγκαταλείπει.
Για να κάνει τις υποθέσεις του και να βγάλει τα συμπεράσμτά του ο μελετητής χρησιμοποιεί στατιστικές μεθόδους αλλά και γνώσεις πληροφορίες σχετικές με το λεξιλόγιο, την γραμματική, την ορθογραφία, τη φωνητική και την ετυμολογία αντίστοιχων λέξεων των πιθανώς συγγενικών γλωσσών. Κάνει και υποθέσεις για τη δυνατότητα να υπάρχουν περισσότερες της μιας λέξεις που αποδίδουν μια συγκεκριμμένη έννοια βασιζόμενος στο τι συμβαίνει στις γλώσσες που τις υποθέτει συγγενικές με τη γλώσσα της γραφής που προσπαθεί να αποκωδικοποιήσει.
Εφ'όσον λοιπόν
- με την υπόθεση της μη ελληνικότητας της γραμμικής Α δεν εγινε δυνατό με προσπάθειες 80 ετών διαβαστεί ούτε ένα γνωστό μινωικό όνομα, ούτε μία πινακίδα ολόκληρη
ενώ
- με την ελληνική υπόθεση διαβάστηκαν όλες οιλέξεις όλες οι πινακίδες και διαβάστηκαν δείγματα της γραμμικής Α αποτυπωμένα σε κάθε είδους υλικά
μπορούμε να είμαστε βέβαιοι.
Η ελληνικότητα της γλώσσας της γραμμικής Α είναι πλέον δεδομένη, αναμφισβήτητη
Η ορθότητα της αποκρυπτογράφησης της από τον Γιούρι Μοσένκις είναι ήδη επικυρωμένη
- Η αποκρυπτογράφηση έδωσε μιαν ακόμη ελληνική διάλεκτο. Ξέραμε την Ιωνική διάλεκτο, την Δωρική διάλεκτο, την Αιολική διάλεκτο, τη Μακεδονική διάλεκτο και τη γλώσσα της Μυκηναϊκής γραφής Β που δεν αποτελούσε ομιλούμενη διάλεκτο. Τώρα έχουμε και την Μινωική διάλεκτο. Φαίνεται περισσότερο συγγενική με την Ιωνική , όπως σημαντικοί γλωσσολόγοι ανέμεναν.
Μετά
τη γραμμική Α αποκρυπτογραφήθηκε και η κρητική ιερογλυφική γραφή και η
γραφή της Λέρνας και η γαφή της Τροίας. Η γραφή της Τροίας αποδείχθηκε
γραφή γλώσσας μη ελληνικής αλλά συγγενικής με την ελληνική. Η κρητική
ιερογλυφική γραφή και η γραφή της Λέρνας αποδείχθηκαν γραφές ελληνικής
γλώσσας
Η γραφή της Λέρνας γραφόταν από το 2450 έως το 2200
Η κρητική ιερογλυφική γραφή από το 2300 έως το 1600
Η κρητική γραμμική Α από το 1800 έως το 1450 και μεταγενέστερα
Η γραμμική Β από το 1650
Η κυπρομινωική Ι από το 1550 έως το 1100
Το
κυπριακό συλλαβάριο από τον 11ο αιώνα
Η αλφαβητική γραφή ίσως από τον 10ο αιώνα
-Οι γραφές αυτές είναι όλες, εκτός φυσικά την αλφαβητική, συλλαβικές γραφές. Δημιουργήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν από ανθρώπους που μιλούσαν ελληνικά. Και σε αυτές τις γραφές υπήρχαν και γράμματα που απέδιδαν φωνηεντικές συλλαβές, δηλαδή συλλαβές που σχηματίζονταν με την εκφορά μόνο ενός φωνηεντικού φθόγγου, όπως είναι οι δύο πρώτες συλλαβές και η τελευταία συλλαβή της λέξεως ιώδιο.
-Από τη γραμμική Α προήλθαν άμεσα η μυκηναϊκή γραμμική Β, και οι κυπρομινωικές Ι, ΙΙ, ΙΙΙ.
Από την κυπρομινωική Ι γραφή των Ελλήνων της Κύπρου, προήλθε το κυπριακό συλλαβάριο επίσης γραφή των Ελλήνων της Κύπρου.
Στη γραμμική Β, και μάλλον και στη κυπρομινωική Ι υπήρχε ορθογραφία που επέτρεπε τη γραφή και την αναγνώριση κατά την ανάγνωση, συλλαβών που σχηματίζονταν από τη συνεκφορά περισσότερων του ενός συμφωνικών φθόγγων και ενός φωνηεντικού φθόγγου.. Δεν υπήρχε αυτή η δυνατότητα για την πρώτη συλλαβή της λέξης3. Δεν υπήρχε επίσης η δυνατότητα αναγνωρίσιμης κατά την ανάγνωση απόδοσης των τελικών συμφώνων των λέξεων.
-Αυτές
οι δύο ελλείψεις δεν εμφανίζονται στο κυπριακό συλλαβάριο. Στο κυπριακό συλλαβάριο είχαν καταφέρει να γράφουν και να
διαβάζουν με ακρίβεια αφ' ενός τελικά σύμφωνα, αφ’ ετέρου συλλαβές που
περιελάμβαναν περισσότερα του ενός σύμφωνα σε οποιαδήποτε σειρά στη συλλαβή,
είτε η συλλαβή βρισκόταν στην αρχή της λέξης είτε βρισκόταν σε οποιαδήποτε άλλη
θέση της λέξης.
-Η ύπαρξη γραμμάτων που παρίσταναν μονοφθογγικές φωνηεντικές συλλαβές, η όλη διαδικασία της επινόησης ορθογραφίας που εξασφάλιζε την γρήγορη αναγνώριση και την ακριβή ανάγνωση συμφωνικών συμπλεγμάτων και η επί μακρόν γραφή και ανάγνωση πινακίδων με γραφές στις οποίες χρησιμοποιούντο και αυτή η ορθογραφία γραφής συμφωνικών συμπλεγμάτων και η χρήση πρόσθετων γραμμάτων για την απόδοση των φωνηεντικών συλλαβών, διευκόλυναν την αναγνώριση φωνηεντικών και συμφωνικών γλωσσικών ήχων ως ιδιαιτέρων ήχων, γεγονός που οδήγησε στην ανάλυση των συλλαβικών γλωσσικών ήχων σε απλούς γλωσσικούς ήχους. Διαβάστε τα αναφερόμενα σχετικά με αυτό το θέμα στην ανάρτηση Οι προαλφαβητικές γραφές και κυρίως στην ανάρτηση Η ανακάλυψη του αλφαβήτου.
-Το αποτέλεσμα της ανάλυσης των συλλαβικών ήχων σε απλούς ήχους ήταν η ανακάλυψη του αλφαβήτου των γλωσσικών ήχων και η επινόηση της αλφαβητικής γραφής. Το αλφάβητο περιλαμβάνει εξαιρετικά λίγα γράμματα με τα οποία αποδίδονται με εξαιρετικά απλό τρόπο και με απόλυτη ακρίβεια όλοι οι γλωσσικοί ήχοι.
Τέλος, υπό την επήρεια των κυπρομινωικών ΙΙ και ΙΙΙ δημιουργήθηκαν γραφές που χρησιμοποιήθκαν από λαούς της Παλαιστίνης, της Συρίας της Μικράς Ασίας. Μεταξύ αυτών των γραφών και η γραφή των Φιλισταίων και η πρώτη γραφή της φοινικικής πόλης Βύβλος. Από τα γράμματα της δεύτερης γραφής της φοινικικής πόλης Βύβλος προήλθαν τα γράμματα της φοινικικής γραφής που αποτέλεσε το πρότυπο των γραμμάτων όλων των σημιτικών γραφών,
.
Σημειώσεις:
1.Ιurii Mosenkis : Hellenic Origin of Europe: Formation of the Greeks 2016
Ιurii Mosenkis : Cucuteni-Trypillia -Troy - Greece 2018
2. Με την αποκρυπτογράφηση της γραμμικής Α αλλά και προγενέστερων γραφών και την αναγνώρισης της γλώσσας τους ως ελληνικής, και οι Μινωίτες αποδεικνύονται Έλληνες και η ελληνική ιστορία η στηριζόμενη σε γραπτές πηγές επεκτείνεται μια χιλιετία. Επιπλέον αποδεικνύεται ότι οι Ελληνες ανέπτυξαν τρεις μεγάλους αρχαίους πολιτισμούς, Τον Μινωικό, τον Μυκηναϊκό και τον κλασσικό αρχαίο ελληνικό πολιτισμό που συμπεριλαμβάνει και την ελληνιστική εποχή. Είχαν επίσης την μακράν μεγαλύτερη συμβολή στην ανάπτυξη του αρχαίου κυπριακού πολιτισμού και ανέπτυξαν με τη συμβολή της ρωμαϊκού τύπου διοίκησης, τον Βυζαντινό πολιτισμό. Κάτι εκπληκτικό και μοναδικό!
Ας σημειωθούν ακόμη τα εξής:
Η γραμμική Α αποτελεί το πρώτο αναπτυγμένο ελληνικό, ευρωπαϊκό και ινδοευρωπαϊκό σύστημα γραφής, η γραφή της γλώσσας της πρώτης ευρωπαϊκής πολιτείας και φυσικά και της πρώτης ελληνικής πολιτείας και τα κείμενα της είναι τα πρώτα κείμενα των ευρωπαϊκών πολιτισμών.
Να
θυμηθούμε ακόμη ότι από τον μινωικό πολιτισμό δανείστηκε πολλά ο
μυκηναϊκός πολιτισμός από τον οποίο προήλθε ο αρχαίος ελληνικός
πολιτισμός. Ακόμη ότι από τον ελληνικό διαμορφώθηκε ο ρωμαϊκός
πολιτισμός και υπό την άμεση επίδραση του ρωμαΊκού πολιτισμού και την
έμμεση επιρροή του αρχαίου λληνικού πολιτισμού (μέσω της αρχαίας
ελληνικής γραμματείας και των αρχαιοελληνικών έργών τέχνης), αναδήθηκε ο
ευρωπαϊκός πολιτισμός του οποίου άμεσος απόγονος είναι ο σημερινός
Δδυτικός πολιτισμός που τείνει να γίνει παγκόσμιος.
Επισημαίνουμε ακόμη ότι η εξέλιξη των συστημάτων γραφής που κατέληξε στη δημιουργία της αλφαβητικής γραφής είναι η εξέλιξη των επτά ελληνικών συστημάτων γραφής που ξεκινούν με το ατελέστατο λεξισυλλαβικό σύστημα της γραφής της Λέρνας και καταλήγουν με τη δημιουργία της αλφαβητικής γραφής. Η μελέτη των ελληνικών προαλφαβητικών γραφών παρέχει επίσης πρόσθετες αποδείξεις για το ότι τα σχήματα των περισσότερων σημιτικών γραμμάτων διαμορφώθηκαν υπό την έμμεση επιρροή των Κυπρομινωικών γραφών
3. Το γεγονός αυτό (της αδυναμίας να γραφεί και να διαβαστεί μονοσήμαντα με την γραμμική Β σύμπλεγμα συμφώνων που βρίσκεται στην αρχή μιας λέξης), συνδέεται με την επιβεβαίωση της ορθότητας της αποκρυπτογράφησης της από τον Βρεταννό αρχιτέκτονα και αρχαιοδίφη Michael Ventris.
O Ventris είχε μελετήσει τις πινακίδες με επιγραφές της γραμμικής Β που είχαν ανακαλυφθεί στην Κρήτη, είχε καταλήξει στα συμπεράσματά του και είχε κάνει (το 1952) σχετικές ανακοινώσεις. Η γραμμική Β είναι συλλαβική γραφή, με την οποία γραφόταν η ελληνική γλώσσα είχε ανακοινώσει, και είχε δώσει την αντιστοιχία των γραμμάτων της με τους συλλαβικούς ήχους της (μυκηναϊκής) ελληνικής γλώσσας. Οι ανακοινώσεις του είχαν όμως αντιμετωπισθεί με επιφυλακτικότητα.
Την ίδια εποχή ο Αμερικανός αρχαιολόγος Belgen αποφάσισε να διαβάσει πινακίδες με επιγραφές γραμμικής Β που είχαν ανακαλυφθεί στην Πύλο εφαρμόζοντας τον κώδικα ανάγνωσης που είχε υποδείξει ο Ventris. Σε μια πινακίδα υπήρχε στην αρχή της επιγραφής η εικόνα ενός τρίποδα και στη συνέχεια υπήρχαν τα γράμματα μιας λέξης που κατά τον κώδικα ανάγνωσης τουVentris διαβαζόταν tiripode δηλαδή τρίποδες. Επειδή στη γραμμική Β δεν είχαν μέθοδο να αποδώσουν μονοσήμαντα ούτε συμπλέγματα συμφώνων στην αρχή της λέξης ούτε τελικά σύμφωνα, ο αναγνώστης δεν μπορούσε να ξέρει αν πρέπει να διαβάσει τρίποδες ή κάτι άλλο και οι γραφείς για να διευκρινίσουν το τι ακριβώς έγραφεαν συνήθιζαν να βάζουν πριν μια τέτοια λέξη μια εικόνα σχηματική του αντικειμένου που ονομάτιζόταν με αυτήν τη λέξη, όταν βεβαίως ήταν δυνατό να υπάρξει τέτοια εικόνα.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο γραφέας είχε σχεδιάσει πριν την αρχή της λέξης έναν τρίποδα και άρα η σωστή ανάγνωση του tiri ήταν τρι. Αυτά όλα επιβεβαίωναν όμως την ορθότητα της ανάγνωσης του Ventris και επομένως επιβεβαίωναν ότι με τη γραμμική Β γραφόταν ελληνική γλώσσα. Ο Belgen το έγραψε στον Ventris. Η επιστολή του τελείωνε με το ρητορικό ερώτημα "άραγε αυτό", δηλαδή το ότι διαβάζω tiripode εκεί που υπαρχει η εικόνα ενός τρίποδα, "είναι τυχαίο;" O Ventris έδωσε στη δημοσιότητα την επιστολή του Belgen και όλοι πείσθηκαν ότι σωστά τα είχε διαβάσει ο Ventris. Η αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β είχε επιτευχθεί και οι Μυκηναίοι είχαν αποδειχθεί Έλληνες. Η ελληνική ιστορία αποδεικνυόταν αρκετούς αιώνες αρχαιότερη από όσο πίστευαν μέχρι τότε.
6. Η σημασία της αλφαβητικής γραφής
Ο David Diringer αναφέρει στο άρθρο του Αλφάβητα στην εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, ότι το ουσιαστικό δεν είναι το ποια ακριβώς γράμματα θα χρησιμοποιηθούν σε μια αλφαβητική γραφή. Το ουσιαστικό είναι η κατανόηση της βασικής αλφαβητικής αρχής, ότι δηλαδή στην αλφαβητική γραφή κάθε γράμμα παριστάνει έναν φθόγγο (απλό ήχο μη διαιρετό περαιτέρω), και κάθε φθόγγος παριστάνεται από ένα τουλάχιστον γράμμα. Χωρίς αυτήν την προϋπόθεση οι ήχοι των συλλαβών και επομένως οι γλωσσικοί ήχοι δεν μπορεί να αποδοθούν γραπτά με πληρότητα και ακρίβεια.
Για τα γράμματα εκτός από το να καλύπτουν όλους τους φθόγγους, το μόνο που απαιτείται είναι
-να γράφονται εύκολα,
-να είναι ευκρινή,
-να μην μπορεί να εκληφθεί ένα γράμμα ως άλλο και
-να δίνουν όμορφη εικόνα στα γραπτά κείμενα.
Η τελευταία απαίτηση πρέπει να ικανοποιείται μόνο στο βαθμό που το επιτρέπουν οι άλλες.
Ο άνθρωπος που ανακάλυψε το αλφάβητο των γλωσσικών ήχων της γλώσσας του
και επινόησε την αλφαβητική γραφή ήταν χρήστης της ελληνικής κυπριακής
συλλαβικής γραφής. Αναλύοντας τους συλλαβικούς ήχους,( που τους έγραφε μέχρι τότε με
τα γνωστά του κυπριακά συλλαβικά γράμματα), στους απλούς ήχους από τους οποίους αποτελούνται,
ανακάλυψε νέους ήχους και χρησιμοποίησε κυ γνωστά του γράμματα για να
τους καταγράψει. Αναλύοντας για παράδειγμα τον συλλαβικό ήχο [κο] (το γράμμα
που τον παρίστανε έμοιαζε με το Λ ), ανακάλυψε τους απλούς ήχους [κ] και
[ο] και χρησιμοποίησε γράμματα για να τους γράψει.
Ως γράμματα για την γραπτή παράσταση των απλών ήχων, των φθόγγων που ανακάλυψε,
ο επινοητής της αλφαβητικής γραφής χρησιμοποίησε παλαιά σύμβολα προβαθμίδων
γραφής του βαλκανικού και ελλαδικού χώρου που είχαν περάσει αυτούσια ή
τροποποιημένα στις μινωικές γραφές και από εκεί στις κυπρομινωικές, στις
ελληνικές προαλφαβητικές γραφές και από εκει στη φοινικική, γράφοντάς τα σαν κεφαλαία
όπως γραφόταν και η γραμμική Α, και η γραμμική Β, και η ελληνική κυπριακή
γραφή. Βαθμιαία οι Έλληνες άλλαξαν περαιτέρω τον τρόπο γραφής των γραμμάτων.
Σχετικά με αυτά τα θέματα αναφέρω ότι, τα χαρακτηριστικά ορισμένων γραμμάτων και αυτή καθεαυτή η επιλογή κάποιων άλλων γραμμάτων και κυρίως η χρησιμοποίηση ενός μόνο γράμματος για την παράσταση του όχι απλού ήχου [κσ], εξηγούνται μόνο με την αναγνώριση του ότι ο επινοητής ήταν εξοικειωμένος με τη χρήση της ελληνικής κυπριακής συλλαβικής γραφής.
Τα πλεονεκτήματα της αλφαβητικής γραφής οφείλονται:
Στον μικρό αριθμό γραμμάτων που
απαιτεί, στην απλότητά της και την ακρίβειά της.
Η αλφαβητική γραφή εξασφαλίζει σαφήνεια, ακρίβεια και εύκολη πρόσβαση στα γραπτά κείμενα αφού κάθε λέξη διαβάζεται άμεσα, εύκολα και μονοσήμαντα. Η γραφή και η ανάγνωση γίνονται με την αλφαβητική γραφή διαδικασίες τόσο απλές και φυσικές όσο και η συνομιλία γεγονός που δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να μπορούν όλοι να μάθουν γραφή και ανάγνωση από παιδιά, για να χρησιμοποιείται η γραφή και η ανάγνωση σε κάθε είδους δραστηριότητες, για να εμφανισθεί το βιβλίο και να δημιουργηθούν μικρές αλλά και απίστευτα μεγάλες βιβλιοθήκες. Η αλφαβητική γραφή έδωσε τη δυνατότητα εύκολης καταγραφής και εύκολης ανάγνωσης, τη δυνατότητα διάδοσης σκέψεων ιδεών και πληροφοριών κάθε είδους, τη δυνατότητα παροχής συστηματικής σχολικής εκπαίδευσης, τη δυνατότητα δημιουργίας εγγράμματων κοινωνιών και τη δυνατότητα διαφύλαξης και εξέλιξης της γνώσης.
Στην πληρότητά της.
Η αλφαβητική γραφή παρέχει δυνατότητα όπως έχουμε αναφέρει, εύκολης και τέλειας γραπτής απόδοσης και άμεσης ανάγνωσης οποιασδήποτε λέξης και λεκτικού τύπου γνωστού ή άγνωστου, σε οποιασδήποτε φράση. Διευκόλυνε έτσι τη δημιουργία νέων λέξεων και την εξειδίκευση όρων και εννοιών καθώς και την κοινολόγησή τους αφού όλοι με τη αλφαβητική γραφή μπορούν να διαβάζουν κείμενα που εισάγουν νέες λέξεις, νέους όρους, νέες έννοιες. Διευκόλυνε επίσης τη δημιουργία νέων τρόπων έκφρασης και σύνταξης που κατέστησαν δυνατή την παρακολούθηση και την απόδοση με ακρίβεια της πορείας της σκέψης σε όλες τις διαδρομές της αφού ο κάθε διανοητής είχε τη δυνατότητα να αναλύει γράφοντας τις δικές του σκέψεις και να βρίσκει νέους κατάλληλους τρόπους να τις εκφράσει με κατανοητό από τους άλλους τρόπο. Δόθηκε επίσης σε κάθε διανοητή η δυνατότητα να διαβάζει τις σκέψεις άλλων διανοητών. Όλα αυτά διαμόρφωσαν νέους και πλεονεκτικότερους όρους εξέλιξης της γνώσης των ιδεών και των αντιλήψεων γεγονός καταλυτικό και για τη δημιουργία επιστημών και επιστημονικών κλάδων και για την περαιτέρω εξέλιξή τους.
Στην προσαρμοστικότητά της.
Η αλφαβητική γραφή προσαρμόζεται εύκολα σε όλες τις γλώσσες και έτσι το αλφάβητο υιοθετήθηκε από πλήθος λαούς με εντελώς διαφορετικές γλώσσες και κουλτούρες και μάλιστα για κάθε είδους δραστηριότητες, γεγονός που έδωσε στην γραφή οικουμενική διάσταση.
Η λέξη αλφάβητο δημιουργήθηκε από το όνομα των δύο πρώτων γραμμάτων του ελληνικού αλφαβήτου. Κατά το λεξικό Webster από την ελληνική λέξη αλφάβητος (η), δημιουργήθηκε η λατινική λέξη alphabetum που πέρασε στη γραπτή αγγλική γλώσσα ως alphabet το 1513.
Β. Οι γραφές οι πρόδρομες της αλφαβητικής
Πολύ παλαιά ευρήματα δειγμάτων προβαθμίδων γραφής προέρχονται από τον ευρωπαϊκό χώρο. Μερικά αξιοσημείωτα ευρήματα προέρχονται ειδικότερα από τον βαλκανικό και από τον σημερινό ελληνικό χώρο. Έχει ήδη αναφερθεί ότι αρκετά γράμματα της γραμμικής Α και των απογόνων της, αλλά και αρκετά γράμματα της φοινικικής γραφής και του αλφαβήτου προέρχονται από σύμβολα προβαθμίδων γραφής του ευρωπαϊκού χώρου και από προγενέστερα σύμβολα (λατρευτικά, τελετουργικά, μαγικά ή δηλωτικά προσώπου).
Οι ευρωπαϊκές προβαθμίδες γραφής δεν εξελίχθηκαν όμως ποτέ σε συστήματα γραφής που θα ήταν δυνατόν να εξυπηρετήσουν τη γραπτή απόδοση μιας γλώσσας. Τα δείγματα κάθε προβαθμίδας γραφής του ευρωπαϊκού χώρου είναι πολύ λίγα και ο αριθμός των συμβόλων που εμφανίζονται είναι πολύ μικρός. Όμως τα πρώτα συστήματα γραφής ήταν λεξιγραφικά και κάθε γράμμα τους παρίστανε μια λέξη. Χρειάζονταν επομένως τόσα διαφορετικά μεταξύ τους γράμματα, όσες ήταν και οι διαφορετικές μεταξύ τους λέξεις που θα έγραφαν. Για το λόγο αυτόν δεν μπορούμε να σκεφτούμε ούτε καν προβαθμίδες γραφής στις περιπτώσεις που εμφανίζεται πολύ μικρός αριθμός συμβόλων. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να υποθέσουμε ότι πρόκειται για λατρευτικά, τελετουργικά και παρόμοια σύμβολα.
Οι προβαθμίδες γραφής μετατράπηκαν σε συστήματα γραφής «επαρκή» για την γραπτή απόδοση μιας γλώσσας μόνον όταν αναπτύχθηκαν πόλεις και μόνο σε πόλεις. Αυτό έγινε για πρώτη φορά στο σημερινό Ιράκ, στις πόλεις της κοιλάδας του Τίγρη και του Ευφράτη από τους Σουμέριους (δραβιδικό φύλλο), πριν το 3100 π.Χ. (περί το 3400), και λίγο αργότερα στις πόλεις της κοιλάδας του Ινδού ποταμού από τον επίσης δραβιδικό πληθυσμό αυτών των πόλεων, όπου όμως το σύστημα γραφής δεν φαίνεται να ολοκλήρωσε την ανάπτυξή του. Οι Αιγύπτιοι ανέπτυξαν σύστημα γραφής γύρω στο 3100 π.Χ. αλλά υπό σουμεριακή επίδραση.
Οι πόλεις της κοιλάδας του Ινδού είχαν να επιδείξουν πολυόροφα κτήρια, σχεδιασμένη ρυμοτομία, φαρδείς δρόμους, μεγάλα οικοδομικά ορθογώνια συγκροτήματα, αποχετευτικό σύστημα και υπερυψωμένες ακροπόλεις που παρείχαν προστασία κατά τις πλημμύρες του ποταμού. Είχαν έκταση 15 – 18 τετρ. χιλιόμετρα, πληθυσμό 20000 – 50000 κατοίκους και άφθονο πλούτο. Το σύστημα γραφής που ανέπτυξαν είχε περί τα 250 σύμβολα, δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί και δεν επηρέασε άλλες γραφές. Οι πόλεις της κοιλάδας επί δέκα περίπου αιώνες δεν εξελίχθηκαν. Η στασιμότητα, η εσωτερική φθορά και η εισβολή ινδοευρωπαϊκών φύλων, επέφεραν το θάνατο του πολιτισμού τους και μεγάλη υποβάθμιση των συνθηκών ζωής. Οι νέοι κυρίαρχοι προτιμούσαν να ζουν σε χωριά ενώ τα δραβιδικά φύλλα μετακινήθηκαν στη νότια Ινδία. Περί το 300 π.Χ., υιοθέτησαν στην Ινδία γραφή προερχόμενη από τη γραφή της Περσικής αυτοκρατορίας που χρησιμοποιούσε τότε την αραμαϊκή γραφή.
Οι πόλεις-κράτη των Σουμερίων είχαν να επιδείξουν μεγαλοπρεπείς ναούς, αποστράγγιση εδαφών, εντυπωσιακές αρδευτικές εγκαταστάσεις, μεταλλουργία, δίτροχα άρματα, λογιστικό και αριθμητικό σύστημα (εξηκονταδικό), συστήματα μέτρων και σταθμών. Οι μονάδες για τη μέτρηση γωνιών και για τη μέτρηση του χρόνου, προέρχονται από τους Σουμέριους. Το μέγιστο όμως επίτευγμά τους ήταν η δημιουργία για πρώτη φορά στην ιστορία, συστήματος γραφής επαρκούς για τη γραφή μιας γλώσσας. Στο σύστημα γραφής των Σουμερίων εμφανίζονται τελικά περί τα 1200 σύμβολα. Οι Σουμέριοι κατέγραψαν χίλια χρόνια πριν τον Όμηρο και τη λογοτεχνία τους που περιλαμβάνει μύθους, ύμνους, θρήνους και αφηγήσεις για τα σύγχρονά τους γεγονότα. Περιστατικά της Παλαιάς Διαθήκης και το βαβυλωνιακό έπος του Γιλγαμές, μοιάζουν με αντίστοιχους σουμεριακούς μύθους και αφηγήσεις. Το σημασιογραφικό σύστημα γραφής των Σουμερίων εξελίχθηκε σχετικά γρήγορα σε φωνητικό λεξισυλλαβικό σύστημα γραφής. Χρησιμοποιήθηκε και από λαούς που μιλούσαν ακκαδικές γλώσσες και από αυτό προήλθαν τα συλλαβικά συστήματα γραφής των Ασσυρίων και των Βαβυλωνίων (σφηνοειδείς συλλαβικές γραφές).
(Οι πληροφορίες για τους Σουμέριους και τις πόλεις της κοιλάδας του Ινδού, προέρχονται κυρίως από τη Britannica).
Πιο συγκεκριμένα, κάποια από τα γράμματα, που στη λογογραφική γραφή παρίσταναν έννοιες οι οποίες αποδίδονταν στον προφορικό λόγο με μονοσύλλαβες λέξεις, χρησιμοποιήθηκαν για να παριστάνουν τους ήχους αυτών των λέξεων ως ήχους συλλαβών πολυσύλλαβων λέξεων. Τα λογοσυλλαβικά συστήματα γραφής που δημιουργήθηκαν με αυτόν τον τρόπο δεν είχαν άμεση επίδραση στη δημιουργία του αλφαβήτου. Οι λογοσυλλαβικές γραφές εξελίχθηκαν σε (οικονομικές) συλλαβικές γραφές.
Στην Britannica 2010, στο άρθρο Alphabet, αναφέρεται ότι στη διαδικασία δημιουργίας της αλφαβητικής γραφής ξεχωρίζουν δύο σημαντικά επιτεύγματα. Το πρώτο χρονολογικά ήταν η επινόηση από τους Σημίτες του συμφωνογραφικού συστήματος γραφής και το δεύτερο η επινόηση από τους Έλληνες γραμμάτων που παριστάνουν τα φωνήεντα. «Αν και πολλοί θεωρούν » , αναφέρεται στη συνέχεια, « το πρώτο ως αφωνηεντικό συλλαβάριο (unvocalized syllabary) και το σύστημα γραφής που δημιούργησαν οι Έλληνες ως το αληθινό αλφάβητο, στο άρθρο θεωρούνται και οι δύο γραφές ως μορφές του αλφαβήτου». Σε άλλη παράγραφο, το ελληνικό αλφάβητο αναφέρεται από τους συγγραφείς του άρθρου (David Diringer και David Olson) ως το αληθινό αλφάβητο1.
Στην εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα στο άρθρο Γραφή ο Ignace Gelb (συντάκτης του άρθρου), αναφέρει τις σημιτικές γραφές κατά απόλυτο τρόπο ως συλλαβικές και το αλφάβητο ρητά ως ελληνική ανακάλυψη. Το άρθρο αυτό αποτελεί μετάφραση του άρθρου Writing της αμέσως προηγούμενης έκδοσης της Britannica.
Ο Gelb, στο βιβλίο του A Study of Writing (σελίδα 205), αναφέρει ότι η εξέλιξη της γραφής ήταν από την Αιγυπτιακή λογοσυλλαβική γραφή προς τις δυτικοσημιτικές καθαρά συλλαβικές γραφές και από τις δυτικοσημιτικές συλλαβικές γραφές προς το ελληνικό αλφάβητο. Ο Gelb θεωρεί ότι οι ΄Ελληνες μπορεί να χρησιμοποίησαν συστηματικά τα διακριτικά που χρησιμοποιήθηκαν ελάχιστα και περιστασιακά από τους Σημίτες και ξεχώριζαν μεταξύ τους συλλαβές που γράφονταν με το ίδιο γράμμα, και ότι αυτά τα διακριτικά μετατράπηκαν συν τω χρόνω σε ανεξάρτητα σύμβολα φωνηέντων. Ο Gelb διευκρίνισε ωστόσο ότι οι Έλληνες στο αλφάβητο με κάθε γράμμα παρίσταναν σε όλες τις περιπτώσεις ένα καθαρό σύμφωνο ή ένα καθαρό φωνήεν και όχι μια συλλαβή (που περιελάμβανε εν γένει σύμφωνο και φωνήεν ή αποτελείτο από ένα σύμφωνο), όπως οι Σημίτες. Πέρα από αυτά ο Gelb ήταν ο πρώτος που επεσήμανε την ιδιαίτερη αξία της ελληνικής κυπριακής συλλαβικής γραφής.
Ο Barry Powell το 1991 επεσήμανε ότι δεν βρέθηκαν ποτέ ελληνικές γραφές χωρίς γράμματα φωνηέντων και ότι όλες οι ελληνικές αλφαβητικές γραφές γράφονταν αποκλειστικά με γράμματα που το καθένα παρίστανε ενα φωνήεν ή ένα σύμφωνο ως μέρος του ήχου μιας συλλαβής. Επεσήμανε ακόμη ότι δεν βρέθηκαν ποτέ ελληνικές γραφές με τα σημιτικής έμπνευσης διακριτικά ομογράμματων συλλαβών και ότι κανείς δεν πιστεύει ότι μπορεί κάποτε να βρεθούν. Κατά τα λοιπά ο Powell αποδέχτηκε ανεπιφύλακτα τις κατά Gelb διαφορές του αλφαβήτου από τις σημιτικές γραφές καθώς και το ότι οι σημιτικές γραφές είναι συλλαβικές, και υπογράμμισε ότι το κυπριακό συλλαβάριο είναι ένα σύστημα γραφής αξιοθαύμαστης απλότητας και καθαρότητας, που σε αντίθεση με τη φοινικική γραφή, λίγο υστερούσε από το αλφάβητο στην ακρίβεια της απόδοσης των ήχων της Ελληνικής.
Ο Roger Woodard το 1997 παρατήρησε ότι
Και στη γραμμική Β και στην ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή χρησιμοποιούνται σύμβολα φωνηέντων όταν τα φωνήεντα σχηματίζουν συλλαβή μόνα τους. Επεσήμανε ακόμη ότι
Και στις δύο γραφές χρησιμοποιείται ορθογραφία που επιτρέπει την ακριβή γραφή και ανάγνωση συμπλεγμάτων συμφώνων και ότι
αυτό διευκόλυνε την ανάλυση των συλλαβικών ήχων σε απλούς (φθογγικούς) γλωσικούς ήχους και δημιούργησε έτσι γέφυρες προς το αλφάβητο.
Μέσω και άλλων επισημάνσεων συμπεραίνει ότι
Η ανακάλυψη του αλφαβήτου έγινε από άτομο χρήστη της κυπριακής συλλαβικής γραφής.
Η γραμμική Β και η ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή προήλθαν, αμέσως η πρώτη και αμέσως ή εμμέσως η δεύτερη από μινωική γραφή, από τη συλλαβική γραμμική Α, και πιθανώς αυτά τα γνωρίσματα των δύο ελληνικών συλλαβικών γραφών να προέρχονται από την μινωική γραμμική Α.
Ο Woodard καταλήγει στο ότι
Η γραμμική Β, το κυπριακό συλλαβάριο και η αλφaβητική γραφή αποτελούν σημεία μιας συνεχούς εξέλιξης των ελληνικών γραφών από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας.
Ο καθηγητής Ανδρόνικος πατατηρεί ότι
ενώ η ελληνική μεταμυκηναϊκή γλώσσα είχε τουλάχιστον επτά φωνηεντικούς φθόγγους, στο αλφάβητο εισάγονται μόνο πέντε γράμματα ως σύμβολα φωνηεντικών φθόγγων, όσα ήταν δηλαδή τα γράμματα που και στη γραμμική Β και στο κυπριακό συλλαβάριο παρίσταναν φωνηεντικές συλλαβές
Στην εγκυκλοπαίδεια "Britannica" (2011) στο άρθρο Writing ( συντάκτης ο David Olson), στο τμήμα "αλφαβητικά συστήματα γραφής" αναφέρεται αρχικά ότι
"Το πρώτο σύστημα γραφής που απέδωσε με συνέπεια τους συλλαβικούς ήχους μιας γλώσσας ήταν η γραμμική Β" και ότι
"Η γραφή αυτή ήταν ελληνική και καθαρά συλλαβική ."
Αναφέρεται στη συνέχεια ότι "Το τελικό στάδιο στην ανάπτυξη των συστημάτων γραφής ήταν η ανακάλυψη της αλφαβητικής γραφής. Η ανάλυση των συλλαβικών ήχων στους υποκείμενους συστατικούς τους συμφωνικούς και φωνηεντικούς ήχους", και αυτό συμπληρώνω εγώ, αποτελεί κοινό τόπο των απανταχού ειδικών.
Αναφέρεται τέλος ότι
"Η δημιουργία τής αλφαβητικής γραφής είναι αποτέλεσμα μιας μακράς ιστορικής εξέλιξης των συστημάτων γραφής που ολοκληρώνεται με την ελληνική επινόηση του αλφαβήτου."
Για τους λόγους αυτούς και για άλλους που θα αναφερθούν στη συνέχεια, και σε αυτήν αλλά και σε άλλες παραγράφους, στο άρθρο που διαβάζετε υιοθετείται απολύτως η πολύ ισχυρή σήμερα άποψη ότι η γραμμή εξέλιξης των συστημάτων γραφής ήταν από τη μινωϊκή συλλαβική γραμμική Α΄ προς τις ελληνικές συλλαβικές γραφές, και από εκεί προς την ελληνική αλφαβητική γραφή3,4 .
Στον ευρύτερο ελληνικό χώρο δημιουργήθηκαν πέντε συστήματα γραφής έκ των οποίων τα δύο παλαιότερα ήταν μινωικά ενώ τα τρία νεώτερα δημιουργήθηκαν από Έλληνες για τη γραφή της ελληνικής γλώσσας. Κάθε νεώτερη γραφή παρουσίαζε νέα γνωρίσματα. Το τελευταίο ελληνικό σύστημα γραφής, η αλφαβητική γραφή, ήταν γραφή εντελώς διαφορετική από κάθε προηγούμενη γραφή ελληνική ή ξένη. Ήταν ένα νέο είδος συστημάτων γραφής. Η ανακάλυψή της όμως μπορεί να εξηγηθεί από τα γνωρίσματα και την εξέλιξη των προγενέστερων ελληνικών και μινωϊκών γραφών.
Στις μινωικές γραφές πρωτοεμφανίσθηκαν χαρακτηριστικά που μπορούσε να διευκολύνουν την περαιτέρω εξέλιξη της γραφής προς την αλφαβητική. Η γραμμική Α είχε σύμβολα φωνηεντικών συλλαβικών ήχων κάτι που διατηρήθηκε και στις ελληνικές γραφές. Στις ελληνικές γραφές παρατηρείται ακόμη μια προσπάθεια να αποδοθούν με ακρίβεια συμπλέγματα συμφώνων. Πληρέστερα αυτό γίνεται στην ελληνική κυπριακή γραφή. Τα γνωρίσματα αυτά των ελληνικών γραφών και η έγνοια για βελτίωσή τους, βοήθησαν στο να επιτυχθεί η ανάλυση των συλλαβικών ήχων στους απλούς ήχους από τους οποίους αποτελούνται. Το αλφάβητο έχει άμεσο πρόγονο την ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή.
Όλες οι προαλφαβητικές γραφές που αναφέρθηκαν εδώ αποδεικνύονται αβίαστα και αναμφίβολα συλλαβικές. Στην προαλφαβητική περίοδο συμφωνογραφικά συστήματα γραφής δεν υπήρξαν.
Όλες οι σημιτικές γραφές είναι μεταγενέστερες της γραμμικής Α και η ουγγαριτική, η φοινικική και κάποιες άλλες είναι μεταγενέστερες και της γραμμικής Β. Αποτελούν όλες μορφές ενός συστήματος γραφής που προήλθε από αιγυπτιακό πρότυπο. Οι σημιτικές γραφές δεν διαφέρουν σε δομή και λειτουργία η μία από την άλλη ούτε από το αιγυπτιακό πρότυπό τους. Διαφέρουν μόνο στα χρησιμοποιούμενα γράμματα. Έγνοια για εξέλιξη της δομής και της λειτουργίας των σημιτικών γραφών δεν παρατηρείται. Υπήρξε μόνο εγνοια για τη βελτίωση των γραμμάτων. Μία από τις σημιτικές γραφές, η φοινικική, έπαιξε συμπληρωματικό ρόλο στην ανακάλυψη του αλφαβήτου.
Σε επόμενο κεφάλαιο θα δούμε το πώς φθάσαμε στην ανακάλυψη του αλφαβήτου. Σε αυτό το κεφάλαιο παρατίθενται στοιχεία για την αιγυπτιακή λογοσυλλαβική γραφή, τις δυτικοσημιτικές γραφές, τη γραμμική Α, και τις ελληνικές συλλαβικές γραφές (γραμμική Β και κυπριακό συλλαβάριο) που έχουν αναφερθεί ως γραφές πρόδρομες της αλφαβητικής2. Γίνεται λόγος για την σημασία τους, για το τι τις χαρακτήριζε, για το πώς γράφουμε και διαβάζουμε με αυτές τις γραφές, για τις σχέσεις τους , για την αξία τους, για τα προβλήματά τους, για τα όριά τους. Είναι χρήσιμο να έχει κατά νού ο αναγνώστης τη σειρά αρχαιότητας αυτών των γραφών. Την αναφέρω αρχίζοντας από την αρχαιότερη.
- αιγυπτιακή από το 3100
- κρητικά ιερογλυφικά από το 2200
- γραμμική Α από το 1800
- πρωτοσιναιτική (η πρώτη σημιτική γραφή) από το 1650
- κυπρομινωικές γραφές από το 1550
- γραμμική Β από το 1500
- ουγγαριτική (μια σημιτική γραφή) από το 1400
- φοινικική από το 1100
- ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή από το 1050
- αλφαβητική γραφή 850 - 800
Όλες οι χρονολογίες είναι π.Χ.
Σημειώσεις
1. Έχει ενδιαφέρον το να δούμε λίγο πληρέστερα το τι γράφουν οι Olson και Diringer στο άρθρο Alphabet της Britannica για το ελληνικό αλφάβητο. Γράφουν:
"Όπως σε πολλά άλλά θέματα, η συνεισφορά των Ελλήνων στην ιστορία του αλφαβήτου είναι μεγίστη (paramount). Όλα τα αλφάβητα που είναι σήμερα σε χρήση σε ευρωπαϊκές γλώσσες σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το ελληνικό. ...Στο ελληνικό αλφάβητο, σύμφωνα και φωνήεντα μαζί δημιούργησαν ένα σύστημα γραφής που ήταν ταυτόχρονα και οικονομικό και αναμφίβολο. Το αληθινό αλφαβητικό σύστημα παραμένει επί 3000 χρόνια, με ελαφρές προσαρμογές μόνο, ένα μοναδικό και εντελώς διαφορετικό (unparalleled) όχημα έκφρασης και επικοινωνίας μέσα και μεταξύ των πιο διαφορετικών εθνοτήτων και των πιο διαφορετικών γλωσσών."
2. O Gelb γράφει ότι σε συλλαβικές γραφές των λαών της Μεσοποταμίας η λέξη mali για παράδειγμα, γραφόταν ως (ma)(a)(li)(i), όπου το (ma) εννοείται ως το γράμμα σύμβολο που είχαν για τη συλλαβή [ma], το (a) εννοείται ως το γράμμα σύμβολο που είχαν για τη συλλαβή [a] κ.ο.κ.. Είναι σαφές ότι το σύμβολο της συλλαβής [ma] χρησιμοποιείτο σαν σύμβολο του ήχου [m] και το σύμβολο της συλλαβής [li] σαν σύμβολο του ήχου [l]. Αυτό δείχνει ότι θα μπορούσε ενδεχομένως οι χειριστές αυτών των γραφών, όπως και χειριστές της χουριτικής γραφής που έγραφαν σε κάποιες περιπτώσεις με παρόμοιο τρόπο, να οδηγηθούν στην ανακάλυψη των ήχων από τους οποίους συντίθενται οι συλλαβές. Αν και το βήμα αυτό δεν το έκαναν ποτέ, μπορεί να υποστηριχθεί ότι φαίνεται πως είχαν ήδη κάνει βήματα που διευκόλυναν μια τέτοια εξέλιξη. Τα βήματα αυτά όμως ήταν άγνωστα και στους Φοίνικες και στους Έλληνες, και γι αυτό οι γραφές αυτές δεν παρουσιάζονται στο άρθρο ως γραφές πρόδρομες της αλφαβητικής.
3. Το ότι και στη γραμμική Β και στο κυπριακό συλλαβάριο υπήρχαν πέντε γράμματα που παρίσταναν φωνηεντικούς συλλαβικούς ήχους οδηγεί στη σκέψη ότι το ίδιο συνέβαινε και στη μινωική γραμμική Α από την οποία οι δύο αυτές γραφές κατάγονται (άμεσα η πρώτη, εμμέσως η δεύτερη). Εφ’ όσον αυτό είναι αλήθεια τότε η γραμμική Α είναι πρόγονος του αλφαβήτου. Ακόμη όμως αυτό θα σήμαινε ότι και στη μινωική γλώσσα τα φωνήεντα σχημάτιζαν συλλαβές και μόνα τους και επομένως η μινωική γλώσσα θα πρέπει να ήταν μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα. Ο Γκάρεθ Όουενς θεωρεί ότι οι Μινωίτες ήταν ινδοευρωπαϊκό φύλλο που είχε μετοικίσει από τη νότια Μικρά Ασία στην Κρήτη περί το 7000 π.Χ. και είχε αναπτύξει εκεί πριν τον μινωικό πολιτισμό και έναν νεολιθικό πολιτισμό.
4. Το ότι οι κυπρομινωικές γραφές ΙΙ και ΙΙΙ είχαν χρησιμοποιηθεί σε περιοχές κοντά στις σημερινές ακτές της Συρίας του Λιβάνου και της Παλαιστίνης εξηγεί την ομοιότητα μερικών γραμμάτων της φοινικικής γραφής με χαρακτήρες της προγενέστερης γραμμικιής Α, αφού οι κυπρομινωικές γραφές προέρχονταν από την γραμμική Α.
Η κατάταξη των συλλαβών σε ομάδες παρόμοιων ηχητικά συλλαβών που περιγράφουμε παραπάνω, υιοθετήθηκε αργότερα και στις σημιτικές γραφές όπου περιορίστηκαν μόνο σε συλλαβές του τύπου σύμφωνο και στις συλλαβές του τύπου σύμφωνο+φωνήεν. Αυτό οδήγησε σε συστήματα γραφής με 20 έως 30 γράμματα στα οποία όμως η ακρίβεια απόδοσης των γλωσσικών ήχων ήταν περιορισμένη. Άλλοι λαοί κατέταξαν τους συλλαβικούς ήχους σε ηχητικά παρόμοιους με δικό τους και πιο εξεζητημένο τρόπο, γεγονός που βοήθησε την απόδοση των γλωσσικών ήχων με μεγαλύτερη ακρίβεια αλλά οδήγησε σε συστήματα γραφής με 50 έως 100 γράμματα.
Η σπουδαιότητα της αιγυπτιακής γραφής έγκειται όμως στο ότι και οι Σημίτες και μάλλον και οι Κρήτες από τους Αιγύπτιους γνώρισαν τη γραφή. Οι Κρήτες όμως προηγήθηκαν κατά πολύ των Σημιτών, και η γραφή τους είχε γνωρίσματα που δεν ανάγονται στην αιγυπτιακή γραφή.
Ο όρος «δυτικοσημιτικές γραφές» αφορά εδώ τις γραφές βορειοδυτικοσημιτικών γλωσσών. Η πρωτοσιναϊτική και η πρωτοπαλαιστινιακή γραφή είναι οι παλαιότερες γραφές αυτής της κατηγορίας. Εμφανίζονται περί το 1650 π.Χ. και θεωρούνται μορφές ενός συστήματος γραφής που ήταν σε χρήση σε ολόκληρη τη Συρία, την Παλαιστίνη και το Σινά την περίοδο 1650 -1100 π.Χ. Διάφορες μορφές της γραφής αυτής ξεφύτρωναν εδώ και εκεί όλη αυτήν την περίοδο, υπάρχει όμως πολύ μικρός αριθμός δειγμάτων τους.
Στις σημιτικές γραφές όμως, αντίθετα με ότι συνέβαινε στην αιγυπτιακή, δεν εχρησιμοποιούντο άλλα γράμματα. Εξ αιτίας αυτού, άλλοι μεταξύ των ειδικών έχουν τη γνώμη ότι πρέπει να θεωρηθεί ότι τα γράμματα παρίσταναν το κοινό σύμφωνο των συλλαβών κάθε ομάδας και άλλοι ότι ήταν συλλαβογράμματα.
Μεταξύ των γραφών που προέκυψαν, η ουγκαριτική είχε σφηνοειδείς και επομένως γραμμικούς χαρακτήρες. Σώζονται χιλιάδες πινακίδες της. Είναι πολύ μεταγενέστερη της Μινωικής Γραμμικής Α αλλά και μεταγενέστερη της Μυκηναϊκής Γραμμικής Β. Χρησιμοποιήθηκε από το 1400 π.Χ., περίπου για τη γραφή μιας σημιτικής γλώσσας συγγενικής προς την φοινικική καθώς και για τη γραφή της χουριτικής γλώσσας, γλώσσας λαού της αρχαίας Ανατολίας.
Οι 27 χαρακτήρες της ουγκαριτικής γραφής διαβάζονταν όπως οι χαρακτήρες όλων των σημιτικών γραφών. Με κάθε γράμμα διαβαζόταν μια συλλαβή του τύπου σύμφωνο + φωνήεν ή του τύπου σύμφωνο. Συλλαβές που διέφεραν μόνο κατά το φωνήεν τους γράφονταν με το ίδιο γράμμα. Τρεις επιπλέον χαρακτήρες που εχρησιμοποιούντο μόνο για τη γραφή της Χουριτικής, παρίσταναν φωνηεντικούς ήχους που όπως και στη γραμμική Β των Μυκηναίων, γραφή προγενέστερη της ουγγαριτικής επαναλαμβάνω, εχρησιμοποιούντο μόνον όταν ένα φωνήεν αποτελούσε μόνο του συλλαβικό ήχο. Αυτό επιβεβαιώνει το συλλαβικό χαρακτήρα αυτών των γραφών. Με τα γράμματα έγραφαν συλλαβές. Για τη γραφή της σημιτικής γλώσσας οι τρεις φωνηεντικοί χαρακτήρες δεν εχρησιμοποιούντο γιατί στις σημιτικές γλώσσες τα φωνήεντα δεν σχηματίζουν μόνα τους συλλαβές.
Η φοινικική γραφή προήλθε από τη βαθμιαία εξέλιξη των δυτικοσημιτικών γραφών και ήταν μακράν η πιο επιτυχής. Περιελάμβανε 22 καλοσχεδιασμένους χαρακτήρες, απλούς στο γράψιμο και εύκολα αναγνωρίσιμους. Για δέκα περίπου από αυτούς έχει διατυπωθεί η άποψη ότι κατάγονται από αιγυπτιακά ιερογλυφικά και για άλλους τόσους ότι κατάγονται από χαρακτήρες της μινωϊκής γραμμικής Α. (Το ότι οι κυπρομινωικές γραφές ΙΙ και ΙΙΙ είχαν χρησιμοποιηθεί σε περιοχές κοντά στις σημερινές ακτές της Συρίας του Λιβάνου και της Παλαιστίνης εξηγεί την ομοιότητα μερικών γραμμάτων της φοινικικής γραφής με χαρακτήρες της προγενέστερης γραμμικιής Α, αφού οι κυπρομινωικές γραφές προέρχονταν από την γραμμική Α).
Αρκετοί μοιάζουν με τους ελληνικούς πρωτοαλφαβητικούς χαρακτήρες που εμφανίστηκαν αρκετά αργότερα1, αν και μοιάζουν με μικρά γράμματα και όχι με κεφαλαία.
Από το βιβλίο του Ignace Gelb A Study of Writing, σελίδα 133 Η φοινικική γραφή εμφανίστηκε κατά τον 11ο αιώνα π.Χ. |
Θεωρήθηκε αλφαβητική. Όμως, είτε οι 22 χαρακτήρες θεωρηθούν ως σύμβολα των συμφώνων της γλώσσας είτε ως σύμβολα ατελώς προσδιοριζομένων συλλαβών, η φοινικική γραφή στερείται συμβόλων για τα φωνήεντα που τα αφήνει απροσδιόριστα, και γι αυτό δεν ανταποκρίνεται ούτε στον ορισμό του αλφαβήτου που δίδεται σε αυτό το άρθρο, ούτε σε άλλους σημερινούς ορισμούς του. Επίσης δεν είναι αλφαβητική ούτε με τη διευρυμένη έννοια του όρου αφού οι γραφές θεωρούνται αλφαβητικές με τη διευρυμένη ή υπό την ακριβή έννοια του όρου αναλόγως του τρόπου δηλώσεως των φωνηέντων των συλλαβών (Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, άρθρο Γραφή), και στη φοινικική γραφή τα φωνήεντα αγνοούνται παντελώς.
Ο Diringer, ο Naveh και άλλοι έχουν θεωρήσει τις σημιτικές γραφές ως αλφαβητικές, αλλά αυτό αντίκειται στην αλφαβητική αρχή που ο ίδιος ο Diringer διατύπωσε, σύμφωνα με την οποία στις αλφαβητικές γραφές κάθε γράμμα παριστάνει γενικά έναν φθόγγο και κάθε φθόγγος παριστάνεται από ένα τουλάχιστον γράμμα. Στις σημιτικές γραφές όμως δεν υπήρχαν καθόλου γράμματα για τα φωνήεντα. Αλλά και μια λιγότερο αυστηρή διατύπωση της αλφαβητικής αρχής ορίζει ότι στις αλφαβητικές γραφές αποδίδεται χονδρικά το σύνολο του φωνολογικού συστήματος της γλώσσας και όχι μέρος του(Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, τόμος Ελλάς, άρθρο Γραφές και Αλφάβητα: Αλφαβητική Γραφή). Ας σημειωθεί ακόμη ότι ο ίδιος ο Diringer, στο άρθρο Alphabet της Britannica (2010) που συνυπογράφει μαζί με τον Olson, χαρακτηρίζει πλέον τις σημιτικές γραφές ως συμφωνογραφικές.
Πέραν αυτού, οι πλείστοι από τους σημαντικούς γλωσσολόγους συμφωνούν ότι οι δυτικοσημιτικές γραφές έχουν τη δομή συλλαβικών γραφών. Ο Gelb αναφέρει τους F. Praetorious, A. Seidel, E. Schwyzer, S. Yeivin, A. Poebel, E. H. Sturtevant, H. Pedersen, R. B. Kent, D. C. Swanson, M. Cohen, E. Sollberger, και ως μέγιστο όλων, τον Γάλο A. Meillet. Σ’ αυτόν τον κατάλογο μπορεί να προστεθεί ο Άγγλος γλωσσολόγος Robert Robins.
Άλλωστε στις σημιτικές γραφές γράφεται για κάθε συλλαβή ένα γράμμα και για κάθε γράμμα διαβάζεται μια συλλαβή όπως ακριβώς θα γινόταν σε μια τυπική συλλαβική γραφή και εντελώς διαφορετικά από αυτό που γίνεται στις αλφαβητικές γραφές. Στις αλφαβητικές γραφές δεν διαβάζουμε τα γράμματα μόνα τους. Διαβάζουμε ομάδες διαδοχικών γραμμάτων κάθε μια από τις οποίες συνιστά έναν ακέραιο συλλαβικό ήχο.
Επιπλέον στις σημιτικές γραφές η συλλαβή που ο αναγνώστης θα διαβάσει με κάθε γράμμα είναι ατελώς προσδιορισμένη και εξ αιτίας αυτού το διάβασμα γίνεται δύσκολο ή πολύ δύσκολο και το διάβασμα άγνωστων λέξεων είναι αδύνατο. Ο καθένας μπορεί να το διαπιστώσει μόνος του. Αρκεί να μεταγράψει οποιαδήποτε παράγραφο τριών - τεσσάρων σειρών από αυτό ή άλλο άρθρο γράφοντας μόνο τα σύμφωνα, και να δώσει το μεταγραμμένο κείμενο σε κάποιον να το διαβάσει. Θα δυσκολευτεί πολύ. Και αν την επομένη ημέρα δοκιμάσει ο ίδιος να το διαβάσει, θα συναντήσει και ο ίδιος κάποιες δυσκολίες. Λείπει τελείως από τις σημιτικές γραφές το βασικό γνώρισμα-πλεονέκτημα των αλφαβητικών γραφών, το ότι δηλαδή στις αλφαβητικές γραφές οι συλλαβές απεικονίζονται πλήρως μέσω γραμμάτων που παριστάνουν τους φθόγγους από τους οποίους οι συλλαβές αποτελούνται, και το ότι εξ αιτίας αυτού η αλφαβητική γραφή ηχοποιείται αυτόματα από εκείνον που έχει μάθει να αναγνωρίζει αυτά τα γράμματα. Αντιθέτως, όπως έχει ήδη λεχθεί, στις σημιτικές γραφές η ανάγνωση είναι δύσκολη και αμφίβολη, και η ανάγνωση άγνωστων λέξεων είναι αδύνατη.
Γράφεται όμως κάτι μόνον όταν αυτός που το γράφει πιστεύει ότι θα διαβαστεί. Γι αυτό, οι σημιτικές γραφές δεν ήταν δυνατόν να συνεισφέρουν σημαντικά ούτε στη γενίκευση της χρήσης της γραφής, ούτε στον εμπλουτισμό και την ανανέωση του λεξιλογίου, ούτε στη δημιουργία επιστημονικών όρων, ούτε στην εξέλιξη του συντακτικού της γλώσσας, ούτε στη μεγάλη αύξηση του όγκου των γραπτών κειμένων, ούτε στην σε μεγάλη κλίμακα χρησιμοποίηση της γραφής για την μετάδοση και επεξεργασία πληροφοριών, σκέψεων, ιδεών, απόψεων και την παρουσίασή τους με πληρότητα. Αυτό το έργο το εξυπηρέτησε η αλφαβητική γραφή.,
1. Οι Steven Fisher ( στο A History of Writing 2001) και W. V. Davies (Στο Egyptian Hieroglyphs, ένα κεφάλαιο του βιβλίου Reading the Past 1990) παραθέτουν πίνακα, όχι καθολικά αποδεκτό αναφέρει ο Davies, που δείχνει έντεκα φοινικικά γράμματα ως προερχόμενα μέσω της πρωτοσιναϊτικής γραφής από απλοποίηση αιγυπτιακών ιερογλυφικών γραμμάτων. Εξάλλου ο Arthur Evans είχε παρατηρήσει προφανή ομοιότητα μεταξύ γραμμάτων της γραμμικής Α, ( μερικά από αυτά τα γράμματα αυτά είχαν περάσει από τη γραμμική Α και στη γραμμική Β), και γραμμάτων της φοινικικής γραφής. (Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Παύλου Δρανδάκη, άρθρο Αλφάβητο) και είχε υποστηρίξει ότι είναι πιθανόν η φοινικική γραφή να προέρχεται από τις κατά πολύ προγενέστερες της μινωικές γραφές. Σήμερα μπορεί να επισημανθούν περί τα δέκα γράμματα της φοινικικής γραφής ως παρόμοια με γράμματα της γραμμικής Α. (Gelb: A Study of Writing, πίνακες των σελίδων 93 και 137).
Συλλαβικές χαρακτηρίζει η Henriette Walter τις σημιτικές γραφές στο βιβλίο της "Η Περιπέτεια των Γλωσσών της Δύσης". Συλλαβικές επίσης τις θεωρούσε ο Απόστολος Αρβανιτόπουλος και ο καθηγητής Ignace Gelb, ο Άγγος ελληνιστής φιλόλογος και καθηγητής κορυφαίων αμερικανικών και καναδικών πανεπιστημίων Eric Havelock και συλλαβικές τις θεωρεί ο καθηγητής Burry Powell. Ο Ignace Gelb γράφει στο άρθρο Γραφή ( Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα ) ότι οι Σημίτες της Παλαιστίνης και της Συρίας δανείστηκαν από τους Αιγυπτίους τη γενικότερη αρχή να γράφουν τις συλλαβές χωρίς να δηλώνουν τις διαφορές των φωνηέντων τους και παραθέτει στο βιβλίο του "A study of Writing", (σελίδες 78-80 και 148-150), σειρά επιχειρημάτων για να στηρίξει την άποψή του. Μερικά από τα επιχειρήματά του αναφέρονται στη συνέχεια αυτού του άρθρου. Ο Burry Powell στο βιβλίο του "Homer and the Origin of the Greek Alphabet", περιλαμβάνει στις σελίδες 101-106, ιδιαίτερο κεφάλαιο με τον τίτλο "How Syllabic Writing Works: Phoenician".
Έχει ήδη αναφερθεί ότι στις σημιτικές γραφές, ο αναγνώστης διάβαζε μια συλλαβή με κάθε γράμμα. Γι αυτό και μόνο το λόγο θα πρέπει να θεωρηθούν οι σημιτικές γραφές ως γραφές με συλλαβική δομή ή γραφές οιονεί συλλαβογραφικές. Το ερώτημα όμως είναι αν υπήρχε η συνείδηση ότι σε αυτές τις γραφές τα γράμματα παρίσταναν συλλαβές ατελώς καθορισμένες ή ότι αντιθέτως τα γράμματα παρίσταναν τα σύμφωνα των συλλαβών. Το σύμβολο κ για παράδειγμα θεωρούσαν ότι παρίστανε μια συλλαβή από τις συλλαβές κ, κα, κε , κι, κο, κου ή το κοινό σύμφωνο αυτών των συλλαβών; Και στη μία και στην άλλη περίπτωση η συλλαβή κα θα γραφόταν κ και θα ήταν αμφίβολο αν το γράμμα κ πρέπει να διαβαστεί κ, κα, κε, κι, κο ή κου.
Η πλευρά που θεωρεί τις σημιτικές γραφές συμφωνογραφικές επισημαίνει ότι και μόνο η κατάταξη των συλλαβών σε ηχητικά παρόμοιες δείχνει ότι διαισθητικά τουλάχιστον οι Σημίτες αντιλαμβάνονταν τις συλλαβές ως σύνθετους ήχους. Παρατηρεί ακόμη ότι αν έγραφαν τα σύμφωνα των συλλαβών θα έγραφαν με τον τρόπο που έγραφαν, και γι αυτό το λόγο θεωρεί ότι οι σημιτικές γραφές μπορεί σήμερα να χαρακτηρισθούν συμφωνογραφικές.
Η άλλη πλευρά αντιτείνει ότι η κατάταξη των συλλαβών σε ηχητικά παρόμοιες ήταν κοινό γνώρισμα όλων των συλλαβικών γραφών και επιχειρηματολογεί για το αν οι Αιγύπτιοι πριν το 2000 π.Χ. μπορούσαν να ξέρουν και για το αν οι Σημίτες ήξεραν τους συμφωνικούς ήχους ως μέρος του ήχου των συλλαβών και αυτούς παρίσταναν με τα γράμματά τους ή αντιθέτως ήξεραν μόνο ακέραιους συλλαβικούς ήχους, οπότε και θεωρούσαν τα γράμματά τους σύμβολα αυτών των ήχων. Ας δούμε όμως κάποια από τα επιχειρήματα αυτής της πλευράς:
1. Η φωνητική αιγυπτιακή γραφή αναπτύχθηκε από ένα λογογραφικό (σημασιογραφικό) σύστημα γραφής πριν το 2500 π.Χ.. Δεν ήταν δυνατό να αναγνωρίσουν οι Αιγύπτιοι σε αυτήν τη φάση ότι οι λέξεις σχηματίζονται από ήχους συμφώνων και φωνηέντων. Η πρώτη ανάλυση των λεκτικών ήχων οδηγεί εύκολα στην ανακάλυψη των συλλαβικών ήχων και εκεί σταματά. Από ψυχολογική άποψη αυτό είναι το φυσικό. Είναι δεκάδες οι περιπτώσεις που συλλαβικά ή λογοσυλλαβικά συστήματα γραφής αναπτύχθηκαν από λογογραφικά συστήματα κατά την αρχαιότητα. Και στη σύγχρονη εποχή πολλά φύλα γηγενών της Αμερικής και της Αφρικής που ενθαρρύνθηκαν να εγκαταλείψουν τη λογογραφική τους γραφή και να αναπτύξουν φωνητικά συστήματα γραφής, στα συλλαβικά συστήματα γραφής έφτασαν και εκεί σταμάτησαν. Ήταν απαγορευτικά δύσκολο να αναλύσουν τους ήχους των λέξεων στους απλούς στοιχειώδεις συστατικούς τους ήχους. Αυτό απαιτούσε μετά την ανάλυση των ήχων των λέξεων σε συλλαβές, ένα δεύτερο στάδιο ανάλυσης των ήχων των συλλαβών σε όχι αυτόνομους ηχητικά και γι’ αυτό μη αντιληπτούς με την ακοή ήχους. Ήταν πολύ δύσκολο και δεν υπήρχε κανένα κίνητρο να ψάξουν για κάτι τέτοιο. Η ανάλυση των λέξεων σε συλλαβές, τους είχε μόλις προσφέρει μια σημαντική βελτίωση του συστήματος γραφής.
Στις σημιτικές γραφές, τα γράμματα χρησιμοποιούντο και οι λέξεις γράφονταν και διαβάζονταν με τον ίδιο τρόπο που αυτό γινόταν στην αιγυπτιακό οδηγό προφοράς με τα 23 σύμβολα. Επ’ αυτού δεν υπήρξε καμιά καινοτομία. Εξ άλλου τα γράμματα των πρώιμων σημιτικών γραφών (1600 π.Χ.), δείχνουν γραφή που μόλις έχει ξεφύγει από την εικονογραφική. Η μετέπειτα εξέλιξη των σημιτικών γραφών αφορούσε μόνο τα σχήματα των γραμμάτων.
2. Οι άνθρωποι τους συλλαβικούς ήχους ανακάλυψαν μετά τους ήχους των λέξεων και με τις διάφορες φωνητικές γραφές τους ήχους των συλλαβών θέλησαν να αποδώσουν. Είναι αδιανόητο να παραιτήθηκαν από την επιδίωξη αυτή. Και στις αλφαβητικές γραφές οι ήχοι των συλλαβών αποδόθηκαν πλήρως και με ακρίβεια μέσω γραμμάτων που παριστάνουν τους απλούς στοιχειώδεις ήχους από τους οποίους οι συλλαβές αποτελούνται. Αν στις σημιτικές γραφές τα γράμματα παρίσταναν τα σύμφωνα των συλλαβών, τις συλλαβές πώς τις παρίσταναν;
Άλλωστε αργότερα όταν οι Σημίτες γνώρισαν την αλφαβητική γραφή και εξ αιτίας αυτού πρόσθεσαν στα γράμματά τους διακριτικά για να καθορίσουν με ακρίβεια το ποια συλλαβή θα έπρεπε να διαβάσουν με κάθε γράμμα, πάλι τη συλλαβή ως σύνολο καθόρισαν και όχι τους φθόγγους από τους οποίους σχηματίζεται η συλλαβή. Τα διακριτικά που χρησιμοποίησαν (τελίτσες, παύλες σε ποικίλες θέσεις) δεν εχρησιμοποιούντο και δεν χρησιμοποιούνται ως σύμβολα φωνηέντων. Το σύνολο του αρχικού γράμματος και του διακριτικού σε συγκεκριμένη θέση παριστάνει μια μονοσήμαντα καθορισμένη συλλαβή. Όλες οι συλλαβές είναι του τύπου συμφωνο ή σύμφωνο + φωνήεν. Δεν μπορεί όμως να άλλάζοντας τη θέση του διακριτικού να γίνει για παράδειγμα "αν" η συλλαβή "να". Ούτε μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο του το διακριτικό ως φωνηεντικός ήχος. Πάλι συλλαβές έγραψαν. Και επειδή στις γλώσσες τους, το "α" για παράδειγμα δεν μπορεί να αποτελεί μόνο του συλλαβικό ήχο, δεν προνόησαν να υπάρχει απλό σύμβολο ή σύμπλεγμα που να διαβάζεται α.
3. H λέξη συλλαβή από το συλλαμβάνω = συν (μαζί) + λαμβάνω, σημαίνει ομάδα ήχων που δεν εκφέρονται ανεξάρτητα ο καθένας από τους άλλους αλλά συνεκφέρονται και συναποτελούν έτσι έναν αυτοτελή ήχο. Οι αρχαίοι Έλληνες τα γράμματα τα έλεγαν και στοιχεία. Η λέξη ψηφία μπορεί να θεωρηθεί ως συνώνυμη με τη λέξη στοιχεία. Οι όροι συλλαβές, στοιχεία, γράμματα (από το γράφω = χαράσσω, γρατζουνίζω, σχεδιάζω), φωνήεντα, σύμφωνα, φθόγγοι, δημιουργήθηκαν στην ελληνική γλώσσα μετά την ανακάλυψη του αλφαβήτου. Στις σημιτικές γλώσσες δεν είχε δημιουργηθεί αντίστοιχο σύνολο όρων. Θα ήταν όμως αδύνατο ένας λαός να έχει αναλύσει τους ήχους των συλλαβών στους στοιχειώδεις, στους απλούς φωνηεντικούς και συμφωνικούς ήχους δηλαδή στους φθόγγους από τους οποίους οι συλλαβές αποτελούνται, και να μην έχει δημιουργήσει λέξεις που να σημαίνουν τα σύμφωνα, τα φωνήεντα, τους φθόγγους, τις συλλαβές.
4. Όταν μετά την ανακάλυψη του αλφαβήτου και υπό την επιρροή της αλφαβητικής γραφής οι Σημίτες δημιούργησαν και χρησιμοποίησαν κατά συστηματικό τρόπο διακριτικά σημεία, τα οποία συνδεόμενα με τα γράμματά τους προσδιόριζαν πλήρως τη συλλαβή, εισήγαγαν διακριτικό, (shewa ονομαζόταν στα Εβραϊκά, sukum στα Αραβικά), ακόμη και για την περίπτωση που το σύμφωνο δεν συνδυαζόταν με φωνήεν αλλά σχημάτιζε συλλαβή μόνο του. Το γράμμα κ για παράδειγμα με ένα συγκεκριμένο διακριτικό δίπλα του, που ήταν το ίδιο και για το γράμμα κ και για όλα τα γράμματά τους, διαβαζόταν [κα], με άλλο διακριτικό διαβαζόταν [κε], με άλλο [κι] κ.ο.κ., ενώ με το διακριτικό shewa ή sukum, διαβαζόταν [κ]. Αν οι Σημίτες θεωρούσαν το γράμμα κ σύμβολο του ήχου [κ], σύμβολο του συμφώνου δηλαδή, δεν θα είχαν εισαγάγει ιδιαίτερο διακριτικό για την παράσταση αυτού του ήχου. Η επισήμανση ότι το διακριτικό αυτό χρησιμοποιήθηκε μεν από τους Εβραίους και τους Άραβες αλλά δε χρησιμοποιήθηκε στη Συρία δεν αναιρεί και δεν αδυνατίζει το επιχείρημα. Το ίδιο ισχύει και για την επισήμανση ότι η εισαγωγή του διακριτικού έγινε πολύ αργά από γραμματικούς που δεν ήξεραν την ιστορία των σημιτικών γραφών. Το ουσιαστικό είναι ότι και μετά την ανακάλυψη της αλφαβητικής γραφής Σημίτες αντιλαμβάνονταν τα αρχικά σύμβολα της γραφής τους ως συλλαβικά.
5. Οι Ινδοί είχαν ακολουθήσει τον τύπο των σημιτικών γραφών. Αργότερα και υπό την επήρεια της αλφαβητικής γραφής και για να προσδιορίσουν με ακρίβεια τη συλλαβή, υιοθέτησαν τη χρήση διακριτικών. Εισήγαγαν έναν διαφορετικό διακριτικό για σχηματισμό κάθε συλλαβής που περιλαμβάνει το [ε], το [ι], το [ο], ή το [ου] καθώς και για την περίπτωση που η συλλαβή δεν περιελάμβανε φωνήεν. Τα αρχικά γράμματα χωρίς κανένα πρόσθετο διακριτικό χρησιμοποιήθηκαν για να δείξουν σχηματισμό συλλαβής σε συνδυασμό με το φωνήεν [α]. Το γράμμα κ δηλαδή μαζί με ένα συγκεκριμένο διακριτικό παρίστανε τον ήχο [κ], ενώ μόνο του και χωρίς καμιά προσθήκη έδειχνε τον ήχο [κα], γεγονός που δείχνει ότι οι Ινδοί θεωρούσαν τα αρχικά σύμβολα της γραφής τους ως συλλαβικά. Και η γραφή τους είχε σημιτικό πρότυπο.
Τα ίδια ακριβώς που ισχύουν για τους Ινδούς ισχύουν και για τους Αιθίοπες. Οι Αιθίοπες είχαν ακολουθήσει τον τύπο των σημιτικών γραφών και εισήγαγαν διακριτικά όπως οι Άραβες για να προσδιορίσουν με ακρίβεια τις συλλαβές. Το αρχικό γράμμα, έστω το κ, μαζί με ένα συγκεκριμένο διακριτικό παρίστανε τον ήχο [κ], ενώ μόνο του παρίστανε τη συλλαβή [κα].
Αν πράγματι στην γραμμική Α υπάρχουν σύμβολα φωνηέντων και στην Κρητική ιερογλυφική γραφή δεν υπάρχουν τότε η γραμμική Α είναι η πρώτη γραφή που είχε σύμβολα για φωνήεντα. Αν επιπλέον είχε και ορθογραφία που επέτρεπε την ακριβή γραφή και ανάγνωση συμπλεγμάτων συμφώνων όπως συνέβαινε στη γραμμική Β, τότε είναι αναμφισβήτητα ένα εξαιρετικά προηγμένο σύστημα γραφής και ο μακρινός πρόδρομος του αλφαβήτου.
Από τη γραμμική Α προήλθαν άμεσα η μυκηναϊκή γραμμική Β και οι κυπρομινωικές γραφές.
Σημειώσεις
1. Δύο ερωτήματα που μου έχουν τεθεί προφορικά αφορούν τη μινωική Κρήτη.
Το πρώτο αναφέρεται στον δίσκο της Φαιστού. Ο δίσκος της Φαιστού τι μπορεί να γράφει και με τι είδους γραφή είναι γραμμένος;
Για το ερώτημα αυτό μπορώ μόνο να παραπέμψω στο βιβλίο του Gareth Owens «Λαβύρινθος,, γραφές και γλώσσες της μινωικής και μυκηναϊκής Κρήτης» (σελίδες185-203). Περιλαμβάνει απλή αναφορά βιβλιογραφίας, βιβλιοκριτική για σχετικό έργο που εκδόθηκε και στα ελληνικά και μια σύντομη παρουσίαση και δικαιολόγηση προσωπικών απόψεων για το θέμα του ίδιου του Gareth Owens. Από το άρθρο στο βιβλίο αντλώ και παρουσιάζω συνοπτικά κάποιες πληροφορίες.
-Το κείμενο του δίσκου περιλαμβάνει 45 διακριτούς χαρακτήρες και 242 γράμματα που συνιστούν 61 ομάδες, τυπωμένα με 45 ξεχωριστές σφραγίδες που μπορεί να ήταν χρυσές. Ο δίσκος είναι τυπωμένος και στις δύο πλευρές του, το μισό κείμενο σε κάθε πλευρά. Έχει βρεθεί ποια είναι η πρώτη και ποια η δεύτερη πλευρά. Σε κάθε πλευρά το κείμενο διαβάζεται σπειροειδώς από την περιφέρεια προς το κέντρο. Ο δίσκος έχει διάμετρο 16 περίπου εκατοστών.
- Ο αριθμός των διαφορετικών χαρακτήρων (45 σε ένα κείμενο 242 γραμμάτων) πείθει ότι δεν πρόκειται για γραφή σημασιογραφική αλλά για γραφή φωνητική και ειδικότερα συλλαβική
-Φαίνεται να υπάρχει σχέση μεταξύ της γραφής του δίσκου και των λεγομένων κρητικών ιερογλυφικών χωρίς όμως και να αποδεικνύεται. Ο εντονότερα εικονιστικός χαρακτήρας των γραμμάτων του δίσκου οφείλεται στο ότι πρόκειται για γράμματα που δεν χαράχθηκαν αλλά τυπώθηκαν με σφραγίδες.
-Η επανάληψη των ίδιων γραμμάτων σε επιλεγμένες θέσεις στο τέλος ομάδων γραμμάτων δηλώνει κάποιο είδος ομοιοκαταληξίας
-Το σκόπιμο ψήσιμο του δίσκου, η προσεκτική αποτύπωση των γραμμάτων του με σφραγίδες και ο χώρος στον οποίο βρέθηκε συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι πρόκειται για θρησκευτικό κείμενο. Η ομοιοκαταληξία σε ένα θρησκευτικό κείμενο δηλώνει θρησκευτικό ύμνο. Θρησκευτικός ύμνος στη μινωική Κρήτη σημαίνει ύμνος προς τη μεγάλη μητέρα θεά.
-Η γλώσσα του κειμένου πρέπει να είναι η γλώσσα της μινωικής Κρήτης που παραμένει άγνωστη. Ο Όουενς θεωρεί ότι πρόκειται για γλώσσα ινδοευρωπαϊκή, συγγενική προς την ελληνική, την σανσκριτική και την αρμενική.
Το δεύτερο ερώτημα είναι: «Γιατί διακρίνω τους Μινωίτες από τους Έλληνες;»
Η απάντησή μου είναι απλή. Οι Μινωίτες και οι Μυκηναίοι Έλληνες είχαν διαφορετικές θρησκείες, διαφορετικές θεότητες, διαφορετικούς τύπους λατρείας, διαφορετικούς τάφους και διαφορετικά έθιμα ταφής. Ακόμη ανέπτυξαν, όχι την ίδια περίοδο, ξεχωριστούς πολιτισμούς. Τον Μινωικό οι μεν, τον Μυκηναϊκό υπό Μινωική επίδραση οι δε. Επί αυτών δεν έχει αναπτυχθεί κανενός είδους αντίλογος.
Η ελληνική Κρήτη που πήρε μέρος και στην εκστρατεία κατά της Τροίας, δημιουργήθηκε αργότερα. Ο πληθυσμός της προερχόταν και από Μινωίτες και από Μυκηναίους αλλά ήταν πλήρως εξελληνισμένος.
2. Henriette Walter: Η Περιπέτεια των Γλωσσών της Δύσης 1994. Η Henriette Walter αναφέρει ότι μεταξύ των συμβόλων που ανακαλύφθηκαν στην κοιλάδα του Δούναβη βλέπουμε M, V , W, Χ και άλλα παρόμοιου είδους σχήματα. Ανάλογα σύμβολα έχουν βρεθεί και σε σφραγίδα που βρέθηκε στην περιοχή των Γιαννιτσών. Εξ άλλου ο καθηγητής Γ. Χ. Χουρμουζιάδης σε βιβλίο του για το Δισπηλιό Καστοριάς παραθέτει σύμβολα που ανακάλυψε εκεί σε ξύλινη πινακίδα που τα δείχνει ως παρόμοιου τύπου με κάποια γράμματα της γραμμικής Α και με σύμβολα παλαιοευρωπαϊκών πήλινων πινακίδων. Φυσικά τα γράμματα της πινακίδας, όπως και τα γράμματα παλαιοευρωπαϊκών πινακίδων είναι σύμβολα προβαθμίδων γραφής και δεν παριστάνουν ήχους συλλαβών αλλά πιθανώς παριστάνουν έννοιες ως έννοιες και όχι γλωσσικούς ήχους. Εδώ απλά επισημαίνουμε και πάλι ότι τα γραφήματα των γραμμάτων γνωστών συστημάτων γραφής έχουν στενή σχέση με παλαιότατα σύμβολα προβαθμίδων γραφής. Η πινακίδα του Δισπηλιού χρονολογείται κοντά στο 5000 π.Χ..
(Κάποιες πληροφορίες σχετικές με την επιβεβαίωση της ορθότητας της αποκρυπτογράφησης του Βέντρις θα βρείτε στην ανάρτηση "Αλφάβητο και αλφαβητική γραφή" στη σημείωση 3 του τίτλου 3 της ανάρτησης)
Περιλαμβάνει 91 γραμμικά φωνητικά σύμβολα εκ των οποίων 86 παριστάνουν συλλαβές του τύπου σύμφωνο + φωνήεν, ενώ τα υπόλοιπα πέντε είναι σύμβολα συλλαβών του τύπου φωνήεν1.
Πενήντα περίπου από τα γράμματά της είναι ίδια, τουλάχιστον κατά το σχήμα, με γράμματα της γραμμικής Α. Η χρησιμοποίηση γραμμάτων στη γραμμική Β για τα πέντε φωνήεντα, έστω μόνο για τις περιπτώσεις που τα φωνήεντα σχημάτιζαν μόνα τους συλλαβή, δείχνει ότι οι Έλληνες είχαν αναγνωρίσει τους φωνηεντικούς ήχους ως ιδιαίτερους ήχους γεγονός που διευκόλυνε την ανάλυση του ήχου των υπόλοιπων συλλαβών σε απλούς ήχους. Ας σημειωθεί ότι τόσο στη γραμμική Β΄ όσο και στο κυπριακό συλλαβάριο υπήρχαν πέντε γράμμτα για τα φωνήεντα , όσα δηλαδή είχε αργότερα και το αλφάβητο, και αυτό παρά το γεγονός ότι στην ελληνική μεταμυκηναϊκή γλώσσα υπήρχαν περισσότεροι από πέντε φωνηεντικούς φθόγγους (Μανώλης Ανδρόνικος)
Ο Woodard μελετώντας τις ελληνικές γραφές από το ξεκίνημά τους, ανακάλυψε ότι η ορθογραφία της γραμμικής Β επιτρέπει τη γραπτή απόδοση και ακριβή ανάγνωση συμπλεγμάτων διαδοχικών συμφώνων σε ενδιάμεσες συλλαβές και επισημαίνει ότι αυτό το γεγονός δημιουργεί μία γέφυρα μεταξύ της Γραμμικής Β και του Αλφαβήτου (Roger D. Woodard: Greek Writing from Knossos to Homer, 1997).
Tα χαρακτηριστικά της γραμμικής Β που δημιουργούσαν σχέση με το αλφάβητο πέρασαν στο κυπριακό συλλαβάριο και εξελίχθηκαν περαιτέρω.
Η γραμμική Β περιελάμβανε και 160 περίπου λογογράμματα που αποτελούσαν λογιστικά και αριθμητικά σύμβολα. Κατατάσσεται ωστόσο στα καθαρά συλλαβικά συστήματα γραφής.
Σημειώσεις
1. Οι Μυκηναίοι είχαν ανάγκη χρήσης φωνηεντικών γραμμάτων γιατί έγραφαν συλλαβικά και στην Ελληνική γλώσσα τα φωνήεντα σχηματίζουν και μόνα τους συλλαβές, και χρειάζονταν γράμματα για να τις γράφουν.
Δεν θα μπορούσαν να γράψουν τη γλώσσα τους χωρίς αυτά τα γράμματα. Στη Μυκηναϊκή Γραμμική Β για να γράψουμε τη λέξη αέριο, θα γράφαμε πρώτα ένα γράμμα που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή α, στη συνέχεια ένα γράμμα διαφορετικό από το πρώτο, που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή ε, και ένα τρίτο γράμμα που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή ρι και τέλος ένα γράμμα που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή ο. Τεσσερεις διαφορετικές συλλαβές, ένα γράμμα για κάθε συλλαβή, σύνολο τέσσερα διαφορετικά γράμματα. Στη Γραμμική Β τα σύμβολα για τα φωνήεντα εχρησιμοποιούντο μόνον όταν τα φωνήεντα σχημάτιζαν μόνα τους ακέραιο συλλαβικό ήχο γεγονός που επιβεβαιώνει το συλλαβικό χαρακτήρα της γραφής. Με τη φοινικική γραφή, από τις 4 συλλαβές της λέξεως αέριο ήταν δυνατόν να γραφεί μόνο η συλλαβή ρι. Δεν υπήρχαν γράμματα στη φοινικική γραφή για την γραφή των φωνηεντηκών συλλαβών α, ε, ο, γιατί στη φοινικική γλώσσα τα φωνήεντα αυτά, οπως και όλα τα φωνήεντα, δεν σχημάτιζαν συλλαβές μόνα τους και οι Φοίνικες με κάθε γράμμα έγραφαν κάθε φορά μια συλλαβή έστω κι αν δεν έγραφαν πάντα την ίδια συλλαβή με το ίδιο γράμμα.
Η κυπρομινωική Ι χρησιμοποιήθηκε πιθανώς από τα μέσα του δέκατου έκτου αιώνα μέχρι το δωδέκατο π.Χ. αιώνα. Γράμματά της είναι ίδια με γράμματα των αλφαβήτων.
Οι κυπρομινωικές ΙΙ και ΙΙΙ είναι γνωστές από ντοκουμέντα του δέκατου τρίτου π.Χ. αιώνα που βρέθηκαν στην Κύπρο στην Παλαιστίνη και στην Ουγκαρίτ.
Η ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή αποτέλεσε έτσι το δεύτερο γνωστό ελληνικό σύστημα γραφής.
Είναι γραφή καθαρά συλλαβική. Περιλαμβάνει 56 γράμματα. Πέντε από αυτά παριστάνουν συλλαβές του τύπου φωνήεν όπως και στη Γραμμική Β. Τα υπόλοιπα παριστάνουν συλλαβές του τύπου σύμφωνο + φωνήεν. Στην ελληνική Κυπριακή συλλαβική γραφή η λέξη κακία θα γραφόταν με τρία αλλά διαφορετικά μεταξύ τους γράμματα, ένα για κάθε συλλαβή.
Όμως ο ήχος [Ξ] αν και σύμπλεγμα δύο συμφώνων ( [Ξ] = [ΚΣ] ), εθεωρείτο ως απλός ήχος και η συλλαβή [ΞΑ] γραφόταν με ένα γράμμα, ως συλλαβή του τύπου σύμφωνο + φωνήεν. Αυτό διευκόλυνε την αναγνώριση συμπλεγμάτων συμφώνων στην αρχή των λέξεων. Η συνήθεια αυτή πέρασε και στην αλφαβητική γραφή. Ο ήχος [Ξ] αν και σύνθετος γράφεταιμε ένα γράμμα.
Ας σημειωθεί ότι στην Ελληνική Κυπριακή συλλαβική γραφή δεν υπήρχε διάκριση άηχων, ηχηρών και δασέων συμφώνων. Αυτό σημαίνει ότι οι συλλαβές κα , γα, χα που σχηματίζονται από το άηχο ουρανικό κ ή το ηχηρό ουρανικό γ ή το δασύ ουρανικό χ (χ = κh) και το ίδιο φωνήεν (εδώ το α), γράφονταν με το ίδιο γράμμα. Ανάλογα ισχύουν και για την ομάδα ταν χειλικών β, φ όταν σχηματίζουν συλλαβή με το ίδιο φωνήεν και επίσης με την ομάδα των οδοντικών συμφώνων τ, δ, θ.
Η τεχνική αυτή κατάταξης των συλλαβών σε ηχητικά παρόμοιες που συμβολίζονταν με το ίδιο γράμμα ήταν πιο σύνθετη και πιο επεξεργασμένη από την τεχνική που είχε υιοθετηθεί από αιγυπτιακό πρότυπο στις σημιτικές γραφές και εισήγαγε σημαντικά μικρότερου βαθμού αμφιβολία κατά την ανάγνωση σε σχέση πάντα με το βαθμό αμφιβολίας που εδημιουργείτο κατά την ανάγνωση των σημιτικών γραφών.
Η Ελληνική Κυπριακή συλλαβική γραφή γραφόταν όμως με 56 γράμματα, ενώ η Ουγκαριτική με 30 και η φοινικική με 22. Η Ουγκαριτική γραφή δεν ήταν γνωστή στους Έλληνες των σκοτεινών χρόνων.
Εκτός από τα φωνήεντα και τη μη διάκριση άηχων, ηχηρών και δασέων συμφώνων, στοιχείο που προερχόταν από τη γραμμική Β ήταν η διατήρηση και η βελτίωση μιας «ορθογραφίας» που επέτρεπε τη γραπτή απόδοση και ακριβή ανάγνωση συμπλεγμάτων διαδοχικών συμφώνων. Η βελτίωση αφορά την επινόηση μηχανισμών για την καταγραφή τόσο του πρώτου συμφώνου που εμφανίζεται στην αρχή συμπλέγματος συμφώνων στην αρχή των λέξεων, όσο και των τελικών συμφώνων των λέξεων. Βελτίωση πρέπει να θεωρηθεί επίσης η διάκριση των συμφώνων [Λ] και [Ρ], η μείωση του συνολικού αριθμού των γραμμάτων σε 56 και η βελτίωση της μορφής τους. Τα γράμματα της ελληνικής κυπριακής γραφής ήταν πλήρως γραμμικά, απλά, σαφή, αμέσως διακριτά και αναγνωρίσιμα και έδιναν όμορφη εμφάνιση στα κείμενα.
Τα γράμματα που χρησιμοποιήθηκαν στην ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή και η ηχητική τους αξία. (Ignace Gelb: A Study of Writing, σελίδα 155) |
Επιγραφή με ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή. (Ignace Gelb: A Study of Writing, σελίδα 155) |
Όσον αφορά περαιτέρω ενδείξεις για τη σχέση του κυπριακού συλλαβαρίου με το αλφάβητο πέραν εκείνων που αναφέρθηκαν, ο Woodard συμπέρανε ότι
- η επιλογή στο ελληνικό αλφάβητο των φθόγγων και των γραμμάτων που αντιστοιχήθηκαν στα φοινικικά συριστικά γράμματα, η οποία φαίνεται στους ερευνητές περίπλοκη, μπερδεμένη και προβληματική, γίνεται εύλογη αν γίνει δεκτό ότι ο επινοητής του αλφαβήτου ήταν εξοικειωμένος με την ορθογραφική παράδοση της ελληνικής κυπριακής συλλαβικής γραφής.
Πέρα από αυτά ο Woodard συμπέρανε ότι
- τα χαρακτηριστικά γραμμάτων του αλφαβήτου που έχουν οδηγήσει μερικούς ερευνητές να μετακινήσουν τις αρχές του σε πολύ πρώιμη εποχή (μέχρι και το 1500 π.Χ.), εξηγούνται απλά και χωρίς μετακίνηση του χρόνου δημιουργίας του, μόνο με την υπόθεση ότι η επινόηση του έγινε από άνθρωπο εκπαιδευμένο στη χρήση αυτής της γραφής.
Ακόμη ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι σε όλα τα αλφάβητα υπάρχει ιδιαίτερο γράμμα για τον ήχο [Ξ] αν και ο ήχος [Ξ] δεν είναι φθόγγος αλλά διπλός ήχος ( [Ξ] = [Κ + Σ] ) και επομένως θα μπορούσε να γραφεί ως ΚΣ. Στα ευβοϊκά αλφάβητα χρησιμοποιήθηκε το γράμμα Χ ενώ σε άλλα αλφάβητα το γράμμα Ξ. Στο κυπριακό συλλαβάριο εξ αιτίας του τρόπου που χρησιμοποιούσαν για την καταγραφή συμπλεγμάτων συμφώνων, ήταν αναγκαίο να καταγράφονται οι ήχοι [ΚΣ + Φωνήεν] σαν να ήταν ο ήχος [ΚΣ] απλός. Έτσι είχαν επιλέξει να παριστάνει γράμμα που μοάζει με το Χ τη συλλαβή [ΞΑ] = [ΚΣΑ] και αυτό εξηγεί τη χρησιμοποίηση στα αλφάβητα ενός γράμματος για τον σύνθετο ήχο [ΚΣ] και μάλιστα του γράμματος Χ για τα ευβοϊκά και από εκεί για όλα τα δυτικά αλφάβητα.
Ο επινοητής του αλφαβήτου ήταν χρήστης της ελληνικής κυπριακής συλλαβικής γραφής συμπεραίνει ο Roger D. Woodard.
Ας σημειωθεί ότι περίπου δέκα από τα γράμματά του κυπριακού συλλαβαρίου αναγνωρίζονται ως παρόμοια γραμμάτων που χρησιμοποιήθηκαν στα ελληνικά αλφάβητα.
Η ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή χρησιμοποιήθηκε για τη γραφή της ελληνικής γλώσσας στην Κύπρο μέχρι τον τέταρτο π.Χ. αιώνα. Σώζονται σχεδόν 500 ελληνικά κείμενα γραμμένα με αυτήν τη γραφή.
Ας διευκρινίσουμε το πώς γράφεται και διαβάζεται κάτι στις γραφές που έχουν αναφερθεί στη συζήτηση αυτού του άρθρου. Θα αρχίσουμε παραθέτοντας πώς θα γράφαμε και πώς θα διαβάζαμε σε αυτές τις γραφές, τη λέξη ''κακό'' και τη λέξη “κακία”.
Για να γράψουμε τη λέξη κακό στη γραμμική Α θα γράφαμε πρώτα ένα γράμμα που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή ''κα'' και στη συνέχεια ένα γράμμα, διαφορετικό από το πρώτο, που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή ''κο''. Σύνολο δύο γράμματα, ένα γράμμα για κάθε συλλαβή. Δεν ξέρουμε ποια είναι αυτά τα γράμματα, ξέρουμε όμως ότι υπάρχουν. Ξέρουμε ότι στη γραμμική Α χρησιμοποιούσαν 90 περίπου συλλαβογράμματα, που σχεδόν όλα είχαν μονοσήμαντη ανάγνωση. Υπάρχει σήμερα πλήρης πίνακας όλων των γραμμάτων, δεν είναι όμως γνωστό το ποιος συλλαβικός ήχος αντιστοιχούσε σε κάθε γράμμα. Αν κάποιος γνώριζε αυτήν την αντιστοιχία θα μπορούσε να διαβάσει χωρίς δυσκολία ένα κείμενο γραμμένο με αυτή τη γραφή. Θα έπρεπε όμως να θυμάται και να αναγνωρίζει αμέσως τα γράμματα-σύμβολα 90 περίπου συλλαβικών ήχων.
Ανάλογα θα γράφαμε και τη λέξη ΚΑΚΙΑ. Θα γράφαμε πρώτα ένα γράμμα που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή ''κα'', στη συνέχεια ένα γράμμα, διαφορετικό από το πρώτο, που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή ''κι'' και τέλος ένα γράμμα που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή ''α''. Ένα γράμμα για κάθε συλλαβή, σύνολο τρία γράμματα. Στη γραμμική Α θεωρείται γενικά πιθανό ή σχεδόν βέβαιο ότι υπήρχαν σύμβολα για φωνήεντα που εχρησιμοποιούντο όμως μόνο όταν τα φωνήεντα σχημάτιζαν μόνα τους ακέραιο συλλαβικό ήχο. Το σύμβολο του συλλαβικού ήχου [α] όμως δεν είχε καμιά σχέση με το σύμβολο του συλλαβικού ήχου [κα].
Για τη γραμμική Β΄ ισχύουν ακριβώς όσα αναφέρουμε στη συνέχεια για την ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή.
Στην σφηνοειδή ουγκαριτική γραφή θα γράφαμε με παρόμοιο τρόπο. Για τη λέξη ΚΑΚΟ θα γράφαμε πρώτα ένα γράμμα που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή ''κα'' και στη συνέχεια ένα γράμμα , που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή ''κο''. Σύνολο δύο γράμματα, ένα για κάθε συλλαβή. Επειδή όμως στις σημιτικές γραφές οι συλλαβές που διέφεραν μόνο κατά το φωνήεν τους γράφονταν με το ίδιο γράμμα, τα δύο γράμματα θα ήταν όμοια. Το ίδιο γράμμα που θα χρησιμοποιούσαμε αν γράφαμε και οποιαδήποτε από τις συλλαβές ''κε, κι, κου, κ.'' (Στις σημιτικές γλώσσες κάποια σύμφωνα μπορούν να σχηματίζουν μόνα τους συλλαβή.)
Η γραφή στην ουγκαριτική γραφή ήταν απλούστερη από ότι στις γραμμικές Α και Β αφού εξ αιτίας της χρησιμοποίησης του ίδιου γράμματος για πολλούς συλλαβικούς ήχους ο γράφων χρειαζόταν να θυμάται μικρό αριθμό γραμμάτων (27+3 στην ουγκαριτική, 22 στη φοινικική γραφή). Ο αναγνώστης όμως δεν μπορούσε να ξέρει αν με τα δύο όμοια γράμματα θα έπρεπε να διαβάσει τη λέξη ΚΑΚΟ ή τη λέξη ΚΟΚΑ ή ακόμη κάποια από τις λέξεις ΚΟΚΟ, ΚΑΚΑ, ΚΙΚΟ, ΚΑΚΗ, ΚΟΥΚΙ, ΚΕΚΕ, ΚΟΥΚΟ, ΚΟΥΚΑ ΚΙΚΗ και άλλες, αφού όλες αυτές οι λέξεις γράφονταν ακριβώς όπως η λέξη ΚΑΚΟ. Και είναι φανερό ότι όλες οι λέξεις παρουσίαζαν δυσκολία ανάγνωσης και ότι οι άγνωστες λέξεις ήταν αδύνατο να διαβαστούν.
Και για τη λέξη ΚΑΚΙΑ θα γράφαμε πρώτα ένα γράμμα που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή ''κα'', στη συνέχεια ξανά το ίδιο γράμμα, για να διαβαστεί ως η συλλαβή ''κι'' και τέλος ένα γράμμα που είχε μονοσήμαντη ανάγνωση και θα διαβαζόταν ως η συλλαβή ''α''. Ένα γράμμα για κάθε συλλαβή, σύνολο τρία γράμματα.
Όμως η πρώτη συλλαβή για παράδειγμα θα μπορούσε να διαβαστεί και κου (και όχι μόνο). Έτσι η λέξη κακία θα ήταν δυνατό να διαβαστεί και ως κουκία.
Τώρα αν τα γράμματα της ουγκαριτικής γραφής παρίσταναν τα μεν 27 τα σύμφωνα, δηλαδή το συμφωνικό μέρος των συλλαβικών ήχων και τα άλλα 3 τα φωνήεντα , δηλαδή το φωνηεντικό μέρος των συλλαβικών ήχων όπως κάποιοι καλόπιστα ή κακόπιστα ισχυρίζονται, τότε τη λέξη κακία θα την έγραφαν με πέντε γράμματα. Τη συλλαβή κα θα την έγραφαν με δύο γράμματα που θα συμβόλιζαν τους φθόγγους [κ] και [α]. Τα γράμματα για τους φθόγγους [κ] και [α] υποτίθεται ότι τα είχαν.
Αν έτσι έγραφαν, θα έγραφαν πράγματι αλφαβητικά. Όμως έγραφαν με τον τρόπο που στην προηγούμενη παράγραφο περιγράψαμε, δηλαδή έγραφαν συλλαβικά. Έγραφαν και διάβαζαν ένα γράμμα για κάθε συλλαβή. Δεν είχαν αναλύσει τους ήχους των συλλαβών στους υποκείμενους απλούς συμφωνικούς και φωνηεντικούς ήχους από τους οποίους αποτελούνται και επομένως δεν ήξεραν ούτε σύμφωνα ούτε φωνήεντα.
Για τη φοινικική γραφή γαι τη λέξη ΚΑΚΟ ισχύουν ακριβώς τα ίδια. Θα γράφαμε δύο γράμματα, ένα για κάθε συλλαβή, και η ανάγνωση θα ήταν πολύ αμφίβολη γιατί κάθε γράμμα εχρησιμοποιείτο για τη γραφή πολλών συλλαβών. Τα γράμματα όμως της Φοινικικής ήταν γραμμικά, ευκολοσχεδίαστα και εύκολα αναγνωρίσιμα όπως και τα γράμματα των γραμμικών Α και Β, ενώ αντιθέτως τα γράμματα της Ουγκαριτικής γραφής σχηματίζονταν με ομάδες μικρών σφηνών ήταν δυσκολοσχεδίαστα και ήταν αρκετά πιο δύσκολο το να διακρίνεται το ένα από το άλλο.
Τώρα για τη λέξη ΚΑΚΙΑ θα γραφόταν ένα γράμμα για τη συλλαβή ''κα'' και το ίδιο γράμμα για τη συλλαβή ''κι''. Σύνολο δύο γράμματα. Δεν υπήρχε γράμμα για να γραφεί η συλλαβή "α"
Στις σημιτικές γλώσσες τα φωνήεντα δεν σχηματίζουν συλλαβικούς ήχους μόνα τους, και επειδή τα γράμματα στις σημιτικές γραφές συλλαβικούς ήχους παρίσταναν, δεν υπήρχαν γράμματα για φωνηεντικούς συλλαβικούς ήχους. Στις σημιτικές γραφές υπήρχαν γράμματα μόνο για συλλαβές που σήμερα θα τις ονομάζαμε συλλαβές του τύπου σύμφωνο ή σύμφωνο+φωνήεν γιατί στις σημιτικές γλώσσες μόνο τέτοιες συλλαβές υπάρχουν.
Η έλλειψη γραμμάτων για τις φωνηεντικές συλλαβές δημιουργούσε πρόσθετα προβλήματα για τη γραφή και ανάγνωση γλωσσών όπως η ελληνική. Κατά την ανάγνωση, ο αναγνώστης θα έπρεπε να σκέπτεται και την περίπτωση να είναι οι συλλαβές περισσότερες από τα γράμματα με τα οποία γραφόταν η λέξη. Η λέξη κακία θα γραφόταν με δύο γράμματα ακριβώς όπως και η λέξη κακό και ακριβώς όπως και η λέξη ακακία. Σχεδόν είκοσι λέξεις δισύλλαβες, τρισύλλαβες και τετρασύλλαβες θα γράφονταν όπως και η λέξη κακία.
Και η πεντασύλλαβη λέξη διαφάνεια θα γραφόταν με τρία γράμματα, η τετρασύλλαβη λέξη διάνοια θα γραφόταν με δύο γράμματα ενώ η τρισύλλαβη λέξη όμοιο θα γραφόταν με ένα γράμμα. Με ένα γράμμα θα γραφόταν και η λέξη αέριο και με τρία γράμματα η λέξη αεροπορία. Η εξασύλλαβη λέξη αδιαφάνεια θα γραφόταν ακριβώς όπως η λέξη διαφάνεια με τρία γράμματα. Και αυτό φυσικά έκανε τη φοινικική γραφή εντελώς ακατάλληλη για τη γραφή της ελληνικής γλώσσας. Εδώ θυμηθείτε πόσες λέξεις στις γλώσσες που γράφονται αλφαβητικά έχουν σχηματισθεί με τα προθήματα α-, αν-, ανα-, απο-, εκ-, επι-, αυτ-, αυτο-, αρχι- αρχε- και πόσες έχουν σχηματισθεί με τις καταλήξεις -ιος, -ια, -ασμα , -ισμα και άλλες. Οι Έλληνες είχαν γνωρίσει και γνώριζαν επί μακρόν τη φοινικική γραφή αλλά δεν δοκίμασαν ποτέ να τη χρησιμοποιήσουν.
Στην γραμμική Β και στην ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή για τη λέξη ΚΑΚΟ θα γράφαμε πρώτα ένα γράμμα που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή κα και στη συνέχεια ένα διαφορετικό γράμμα που θα διαβαζόταν ως η συλλαβή κο. Σύνολο δύο γράμματα, ένα για κάθε συλλαβή.
Το γράμμα που παριστάνει τη συλλαβή κα θα μπορούσε να διαβαστεί είτε [κα] είτε [γα] είτε [χα], αφού οι τρεις αυτοί συλλαβικοί ήχοι γράφονταν με το ίδιο γράμμα αφού αποτελούνται από ουρανικά σύμφωνα και το ίδιο φωνήεν. Ανάλογα το γράμμα που παρίστανε τη συλλαβή κο θα μπορούσε να διαβαστεί είτε [κο] είτε [γο] είτε [χο]. Ότι γινόταν με τις συλλαβές του τύπου σύμφωνο + φωνήεν που περιελάμβαναν ένα από τα σύμφωνα [κ], [γ], [χ] και που συμβολίζονταν με το ίδιο γράμμα αν περιελάμβαναν το ίδιο φωνήεν, γινόταν και με τις συλλαβές που περιελάμβαναν ένα από τα σύμφωνα [π], [β], [φ] . Παριστάνονταν με το ίδιο γράμμα αν περιελάμβαναν το ίδιο φωνήεν. Και το ίδιο γινόταν με συλλαβές του ίδιου τύπου που περιελάμβαναν ένα από τα σύμφωνα [τ], [δ], [θ]. Αυτά συνοψίζονται στη φράση «Στην Ελληνική Κυπριακή συλλαβική γραφή δεν υπήρχε διάκριση άηχων, ηχηρών και δασέων συμφώνων».
Η τεχνική αυτή κατάταξης των συλλαβών σε ηχητικά παρόμοιες που συμβολίζονταν με το ίδιο γράμμα ήταν πιο σύνθετη και πιο επεξεργασμένη από την τεχνική που είχε υιοθετηθεί από Αιγυπτιακό πρότυπο στις σημιτικές γραφές και εισήγαγε σημαντικά μικρότερου βαθμού αμφιβολία κατά την ανάγνωση σε σχέση πάντα με το βαθμό αμφιβολίας που εδημιουργείτο κατά την ανάγνωση των σημιτικών γραφών. Στην περίπτωση της λέξης κακό, θα μπορούσαμε να βεβαιωθούμε ότι αυτή τη λέξη πρέπει να διαβάσουμε, αφού οι λέξεις καχό, γακό, χακό, χαγό και οι παρόμοιες δεν υπάρχουν. Στη γραμμική Β όμως εχρησιμοποιούντο 91 γράμματα, στην Ελληνική Κυπριακή συλλαβική γραφή 56 ενώ στις Σημιτικές γραφές εχρησιμοποιούντο μόνο 22-30 γράμματα.
Για τη λέξη ΚΑΚΙΑ θα γράφαμε τρία γράμματα. Ένα για τη συλλαβή ''κα'', ένα διαφορετικό για τη συλλαβή ''κι'' και ένα τρίτο για τη συλλαβή ''α''. Το γράμμα που θα χρησιμοποιούσαμε για τη συλλαβή α καμμιά σχέση δεν είχε με το γράμμα που έδειχνε τη συλλαβή κα. Επειδή στην ελληνική γλώσσα τα φωνήεντα σχηματίζουν και μόνα τους συλλαβές , υπήρχαν στις ελληνικές συλλαβικές γραφές και γράμματα για φωνηεντικούς συλλαβικούς ήχους. Ακόμη ισχύουν φυσικά και όλα όσα έχουν αναφερθεί για τη μη διάκριση δασέων, ηχηρών και άηχων συμφώνων.
Στην αλφαβητική γραφή τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Γράφουμε πάλι πρώτα τη συλλαβή ''κα''. Αλλά δεν γράφουμε ένα γράμμα για κάθε συλλαβή. Αναλύουμε τον ήχο κάθε συλλαβής στους απλούς (μη διαιρετούς) ήχους από τους οποίους σχηματίζεται. Η συλλαβή ''κα'' αναλύεται στους απλούς ήχους [κ] και [α]. Έτσι για να γράψουμε τη συλλαβή ''κα'', γράφουμε το γράμμα σύμβολο του απλού ήχου [κ] και δίπλα του το γράμμα-σύμβολο του απλού ήχου [α]. Γράφουμε ένα γράμμα για κάθε απλό ήχο, δύο γράμματα για τη συλλαβή ''κα'', δύο γράμματα για τη συλλαβή “κο” και τέσσερα γράμματα για τη λέξη ΚΑΚΟ.
Σε κάθε γλώσσα υπάρχει μικρός αριθμός απλών μη διαιρετών ήχων και γι αυτό στις αλφαβητικές γραφές απαιτείται μικρός αριθμός γραμμάτων. Επιπλέον η περιγραφή του ήχου της συλλαβής με την αλφαβητική γραφή είναι ακριβής και αναμφίβολη. Ακόμη με αυτή τη γραφή είναι δυνατή η με ενιαίο και απλό τρόπο καταγραφή όλων ανεξαιρέτως των συλλαβικών ήχων οποιασδήποτε γλώσσας. Και κατά την ανάγνωση τα γράμματα δεν διαβάζονται ένα, ένα. Διαβάζονται κατά ομάδες γραμμάτων κάθε μια από τις οποίες συνιστά έναν ακέραιο συλλαβικό ήχο. Στο παράδειγμα που παρουσίασα έγινε φανερό ότι στις πέντε μη αλφαβητικές γραφές που εξετάσαμε γραφόταν ένα γράμμα για κάθε συλλαβή και αυτό ήταν γενικός κανόνας για τις συλλαβικές γραφές.
Ακόμη στην αλφαβητική γραφή η χρήση γραμμάτων για τα φωνήεντα είναι απολύτως απαραίτητη για όλες ανεξαιρέτως τις γλώσσες. Στην αλφαβητική γραφή οι συλλαβές γράφονται με τα γράμματα που δείχνουν τους απλούς ήχους από τους οποίους οι συλλαβές αποτελούνται. Τα γράμματα κάθε συλλαβής τα γράφουμε με τη σειρά εκφοράς των ήχων που παριστάνουν. Οι συλλαβές όμως σε όλες ανεξαιρέτως τις γλώσσες αποτελούνται εν γένει και από συμφωνικούς και από φωνηεντικούς ήχους και επομένως στις αλφαβητικές γραφές είναι απαραίτητη η χρήση και συμφωνικών και φωνηεντικών γραμμάτων.
Για να γράψουμε τη λέξη κακία με την αλφαβητική γραφή γράφουμε ένα γράμμα για κάθε φθόγγο της συλλαβής ''κα'', ένα γράμμα για κάθε φθόγγο της συλλαβής ''κι'' και ένα γράμμα για κάθε φθόγγο της συλλαβής ''α''. Σύνολο πέντε γράμματα. Κατά την ανάγνωση η αναγνώριση των γλωσσικών ήχων είναι και αυτόματη και ακριβής. Και αυτός ο τρόπος γραφής μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη γραφή οποιασδήποτε γλώσσας και τη γραφή οποιωνδήποτε γλωσσικών ήχων. Και εξασφαλίζει εξαιρετικά απλή γραφή και αυτόματη και ακριβή ανάγνωση.
Ας παρατηρηθεί ακόμη ότι αν και στην ουγκαριτική γραφή είχαν προστεθεί γράμματα για φωνήεντα, η γραφή αυτή διατήρησε ακέραιο το συλλαβικό της χαρακτήρα, και ήταν σύστημα γραφής εντελώς διαφορετικό από την αλφαβητική. Αυτό δείχνει καθαρά ότι είναι εντελώς εσφαλμένη η άποψη ότι το επίτευγμα των Ελλήνων ήταν ότι αφού πήραν τα γράμματα για τα σύμφωνα από τους Φοίνικες προνόησαν γράμματα και για τα φωνήεντα. Γράμματα για φωνήεντα εχρησιμοποιούντο από τους Έλληνες από τον καιρό της γραμμικής Β΄, αλλά αυτό δεν έκανε τη Γραμμική Β΄ αλφαβητική. Αν οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τα γράμματα κατά το σημιτικό τρόπο και απλά πρόσθεταν και γράμματα για τα φωνήεντα, τότε με κάθε γράμμα θα έγραφαν μια συλλαβή, και με τα φωνηεντικά γράμματα μόνο συλλαβικούς φωνηεντικούς ήχους θα παρίσταναν, και φυσικά η γραφή τους θα ήταν συλλαβική και μάλιστα απολύτως ίδια με την ουγκαριτική γραφή. Μόνο τα σχήματα των γραμμάτων θα ήταν διαφορετικά. Όμως με την ανακάλυψη του αλφαβήτου και τη δημιουργία της αλφαβητικής γραφής οι Έλληνες άλλαξαν ριζικά τον τρόπο γραφής. Δημιούργησαν ένα σύστημα γραφής εντελώς διαφορετικό από κάθε προηγούμενο.
Όταν οι άνθρωποι ανέλυσαν τους ήχους των λέξεων σε απλούστερους ήχους, τους συλλαβικούς ήχους αναγνώρισαν και ανακάλυψαν. Ούτε σκέφθηκαν όμως, ούτε ήταν δυνατό σε αυτή τη φάση να σκεφθούν ότι οι ήχοι αυτοί είναι σύνθετοι και μπορεί να αναλυθούν περαιτέρω σε απλούστερους. Έτσι είχαν την ιδέα να αποδώσουν σύμβολα σε αυτούς τους ήχους και με συνδυασμό αυτών των συμβόλων να γράφουν τις λέξεις και έφτασαν στα συλλαβικά συστήματα που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη των συστημάτων γραφής. Έχουμε αναφέρει ότι τα πλεονεκτήματά τους, σε σχέση με τα προϋπάρξαντα συστήματα γραφής είναι φανερά και ουσιώδη. Ο αριθμός όλων των δυνατών συλλαβών μιας γλώσσας είναι πολύ μικρότερος από τον αριθμό όλων των λέξεων. Έτσι, σε αντίθεση με τα συστήματα γραφής στα οποία κάθε γράμμα παριστάνει μια ολόκληρη λέξη, τα συλλαβικά συστήματα γραφής απαιτούν σημαντικά περιορισμένο σύνολο γραμμάτων. Επιπλέον αν τα γράμματα αυτά τα γνωρίζει κανείς και υπάρχουν ιδιαίτερα γράμματα για όλες τις συλλαβές, τότε το σύνολο των συλλαβικών γραμμάτων που θα χρησιμοποιούνται για τη γραφή μιας λέξης θα φέρνει αυτόματα στο νου τον ήχο της λέξης, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό.
Ωστόσο, ο αριθμός των γραμμάτων που απαιτούνται σε ένα συλλαβικό σύστημα γραφής στο οποίο κάθε δυνατή συλλαβή γράφεται με ένα ιδιαίτερο γράμμα είναι οπωσδήποτε τριψήφιος αριθμός. Για τους περισσότερους, για όλους σχεδόν τους ανθρώπους, είναι πολύ δύσκολο να θυμούνται όταν γράφουν και να θυμούνται και να ξεχωρίζουν εύκολα όταν διαβάζουν εκατό ή διακόσια ή ακόμη πολύ περισσότερα γράμματα. Είναι επίσης δύσκολο να σχεδιαστούν εκατό, διακόσια ή ακόμη περισσότερα γράμματα έτσι ώστε να είναι εύκολα στη γραφή, να αναγνωρίζονται εύκολα με μια ματιά και να μην συγχέονται.
Έτσι επιδιώχθηκε συνειδητά από την αρχή, η μείωση του αριθμού των γραμμάτων που χρησιμοποιούντο στις συλλαβικές γραφές. Η επιδίωξη αυτή εμφανίζεται σε όλα τα συλλαβικά συστήματα γραφής και καλείται από τον καθηγητή Ignace J.Gelb ως αρχή της οικονομίας (principle of economy) (Ignace J. Gelb: A study of Writing 1963, σελίδες 69, 72, 80, 251). Πλήρη συλλαβικά συστήματα δεν υπήρξαν.
Τα συλλαβάρια στις σφηνοειδείς γραφές είχαν 100-130 γράμματα, στις σημιτικές 22-30. Η γραμμική Α και γραμμική Β είχαν από 90 περίπου γράμματα, το κυπριακό συλλαβάριο 56 και το ιαπωνικό 46.
Ένας τρόπος για να μειώσουν τον αριθμό των απαιτουμένων γραμμάτων ήταν το να αφήνουν κάποιες συλλαβές χωρίς να τις παριστάνουν με κανένα γράμμα, και να τις αποδίδουν με κατάλληλη «ορθογραφία». Ένας άλλος τρόπος ήταν το να παριστάνουν με ένα γράμμα οποιαδήποτε από τις συλλαβές μιας ομάδας παρόμοιων συλλαβών. Έτσι στα σφηνοειδή συλλαβάρια της Μεσοποταμίας οι συλλαβές ig, ik, iq συμβολίζονται με ένα γράμμα, το ίδιο και για τις τρεις συλλαβές. Το ίδιο γίνεται και με συλλαβές της μορφής σύμφωνο – φωνήεν - σύμφωνο όπως οι συλλαβές tag, tak, και taq. Ακόμη σε κάποια παλαιότερα συστήματα γραφής όπως το παλαιό ακκαδικό και το παλαιό ασσυριακό οι συλλαβές ga, ka, qa παριστάνονταν με ένα γράμμα που διαβαζόταν άλλοτε [ga], άλλοτε [ka] και άλλοτε [qa].
Επίσης σε όλες τις σφηνοειδείς γραφές, οι συλλαβές li και le έχουν ένα σύμβολο όπως επίσης οι συλλαβές mi και me, οι συλλαβές ni και ne κ.ο.κ.
Ανάλογες τεχνικές χρησιμοποιούνται και στη γραμμική Β και στο κυπριακό συλλαβάριο. Στις γραφές αυτές διατηρήθηκε όχι απόλυτη αλλά ικανοποιητική ακρίβεια στην απόδοση των γλωσσικών ήχων και μειώθηκε ο αριθμός των απαιτουμένων γραμμάτων. Χρειαζόταν όμως να μειωθεί περισσότερο.
Στα συστήματα γραφής της Μεσοποταμίας η παράσταση συλλαβών της ομάδας wa, we, wi wo, wu με ένα μόνο σύμβολο που άλλοτε διαβάζεται [wa], άλλοτε [we], άλλοτε [wi], άλλοτε [wo] , άλλοτε [wu] είχε περιορισμένη χρήση. Η τεχνική αυτή δεν επεκτεινόταν σε όλες τις αντίστοιχες ομάδες συλλαβών που διέφεραν από την ομάδα συλλαβών wa, we, wi, wo, wu, ως προς το σύμφωνο της συλλαβής κατά τη σημερινή ορολογία.
Αντιθέτως στην αιγυπτιακή, στο περιορισμένο σύνολο συλλαβογραμμάτων του τύπου σύμφωνο + φωνήεν, όπως επίσης αργότερα και στις σημιτικές γραφές στις οποίες ακολουθήθηκε αυτό το αιγυπτιακό πρότυπο χωρίς να χρησιμοποιούνται πρόσθετα γράμματα για συλλαβές άλλου τύπου, η τεχνική αυτή είχε πλήρη και συστηματική χρήση και μείωσε όπως ήδη έχουμε αναφέρει, σε αρκετά μικρό αριθμό τον αριθμό των απαιτούμενων γραμμάτων (Ignace.J.Gelb: A study of Writing 1963, σελίδες 69, 72, 80). Ο αριθμός των γραμμάτων που χρησιμοποιούντο περιορίσθηκε σε 22 με 30 σύμβολα. Ικανοποιητικά μικρός αριθμός, γεγονός που διευκόλυνε τη γραφή. Όμως το διάβασμα ήταν πολύ δύσκολο.
Η γραφή δεν έδινε με πληρότητα και ακρίβεια τους συλλαβικούς ήχους.Το σύμβολο g για παράδειγμα, παρίστανε οποιαδήποτε από τις συλλαβές g, ga, ge, gi, go, gu και αυτό καθιστούσε την ανάγνωση δύσκολη. Ήταν δύσκολο για τον αναγνώστη να μαντέψει το ποια ακριβώς συλλαβή παριστάνει κάθε συγκεκριμένο γράμμα.
Η τελική λύση στο πρόβλημα ήταν το αλφάβητο, λύση επαναστατική αλλά και πλήρης.
1. Η ανακάλυψη του αλφαβήτου
2. Η δημιουργία της αλφαβητικής γραφής
3. Ποιος ανακάλυψε το αλφάβητο
4. Πού ανακαλύφθηκε το αλφάβητο
5. Πότε ανακαλύφθηκε το αλφάβητο
6. Γιατί οι Έλληνες αναζήτησαν ένα νέο σύστημα γραφής
Όμως η αναφορά αυτή δεν ανταποκρίνεται ακριβώς σε αυτό που συνέβη. Αν οι Έλληνες απλά είχαν εισαγάγει φωνήεντα σε μια σημιτική γραφή θα έγραφαν ένα γράμμα για κάθε συλλαβή, θα έγραφαν τις συλλαβές που διέφεραν μόνο κατά το φωνήεν τους με το ίδιο γράμμα και θα είχαν γράμματα και για τις φωνηεντικές συλλαβές. Θα είχαν δηλαδή ξαναδημιουργήσει γραφή παρόμοια στη λειτουργία με την ουγκαριτική γραφή. Η ελληνική γραμμική Β αν και ήταν παλαιότερη από την ουγγαριτική, επέτρεπε ακριβέστερη και ευκολότερη ανάγνωση των κειμένων. Και σε αυτούς τους τομείς η γραφή των Ελλήνων της Κύπρου πλεονεκτούσε ακόμη περισσότερο έναντι των σημιτικών γραφών. Η φοινικική γραφή υστερούσε από την ουγγαριτική στις δυνατότητες απόδοσης μιας γλώσσας αφού δεν είχε γράμματα για τις φωνηεντικές συλλαβές ενώ η ουγγαριτική είχε όπως είχαν και η παλαιότερή της γραμμική Β και το κυπριακό συλλαβάριο.
Οι Έλληνες όμως έκαναν κάτι πολύ πιο σημαντικό. Δημιούργησαν ένα νέο είδος συστημάτων γραφής. Στις σημιτικές γραφές κάθε συλλαβή γράφεται με ένα γράμμα και κάθε γράμμα αποδίδει μια συλλαβή και μάλιστα όχι πλήρως καθορισμένη. Έτσι κάθε λέξη αναλύεται σε συλλαβές ατελώς προσδιορισμένες. Στις ελληνικές προαλφαβητικές γραφές συνέβαινε κάτι παρόμοιο. Οι λέξεις αναλύονταν σε συλλαβές και κάθε γράμμα απέδιδε μια συλλαβή, μόνο που η συλλαβή που αποδιδόταν με κάθε γράμμα ήταν καλύτερα προσδιορισμένη. και σε σχέση με τις σημιτικές γραφές, Ήταν σαφέστερο ή λιγότερο ασαφές το ποια συλλαβή θα διαβάσουμε για κάθε γράμμα στις ελληνικές συλλαβικές γραφές.
Στον αλφαβητικό τρόπο γραφής που επινόησαν οι Έλληνες κάθε λέξη αναλύεται σε συλλαβές αλλά και κάθε συλλαβή αναλύεται σε ακολουθία απλών ήχων, δηλαδή ήχων μη διαιρετών περαιτέρω. Τους απλούς τους μη δαιρετούς περαιτέρω γλωσσικούς ήχους οι Έλληνες τους ονόμασαν φθόγγους. Στην αλφαβητική γραφή τα γράμματα παριστάνουν τους φθόγγους, τους απλούς ήχους από τους οποίους κάθε συλλαβή αποτελείται. Και πέτυχαν έτσι μια γραφή που επιτρέπει άμεση ή αυτόματη και απολύτως ακριβή αναγνώριση των γλωσσικών ήχων.
Το μεγάλο επίτευγμα των Ελλήνων ήταν ότι ανακάλυψαν ότι οι συλλαβικοί ήχοι είναι εν γένει σύνθετοι ήχοι και κατέγραψαν όλους τους απλούς ήχους από τους οποίους σχηματίζονται ανακαλύπτοντας έτσι το αλφάβητο των απλών γλωσσικών ήχων. Το επίτευγμά τους είναι η ανακάλυψη των απλών ήχων, των ατόμων των γλωσσικών ήχων. Η ανακάλυψη των ατόμων των γλωσσικών ήχων έδωσε στους Έλληνες την ιδέα για την ατομική δομή της ύλης έχει γράψει ο Eric A. Havelock στο βιβλίο του The literate Revolution in Greece and Its Coultural Concequances.
Οι Έλληνες χρησιμοποίησαν αμέσως γράμματα για να καταγράψουν και να παραστήσουν όλους τους απλούς ήχους που ανακάλυψαν και στη συνέχεια έγραψαν κάθε συλλαβή ως σύνθετο εν γένει ήχο χρησιμοποιώντας τα γράμματα που παριστάνουν τους ήχους από τους οποίους κάθε συλλαβή απoτελείται, και δημιούργησαν έτσι την αλφαβητική γραφή.
Οι Diringer και Olson παρατηρούν ότι το αληθινό αλφάβητο, δηλαδή το ελληνικό αλφαβητικό σύστημα, παραμένει επί σχεδόν 3000 χρόνια ένα μοναδικό, ένα εντελώς διαφορετικό από όλα τα άλλα (unparalleled), μέσο έκφρασης και επικοινωνίας και στις πιο ιδιαίτερες εθνότητες και γλώσσες. (Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, άρθρο Αλφάβητα και Εγκυκλοπαίδεια Britannica, άρθρο Alphabet. Το πρώτο άρθρο το υπογράφει ο Diringer, το δεύτερο οι Olson και Diringer ). Ας δούμε τι και πώς μπορεί να οδήγησε σε μια τέτοια ανακάλυψη.
Με το αλφάβητο γράφτηκε αρχικά η ελληνική γλώσσα, είναι επομένως εύλογο να θεωρήσουμε ότι Έλληνας το ανακάλυψε. Αυτός που το ανακάλυψε γνώριζε φυσικά καλά την ελληνική γλώσσα και πρέπει να γνώριζε και την ελληνική κυπριακή γραφή. Ο Woodard το δείχνει με πολύ πειστικό τρόπο. Κάποιοι θεωρούν ότι γνώριζε και τη φοινικική γραφή αλλά αυτό δεν πρόσθεσε κάτι σημαντικό.
Ο Γάλλος γλωσσολόγος Μεγιέ (A.Meillet) έλεγε ότι οι επινοητές των διαφόρων συστημάτων γραφής ήταν μεγάλοι γλωσσολόγοι.
Ο καθηγητής Ανδρόνικος υποστήριζε ότι αυτού του είδους πολιτιστικά αγαθά, δεν αποτελούν τυχαία δημιουργήματα κοινών ανθρώπων για την εξυπηρέτηση πρόχειρων μικροαναγκών αλλά δημιουργήματα μιας προσωπικότητας με μοναδική ιδιοφυΐα και έμπνευση.(Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, τόμος Ελλάς, άρθρο Γραφές και Αλφάβητα, Αλφαβητική Γραφή ). Ο Τόϋνμπη έχει γράψει ότι οι Έλληνες ήταν τελειομανείς1.
Μπορούμε και πρέπει να αναγνωρίσουμε στον επινοητή του αλφαβήτου ότι κατανοούσε καλά την ουσία των γλωσσικών ζητημάτων, ότι τον χαρακτήριζε εξαιρετική ευφυΐα, ότι επεδίωκε να αναλύσει όσο το δυνατόν πληρέστερα και να κατανοήσει σε βάθος ό,τι μελετούσε και την τελειότητα του αποτελέσματος σε ό,τι επιχειρούσε. Ότι ακόμη ένοιωθε ιδιαίτερα επιτακτική την ανάγκη για την πόλη του ή και για τον ίδιο, να δημιουργηθεί ένα νέο σύστημα γραφής και ότι κατά την επινόηση του αλφαβήτου είχε ιδιαίτερη έμπνευση.
Έχει ήδη αναφερθεί ότι η φοινικική γραφή υστερούσε σημαντικά έναντι του κυπριακού συλλαβαρίου στην ακρίβεια απόδοσης των γλωσσικών ήχων αλλά το κυπριακό συλλαβάριο είχε 56 γράμματα ενώ η φοινικική γραφή μόνο 22. Ο επινοητής επιθυμούσε και επεδίωξε να δημιουργήσει μια γραφή με τόσα λίγα γράμματα όσα η φοινικική που θα απέδιδε όμως τους γλωσσικούς ήχους τουλάχιστον με όση ακρίβεια τους απέδιδε το κυπριακό συλλαβάριο ή ακόμη και με απόλυτη ακρίβεια. Είχε και τις εμπειρίες που του επέτρεπαν να προχωρήσει. Συγκεκριμένα:
-H αναγνώριση στη γραμμική Β και στο κυπριακό συλλαβάριο των φωνηεντικών ήχων ως ιδιαιτέρων ήχων στην περίπτωση που σχημάτιζαν συλλαβή μόνοι τους, τον βοηθούσε να αντιληφθεί φωνηεντικούς ήχους ως μέρος του ήχου συλλαβών
- Oι τεχνικές που χρησιμοποιούντο στις ίδιες γραφές για την καταγραφή και την ανάγνωση συμπλεγμάτων συμφώνων και τελικών συμφώνων δείχνουν γνώση, ατελή έστω, συμφωνικών ήχων ως ιδιαιτέρων ήχων, γεγονός που βοηθούσε την αναγνώριση συμφωνικών ήχων ως ήχων συστατικών του ήχου των συλλαβών.
- Το ότι στις ίδιες πάντα γραφές, οι συλλαβές που διέφεραν μόνο κατά το φωνήεν τους γράφονταν με διαφορετικά γράμματα διευκόλυνε επίσης την αναγνώριση των συμφώνων και των φωνηέντων ως ιδιαιτέρων ήχων που αποτελούσαν μέρος του ήχου των συλλαβών.
Επιπροσθέτως:
-Η διερεύνηση του σε τι διαφέρουν και σε τι μοιάζουν οι συλλαβές κα, γα, χα που γράφονταν με το ίδιο γράμμα στη γραμμική Β και στο κυπριακό συλλαβάριο και με διαφορετικά γράμματα στο φοινικικό συλλαβάριο, οδηγούσε στον προσδιορισμό συμφωνικών και φωνηεντικών ήχων ως ιδιαιτέρων ήχων που αποτελούσαν μέρος των συλλαβικών ήχων. Το ίδιο ακριβώς συνέβαινε και με άλλες ομάδες συλλαβών όπως η ομάδα κο,γο, χο ή η ομάδα πε, βε φε και άλλες
Κάποια στιγμή ο επινοητής αναγνώρισε κάποιο φωνηεντικό ή συμφωνικό ήχο ως μέρος του ήχου μιας συλλαβής. Θα ήταν μάλλον μια απλή συλλαβή του τύπου σύμφωνο + φωνήεν. Ασφαλώς θα οδηγήθηκε με κάποια προσπάθεια στην ανακάλυψη και του άλλου απλού συστατικού ήχου της συλλαβής. Ανακάλυψε για παράδειγμα ότι ο ήχος [κα] αποτελείται από τους ήχους [κ] και [α]. Θα δοκίμασε με επιτυχία να κάνει το ίδιο και με κάποιες άλλες απλές συλλαβές.
Θα διαπίστωσε ότι οι ήχοι που προέκυπταν από την ανάλυση του ήχου των συλλαβών ήταν εντελώς απλοί, δεν αναλύονταν δηλαδή σε άλλους πιο απλούς ήχους. Του προξενούσε ίσως απορία ότι οι περισσότεροι από τους ήχους αυτούς δεν εκφέρονταν ποτέ αυτόνομα, δηλαδή ανεξάρτητα ο καθένας από άλλους ήχους, αλλά συνεκφέρονταν πάντοτε μαζί με άλλον ήχο για να σχηματίσουν τους γνωστούς στο αυτί του συλλαβικούς ήχους. Άλλοι πάλι απλοί ήχοι, τα φωνήεντα, του ήταν γνωστοί ως ολοκληρωμένοι συλλαβικοί ήχοι αλλά δεν τους είχε ποτέ μέχρι τότε αναγνωρίσει ως ήχους που αποτελούν μέρος μόνο του ήχου μιας συλλαβής.
Του πέρασε από το νου ότι αν όλους τους απλούς ήχους τους παρίστανε με γράμματα, θα μπορούσε με αυτά τα γράμματα να αποδώσει όλους τους συλλαβικούς ήχους. Θα αναρωτήθηκε και για το πόσοι τέτοιοι απλοί ήχοι υπήρχαν. Αυτές και άλλες σχετικές σκέψεις μπορεί να τον βασάνιζαν επί πολύ καιρό και ασφαλώς δεν θα εύρισκε άνθρωπο με τον οποίο θα μπορούσε να τις συζητήσει. Θα έπρεπε ο ίδιος να ελέγξει, ο ίδιος να δοκιμάσει. Θα έπρεπε να αναλύσει συστηματικά τους ήχους όλων των συλλαβών και να καταγράψει όλους τους ήχους που θα προέκυπταν.
Τη διαδικασία καταγραφής των απλών γλωσσικών ήχων που προέκυπταν από καταγεγραμμένους στην ελληνική κυπριακή γραφή συλλαβικούς ήχους την ολοκλήρωσε. Θα δοκίμασε να αναλύσει και πιο σύνθετες μη καταγεγραμμένες συλλαβές. Θα δοκίμασε και να συνθέσει συλλαβικούς ήχους από τους απλούς ήχους που ανακάλυπτε.
Το αποτέλεσμα ήταν η ανακάλυψη και καταγραφή όλων των απλών συμφωνικών και φωνηεντικών ήχων, δηλαδή η ανακάλυψη και καταγραφή όλων των φθόγγων της ελληνικής γλώσσας.
Αυτοί οι απλοί, οι μη διαιρετοί ήχοι ονομάζονται φθόγγοι και αποτελούν το αλφάβητο της γλώσσας μας και αντίστοιχοι φθογγικοί ήχοι αποτελούν το αλφάβητο κάθε γλώσσας. Με αυτούς μπορούμε να συνθέσουμε όλους τους συλλαβικούς ήχους και επομένως όλους τους ήχους λέξεων και φράσεων που χρησιμοποιούμε.
-Ο Ηavelock ανέφερε ότι "At a stroke", δηλαδή με μια ξαφνική γεμάτη δύναμη και καθοριστική για το μέλλον ενέργεια, "οι Έλληνες δημιούργησαν για πρώτη φορά στην ιστορία έναν πίνακα των στοιχειωδών, των ατομικών γλωσσικών ήχων, εύχρηστο αλλά και πλήρη και ακριβή."
Και περιγράφοντας στο βιβλίο του The Muse Learns to Write (σελίδα 60) τη δημιουργία του αλφαβήτου ανέφερε ότι
"Οι Έλληνες διαχώρισαν από τον φυσικά προφερόμενο ήχο της συλλαβής, στοιχειώδεις ατομικούς ήχους που δεν έχουν αυτόνομη ηχητική υπόσταση
και σε κάθε τέτοιο απλό ήχο αντιστοίχησαν ένα γράμμα,
δίνοντας έτσι σε αυτούς τους ήχους αυτόνομη οπτική υπόσταση."
- Στην εγκυκλοπαίδεια Britannica, στο άρθρο Writing (David Olson) αναφέρεται ότι:
"Το τελικό στάδιο της εξέλιξης των συστημάτων γραφής είναι η ανακάλυψη της αλφαβητικής αρχής, η ανάλυση δηλαδή του ήχου των συλλαβών στους συστατικούς τους συμφωνικούς και φωνηεντικούς απλούς ήχους". ...
"Η ανακάλυψη του αλφαβήτου αποτελεί μείζον επίτευγμα του δυτικού πολιτισμού. Είναι επίσης μοναδικό. Το αλφάβητο ανακαλύφθηκε μια φορά και στη συνέχεια υιοθετήθηκε από πολλούς λαούς με τις πιο αποκλίνουσες κουλτούρες και γλώσσες". ...
«Ιστορικές εκτιμήσεις της εξέλιξης των συστημάτων γραφής έχουν έως πρόσφατα εστιασθεί σε ένα μόνο ζήτημα, αυξανόμενη αποδοτικότητα, με την ελληνική ανακάλυψη του αλφαβήτου να εκτιμάται ως η κατάληξη μιας μακράς ιστορικής πορείας».
«Πριν 2800 χρόνια, οι κατακτήσεις του αλφαβήτου απλώθηκαν στο σύνολο του πολιτισμού, χωρίς κατά τη διάρκεια όλης αυτής της περιόδου από τότε μέχρι σήμερα να γίνει και η παραμικρή μεταβολή στις αρχές της γραφής. Εκατοντάδες αλφάβητα, σε όλο τον κόσμο, όσο και αν είναι διαφορετικά στην εξωτερική τους μορφή, χρησιμοποιούν όλα τις αρχές που πρωτοκαθιέρωσε η ελληνική γραφή.»
- Ο καθηγητής Ανδρόνικος παρατήρησε ότι πέντε ήταν τα γράμματα για τις φωνηεντικές συλλαβές στη γραμμική Β και στο κυπριακό συλλαβάριο, πέντε ήταν και τα γράμματα για τους φωνηεντικούς φθογγικούς ήχους σε όλα τα πρώτα ελληνικά αλφάβητα αν και, όπως αναφέρει, στη μεταμυκηνιακή ελληνική γλώσσα υπήρχαν επτά φωνηεντικοί φθογγικοί ήχοι
-
-Ο Barry Powell έχει γράψει ότι "από ιστορική άποψη αλφάβητο και ελληνικό αλφάβητο είναι ένα και το αυτό" και ακόμη έχει υπογραμμίσει ότι το αλφάβητο μας έκανε ότι είμαστε
"Από τα πολλά εξαίσια επιτεύγματα των αρχαίων Ελλήνων, το αλφάβητο ήταν ίσως το πιο θαυμαστό, και σίγουρα είχε τη μεγαλύτερη επιρροή στη διαμόρφωση του κόσμου"
-Ακόμη, οι τίτλοι των έργων του Havelock "Origins of Western literacy" και "The Literate Revolution in Greece and Its Cultural Consequences", αναφέρει ο ίδιος στο βιβλίο του "The Muse Learns to Write", απηχούν την επίγνωση ότι μια επινόηση που είχε αποδειχθεί καίρια, καταλυτική για την αλλαγή του χαρακτήρα της ελληνικής αντίληψης για τον άνθρωπο και τον κόσμο, ήταν προορισμένη να κάνει το ίδιο για την Ευρώπη ως σύνολο και θα μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνη για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα της σύγχρονης δυτικής αντίληψης πραγμάτων η οποία τείνει να γίνει παγκόσμια.
Σημειώσεις
1.Η κυρτή καμπύλωση του θριγκού και των περιμετρικών δαπέδων και η προς τα μέσα κλίση των κιόνων και της εξωτερικής παρειάς των τοίχων του Παρθενώνα αποτελούν απόδειξη έντονης αναζήτησης της τελειότητας του αισθητικού αποτελέσματος. Η ποιότητα του γλυπτικού διακόσμου της ζωφόρου και των αετωμάτων αντανακλά επίσης έντονη αναζήτηση της τελειότητας της μορφής. Έντονη ανάζήτηση της τελειότητας στο αποτέλεσμα από μερους των Ελλήνων δείχνει και η συνεχής μέριμνα για τη βελτίωση των συστημάτων γραφής που ανέπτυξαν.
Οι φθόγγοι είναι λίγοι. Οι φθόγγοι συνδυάζονται κατά πολυποίκιλους τρόπους και παράγουν όλους τους συλλαβικούς και επομένως όλους τους γλωσσικούς ήχους. Τα γράμματα-σύμβολα των φθόγγων επομένως συνδυαζόμενα κατά αντίστοιχο τρόπο θα παραστήσουν με απλό τρόπο με σαφήνεια και απόλυτη ακρίβεια όλους τους συλλαβικούς και επομένως όλους τους γλωσσικούς ήχους. Έτσι, με την ανακάλυψη και καταγραφή των φθόγγων γεννήθηκε και η αλφαβητική γραφή.
- Στα σημασιογραφικά (λογογραφικά)συστήματα γραφής κάθε γράμμα διαβάζεται ως μία λέξη.
- Στα συλλαβικά συστήματα γραφής κάθε γράμμα διαβάζεται ως μία συλλαβή πλήρως ή ατελώς καθορισμένη, και μία λέξη γράφεται με τα γράμματα που παριστάνουν τις συλλαβές από τις οποίες κάθε λέξη αποτελείται.
- Στην αλφαβητική γραφή τα γράμματα παριστάνουν φθόγγους. Κάθε συλλαβή γράφεται με τα γράμματα που παριστάνουν τους φθόγγους από τους οποίους η συλλαβή αποτελείται και κάθε λέξη γράφεται ως ομάδα διαδοχικών συλλαβών. Έτσι
στην αλφαβητική γραφή η λέξη αναλύεται σε συλλαβές και οι συλλαβές αναλύονται σε φθόγγους, δηλαδή σε απλούς ήχους.
- Στην αλφαβητική γραφή επειδή οι φθόγγοι δεν έχουν αυτόνομη ηχητική υπόσταση και τα γράμματα παριστάνουν φθόγγους, τα γράμματα δε διαβάζονται ένα, ένα. Διαβάζονται κατά ομάδες διαδοχικών γραμμάτων κάθε μία από τις οποίες παριστάνει έναν ακέραιο συλλαβικό ήχο.
-Οι φθόγγοι δεν αναλύονται σε απλούστερους ήχους. Αποτελούν τα άτομα των γλωσσικών ήχων. Οι συλλαβές αποτελούν τα μόρια. Στα μονοατομικά μόρια αντιστοιχούν οι συλλαβές που αποτελούνται από έναν μόνο φθόγγο (συμφωνικές συλλαβές στις σημιτικές γλώσσες, και στην αιγυπτιακή γλώσσα, φωνηεντικές συλλαβές στην ελληνική γλώσσα και στη γλώσσα των αρχαίων σουμερίων).
Η ηχοποίηση ενός κειμένου γραμμένου με αλφαβητική γραφή είναι απλή, άμεση, αναμφίβολη και ακριβής. Τα γραπτά αναπαράγουν αυτόματα στο μυαλό του αναγνώστη και με ακρίβεια τους γλωσσικούς ήχους που παριστάνουν. Αυτό συμβαίνει ακόμη και με τις άγνωστες λέξεις που μπορεί να διαβάζονται με συλλαβισμό. Από τον αναγνώστη απαιτείται μόνο μια μικρή προπαίδεια. Κανένα άλλο σύστημα γραφής δεν έχει τέτοιες ιδιότητες. Μετά την ανακάλυψη του αλφαβήτου, γραφή και ανάγνωση μπορούν πια να μάθουν και να χρησιμοποιούν όλοι οι άνθρωποι και μάλιστα από την παιδική ηλικία.
Επιπλέον η έκφραση με την αλφαβητική γραφή μπορεί να είναι λεπτομερέστερη, περισσότερο ακριβής και περισσότερο ουσιαστική από την έκφραση με τον προφορικό λόγο, και το γραπτό κείμενο έχει μεγαλύτερη βαρύτητα και σημασία και βαθύτερες και μεγαλύτερης διάρκειας επιδράσεις.
Ακόμη επειδή με την αλφαβητική γραφή τα γραπτά διαβάζονται και δημιουργούνται εύκολα και επειδή τα γραπτά μένουν και μπορεί να αναπαραχθούν σε αντίγραφα, η αλφαβητική γραφή εξασφάλισε τις προϋποθέσεις για την καταγραφή και την «αποθήκευση» για χρήση στο μέλλον πολύ μεγάλου όγκου πληροφοριών, απόψεων, ιδεών, σκέψεων και διαλογισμών αλλά και για την σε ευρεία κλίμακα και σύγχρονη με τη γραφή κοινολόγησή τους.
Έχουν περάσει σχεδόν 3000 χρόνια από την επινόηση της αλφαβητικής γραφής και κανείς δεν έχει αισθανθεί ότι χρειάζεται κάποια σημαντική αλλαγή ή βελτίωση αναφέρουν οι Diringer και Olson.
Οι Αγύπτιοι έλεγαν ότι τα φοινικικά γράμματα ήταν αιγυπτιακής αρχής.
Και δεν αναφέρει κανείς σήμερα για το πότε και πώς κάποιοι - όχι Έλληνες- ανακάλυψαν (τάχα) το αλφάβητο. Και δεν υπάρχουν ούτε μύθοι ούτε θρύλοι άλλων λαών που αναφέρονται στο θέμα του αλφαβήτου. Μόνον ελληνικοί μύθοι, μόνον ελληνικοί θρύλοι, μόνον ελληνικές αναφορές υπάρχουν. Το θέμα δεν απασχόλησε άλλους λαούς. Και η Βίβλος τίποτε σχετικό δεν αναφέρει. Και απίστευτη και αιφνίδια άνοδος του πολιτισμού μόνο στην Ελλάδα υπήρξε. Και όλα αυτά είναι σοβαρότατα και δεν μπορεί να παραμερισθούν διά της σιωπής.
Ας εξετάσουμε όμως τις αναφορές του Ηροδότου.
Το παραπάνω απόσπασμα από την ιστορία του Ηρόδοτου λέει κάτι συγκεκριμένο. Αλλά μπορεί να έγιναν τα πράγματα έτσι όπως αναφέρονται; Η διήγηση για τον Κάδμο είναι βέβαια μυθική, αλλά θεωρείται ότι οι σχετικοί μύθοι έχουν ιστορικό πυρήνα.
Ο τρόπος όμως λειτουργίας όλων των σημιτικών γραφών παρέμεινε ανεπηρέαστος αλλά δεν ήταν πρωτότυπος. Οι Σημίτες τον είχαν πάρει σχεδόν αυτούσιο, από τον αιγυπτιακό οδηγό προφοράς που χρησιμοποιείτο στην Αίγυπτο από το 2700 π.Χ..
Τα γράμματα των σημιτικών γραφών προέρχονταν τελικά από τη νεότερη γραφή της φοινικικής πόλης Βύβλος. Η παλαιότερη γραφή της Βύβλου ήταν συλλαβική του τύπου των αιγαιακών συλλαβικών γραφών και περιελάμβανε 80 με 90 γράμματα παρόμοια με αιγαιακά. Είχε δημιουργηθεί υπό την άμεση επιρροή των κυπρομινωικών γραφών.
Κάτι ανάλογο είχε συμβεί και με την Ουγγαριτική γραφή. Στην ουγγαριτική γραφή που είναι αρκετά προγενέστερη των αμέσως παραπάνω αναφερομένων σημιτικών γραφών αλλά αρκετά μεταγενέστερη της γραμμικής Β, χρησιμοποιούντο χαρακτήρες που ο κάθε ένας σχηματιζόταν από ένα σύνολο μικρών σφηνών. Η ουγγαριτική γραφή ήταν σφηνοειδής γραφή ως προς τη μορφή των γραμμάτων της αλλά κατά τη χρήση της για τη γραφή σημιτικών γλωσσών ήταν ως προς τον τρόπο λειτουργίας της, γραφή ακριβώς ίδια με τις υπόλοιπες σημιτικές γραφές και με τον αιγυπτιακό οδηγό προφοράς του 2700 π.Χ. από τον οποίο οι σημιτικές γραφές προέρχονται. Με κάθε γράμμα έγραφαν και διάβαζαν μια συλλαβή που σήμερα θα λέγαμε ότι ήταν της μορφής σύμφωνο ή σύμφωνο+φωνήεν. Τα σύμφωνα και τα φωνήεντα των συλλαβών όμως δεν τα ήξεραν. Ήξεραν μόνο ακέραιους συλλαβικούς ήχους. Εν πάσει περιπτώσει σήμερα μπορούμε να πούμε ότι συλλαβές που σήμερα ξέρουμε ότι διέφεραν μόνο κατά το φωνήεν τους τις έγραφαν με το ίδιο γράμμα. Ας σημειωθεί όμως ότι κατά τη χρήση της ουγγαριτικής γραφής για τη γραπτή απόδοση της χουριτικής γλώσσας χρησιμοποιούντο τρία επί πλέον γράμματα που παρίσταναν τρεις διαφορετικές μεταξύ τους συλλαβές που σήμερα ξέρουμε ότι ήταν φωνηεντικές συλλαβές, δηλαδή συλλαβές που σχηματίζονται με την εκφορά μόνο ενός φωνηεντικού ήχου. Για παράδειγμα, φωνηεντική είναι η τελευταία συλλαβή της λέξης ΜΑΡΙΑ. Αυτό συνέβαινε γιατί η χουριτική γλώσσα είχε φωνηεντικές συλλαβές. Αυτά τα γράμματα δεν χρησιμοποιούντο για τη γραφή των σημιτικών γλωσσών γιατί στις σημιτικές γλώσσες δεν υπάρχουν φωνηεντικές συλλαβές.
Οι σημιτικές και οι ελληνικές προαλφαβητικές γραφές αν και ήταν και οι μεν και οι δε συλλαβικές, είχαν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους ως προς τον τρόπο λειτουργίας τους.
Και αν οι σημερινοί Έλληνες έβλεπαν γραμμένη τη λέξη ΚΡΝ , τι θα διάβαζαν;
ΚΕΡΝΩ, ΚΕΡΝΑ, ΚΟΡΝΑ, ΚΡΕΝΩ, ΚΡΕΝΕΙ, ΚΡΗΝΗ, ΚΡΟΥΝΟ, ΚΡΑΝΗ, ΚΡΟΝΟ, ΚΡΙΝΟ, ΚΡΙΝΑ, (κατά) ΚΟΡΟΝ, ΚΟΡΩΝ (κόρες, κορών), ΚΑΙΡΩΝ, ΚΕΡΙΝΟ, ΚΕΡΙΝΑ, ΚΑΡΙΝΑ, ΚΟΥΡΟΥΝΑ, ΚΟΡΥΝΑ (ροπαλο), ΚΟΡΩΝΗ, ΚΟΡΩΝΑ, ΚΟΡΩΝΟ ή ΚΟΡΑΝΙ; Και πώς θα έγραφαν τις λέξεις ΚΟΡΑΝΙΟ, ΚΡΑΝΙΟ, ΚΡΑΝΙΑ, αφού δεν θα είχαν γράμματα που παριστάνουν φωνηεντικές συλλαβές; Πώς θα έγραφαν τη λέξη ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ και πώς θα την ξεχώριζαν από τη λέξη ΑΔΙΑΦΑΝΕΙΑ; Και πώς θα ξεχώριζαν αυτές τις λέξεις από τη λέξη ΔΑΦΝΗ; Και πως θα έγραφαν τη λέξη ΑΝΟΙΑ; Και πώς τις λέξεις ΕΝΝΟΩ και ΕΝΝΟΙΑ, και πώς θα τις ξεχώριζαν μεταξύ τους; Είναι δυνατόν να λέμε μια τέτοια γραφή αλφαβητική;
Με την αλφαβητική γραφή, που οι Έλληνες ανακάλυψαν, κάθε συλλαβή εμφανίζεται ως σύνθετος ήχος γιατί έχει κατανοηθεί ότι οι συλλαβές είναι εν γένει σύνθετοι ήχοι. Έτσι κάθε συλλαβή γράφεται με τα γράμματα που παριστάνουν τους απλούς ήχους, συμφωνικούς και φωνηεντικούς εν γένει, από τη συνεκφορά των οποίων η συλλαβή σχηματίζεται. Τα γράμματα γράφονται με τη σειρά που οι ήχοι που παριστάνουν τη συλλαβή εκφέρονται. Ας πάρουμε τη λέξη ΦΙΛΗ. Απότελείται από τους συλλαβικούς ήχους [ΦΙ] και [ΛΗ] ή αλλιώς από τις συλλαβές [ΦΙ] και [ΛΗ]. Η συλλαβή [ΦΙ] σχηματίζεται από τη συνεκφορά των απλών (φθογγικών) ήχων [Φ] και [Ι]. Πρώτος εκφαίρεται ο συμφωνικός απλός ήχος [Φ] και ακολουθεί χωρίς διακοπή ο φωνηεντικός απλός ήχος [Ι]. Οι ήχοι αυτοί συνεκφέρονται, δηλαδή ακολουθεί χωρίς διακοπή ο ένας τον άλλο, για να ακουστεί ο συλλαβικός ήχος [ΦΙ]). Η συλλαβή γράφεται με τα γράμματα που παριστάνουν αυτούς τους απλούς ήχους. Πρώτο το Φ και δεύτερο το Ι. Γράφεται δηλαδή ΦΙ. Με όμοια διαδικασία γράφεται και η δεύτερη συλλαβή ως ΛΗ. Και η λέξη ΦΙΛΗ γράφεται με συνεχόμενη παράθεση των δύο συλλαβών από τις οποίες αποτελείται. Και διαβάζεται αυτόματα και αναμφίβολα.
Το αλφαβητικό σύστημα ήταν και είναι εντελώς διαφορετικό από (unparalleled με) οποιοδήποτε σύστημα γραφής προϋπήρξε, όπως δηλώνει και ο Diringer, και μόνος και μαζί με τον Olson, αναφερόμενος στο ελληνικό αλφάβητο. Και όπως δέχονται σήμερα όλοι οι ειδικοί επί θεμάτων γραφών. Επιπλέον
Οι σημιτικές γραφές δεν εξελίχθηκαν καθόλου ως προς τον τρόπο λειτουργίας τους πριν την έλευση του ελληνικού αλφαβήτου. Οι Σημίτες μέχρι τότε έμεναν προσκολλημένοι σε έναν πανάρχαιο τρόπο γραφής. Παρέμειναν με τη λειτουργία του αιγυπτιακού οδηγού προφοράς του 2700 π.Χ.. Πώς οι γραφές τους θα γίνονταν αλφαβητικές; Διά μαγείας;
Οι ¨Ελληνες ονόμαζαν τους φθόγγους και στοιχεία. Η λέξη “στοιχείο” σημαίνει κάτι που δεν ανάγεται σε σύνθεση πιο απλών μερών του. Το στοιχείο είναι το θεμελιώδες. Οι φθόγγοι είναι οι απλοί ήχοι μιας γλώσσας και δεν αναλύονται δεν ανάγονται σε απλούστερους. Αποτελούν τα στοιχεία ή αλλιώς τα άτομα των γλωσσικών ήχων. Διακρίνονται σε συμφωνικούς φθόγγους ή σύμφωνα και σε φωνηεντικούς φθόγγους ή φωνήεντα. Όταν εκφέρονται τα φωνήεντα, ο αέρας εκπνέεται από το στόμα ελεύθερα, χωρίς να παρεμβάλλονται εμπόδια ή με την παρεμβολή πολύ μικρών εμποδίων που διαμορφώνουν τον ήχο. Στην ελληνική γλώσσα απολύτως ελεύθερη εκπνοή αέρα έχουμε μόνο κατά την εκφορά του ήχου [α]. Όταν εκφέρονται τα σύμφωνα η τοποθέτηση της γλώσσας, των δοντιών ή των χειλιών εμποδίζει αρκετά την εκπνοή του αέρα και αφ ενός διαμορφώνει τη διαδρομή του΄ήχου και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, αφ' ετέρου μειώνει την παροχή του εκπνεόμενου αέρα και την ένταση του ήχου. Τα σύμφωνα είχαν ονομασθεί και άφωνα.
Έχουμε πει ότι συλλαβές εν γένει δεν είναι απλοί γλωσσικοί ήχοι αλλά σχηματίζονται με τη συνεκφορά απλών γλωσσικών ήχων ή αλλιώς φθόγγων, συμφωνικών και φωνηεντικών εν γένει.
Επαναλαμβάνουμε:
Και για αυτόν τον λόγο λέξεις όπως φθόγγοι, σύμφωνα, φωνήεντα, στοιχεία, ψηφία, συλλαβές εμφανίστηκαν μόνο στη γλώσσα που γραφόταν αλφαβητικά. Στην ελληνική δηλαδή. Στις σημιτικές γλώσσες ανάλογες λέξεις δεν είχαν δημιουργηθεί.
- Οι Diringer και Olson αναφερόμενοι στο ελληνικό αλφάβητο γράφουν:
-Ο Roger Woodard συμπεραίνει ότι"η Γραμμική Β, το Κυπριακό Συλλαβάριο και το Αλφάβητο αποτελούν σημεία μιας αδιάσπαστης συνέχειας της ελληνικής γραμματείας που ξεκινά από τη μυκηναϊκή εποχή και φτάνει έως σήμερα" (Greek Writing from Knossos to Homer)
Έτσι άλλαζε βαθμιαία και ο τρόπος σχηματισμού νέων λέξεων που δημιουργούντο, είτε με προθήματα είτε με επιθήματα είτε με άλλου είδους σύνθεση, με ασύγκριτη πλέον ευκολία αλλά και η δομή και η σύνταξη του λόγου. Και σήμερα αυτό γίνεται πλέον, κατά δημιουργική μίμηση, σε όλες τις γλώσσες που γράφονται αλφαβητικά.
Έτσι έγιναν οι πρώτοι που έγραψαν ιστορία
Έτσι ξεχώρισαν τις αρχές της λογικής και επινόησαν την αποδεικτική μέθοδο της εις άτοπον απαγωγής που αποτελεί το βασικό εργαλείο για την ανάπτυξη ουσιαστικής επιχειρηματολογίας αλλά και για τη θεμελίωση και ανάπτυξη όλων των επιστημών.
Έτσι κατενόησαν με απλούς συλλογισμούς τη σωματιδιακή ή αλλιώς ατομική δομή της ύλης.
Έτσι κατάφεραν να παρουσιάσουν το σύνολο των γεωμετρικών προτάσεων ως απόροια της παραδοχής ως ορθών δηλαδή ως αληθινών, λίγων απλών γεωμετρικών προτάσεων.
Ετσι κατέστησαν τα μαθηματικά επιστήμη κατάλληλη για να μετράμε τα μεγέθη της γης και ουρανίων σωμάτων τις μεταξύ τους αποστάσεις και τις κινήσεις τους.
Έτσι ανακάλυψαν την ύπαρξη των αρρήτων αριθμών και ανέπτυξαν μεθόδους για να λογαριάζουν αθροίσματα απειροστών απείρου πλήθους.
Έδωσαν επίσης απαντήσεις σε θέματα που αφορούν τον ηθικό βίο, τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, την οργάνωση της πολιτείας που επέδρασαν στη διαμόρφωση των σύγχρονων κοινωνιών και στην πολιτειακή οργάνωση των νεωτέρων κρατών. Περίπου όλες οι υποθέσεις που δέσποσαν της νεότερης φιλοσοφίας διατυπώθηκαν για πρώτη φορά από τους Έλληνες.
“Σε ολόκληρη την ιστορία” αναφέρει ο Bernard Russell στο έργο του “Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας, “τίποτε δεν είναι τόσο εκπληκτικό και τόσο δύσκολο να εξηγηθεί όσο η ξαφνική άνοδος του πολιτισμού στην αρχαία Ελλάδα.” Νομίζω ότι έχω δείξει ότι η ανακάλυψη και χρήση από τους Έλληνες της αλφαβητικής γραφής συνέβαλε ιδιαίτερα σημαντικά σε αυτήν την εξέλιξη.
Έχουμε πει ότι την αλφαβητική γραφή την ανακάλυψαν οι Έλληνες και ότι ο Παλαμήδης την ανακάλυψε. Και ο Ευριπίδης αυτό είπε και είπε ακόμη και το τι ακριβώς είναι η αλφαβητική γραφή, πρωτοδιατυπώνοντας τη σημερινή αντίληψη για το ζήτημα αυτό.
Αλλά ποιος ήταν ο Παλαμήδης;
Δόθηκε ένα όνομα σε κάθε φθόγγο και το ίδιο όνομα στο γράμμα που τον παριστάνει. Και ο πρώτος φθόγγος του κάθε ονόματος ήταν ο φθόγγος ο ονοματιζόμενος με αυτό το όνομα. Και φυσικά το πρώτο γράμμα κάθε ονόματος ήταν το γράμμα το ονοματιζόμενο με αυτό το όνομα. Και το όνομα δεν σήμαινε τίποτε. Παρέπεμπε μόνο στον απλό ήχο που το γράμμα παρίστανε και σε μερικές περιπτώσεις και στον τρόπο εκφοράς του. Και το όνομα του φθόγγου και του γράμματος έδινε αμέσως και την ηχητική του αξία. ΄Όλα δένονταν μεταξύ τους.
Να σημειώσω εδώ ότι ονόματα όπως σπίτι, βόδι, φίδι και άλλα που υποτίθεται ότι είχαν χρησιμοποιηθεί ως ονόματα γραμμάτων στις σημιτικές γραφές, δεν έχουν χρησιμοποιηθεί σε καμμιά αλφαβητική γραφή και δείχνουν επιρροές από εικονογραφική γραφή και επομένως χαρακτηρίζουν πρώτες προσπάθειες να αναπτυχθούν άλλου είδους γραφές.
Ο μυθικός Παλαμήδης ήταν πάντοτε ο άνθρωπος - φορέας της αρχαίας σοφίας, όπως και όποτε αυτή φανερωνόταν στους ανθρώπους
Οι γερανοί κάνουν μάρτυρες τους Αχαιούς ότι αυτοί βρήκαν τα γράμματα και όχι εσύ.
Πού ανακαλύφθηκε το αλφάβητο;
Έχουμε αναφέρει ότι ο επινοητής της αλφαβητικής γραφής θα πρέπει να είχε καλή γνώση του κυπριακού συλλαβαρίου. Κάποιοι θεωρούν ότι πρέπει να είχε και γνώση της φοινικικής γραφής. Έτσι κάποιοι σκέφτηκαν ότι το αλφάβητο μπορεί να επινοήθηκε σε περιοχή που οι Έλληνες και οι Φοίνικες είχαν επαφές. Με παρόμοιο τρόπο αντιμετωπίζεται και η ανάγκη γνώσης του κυπριακού συλλαβαρίου. Με αυτές ή και με άλλες σκέψεις έχουν αναφέρει ως πιθανούς τόπους δημιουργίας του αλφαβήτου την Κρήτη, τη Ρόδο, την Αλ Μίνα και την Κύπρο.Έτσι η Τζέφρυ, (L. H. Jeffery), πρότεινε ως τόπο δημιουργίας του αλφαβήτου την Αλ Μίνα. Η Αλ Μίνα ( Ποσιδήιον ) στις ακτές της Συρίας, αναφέρεται ως το βόρειο άκρο της Φοινίκης. Έμποροι από την Εύβοια, τη Ρόδο, την Κόρινθο και την Κύπρο έφερναν σε αυτήν την πόλη ελληνικά κεραμικά, γεγονός που της προσέδιδε κοσμοπολίτικο χαρακτήρα. Χαλκιδείς εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Αλ Μίνα περί το 800 π.Χ., χρονολογία οριακά αποδεκτή ως χρονολογία επινόησης του αλφαβήτου.
Η υπόθεση όμως να έγινε η επινόηση του αλφαβήτου από Έλληνα σε πόλη όχι ελληνική φυσικά δεν είναι πειστική. Ακόμη παραβλέπει ότι είναι άλλο το πού ο επινοητής γνώρισε τις γραφές που ήξερε και άλλο το πού έμεινε και στοχάστηκε πάνω στο πρόβλημα. Μπορεί αν ήταν ναυτικός να στοχάστηκε πάνω στο πλοίο του ταξιδεύοντας, πιθανότερο όμως είναι να στοχάστηκε κυρίως στην πόλη του κατά τους χειμωνιάτικους μήνες που δεν ταξίδευε ή ακόμη σαν απόμαχος ναυτικός.Και πέρα από αυτό. Η ανακάλυψη του αλφαβήτου και της αλφαβητικής γραφής δεν μπορεί να αναχθεί στη γνώση και τροποποίηση άλλων συστημάτων γραφής. Η αλφαβητική γραφή είναι σύστημα γραφής εντελώς διαφορετικό από (unparalleled προς), οποιοδήποτε προγενέστερο είδος γραφής. Όμως η προσπάθεια τελειοποίησης των ελληνικών και μόνο συστημάτων γραφής, οδήγησε αρχικά σε μεθόδους που βοηθούσαν την κατανόηση συμφωνικών και φωνηεντικών ήχων ως ξεχωριστών ήχων και οδήγησε στην αναγνώριση των συλλαβικών ήχων ως σύνθετων εν γένει γλωσσικών ήχων και αυτό αποτελεί το πρώτο βήμα για την ανακάλυψη του αλφαβήτου.
Ο Adrados στο βιβλίο του «Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας» θεωρεί ως πιθανότερο τόπο επινόησης του αλφαβήτου την Κρήτη της οποίας το αλφάβητο θεωρείται αρχαιότερο. Αναφέρει ότι ο επινοητής του αλφαβήτου πρέπει να μιλούσε διάλεκτο που διατηρούσε το δασύ Η και το δίγαμμα F. Η Θήρα καθώς και όλα τα γειτονικά της Κρήτης νησιά επίσης έχουν αναφερθεί ως πιθανός τόπος γένεσης ή πρώτης υιοθέτησης του αλφαβήτου. Υπάρχουν όμως και άλλες εκδοχές.
Ο Powell υποθέτει ως επινοητή του αλφαβήτου κάποιον από την την Ερέτρια , την Κύμη , ή τη Χαλκίδα. Η παλαιότερη γνωστή ελληνική αλφαβητική επιγραφή βρέθηκε στο Λάτιο, στη γειτονιά της Ρώμης, λίγο βόρεια από τις Πιθηκούσες αρκετά κοντα στις αποικίες της Κύμης . Χρονολογείται μεταξύ του 800 και του 775 π.Χ.. Η ανασκαφή έγινε στρωματογραφικά, γεγονός που δημιουργεί βεβαιότητα για τη χρονολόγησή της (Barry Powell: "Who Invented the Alphabet: The Semites or the Greeks?", 1998 και Jonathan Hall: "A history of the Archaic Greek World" 2001). Είναι σκαλισμένη σε χειροποίητο φιαλίδιο θραύσμα του οποίου σώζεται και περιλαμβάνει πέντε γράμματα που αποτελούν τμήμα μιας λέξης. Το αλφάβητο έφτασε στο Λάτιο από αποίκους στην αποικία των Χαλκιδέων και των Ερετριέων στις Πιθηκούσες. Οι αμέσως νεώτερες επιγραφές προέρχονται από τις Πιθηκούσες και την Αθήνα. Μια λίγο νεότερη επιγραφή προέρχεται από τη Νάξο με την οποία οι Ευβοείς είχαν στενές σχέσεις. Πολλές από τις παλαιότερες ελληνικές αλφαβητικές επιγραφές φαίνεται να έχουν ή να μπορεί να έχουν σχέση με τους Ευβοείς.
Οι ευβοϊκές πόλεις Χαλκίδα Κύμη και Ερέτρια ήταν ιδιαίτερα αναπτυγμένες κατά τον 9ο π.Χ. αιώνα, είχαν πυκνές επαφές με τους λαούς της Μέσης Ανατολής και την Κύπρο και πρωτοστάτησαν από τα τέλη του 9ου π.Χ. αιώνα στον ελληνικό αποικισμό της Δύσης. Η πρώτη μεταμυκηναϊκή ελληνική αποικία στη δύση ήταν ευβοϊκή, ήταν το εμπορείο των Πιθηκουσών που αναφέραμε παραπάνω. Εξ άλλου, σε αρχαιολογικό χώρο στο Λευκαντί στη θέση Παλιά Περιβόλια, βρέθηκαν πλούσιοι τάφοι και υπολείμματα κτισμάτων που δείχνουν φιλόδοξη αρχιτεκτονική, καθώς και άλλα δείγματα ευμάρειας και σπουδαιότητας σε μια εποχή που η Ελλάδα ήταν φτωχή. Βρέθηκε και κυπριακό βάζο που χρονολογείται από το 900 π.Χ.
Επαναλαμβάνουμε ότι πολλές από τις παλαιότερες ελληνικές αλφαβητικές επιγραφές φαίνεται να έχουν ή να μπορεί να έχουν σχέση με τους Ευβοείς. Φαίνεται πιθανό να είναι οι Ευβοείς οι πρώτοι που υιοθέτησαν το αλφάβητο. Φαίνεται πιθανό και το να επινοήθηκε το αλφάβητο στην Εύβοια. Ανασκαφές στην περιοχή που βρισκόταν η αρχαία Χαλκίδα δεν έχουν γίνει. Ο Powell υποθέτει ως επινοητή του αλφαβήτου κάποιον Ευβοέα. Τίποτε όμως δεν μπορεί να υποστηριχθεί με βεβαιότητα.
Ο Woodard πρότεινε την Κύπρο. Στην Κύπρο εγκαταστάθηκαν και Έλληνες από πολύ παλιά.
Η υπόθεση ότι το αλφάβητο ανακαλύφθηκε στην Κύπρο από Έλληνα της Κύπρου που φυσικά γνώριζε καλά το κυπριακό συλλαβάριο, φαίνεται να εξηγεί περισσότερα από τις άλλες υποθέσεις.
-Εξηγεί αμέσως τη γνώση του κυπριακού συλλαβαρίου. Η γνώση της ελληνικής κυπριακής γραφής εξασφάλιζε τη γνώση φωνηεντικών και συμφωνικών ήχων ως ιδιαιτέρων ήχων και έτσι βοηθούσε στην ανάλυση του ήχου των συλλαβών σε απλούς ήχους.
-Εξηγεί επίσης απλά τη γρήγορη και ταυτόχρονη σχεδόν διάδοση του αλφαβήτου σε όλες τις ελληνικές κοινότητες. Ο επινοητής δεν κατάφερε να κάνει δεκτό το σύστημά του στην Κύπρο όπου ήδη ήταν αρκετά ικανοποιημένοι από την ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή και επιδίωξε να το προωθήσει στις υπόλοιπες ελληνικές κοινότητες.
-Ακόμη αυτή η υπόθεση καθιστά περισσότερο πιθανό το να ήταν οι Ευβοείς οι πρώτοι που υιοθέτησαν το αλφάβητο αφού οι Ευβοείς είχαν ιδιαίτερα στενές σχέσεις με την Κύπρο.
- H υπόθεση αυτή εξηγεί ακόμη ακόμη γιατί υπάρχει ιδιαίτερο γράμμα σε όλα τα αλφάβητα για τον ήχο [Ξ] αν και ο ήχος [Ξ] δεν είναι φθόγγος αλλά διπλός ήχος ( [Ξ] = [Κ] + [Σ] ) και επομένως θα μπορούσε να γραφεί ως ΚΣ. Ωστόσο χρησιμοποίησαν ιδιαίτερο γράμμα. Στα ευβοϊκά αλφάβητα χρησιμοποίησαν το γράμμα Χ ενώ σε άλλα αλφάβητα το γράμμα Ξ. Στο κυπριακό συλλαβάριο εξ αιτίας του τρόπου που χρησιμοποιούσαν για την καταγραφή συμπλεγμάτων συμφώνων, ήταν αναγκαίο να καταγράφονται οι ήχοι [ΚΣ + Φωνήεν] σαν να ήταν ο ήχος [ΚΣ] απλός. Έτσι είχαν επιλέξει να παριστάνει ένα γράμμα παρόμοιο με το γράμμα Χ, τη συλλαβή [ΞΑ] = [ΚΣΑ]1.
Περισσότερα για τη σχέση της κυπριακής γραφής με το αλφάβητο παρατίθενται στην ανάρτηση για τις γραφές τις πρόδρομες της αλφαβητικής στην παράγραφο "Η ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή (κυπριακό συλλαβάριο)".
Σημειώσεις
1. Μέχρι σήμερα και στο ελληνικό αλφάβητο και σε όλα τα δυτικά αλφάβητα ένα γράμμα χρησιμοποιείται για τον ήχο [ ΚΣ ]. Στο ελληνικό αλφάβητο το γράμμα Ξ (από τα ιωνικά αλφάβητα), και στα δυτικά το γράμμα Χ (από τα ευβοϊκά αλφάβητα). Εδώ ας σημειωθεί ότι στα ανοικτά γαλάζια και στα σκούρα γαλάζια αλφάβητα (Αττικής και Ιωνίας), το Χ παρίστανε τον ήχο [ΚΗ]. Το γράμμα Η έχει εδώ την ηχητική αξία του δασέος συμφώνου ( του λατινικού h). Στα πράσινα αλφάβητα (Κρήτης) το γράμμα Χ δεν το χρησιμοποιούσαν. Στη φοινικική γραφή
γράμμα παρόμοιο με το Χ είχε χρησιμοποιηθεί κάποια περίοδο παράλληλα με άλλο γράμμα για τη γραφή των συλλαβικών ήχων [Τ], [ΤΑ], [ΤΕ], [ΤΙ], [ΤΟ], [ΤΟΥ].
Ως προς το χρόνο ανακάλυψης του αλφαβήτου υιοθετείται περισσότερο η άποψη ότι δεν θα πρέπει να απέχει παραπολύ από τη χρονολογία της παλαιότερης γνωστής αλφαβητικής επιγραφής. Η παλαιότερη γνωστή ελληνική αλφαβητική επιγραφή βρέθηκε στο Λάτιο και χρονολογείται μεταξύ του 800 και του 775 π.Χ. και βρέθηκε μακριά από τις περιοχές στις οποίες μπορεί να επινοήθηκε ή να πρωτουιοθετήθηκε το αλφάβητο. Προφανώς η αλφαβητική γραφή είχε φθάσει στο Λάτιο από Ευβοείς αποίκους στις Πιθηκούσες και επομένως είχε ανακαλυφθεί αρκετά πριν. Αλφαβητικές επιγραφές λίγα χρόνια μεταγενέστερες από αυτήν βρέθηκαν στην Αθήνα, στις Πιθηκούσες,στη Νάξο, στη Θήρα, στην Κρήτη, στην Κάλυμνο, στην Εύβοια στην Αίγινα, στη Βοιωτία, στην Αργολίδα, στην Κόρινθο και στην Κέρκυρα.
"σύμφωνα με τη σημερινή άποψη, στο τέλος του 9ου π.Χ. αιώνα το ελληνικό αλφάβητο ήταν διαδεδομένο σε όλο τον ελλαδικό χώρο και είχε αρχίσει να εισχωρεί σε γειτονικές περιοχές"
και προσθέτει ότι
"Με την εξάπλωση της χρήσης του αλφαβήτου σε όλο τον ελλαδικό χώρο, στη Μικρά Ασία, στη Σικελία την Ιταλία ξεκίνησε η μεγάλη διάδοση της ελληνικής γλώσσας".
Ωστόσο η πιθανότητα να είχε ανακαλυφθεί το αλφάβητο σε ακόμη πιο πρώιμη εποχή μπορεί να είναι βάσιμη.. Στη Britannica αναφέρεται ότι είναι πιθανότερο να ανακαλύφθηκε το αλφάβητο κατά τον 10ο αιώνα π.Χ., ενώ ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης θεωρεί πλέον ότι το αλφάβητο μπορεί να ανακαλύφθηκε και κατά τον 11ο ή και τον 12ο αιώνα π.Χ.. Παλαιότερα θεωρούσε ότι το αλφάβητο ανακαλύφθηκε τον 9ο ή τον 10ο π.Χ. αιώνα.
από το Καστελόριζο). Το φορτίο του περιελάμβανε μεταξύ πολλών άλλων χαλκό
και κασσίτερο, προφανώς από την Κύπρο, στην αναλογία του ορείχαλκου. Τα σκεύη
καθημερινής χρήσης (στο πλοίο), ήταν κυρίως μυκηναϊκά. Η ομηρική φράση
"γράψας εν πίνακι πτυκτώ ... σήματα λυγρά" (λυγρά = άθλια, ολέθρια),
δεν ήταν αναχρονισμός.
Εχουν βρεθεί κείμενα του 12ου π.Χ. αιώνα γραμμένα με γραμμική Β. Η παλαιότερη αλφαβητική γραφή που έχει βρεθεί είναι των αρχών του 8ου π.Χ αιώνα και βρέθηκε στην Ιταλία μακριά από τα κέντρα δημιουργίας της και χρήσης της. Άρα είχε ανακαλυφθεί πριν τον 8ο αιώνα, δηλαδή κατά τον 9ο ή το 10o π.Χ αιώνα ή και νωρίτερα. Υπάρχει έτσι ένα χρονικό διάστημα τριών περίπου αιώνων χωρίς δείγματα ελληνικής γραφής. Είπαν λοιπόν ότι οι Έλληνες είχαν ξεχάσει να γράφουν. Αλλά ένας λαός που δημιουργεί σύστημα γραφής δεν μπορεί να ξεχάσει να γράφει. Και το ίδιο φαινόμενο της μη εύρεσης γραπτών κειμένων κάποιων περιόδων έχει εμφανισθεί περισσότερες από μία φορές χωρίς να σταματήσει η χρήση της γραφής. Το παλαιότερο δείγμα γραμμικής Β χρονολογείται ως του 1650π.Χ. Το επόμενο δείγμα είναι οι πινακίδες της Κνωσσού από το 1500 π.Χ, της Πύλου του 1400 π.Χ περίπου και ακολουθούν οι πινακίδες της Μυκηνών του 1200 π.Χ περίπου. Έπονται πινακίδες από διάφορες περιοχές που χρονολογούνται μέχρι το 1100 π.Χ.. Και στη συνέχεια βρίσκουμε την γραφή των Ελλήνων της Κύπρου με το παλαιότερο δείγμα τους να είναι του 1050 π.Χ. Το αλφάβητο χρησιμοποιείται από πριν το 800 π.Χ.. Και το επόμενο δείγμα γραφής των Ελλήνων της Κύπρου είναι του 750 π.Χ. Από το 1100 μέχρι το 850 είχαν λοιπόν οι Έλληνες ξεχάσει να γράφουν; Και στην Κύπρο οι Έλληνες της Κύπρου είχαν ξεχάσει να γράφουν από το 1050 μέχρι το 750 προ Χριστού; Πρόκειται ασφαλώς για εξαιρετικά παράλογη άποψη.
Οι Έλληνες όχι μόνο δεν είχαν ξεχάσει να γράφουν αλλά βελτίωναν συνεχώς τα συστήματα γραφής τους. Η γραμμική Β αν και αρκετά παλαιότερη, δίνει ακριβέστερη απόδοση των γλωσσικών ήχων από τη φοινικική. Και η ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή είναι απλούστερη και ακριβέστερη από τη γραμμική Β. Και η αλφαβητική γραφή που οι Έλληνες την ανακάλυψαν είναι κατά γενική ομολογία ένα σύστημα γραφής εντελώς διαφορετικό από κάθε προηγούμενο. και μη συγκρίνόμενο, μη παραλληλήσιμο με τις προγενέστερες του γραφές. Μια επανάσταση στην εξέλιξη της γραφής. Η τελειότητα της αλφαβητικής γραφής τερμάτισε ουσιαστικά την εξέλιξή των συστημάτων γραφής. Επί 3000 χρόνια από την εμφάνισή της τίποτε το σημαντικό δεν έχει προστεθεί αν και η ίδια η αλφαβητική γραφή με την πάροδο του χρόνου βελτιώθηκε. Σε όλες τις αλφαβητικές γραφές σήμερα χρησιμοποιούνται οι αρχές που η ελληνική αλφαβητική γραφή έφερε και καθιέρωσε. Η γραφή που οι "αγράμματοι" τάχα Έλληνες ανακάλυψαν και διέδωσαν
Πήραν λοιπόν οι Έλληνες τη γραφή τους από τους Φοίνικες; Όχι. Κατηγορηματικά Όχι. Η αλφαβητική γραφή προέκυψε ως αποτέλεσμα της συνεχούς προσπάθειας βελτίωσης των ελληνικών γραφών. Άλλωστε η φοινικική γραφή πολύ δύσκολα διαβάζεται και τα παραδείγματα που έχω δώσει βεβαιώνουν για αυτό. Και η φοινικική γραφή δεν ήταν όταν εμφανίστηκε κάτι το καινούργιο. Η φοινικική γραφή, όπως όλες οι σημιτικές προαλφαβητικές γραφές, ήταν απολύτως ίδια ως προς τη λειτουργία της με τον οδηγό προφοράς της αιγυπτιακής γραφής που είχε χρησιμοποιηθεί από το 2700 π.Χ.
Αρκετοί όμως λένε ότι οι Έλληνες πήραν τά γράμματά τους ως σχήματα από τους Φοίνικες. Όμως αυτό καμμιά σημασία δεν έχει. Τα ίδια γράμματα μπορεί να χρησιμοποιηθούν για εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους συστήματα γραφής. Και τα γράμματα μπορεί να αλλάξουν χωρίς να τροποποιηθεί το σύστημα γραφής.
Σκεφθείτε για παράδειγμα τα γράμματα των βαλκανικών ή παλαιοευρωπαϊκών προβαθμίδων γραφής. Αρκετά έχουν χρησιμοποιηθεί και σε συλλαβικά συστήματα γραφής και στο αλφάβητο ή και στα δύο. Ή σκεφθείτε ότι τα γράμματα των συλλαβικών σφηνοειδών γραφών, των σημιτικών συλλαβικών γραφών, των ελλαδικών συλλαβικών γραφών και της ιαπωνικής συλλαβικής γραφής είναι διαφορετικά ή εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους αν και σε όλες τις περιπτώσεις έχουμε συλλαβικά συστήματα γραφής.
Αλλά ούτε ότι οι Έλληνες πήραν τά γράμματά τους ως σχήματα από τους Φοίνικες είναι αλήθεια. Δείτε το σχετικό θέμα σε αυτήν εδώ την ανάρτηση σε όσα ήδη έχουμε πει.
Ας διεκρινίσουμε τώρα το ερωτηματικό "γιατί" του τίτλου αυτής εδώ της ενότητας. Ας απαντήσουμε πρώτα το γιατί οι ελληνικές κοινότητες δεν είχαν δεχθεί να χρησιμοποιήσουν ένα από τα υπάρχοντα συστήματα γραφής. Επίσης να απαντήσουμε στο ερώτημα "γιατί ο επινοητής της αλφαβητικής γραφής ωθήθηκε στην αναζήτηση και δημιουργία ενός νέου συστήματος γραφής;" Το τρίτο γιατί αναφέρεται στο ερώτημα "γιατί όλες οι ελληνικές κοινότητες υιοθέτησαν όλες και πρόθυμα το αλφάβητο;"
Οι Έλληνες είχαν γνωρίσει τη φοινικική γραφή αλλά δε δοκίμασαν ποτέ να τη χρησιμοποιήσουν. Γιατί; Γιατί οι ελληνικές κοινότητες δεν ήθελαν με τίποτα ένα σύστημα γραφής εξαιρετικά δύσχρηστο στην ανάγνωση που άλλοι το είχαν δημιουργήσει για άλλες γλώσσες, το οποίο επιπλέον οι ελληνικές κοινότητες το εύρισκαν ακατάλληλο εν γένει και εντελώς ακατάλληλο για τη γλώσσα τους.
Άλλωστε είχαν ήδη στη διάθεσή τους και την ελληνική κυπριακή συλλαβική γραφή (κυπριακό συλλαβάριο), γραφή πολύ πλεονεκτική σε σχέση με τις σημιτικές γραφές, που ούτε όμως αυτή τους ικανοποιούσε πλήρως. Ο Έλληνας επινοητής του αλφαβήτου άτομο που κατανοούσε σε βάθος τα γλωσσικά ζητήματα, άτομο με ιδιαίτερη ευφυΐα, άνθρωπος τελειομανής, αισθάνθηκε μια πρόκληση. Να δημιουργήσει ένα σύστημα απόλυτα ακριβές στην απόδοση των γλωσσικών ήχων και εξαιρετικά απλό τόσο στη γραφή όσο και στην ανάγνωση, ένα σύστημα που θα υπερτερούσε σε κάθε τι έναντι των γνωστών του συστημάτων γραφής. Όπως είδαμε στο πρώτο μέρος αυτής εδώ της ανάρτησης το πέτυχε. Οι εμπειρίες του από τη γνώση της γραμμικής Β και κυρίως από τη γνώση του κυπριακού συλλαβαρίου, η τελειομανία του και η ιδιοφυΐα του, του το επέτρεψαν. Είχε και εξαιρετική έμπνευση.
Για το τρίτο ερώτημα μπορεί να ειπωθεί ότι ελληνικές κοινότητας εκτίμησαν γρήγορα τη χρησιμότητα της νέας γραφής (της αλφαβητικής), και επιπλέον χαίρονταν που η γραφή αυτή είχε δημιουργηθεί από Έλληνες για τη γλώσσα τους και κατέγραφε με πληρότητα και ακρίβεια όλους τους γλωσσικούς ήχους και ήταν εξαιρετικά απλή και στη γραφή και την ανάγνωση. Ακόμη χαίρονταν που ήταν οι πρώτοι που τη χρησιμοποιούσαν.
Για το γιατί ο επινοητής της αλφαβητικής γραφής αναζήτησε ένα νέο σύστημα γραφής έχουν δοθεί και άλλες απαντήσεις.
Το δεύτερο σε αρχαιότητα γνωστό δείγμα αλφαβητικής γραφής προέρχεται από το Δίπυλο των Αθηνών, χρονολογείται μεταξύ του 740 και 730 π.Χ. ήταν γραμμένο επί οινοχόης- έπαθλο από δεξιά προς τα αριστερά. Αποκατεστημένο με τα γράμματα που λείπουν δίνει στίχο
ΗΟΣ ΝΥΝ ΟΡΧΕΣΤΟΝ ΠΑΝΤΟΝ ΑΤΑΛΟΤΑΤΑ ΠΑΙΖΕΙ ΤΟΤΟ ΔΕΚΑΝ ΜΙΝ.
Το κείμενο της επιγραφής αντιστοιχεί στο κλασσικό
"ος νυν ορχηστών πάντων αταλώτατα παίξει, τούτο (δηλαδή την οινοχόη) δεκάν μιν"(Gelb),
που σημαίνει
όποιος από τους χορευτές χορέψει πιο ανάλαφρα (πιο ζωηρά; πιο νεανικά; πιο τρυφερά; με περισσότερη χάρη;), αυτός ας πάρει τούτο (την οινοχόη ως βραβείο).
Φαίνεται ότι αναμενόταν ότι οι συμμετέχοντες στη γιορτή θα μπορούσαν να διαβάσουν την επιγραφή.
Το τρίτο σε αρχαιότητα δείγμα αλφαβητικής γραφής προέρχεται από τις Πιθηκούσες και είναι γραμμένο επίσης σε στίχους. Χρονολογείται μεταξύ του 735 και 720 π.Χ.. Το περιεχόμενο των στίχων είναι σκωπτικό και παραπέμπει σε ομηρικούς στίχους με τους οποίους φαίνεται ότι οι Έλληνες ήταν εξοικειωμένοι.
Η επιγραφή είναι γραμμένη από δεξιά προς τα αριστερά πάνω σε ποτήρι, σε τρεις σειρές. Η πρώτη σειρά δεν είναι έμμετρη. Οι άλλες δύο σειρές είναι τέλειοι εξάμετροι στίχοι.
Στην πρώτη σειρά αναγράφεται
ΝΕΣΤΟΡΟΣ : Ε[ΙΜ]Ι : ΕΥΠΟΤ[ΟΝ] : ΠΟΤΕΡΙ[ΟΝ ] που σημαίνει
"Του Νέστορα το εύποτο ποτήριον είμαι" (εύποτο δηλαδη που είναι ευχάριστο να πίνεις με αυτό, ή αλλιώς που ομορφαίνει το ποτό που θα πιεις με αυτό).
Η αναφορά στον Νέστορα παραπέμπει με σκωπτική διάθεση στο ποτήρι του Νέστορα του βασιλιά της Πύλου που περιγράφει ο Όμηρος στην Ιλιάδα, το οποίο κανείς άνδρας της εποχής που γράφτηκε η επιγραφή δεν θα μπορούσε να μετακινήσει ενώ ο Νέστορας το σήκωνε και το μετακινούσε για να πιει, εύκολα και σταθερά.
Στις άλλες δύο σειρές αναγράφεται έμμετρα:
ΗΟΣ ΔΑ[Ν] ΤΟΔΕΠΙΕCI : ΠΟΤΕΡΙ[Ο] : ΑΥΤΙΚΑ ΚΕΝΟΝ ΝΕΙ
ΗΙΜΕΡΟC HAIΡΕSEI : ΚΑLLΙSΤΕ[ΦΑ]ΝΟ : ΑΦΡΟΔΙΤΕS
Δηλαδή
"Εκείνον που πιει αυτό το ποτήρι, αμέσως μόλις το πιει
θα τον κυριέψει ο πόθος, η λαχτάρα ( ίμερος ) της ομορφοστεφανωμένης Αφροδίτης".
Πολλές ακόμη από τις πρώτες αλφαβητικές επιγραφές είναι γραμμένες σε στίχους. Το γιατί είναι ευεξήγητο.
Πριν το αλφάβητο οι σκέψεις, οι πληροφορίες, οι κρατούσες αντιλήψεις, οι απαραίτητες γνώσεις, μεταβιβάζονταν από τον ένα στον άλλο και από τη μια γενιά στην άλλη προφορικά. Για να διατηρούνται στη μνήμη διατυπώνονταν με αφορισμούς ή έμμετρα με στίχους. Την εποχή της ανακάλυψης του αλφαβήτου και για πολλά χρόνια ακόμη οι Ελληνες χρησιμοποιούσαν τους στίχους πολύ περισσότερο από όσο μπορούμε σήμερα να φανταστούμε. Και φυσικά με τη γραφή που θα υιοθετούσαν θα έγραφαν όσα θα έπρεπε ή θα ήθελαν να θυμούνται με ακρίβεια αλλά και αυτά που έλεγαν, και κατά βάση μιλούσαν με στίχους. Έτσι ανάμεσα σε αυτά που θα ήθελαν να γράψουν συμπεριλαμβάνονταν εμπορικοί κατάλογοι, συμφωνίες, νόμοι, άλλοι κατάλογοι, προγράμματα τελετών αλλά και πολλά άλλα μεταξύ των οποίων μπορεί να περιλάβει κανείς αποφθέγματα, έμμετρες συνομιλίες, έμμετρες οδηγίες συμπεριφοράς, έμμετρες λεπτομερείς περιγραφές του τρόπου που γίνονταν κάποιες εργασίες, και φυσικά τα ομηρικά έπη, αποσπάσματα από τα οποία οι ΄Ελληνες συνήθιζαν να απαγγέλουν.
Ο H. T. Wade-Gery έγραψε το 1949 ότι οι Έλληνες πρέπει να είχαν να εξυπηρετήσουν ειδικές ανάγκες με τη γραφή, ανάγκες που δεν μπορούσαν να εξυπηρετηθούν με τις γραφές τις προγενέστερες του αλφαβήτου. Παρατήρησε ακόμη ότι σε πολλές από τις παλαιότερες αλφαβητικές επιγραφές είναι γραμμένοι στίχοι και διατύπωσε κατηγορηματικά την άποψη ότι η αλφαβητική γραφή δημιουργήθηκε για να δοθεί η δυνατότητα καταγραφής εξάμετρων στίχων.
Ο Powell υιοθετεί και εξειδικεύει αυτή την άποψη. Το αλφάβητο δημιουργήθηκε από ένα άτομο που επιθυμούσε μεταξύ άλλων να καταγράψει την Ιλιάδα και την Οδύσσεια είναι η άποψή του. Για να καταγραφούν οι στίχοι έτσι ώστε να καταγραφεί το μέτρο και να αποδοθούν οι στίχοι έμμετρα κατά την ανάγνωση, είναι απαραίτητο να καταγραφούν με ακρίβεια οι συλλαβές και αυτό μόνο με την αλφαβητική γραφή μπορεί να επιτευχθεί.
Η υπόθεση των Wade-Gery και Powell συνεπάγεται ότι ο επινοητής του αλφαβήτου επεδίωκε εξ αρχής απόλυτη ακρίβεια στη γραπτή παράσταση των γλωσσικών ήχων. Πρόκειται για μια γοητευτική υπόθεση που στη μορφή που τη θέτει ο Powell προϋποθέτει ακόμη χρόνο δημιουργίας του αλφαβήτου μετά τη σύνθεση των ομηρικών επών. Με τις σημερινές απόψεις για τον πιθανό χρόνο δημιουργίας των ομηρικών επών, αυτή η υπόθεση μπορεί να είναι οριακά συμβατή με την υπόθεση επινόησης του αλφαβήτου κατά το τέλος του 9ου π.Χ. αιώνα.
Σημειώσεις
1. Η περιγραφή της πρώτης από τις δύο πιο πάνω επιγραφές βασίστηκε στο βιβλίο του Ignace Gelb "A Study of Writing". Η περιγραφή της δεύτερης βασίστηκε στα κείμενα και τις εικόνες του βιβλίου του Barry Powell, "Homer and the origin of the greek alphabet".
Όπως έχει αναφερθεί και οι δύο είναι γραμμένες από δεξιά προς τα αριστερά. Αντιθέτως οι ιωνικές επιγραφές και οι επιγραφές της Νάξου και της Θήρας είναι γραμμένες από τα αριστερά προς τα δεξιά.
Ιωάννης Κουμερτάς Περιηγητής
24.Lucio Russo: Η Λησμονημένη Επανάσταση, Αθήνα 2006 ΔΙΑΥΛΟΣ
25.Κωνσταντίνου Γεωργακόπουλου: Αρχαίοι Έλληνες Ιατροί, Αθήνα 1998 ΙΑΣΩ
Eric A. Havelock, Βρεταννός κλασσικιστής. Υπήρξε καθηγητής του Πανεπιστημίου του Τορόντο, υπεύθυνος κλασσικών σπουδών στα πανεπιστήμια του Harvard και του Yale, συγγραφέας των έργων «The Greek Concept of Justice», «The Literate Revolution in Greece and its Cultural Consequences», «The Mouses Learn to Write», «The Origins of the Western Literacy». Πέθανε το 1988.
Marshall McLuhan, (1911 –1980) Καναδός επιμορφωτής, φιλόσοφος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, και θεωρητικός - βασικός δημιουργός της θεωρίας των επικοινωνιών. Μεταξύ των έργων του το «The Gutenberg Galaxy: The Making of Typographic Man» και το «The Medium is the Massage»
Bertrand Russell. Ιδρυτής και ψυχή του πολιτικού κινήματος "Φίλοι του Αφοπλισμού από Πυρηνικά Όπλα", φιλόσοφος και εκ των κορυφαίων μαθηματικών του εικοστού αιώνα. Μεταξύ των έργων του το «The History of Western Philosophy».
Ignace J. Gelb, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, Ινστιτούτο Μελετών Ανατολής, Τμήματα Γλωσσολογίας και Γλωσσών Εγγύς Ανατολής και συγγραφέας του έργου «A Study of Writing».
Ήταν ο συντάκτης του άρθρου Writing στην εγκυκλοπαίδεια Britannica. Μετά το θάνατό του (1985) η σύνταξη του άρθρου ανατέθηκε αρχικά στον David Diringer και στη συνέχεια στον David R. Olson. Το άρθρο Γραφή στην εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα αποτελεί μετάφραση του δικού του άρθρου Writing στην Britannica.
David Diringer, Αναγνώστης σημιτικών επιγραφών στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ 1966–68, θεμελιωτής και διευθυντής του Μουσείου Αλφαβήτου του Τελ-Αβίβ στο Ισραήλ, συγγραφέας του έργου «The alphabet: A Key to the History of Mankind » και εκ των συντακτών του άρθρου Alphabet της Britannica.
David R. Olson, Καθηγητής στο Ontario Institute for Studies in Education, Toronto. Συγγραφέας του «The World on Paper: The Conceptual and Cognitive Implications of Writing and Reading».
Εκ των συντακτών του άρθρου Alphabet και συντάκτης τoy άρθρου Chinese Writing και του σημερινού άρθρου Writing της Britannica. (2019)
Barry B. Powell, επίτιμος καθηγητής κλασσικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Wisconsin-Madison, και συγγραφέας των έργων «Homer and the Origin of the Greek Alphabet», «Writing: Theory and History of the Technology of Civilization», «Classical Myth».
Roger Woodard, Καθηγητής Κλασσικής Φιλολογίας και Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου του Μπούφαλο (Κρατικό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης). Είναι συγγραφέας του «Greek Writing from Knossos to Homer» και συγγραφέας του κεφαλαίου «Συστήματα Γραφής» του συλλογικού έργου των
Bernard Comrie, Stephen Matthews, Maria Polinsky, Roger Woodard, «Οι γλώσσες του Κόσμου»
Robert Henry Robins, ομότιμος καθηγητής Γλωσσολογίας, στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Συγγραφέας του «General Linguistics» και συντάκτης του άρθρου Language της Britannica.
Geoffrey Sampson, Βρεταννός γλωσσολόγος, συγγραφέας των έργων «Writing Systems» και «Corpus Linguistics»
Henriette Walter, Επίτιμος Καθηγήτρια της Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Άνω Βρετάνης (Γαλλία) και συγγραφέας των έργων «Η Περιπέτεια των Γλωσσών της Δύσης» και «De la musaraigne etrusque a la baleine bleue».
Francisco Adrados, επίτιμος καθηγητής του πανεπιστημίου Complutense της Μαδρίτης και μέλος της Ισπανικής Βασιλικής Ακαδημίας. Είναι ειδικός σε θέματα ελληνικής γλώσσας και σε θέματα ινδοευρωπαϊκής και γενικής γλωσσολογίας. Μεταξύ των πολυάριθμων βιβλίων του και δημοσιεύσεών του περιλαμβάνεται και το «Hιstoria de la Lengua Griega»
Θεόδωρος Γ. Γιαννόπουλος, δρ Προϊστορικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ruprecht-Karl της Χαϊδελβέργης, συγγραφέας του "Πόθεν και πότε οι Έλληνες;" (βραβείο Ακαδημίας Αθηνών 2013).
Δ.Το αλφάβητο και τα αλφάβητα: Οι αλφαβητικές γραφές
Τα πρώτα αλφάβητα δεν ήταν ακριβώς ίδια μεταξύ τους. Το βασικό βεβαίως είναι το ότι ήταν ουσιαστικά ίδια αλλά οι διαφορές που εμφάνιζαν οι παραλλαγές του ελληνικού αλφαβήτου στις διάφορες ελληνικές κοινότητες, αν και αφορούσαν διαφορές γραμμάτων, αποδείχθηκαν ιστορικά σημαντικές.
Τα πρώτα αλφάβητα ταξινομούνται σε τέσσερις ομάδες και ονομάζονται μέχρι σήμερα με τα χρώματα που χρησιμοποιήθηκαν για την παρουσίαση της περιοχής χρήσης τους, στο χάρτη του βιβλίου του Κίρχωφ ( A. Kirchoff ), «Μελέτες για την Ιστορία του Ελληνικού Αλφαβήτου» 1887.
Τα πράσινα
Κρήτης, Μήλου, Θήρας, Ανάφης, Σίφνου. Γράφουν ΚΣ αντί Ξ, ΠΗ αντί Φ, και ΠΣ αντί Ψ. Στη Θήρα και στη Μήλο το Φ γραφόταν Π+ένα γράμμα από το κυπριακό συλλαβάριο που δε χρησιμοποιήθηκε στα άλλα αλφάβητα, και το Χ ως Κ+το ίδιο γράμμα. Το γράμμα αυτό υπήρχε και στη γραμμική Α και στα αλφάβητα της Θήρας και της Μήλου ήταν το δασύ γράμμα που στα άλλα ελληνικά αλφάβητα και αργότερα στο λατινικό αλφάβητο γραφόταν ως Η.
Τα ανοικτά γαλάζια
Αττικής, Σαλαμίνας, Αίγινας, Κυδωνίας, Πάρου, Νάξου και της αποικίας της στη Θάσο, Δήλου, Αμοργού κάποιων ΒΔ Κυκλαδονησιών καθώς και κάποιων νησιών του Ιονίου. Χρησιμοποιούσαν το Φ και το Χ αλλά έγραφαν ΠΣ αντί για Ψ.
Τα σκούρα γαλάζια
Ιωνικής Δωδεκάπολης, Αιολίδας, Κνίδου, Αλικαρνασσού, νησιών ανατολικού Αιγαίου, Χαλκιδικής, Χαλκηδόνας, βόρειων αποικιών, Κορίνθου, Σικυώνος, Κλεωνών, Τίρυνθος, Άργους, Μεγάρων, Κέρκυρας, Σελινούντος. Χρησιμοποιούσαν και το Ξ και το Φ και το Χ και το Ψ. Ονομάζονται Ιωνικά και από αυτά προήλθε το κοινό ελληνικό αλφάβητο.
Τα κόκκινα
Εύβοιας με τις αποικίες της, μέρους της Θεσσαλίας, Ανατολικής Στερεάς εκτός Αττικής, Αργολίδας, Αρκαδίας, Λακωνίας , Μεσσηνίας, Αχαΐας, Κεφαλληνίας, Ιθάκης, Ρόδου, αποικιών στην Ιταλία και στη Σικελία εκτός από τη νότια Σικελία. Αποδίδονται στους Ευβοείς. Χρησιμοποιούσαν το Χ ως ΚΣ, το Φ ως ΠΗ και το Ψ ως ΚΗ. Από αυτά τα αλφάβητα προήλθαν το ετρουσκικό και το λατινικό και επομένως όλα τα δυτικοευρωπαϊκά αλφάβητα.
Κόκκινα και σκούρα γαλάζια
Στην Αιτωλία και στις Συρακούσες.
Τα γράμματα του αλφαβήτου
Πρέπει εδώ να επαναλάβουμε ότι η όποια ομοιότητα των γραφημάτων των γραμμάτων δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με ομοιότητες ή διαφορές ως προς τη δομή και τη λειτουργία των δύο συστημάτων γραφής. Παρά την όποια ομοιότητα των γραμμάτων πρόκειται για συστήματα γραφής ριζικά διαφορετικά μεταξύ τους και ίδια ή παρόμοια γράμματα έχουν χρησιμοποιηθεί ακόμη και σε προβαθμίδες γραφής.
Από το βιβλίο του Ignace Gelb A Study of Writing, σελίδα 133 Η φοινικική γραφή εμφανίστηκε κατά τον 11ο αιώνα π.Χ. |
Η θέση που εδώ υιοθετείται και υποστηρίζεται, είναι ότι τα γράμματα όλων των συστημάτων γραφής που εμφανίσθηκαν στον ευρωπαϊκό χώρο προήλθαν από πανάρχαια σύμβολα, λατρευτικά ή τελετουργικά πέρασαν και συμπληρώθηκαν ή και τροποποιήθηκαν κατά τη χρήση τους σε προβαθμίδες λεξιγραφικής γραφής και σε συλλαβικά συστήματα γραφής κυρίως στον ευρωπαϊκό χώρο και το μεσογειακό χώρο και χρησιμοποιήθηκαν και στην αλφαβητική γραφή.
Τα γράμματα των πρώτων ελληνικών αλφαβήτων διαμορφώθηκαν από τέτοιες επιρροές. Από σύμβολα παλαιοευρωπαϊκής πρωτογραφής όπως εμφανίστηκε στον ελλαδικό χώρο από τη μινωική γραμμική Α, από την ελληνική γραμμική Β, από τις κυπρομινωικές γραφές, από την ελληνική κυπριακή γραφή. Από τη γραφή κυπρομινωική ΙΙΙ προέρχονται μέσω της γραφής της Βύβλου τα γράμματα της φοινικικής γραφής.
-Στη θεωρούμενη ως ιερογλυφική γραφή του δίσκου της Φαιστού βρίσκουμε τα Ι, Λ, Υ, C.
-Στη γραμμική Α βρίσκουμε τα Ψ, Υ, Λ, Ι, Ξ, C, F, το κατοπτρικό του Ν και το κατοπτρικό του R.
Πινακίδα με γραφή Κυπρομινωική Ι του 16ου αιώνα π.Χ.. Από την Κυπρομινωική Ι προήλθε η ελληνική κυπριακή γραφή.
Αλκαμένους κοσμητεύοντος έφηβοι
Ο αναφερόμενος ως κοσμητεύων Αλκαμένης κοσμήτευε σε σχολείο (γυμνάσιο). Σχετικά με το θέμα αναφέρω ότι σε γυμνάσιο της αρχαίας Αθήνας βρέθηκε ότι υπήρχαν προτομές-πορταίτα όσων είχαν διατελέσει εκεί κοσμήτορες. Οι προτομές αυτές φιλοξενούνται σήμερα στο εθνικό αρχαιολογικό μουσείο.
Σε ό,τι αφορά τα γράμματα των ελληνικών αλφαβήτων έχουμε ήδη αναφέρει ότι παλαιότατα γραπτά σύμβολα τελετουργικά ή προβαθμίδων γραφής που βρέθηκαν στον σημερινό βαλκανικό χώρο, μερικά από αυτά στον σημερινό ελλαδικό χώρο, μοιάζουν ή είναι εντελώς ίδια με σημερινά γράμματα του αλφαβήτου. Και πρέπει να παρατηρηθεί ακόμη ότι και γράμματα της γραμμικής Α μοιάζουν με σύμβολα προβαθμίδων γραφής που κάποια από αυτά μοιάζουν περισσότερο με τα αλφαβητικά από ό,τι τα γράμματα - απόγονοί τους που συναντάμε στη μινωική και στη φοινικική γραφή. Συγκεκριμένα:
Σήμερα υπάρχουν στο Νόβι Σαντ της Σερβίας πολλές εκατοντάδες δείγματα αυτής της πρωτογραφής που προέρχονται από ποικίλες θέσεις των Βαλκανίων. Ο καθηγητής Αδαμάντιος Σάμψων έχει δηλώσει ότι αρκετά από αυτά είναι παρόμοια με αλφαβητικά και με γράμματα της γραμμικής Β και της γραμμικής Α. Η κεραμική του πολιτισμού της Βίντσα είχε φτάσει μέχρι το Διμηνιό της Μαγνησίας.
Μερικά από τα χαρακτά σύμβολα που βρέθηκαν σε κεραμικά της Βίντσα που χρονολογούνται μεταξύ του 5300 και του 4300 π.Χ.. (Steven Fisher: A History of Writing) |
-Στο σπήλαιο Mas d' Azil στη Γαλλία έχουν βρεθεί σε βότσαλα γραπτά τελετουργικά σύμβολα που χρονολογούνται ως ηλικίας μεγαλύτερης των 10000 ετών και λίγα από αυτά μοιάζουν με γράμματα σημερινά
- Ο Άγγλος αρχαιολόγος F. Petrie είχε συντάξει κατάλογο από 300 σύμβολα που ανάγονται στην 5η χιλιετία π.Χ. που όπως έλεγε χρησιμοποιούντο κατά τη νεολιθική εποχή για εμπορικούς και λατρευτικούς σκοπούς. 34 από αυτά τα σύμβολα χρησιμοποιήθηκαν σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης και της Μεσογείου από διάφορες κοινότητες, και δε συμβόλιζαν απλούς ήχους αλλά ολόκληρες λέξεις. Ο F. Petrie είχε την άποψη ότι τα παραπάνω 34 σύμβολα έμοιαζαν πολύ με γράμματα μεταγενέστερων γραφών και ότι από αυτά τα 34 σύμβολα προήλθαν και γράμματα της γραμμικής Α και φοινικικά γράμματα και γράμματα του αλφαβήτου2. Ωστόσο η αρχική εμφάνιση τέτοιων γραφημάτων είναι πολύ παλαιότερη. Ο Θεόδωρος Γιαννόπουλος αναφέρει στο βιβλίο του "Πόθεν και πότε οι 'Ελληνες;" ότι το μεγαλύτερο μέρος των συμβόλων των πρωτοϊστορικών και των ιστορικών γραφών δεν προέκυψε εκ του μηδενός αλλά από ένα ευρύ και προϋπάρχον θεματολόγιο συμβόλων και σχημάτων. Υπάρχουν ακόμη παλαιότερα δείγματα. Χρονολογούνται στην ύστερη παλαιολιθική εποχή.
Αναφέρεται ακόμη ως ένδειξη για το ότι τα γράμματα του αλφαβήτου προήλθαν κυρίως από τα φοινικικά γράμματα, το ότι τα ονόματα των περισσοτέρων γραμμάτων του ελληνικού αλφαβήτου είναι λέξεις που όπως λέγεται, δεν σημαίνουν τίποτε στα ελληνικά. δεν κλίνονται στα ελληνικά αλλά μοιάζουν ηχητικά με φοινικικές λέξεις που σημαίνουν βόδι, σπίτι, νερό, βραχίονας, κεφάλι, φίδι και άλλα, στα οποία υποτίθεται ότι παραπέμπουν τα ονόματα που αποδίδονται στα φοινικικά γράμματα. .Και ακόμη ότι η σειρά αναφοράς των ελληνικών γραμμάτων είναι ίδια με τη σειρά αναφοράς των φοινικικών γραμμάτων που ήταν παλαιότερα. Σε σχέση όμως με τα ονόματα και τη σειρά των γραμμάτων θα πρέπει να γίνουν κάποιες παρατηρήσεις. α) Είναι λάθος να λέγεται ότι θα ήταν εύλογο να δώσουν οι Έλληνες στα γράμματά τους τέτοια ονόματα. Το να λέγεται για παράδειγμα το «Β» βόδι και το «Ν» νερό, ήταν κάτι που δεν θα ήταν δυνατό να γίνεται για τα γράμματα του αλφαβήτου. Αντιθέτως επιδιώχθηκε τα ονόματα των γραμμάτων να είναι όσο το δυνατόν απλούστερες λέξεις, που δεν παραπέμπουν πουθενά αλλού αλλά μόνο στον ήχο που τα γράμματα παριστάνουν και σε κάποιες περιπτώσεις στον τρόπο που εκφέρονται (διάρκεια και δασύτητα ή ψιλότητα εκφοράς). Με αυτές τις επιδιώξεις οι Έλληνες διάλεξαν τα ονόματα των γραμμάτων του αλφαβήτου.
β) Ακόμη οι Έλληνες φρόντισαν το όνομά κάθε γράμματος να έχει πάντοτε ως πρώτο φθόγγο το φθόγγο που το γράμμα παρίστανε (αρχή ακροφωνίας), και επιδίωξαν επιπλέον να είναι τα ονόματα των γραμμάτων λέξεις εύηχες και να είναι εύκολο να τις απαγγείλει κάποιος με συγκεκριμένη σειρά σαν να απαγγέλει ποίημα, γεγονός που διευκόλυνε την απομνημόνευσή τους.
γ) Σε τέσσερα γράμματα τα ονόματα των γραμμάτων προσδιορίζουν τον ήχο τους και τη διάρκεια της εκφοράς ή την έλλειψη δασύτητας κατά την εκφορά (Ε-ΨΙΛΟΝ αρχικά ΈΙ, Υ-ΨΙΛΟΝ αρχικά Υ1, Ο-ΜΙΚΡΟΝ, Ω-ΜΕΓΑ). Οκτώ από τα ονόματα των γραμμάτων είναι μονοσύλλαβες λέξεις της απλούστερης δυνατής μορφής, οι οποίες προσδιορίζουν με τον πρώτο τους φθόγγο τον ήχο του γράμματος (ΜΙ, ΝΙ, ΞΙ, ΠΙ, ΡΟ, ΦΙ, ΧΙ, ΨΙ). Στα ονόματα ΒΗ-ΤΑ, ΖΗ-ΤΑ, Η-ΤΑ, ΘΗ-ΤΑ , το επίθημα –ΤΑ διευκολύνει τη δημιουργία ρίμας. Αν όλα τα γράμματα είχαν ονόματα με τη μορφή των οκτώ προηγούμενων, το σύνολο των ονομάτων των γραμμάτων δε θα έδινε «σωστό στίχο».Ας σημειωθεί ότι όλα τα ονόματα των γραμμάτων του ελληνικού αλφαβήτου, συμπεριλαμβανομένων των γράμμάτων ΕΨΙΛΟΝ, ΟΜΙΚΡΟΝ, ΥΨΙΛΟΝ και ΩΜΕΓΑ, χρησιμοποιούνται ως μη κλιτές λέξεις.
δ). Αντίθετα με ότι λέγεται, για τα φοινικικά γράμματα, δεν ξέρουμε ούτε αν είχαν ποτέ ονόματα ούτε τα ονόματά τους αν είχαν ονόματα, ούτε αν υπήρχε καθορισμένη σειρά αναφοράς τους. Τα σημερινά ονόματα των φοινικικών αναφέρονται από τον Powell ως υποθετικά (hypothetical). Άλλωστε θεωρήθηκε αυθαίρετα ότι υπήρχαν ονόματα των φοινικικών γραμμάτων και ηταν παρόμοια με τα μεταγενέστερα εβραϊκά και αραβικά ονόματα.
Αυθαίρετα επίσης θεωρήθηκε ότι υπήρχε καθορισμένη σειρά αναφοράς των φοινικικών γραμμάτων και ήταν ίδια με την επίσης αυθαίρετα θεωρουμένη ως υπάρχουσα σειρά αναφοράς των εβραϊκών γραμμάτων. Ας σημειωθεί ότι τα εβραϊκά γράμματα λίγο ή καθόλου μοιάζουν με τα ελληνικά. Όμως τα ονόματα και τη σειρά των εβραϊκών γραμμάτων τα γνωρίζουμε από εβραίους ελληνιστές των ελληνιστικών χρόνων που ήξεραν το ελληνικό αλφάβητο. καθώς και τα ονόματα και τη σειρά αναφοράς των ελληνικών γραμμάτων. Και γνωρίζουμε επίσης ότι από το 700 π.Χ. χρονολογούνται πινακίδες που έχουν βρεθεί και αναγράφουν τα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου με τη συγκεκριμένη σειρά. Έτσι είναι εύλογο να θεωρηθεί ότι τα ονόματα και η υποτιθέμενη ως καθορισμένη σειρά των εβραϊκών γραμμάτων προέκυψαν από τα ονόματα και τη σειρά των ελληνικών γραμμάτων και όχι το αντίστροφο.
Περαιτέρω πρέπει να υπογραμμισθεί ότι η σταθερή σειρά αναφοράς των ελληνικών γραμμάτων αξιοποιήθηκε για να χρησιμοποιήσουν οι Έλληνες τα γράμματα του αλφαβήτου ως αριθμούς και αργότερα και για τη συγγραφή εγκυκλοπαιδειών στις οποίες τα θέματα παρατίθενται σε αλφαβητική σειρά. Οι Φοίνικες χρησιμοποιούσαν για αριθμούς άλλα σύμβολα από τα γράμματα της γραφής τους. Το να χρησιμοποιούνται τα γράμματα ως αριθμοί το υιοθέτησαν και οι Εβραίοι, όμως μετά τους Έλληνες. (Florian Cajiori: A History of Mathematical Notation, Dover 1993 τόμος 1 σελίδα 23). Επίσης τα πρώτα λεξικά στην ελληνική γλώσσα συντάχθηκαν και σε κάθε περίπτωση με τις σημιτικές προαλφαβητικές γραφές δεν μπορούσε να συνταχθούν.
Για το όνομα του γράμματος ΑΛΦΑ θα ήταν δυνατόν να υποστηρίξουμε ότι προέρχεται από τη λέξη αλφή (τιμή) που έχει σχέση με τα τιμαλφή (τα πολύτιμα), και τη λέξη αλφαίνειν (επινοώ), και για τον λόγο αυτό το γράμμα Α τοποθετήθηκε πρώτο στη σειρά αναφοράς των ελληνικών αλφαβητικών γραμμάτων. Έτσι το δικαιολογεί ο Ρόμπερτ Γκρέιβς (Οι Ελληνικοί Μύθοι). Αλλά ο Πλούταρχος δίνει άλλη εξήγηση. Εξηγεί ότι ο φθόγγος Α αναφέρεται πρώτος στο ελληνικό αλφάβητο γιατί είναι ο απλούστερος γλωσσικός ήχος. Απλά ανοίγεις το στόμα σου και τον εκφέρεις χωρίς να περιορίζεις το άνοιγμα του στόματος και χωρίς άλλη διαμόρφωση των μερών του στόματος, προσθέτει. Δεν μπορώ να σκεφθώ όμως μια πρωτογενή εξήγηση του γιατί πρώτο μεταξύ των γραμμάτων της εβραϊκής γραφής θα αναφερόταν το άλεφ, που υποτίθεται ως το όνομα ενός ημιφώνου, όνομα που υποτίθεται ότι σημαίνει βόδι.
Σημειώσεις-παραπομπές
1. Το όνομα Ύψιλον είναι βυζαντινό. Το παλαιότερο όνομα ήταν Υ, ουσιαστικά απλή αναφορά του ήχου. Στο γαλλικό αλφάβητο το Υ ονομάζεται Υ - γκρεκ.
2. Μηνά Τσικριτσή: Γραμμική Α Συμβολή στην Κατανόηση μιας Αιγαιακής Γραφής 2001. Ο Μηνάς Τσικριτσής παραπέμπει για την πληροφορία αυτή στην εγκυκλοπαίδεια Britannica τόμος I σελίδα 680.
Και σε άλλες περιοχές της Μεσογείου έγινε το ίδιο. Το ελληνικό αλφάβητο το υιοθέτησαν οι Ετρούσκοι της Ετρουρίας και της Καμπανίας καθώς και οι Λατίνοι, μέσω Ευβοέων αποίκων προερχομένων από την Κύμη και τη Χαλκίδα. Στο Λάτιο έχει βρεθεί η αρχαιότερη γνωστή ελληνική αλφαβητική επιγραφή. Από το ελληνικό αλφάβητο προήλθαν μέσω της ίδιας οδού το οσκικό και το ουμβρικό αλφάβητο. Το ελληνικό αλφάβητο διαδόθηκε και στη Σικελία.
Στη Φρυγία υπάρχουν από τον 8ο αιώνα επιγραφές ενός αλφαβήτου που παράγεται από το ελληνικό. Υπάρχουν επίσης από τον 7ο αιώνα επιγραφές της Καρικής και της Λυδικής γλώσσας γραμμένες με ημιελληνικά αλφάβητα. Ανάλογη είναι και η περίπτωση του Θρακικού αλφαβήτου. Υπάρχει ακόμη τρίγλωσση επιγραφή στα ελληνικά, στη γλώσσα της Λυκίας και στην αραμαϊκή γλώσσα.
Το ελληνικό αλφάβητο διαδόθηκε και προς την Αίγυπτο, και έγινε το κυρίαρχο σύστημα γραφής στον ελληνιστικό κόσμο. Το λατινικό αλφάβητο που προήλθε από το ελληνικό αποτέλεσε το σύστημα γραφής της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Και υπό την επήρεια της αλφαβητικής γραφής υιοθετήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν συστηματικά στις σημιτικές γραφές διακριτικά σημεία που επισυναπτόμενα στα γράμματά τους, προσδιόριζαν με ακρίβεια ποια συλλαβή διαβαζόταν με κάθε γράμμα. Το ίδιο έγινε και με την ινδική και την αιθιοπική γραφή.
Σε μεταγενέστερους χρόνους όλες οι χώρες, της Ευρώπης, της Αμερικής και της Ωκεανίας, οι περισσότερες χώρες της Αφρικής, η Αρμενία, η Ινδονησία και μετά το 1922 η Τουρκία, υιοθέτησαν γραφές που ουσιαστικά αποτελούν προσαρμογή του ελληνικού αλφαβήτου στη γλώσσα τους.
Για γράμματα χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται στις ορθόδοξες σλαβικές χώρες οι κυριλλικοί χαρακτήρες, και σε όλες σχεδόν τις άλλες χώρες, πλην της Ελλάδας και της Κύπρου, οι λατινικοί χαρακτήρες2 . Οι κυριλλικοί χαρακτήρες «επινοήθηκαν» κατά τον 9ο μ.Χ. αιώνα από τον Κωνσταντίνο (Κύριλλο) πολύγλωσσο ιερωμένο και λόγιο γεννημένο στη Θεσσαλονίκη για τη δημιουργία σλαβικής αλφαβητικής γραφής και τη μετάφραση της Αγίας Γραφής στις σλαβικές γλώσσες. Θυμίζουν αρκετά, επιμέρους ελληνικούς και λατινικούς χαρακτήρες.
Ο Κωνσταντίνος (Κύριλλος) και ο αδελφός του Μεθόδιος είναι εκείνοι που ξεκίνησαν και προώθησαν συστηματικά το έργο του εκχριστιανισμού των Σλάβων. Οι Σλάβοι δεν είχαν μέχρι τον 9ο μ.Χ. αιώνα δική τους γραφή.
Ο Roger Woodard γράφει ότι "πριν την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, όταν η επιρροή του ρωσικού πολιτισμού ήταν μεγάλη, η ρωσική παραλλαγή του κυριλλικού αλφαβήτου είχε υιοθετηθεί για την καταγραφή αρκετών μη σλαβικών, ακόμη και μη ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, συμπεριλαμανομένων της Κουρδικής, της Τσετσενικής, της Μογγολικής και της Γιουίτ (γλώσσα των Εσκιμώων)". (Bernard Comrie, Stephen Matthews, Maria Polinsky, Roger Woodard : "Οι γλώσσες του Κόσμου", Σαββάλας 2003).
Σημειώσεις-παραπομπές
1. Francisco R. Adrados: Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας 1999.
2. Οι 38 χαρακτήρες (τα γράμματα) του αρμενιακού αλφαβήτου επινοήθηκαν από τον επίσκοπο Μεσρόπ Μαστότς περί το 400 μ.Χ.. Με τη χρήση τους επιτεύχθηκε εξαιρετική προσαρμογή της αλφαβητικής γραφής στη φωνολογία της γλώσσας των Αρμενίων.(Εγκυκλοπαίδεια "Παπυρος Λαρούς Μπριτάννικα"). Περισσότερα στο άρθρο της en.wikipedia Mesrop_Mashtots και στο άρθρο Άγιος Μεσρόπ Μαστότς της Βικιπαιδεια
Για την Κορεατική αλφαβητική γραφή δείτε παρακάτω την παράγραφο "Οι αλφαβητικές γραφές σήμερα"
Στην Britannica (άρθρο Language ) αναγράφεται ότι τα σύμβολα της κινεζικής γραφής παριστάνουν λέξεις ως έννοιες και όχι ως ήχους, και οι Κινέζοι του βορρά και οι Κινέζοι του νότου χρησιμοποιούν τα ίδια σύμβολα για τις ίδιες έννοιες και μπορούν να επικοινωνήσουν γραπτώς χωρίς κανένα πρόβλημα παρά το ό,τι οι Κινέζοι του βορρά που μιλούν την μανδαρίνικη κινεζική δεν μπορούν να επικοινωνήσουν προφορικά με τους ομιλητές της καντονέζικης κινεζικής που χρησιμοποιείται στο νότο. Είναι κάτι ανάλογο με το ό,τι συμβαίνει με τα σημασιογραφικά σύμβολα των αριθμών 0, 1, 2, 3, κλπ. Κατανοούνται παντού κατά τον ίδιο τρόπο, διαβάζονται όμως σε κάθε χώρα διαφορετικά Το ότι οι Κινέζοι γράφουν ακριβώς τα ίδια όταν εννοούν τα ίδια ανεξάρτητα από το ποια κινεζική γλώσσα μιλούν, συμβάλει στην τόνωση του αισθήματος ενότητας μεταξύ των κατοίκων της τεράστιας αυτής χώρας. Η αλφαβητική γραφή θα κατέγραφε τους γλωσσικούς ήχους και οι υπάρχουσες γλωσσικές διαφορές θα γινόταν και διαφορές γραπτών κειμένων. Οι Κινέζοι διαφορετικών περιοχών δε θα μπορούσαν να επικοινωνήσουν μεταξύ τους ούτε γραπτά, γεγονός που θα εξασθενούσε την αίσθηση ενότητας ανάμεσα στους κατοίκους του βορρά και τους κατοίκους το νότου. Γραφές που απεικονίζουν τους ήχους της γλώσσας, όπως οι αλφαβητικές, δεν είναι δυνατόν να δώσουν ενοποιημένη γραφή για δύο ουσιαστικά διαφορετικές γλώσσες.
Το 1958 χρησιμοποιήθηκε στην Κίνα ένα σύστημα μεταγραφής της κινεζικής με λατινικούς χαρακτήρες, όχι για να αντικαταστήσει τη χρησιμοποιούμενη δύσκολη στη γραφή και στην ανάγνωση λογογραφική κινεζική γραφή αλλά για την καταγραφή σε λεξικά του ήχου ενός πολύ μεγάλου αριθμού συμβόλων γραφής (λεξιγραμμάτων). Η κινεζική γραφή δεν δίνει τη δυνατότητα δημιουργίας «αλφαβητικών» λεξικών(1).
Σημειώσεις-παραπομπές
1. Η εξακολούθηση χρησιμοποίησης στην Κίνα μιας ελάχιστα αποδοτικής, ακατάλληλης και ξεπερασμένης εδώ και χιλιετίες τεχνολογίας γραφής, είχε και πιστεύω ότι θα έχει και στο μέλλον σοβαρές πολιτισμικές και οικονομικές (με την ευρύτερη έννοια του όρου) συνέπειες. Πιστεύω ότι η κινεζική κοινωνία δεν θα μπορέσει να μετατραπεί σε εγγράμματη στο βαθμό που αυτό συμβαίνει στη δύση και ότι η Κίνα δεν θα μπορέσει να γίνει ηγέτις χώρα την οποία άλλες χώρες θα προσπαθούν να τη μιμηθούν.
Οι αλφαβητικές γραφές σήμερα
Υπάρχουν οι εξής τύποι αλφαβήτων σε χρήση.
Τύπος 1 :
Το ελληνικό, το λατινικό, το ιταλικό, το ισπανικό, το αγγλικό, το γαλλικό, τα σλαβικά, το ουγγρικό, το τουρκικό κ.ο.κ. Τα φωνήεντα και τα σύμφωνα δηλώνονται πάντοτε και με τον ίδιο τρόπο (ίδιου μεγέθους χαρακτήρες σε γραμμή). Αυτός ο τύπος αλφαβήτου χαρακτηρίζεται ως αλφάβητο με την ακριβή έννοια του όρου.
Οι σημερινές αλφαβητικές γραφές αυτού του τύπου αποτελούν ουσιαστικά προσαρμογές του ελληνικού αλφαβήτου στις γλώσσες των ευρωπαϊκών χωρών. Τα αλφάβητα αυτού του τύπου των ορθόδοξων σλαβικών χωρών γράφονται με κυριλλικούς χαρακτήρες, το ελληνικό αλφάβητο με ελληνικούς χαρακτήρες και όλα τα υπόλοιπα με λατινικούς. Κατά τα λοιπά διαφέρουν από την αρχική ελληνική αλφαβητική γραφή μόνο κατά τη χρήση μικρών γραμμάτων και τη χρήση σημείων στίξης.
Σημεία στίξης είχαν αρχίσει να χρησιμοποιούνται πριν από του 500 π.Χ., εισήχθησαν όμως συστηματικά από τον Αριστοφάνη τον Βυζάντιο πριν το 200 π.Χ. μαζί με τα σημεία τόνων και πνευμάτων. Η σημερινή μορφή των χαρακτήρων και της γραφής διαμορφώθηκε από Ιταλούς και Γάλλους τεχνικούς εκτυπώσεων κατά τους αναγεννησιακούς χρόνους. Τα μικρά γράμματα εισήχθησαν σε λατινικούς χαρακτήρες μετά το 300 μ.Χ. και σε ελληνικούς χαρακτήρες μετά το 700 μ.Χ..
Τύπος 2 :
Το αραμαϊκό, το εβραϊκό, το αραβικό, κ.ο.κ. Τα φωνήεντα των συλλαβών δηλώνονται με διακριτικά σημεία. Το σύνολο το γράμματος και του διακριτικού ενέχει θέση συλλαβικού συμβόλου. Το διακριτικό δεν μπορεί να αλλάξει θέση για να μετατραπεί η συλλαβή [να] για παράδειγμα στη συλλαβή [αν]. Δεν μπορεί επίσης να γραφεί σε αυτές τις γραφές συλλαβή που αποτελείται μόνο από ένα φωνήεν.
Στις σημιτικές γραφές τα φωνήεντα δεν δηλώνονται πάντα. Όταν δεν δηλώνονται η γραφή πρέπει να θεωρείται συμφωνογραφική (pure abjad). Σήμερα ο αναγνώστης ξέρει και αναγνωρίζει σε τέτοια γραπτά τα σύμφωνα των συλλαβών και αναζητεί το κατάλληλο φωνήεν.
Τύπος 3 :
Το ινδικό και το αιθιοπικό. Τα φωνήεντα δηλώνονται πάντοτε. Αυτό γίνεται είτε με διακριτικά σημεία που συνοδεύουν το σύμβολο του συμφώνου είτε ή με κατάλληλη διαμόρφωση του συμβόλου του συμφώνου. Κατά τα λοιπά ισχύουν όσα αναφέρουμε και για τις γραφές του τύπου (2)
Ειδικής μορφής αλφάβητο, το Hangul, δημιουργήθηκε το 1446 για τη γραφή της κορεατικής γλώσσας. "Πρότυποι ήχοι για τη μόρφωση του λαού" ήταν το αρχικό όνομά του. Hangul, δηλαδή "Han' gul", "η γραφή του Χαν", ονομάστηκε τον εικοστό αιώνα. Έχει σαφείς επιρροές από τις ινδικές γραφές γιατί αποβλέπει στη δημιουργία "αλφαβητικά τακτοποιημένων συλλαβογραμμάτων", διαφέρει όμως σημαντικά από αυτές αφού στο Hangul τα σύμφωνα και τα φωνήεντα αντιμετωπίζονται ισότιμα και παριστάνονται με του ίδιου τύπου και μεγέθους γράμματα, γεγονός που του δίδει μεγαλύτερη ευελιξία. Με το Hangul είναι εύκολο να γραφού αν χρειασθεί κάθε είδους συλλαβές, μεταξύ των οποίων και συλλαβές του τύπου φωνήεν + σύμφωνο, και συλλαβές του τύπου φωνήεν.
Το αλφάβητο αυτό καθιερώθηκε κατά τον εικοστό αιώνα ως εθνικό σύστημα γραφής στην Κορέα. Στην Βόρεια Κορέα αποτελεί το μοναδικό σύστημα γραφής που χρησιμοποιείται στην εκπαίδευση, στη διοίκηση και στον τύπο και ονομάζεται "κορεατική γραφή"( Cosengul ). Στο Hangul εκτός του ήχου των φθόγγων εικονίζεται με ειδικό τρόπο και ο τρόπος εκφοράς τους (τα χείλη μαζί, η γλώσσα αγγίζει τον ουρανίσκο κλπ). Έτσι καθίσταται ευκολότερη ίσως η ανάγνωση αλλά μπορεί να γίνεται λιγότερο απλή η γραφή. Το Hangul έχει ωστόσο χαρακτηρισθεί από τον Sampson ως ένα από τα μεγάλα πνευματικά επιτεύγματα του ανθρώπου. Ο χρόνος θα δείξει αν μπορεί να επηρεάσει τη γραφή των γλωσσών γειτονικών χωρών. Όπως και να έχει, η δημιουργία και η υιοθέτηση νέου αλφάβητου για τη γραφή της κορεατικής γλώσσας δείχνει λαό που φιλοδοξεί να παίξει έναν σημαντικό ρόλο στον σύγχρονο κόσμο.
Σύμφωνα και φωνήεντα μαζί στο ελληνικό αλφάβητο, δημιούργησαν ένα σύστημα γραφής ταυτόχρονα οικονομικό, (λίγα σύμβολα), και σαφές. Το αλφάβητο έδωσε τη δυνατότητα ακριβούς και εύκολης γραπτής απόδοσης οποιασδήποτε γλωσσικής έκφρασης και έκανε για πρώτη φορά δυνατή μια οπτική αναγνώριση των γλωσσικών ήχων που ήταν ταυτόχρονα και αυτόματη και ακριβής. Έγινε έτσι δυνατό να εισαχθεί η γραφή και η ανάγνωση στη βασική εκπαίδευση και να καταστούν εγγράμματοι πολλοί άνθρωποι από παιδιά.
Με την επινόηση της αλφαβητικής γραφής οι Έλληνες διεύρυναν αμέσως τη χρήση της και την επέκτειναν βαθμιαία σε όλες τις δραστηριότητες και τις εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής και σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Έτσι οι Έλληνες έγιναν με τον καιρό εγγράμματοι σε κάποιο βαθμό. Ενδείξεις για αυτό χρονολογούνται από τις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα. Το 591 π.Χ. Έλληνες μισθοφόροι στην Αίγυπτο που προέρχονταν από διαφορετικές ελληνικές πόλεις, σκάλισαν τα ονόματά τους και τα ονόματα των πόλεων καταγωγής τους και ένα δυο σύντομα κείμενα σε ένα άγαλμα του Ραμσή του Β΄. Και είναι από αυτήν την εποχή πολύ συνηθισμένες οι δημόσιες επιγραφές πόλεων ή ναών που περιελάμβαναν καταλόγους (αρχόντων, ιερέων, εφόρων, νεκρών που σκοτώθηκαν στη μάχη, ναών και άλλων), διατάγματα ή νόμους, παραχωρήσεις τιμών ή προνομίων, κείμενα για αθλητικούς αγώνες, κείμενα για γιορτές ή θυσίες, άλλα που αναφέρονται στην ανέγερση μνημείων, επίσημες επιστολές και χρονικά. Οι πόλεις τα ιερά, οι ιδιώτες είχαν τώρα στη διάθεσή τους μια γραφή πέρα για πέρα κατάλληλη για να εξυπηρετούν τις ανάγκες τους. Η αλφαβητική γραφή ήταν ένα τεράστιο πλεονέκτημα για την εξέλιξη της ζωής, του πολιτισμού και της ελληνικής γλώσσας και για τη διάδοσή τους στους γειτονικούς λαούς1 .
Το αλφάβητο διαδόθηκε πολύ γρήγορα και επέτρεπε να καταγραφούν εμπορικές συμφωνίες, καθώς και πολιτικά και ιδιωτικά έγγραφα, στίχοι και λογοτεχνικά έργα. Η απλότητα του νέου τρόπου γραφής αποτελούσε προϋπόθεση για το να μάθουν περισσότεροι γραφή και ανάγνωση και αυτό διευκόλυνε τη δημοκρατική, τη συμμετοχική οργάνωση της πολιτείας. Οι Αθηναίοι του 5ου π.Χ. αιώνα για παράδειγμα όντας ικανοί να διαβάζουν τους νόμους και να συντάσσουν και να καταχωρούν αποφάσεις, διευκολύνονταν στο να συμμετέχουν στη διαχείριση των κοινών.
Υπάρχει και άλλη πτυχή του θέματος. Η νέα γραφή και τα νέα μέσα γραφής που βαθμιαία αναπτύχθηκαν διευκόλυναν την επικοινωνία, τον προσωπικό στοχασμό, τη δημιουργία νέων λεκτικών τύπων και εννοιών, την εξέλιξη της δομής και της λειτουργίας της γλώσσας.
Πριν το αλφάβητο οι σκέψεις, οι πληροφορίες, οι κρατούσες αντιλήψεις, οι απαραίτητες γνώσεις, μεταβιβάζονταν από τον ένα στον άλλο και από τη μια γενιά στην άλλη προφορικά. Για να διατηρούνται στη μνήμη διατυπώνονταν με αφορισμούς ή έμμετρα με στίχους.
Αυτές οι μορφές λόγου και κυρίως ο έμμετρος, ο ποιητικός λόγος, κατά κανόνα χαρακτηρίζονται από την επιδίωξη της πρόκλησης της ισχυρής εντύπωσης. Στον ποιητικό λόγο οι σημαντικές σκέψεις δεν αναλύονται. Παρουσιάζονται συμπυκνωμένες. Παρουσιάζονται επίσης με λόγο στομφώδη, με υπερβολές με μεταφορές και άλλα λογοτεχνικά σχήματα που προκαλούν εντύπωση όπως ακριβώς συμβαίνει με τα αποφθέγματα και τις παροιμίες. Ο ποιητικός λόγος δεν είναι λόγος αναλυτικός ή επεξηγηματικός. Δεν ενθαρρύνει διαδικασίες ανάλυσης και δεν προκαλεί στον ακροατή κριτική διάθεση. Ο ακροατής θα πρέπει να τον μάθει ώστε να είναι σε θέση να τον αναπαραγάγει αυτούσιο.
Το αλφάβητο έκανε εύκολη τη γραφή και την ανάγνωση και εξ αιτίας αυτού προκάλεσε γενίκευση της χρήσης της γραφής. Αυτό μείωσε πολύ τις ανάγκες απομνημόνευσης. Περαιτέρω πολλοί άνθρωποι είχαν την ευκαιρία να μελετούν και να αναλύουν τις σκέψεις άλλων αλλά και να αναλύουν γράφοντας τις δικές τους σκέψεις. Η διαδικασία αυτή προκάλεσε ουσιώδεις αλλαγές στο λεξιλόγιο στη σύνταξη, στους τρόπους έκφρασης και στη χρήση και τη μορφή του λόγου.
Αν και μετά την επινόηση του αλφαβήτου ακόμη και φιλοσοφικά έργα που άρχισε να εμφανίζονται γράφονταν στην αρχή έμμετρα σε στίχους (Ξενοφάνης, Εμπεδοκλής Παρμενίδης) ή με αφορισμούς όπως η κινεζική φιλοσοφία (Ηράκλειτος), άρχισε να παρατηρείται και στον πρώιμο ποιητικό φιλοσοφικό λόγο εμπλουτισμός του λεξιλογίου έστω και περιορισμένος. Μεταξύ των όρων που δημιουργούνται ή αποκτούν ειδική έννοια, αναφέρω τους όρους άπειρον, φιλότης, νείκος. Ο Adrados αναφέρει ότι η γλώσσα αυτών των συγγραφέων είναι βασική για τη μεταγενέστερη εξέλιξη του φιλοσοφικού και πνευματικού λεξιλογίου.
Πιο σημαντικό όμως είναι ότι σιγά, σιγά άρχισε να διαμορφώνεται ο Ιωνικός πεζός λόγος που υιοθετήθηκε και από συγγραφείς που δεν είχαν γεννηθεί και δεν είχαν μεγαλώσει σε ιωνικές περιφέρειες. Το πέρασμα από τον έμμετρο τον ποιητικό στον πεζό λόγο σηματοδοτεί το πέρασμα από τη μυθική στη λογική εξήγηση του κόσμου.
Ο Στράβωνας έχει γράψει ότι ο πιο παλαιός πεζός λόγος διέφερε από την ποίηση μόνο κατά την έλλειψη μέτρου άλλα ο Κικέρων παρατηρεί ότι και στον πρώιμο πεζό λόγο δεν υπάρχουν στομφώδεις εκφράσεις. Εξ άλλου ο πρώιμος φιλοσοφικός πεζός λόγος χαρακτηρίζεται από σεμνότητα ύφους, σαφήνεια, αφθονία αφηρημένων ουσιαστικών και μια σειρά σχημάτων λόγου. (Adrados).
Με τον καιρό διαμορφώθηκε στον πεζό λόγο ένα λεξιλόγιο και ένα συντακτικό κατάλληλα να υπηρετήσουν την έκφραση αφηρημένων σκέψεων και τη δημιουργία σύνθετων έργων όπως το επιστημονικό σύγγραμμα, μέσω αρχικά της ιωνικής και τελικά της αττικής διαλέκτου και της ελληνιστικής κοινής.
Σε ότο αφορά το λεξιλόγιο, ο σχηματισμός νέων λέξεων είτε με τη χρήση κατάλληλων προθημάτων και επιθημάτων που σήμερα έχουν περάσει σε όλες τις γλώσσες που γράφονται αλφαβητικά, είτε με τη χρήση ποικίλων καταλήξεων, είτε με τη σύνθεση λέξεων, είτε με άλλους ή σύνθετους τρόπους, μπορούσε να γίνεται με ασύγκριτη ευκολία. Ο κάθε διανοητής μπορούσε να ερμηνεύει κάθε καινούρια λέξη που εισήγαγε, και με την αλφαβητική γραφή διαβάζονται το ίδιο εύκολα, μάλιστα πολύ εύκολα και οι γνωστές και οι άγνωστες λέξεις. Το ίδιο εύκολη ήταν η κατανόηση, και η διάδοση των νέων λέξεων και των νέων σημασιών παλαιών λέξεων2. Ένα μεγάλο μέρος από τις εκατόν εβδομήντα χιλιάδες λέξεις του λεξικού Webster, αναφέρονται στο λεξικό ως ελληνικές ή ελληνογενείς. Ακόμη στο ειδικό αγγλικό λεξικό του Richard A. Lanham, "A Handlist of Rhetorical Terms" 1991, ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος των παρατιθέμενων όρων αναφέρονται και αναγνωρίζονται αμέσως ως ελληνικοί ή ελληνογενείς.
"Στην αρχαία ελληνική γλώσσα δημιουργήθηκαν λέξεις για τις αφηρημένες λεπτές και ταυτόχρονα σύνθετες έννοιες των επιστημών, των πολιτικών θεσμών, της οικονομίας, του ηθικού βίου, της λογοτεχνίας, της ρητορικής και της φιλοσοφίας. Χιλιάδες λέξεις που έχουν διεισδύσει σε απίστευτο βαθμό στις σύγχρονες γλώσσες." [Γεώργιος Μπαμπινιώτης].
Πλούτο περιγραφής των λεπτομερειών και του βάθους συναισθημάτων που αποδίδονται με ευχέρεια με τις ελληνικές λογοτεχνικές γλώσσες παρατηρεί ο Havelock (Havelock: The Muse Learns to Write).
Σε ότι αφορά τη δομή του λόγου είχαμε σταδιακή εξέλιξη από τον Ιωνικό πεζό λόγο προς την Αττική διάλεκτο και τελικά προς την Ελληνιστική Κοινή.
"Ο ιωνικός πεζός λόγος χρησιμοποιήθηκε από συγγραφείς όπως ο Φερεκύδης, ο Ηράκλειτος, ο Δημόκριτος, ο Πρωταγόρας, ο Ηρόδοτος, ο Αναξαγόρας και οι γιατροί της σχολής του Ιπποκράτη.
Ο Ηρόδοτος αντιπροσωπεύει το πέρασμα από τη μυθική νοοτροπία στην κριτική και ιστορική θεώρηση και από τον τοπικισμό στην παγκοσμιότητα. Μπόρεσε και άρθρωσε χωρίς να είναι ανειλικρινής σε τίποτε, μια παγκόσμια ιστορία που απευθυνόταν σε όλους τους Έλληνες και δεν συκοφαντούσε τους «εχθρούς τους».
Οι γιατροί απευθύνονταν σε όλους τους ανθρώπους, μελέτησαν την ανθρώπινη φύση και ανέτρεψαν την πίστη σε μαγικές αιτίες των ασθενειών. Οι γιατροί ανέπτυξαν επίσης το επιστημονικό λεξιλόγιο, δημιούργησαν το πρώτο επιστημονικό σύγγραμμα και δημιούργησαν το πρώτο πλήρως ανεπτυγμένο στυλ πεζού λόγου.
Ο Δημόκριτος, γνωστός κυρίως για την ατομική θεωρία, ανήκει σε εκείνους που προχώρησαν περισσότερο στην αναζήτηση ενός ύφους χωρίς στολίδια."
[Adrados: Ιστορία της ελληνικής γλώσσας]
"Η Αττική υπήρξε η γλώσσα της ποίησης, της τραγωδίας, της κωμωδίας, των ρητόρων, των σοφιστών. Ο Σωκράτης αναζητούσε. Δεν διαμόρφωνε θεωρία, δεν έγραφε. Ζούσε στο περιβάλλον της προφορικής παράδοσης όπου η ποίηση ακουγόταν στο θέατρο, στο συμπόσιο, στο σχολείο, όπου οι λόγοι της εκκλησίας του δήμου και των δικαστηρίων δεν γράφονταν (αυτό έγινε αργότερα), όπου ο Ζήνων συγκέντρωνε φίλους για να τους διαβάσει κάποιο γραπτό του, όπου ο Ηρόδοτος έκανε γνωστή την ιστορία του μέσω της ανάγνωσης.Οι σοφιστές και οι ρήτορες αποτελούσαν ένα καινούριο πολιτισμό, τον πολιτισμό του βιβλίου. Συζητούσαν αλλά τους άρεσε να γράφουν λόγους και συγγράμματα για θεωρητικά θέματα aκολουθώντας σε αυτό τους παλιούς φιλοσόφους και τους γιατρούς. Οι σοφιστές και οι ρήτορες επιδιώκοντας να αναπτύξουν την επιχειρηματολογία τους συνέβαλαν στη διαμόρφωση του μεστού πεζού αττικού λόγου η καλλιέργεια του οποίου είχε ξεκινήσει νωρίτερα με τον Γοργία (Απολογία Παλαμήδους) και το Θρασύμαχο, και εκπροσωπείται από συγγραφείς όπως ο Θουκυδίδης και ο Πλάτωνας.
"Ο Θουκυδίδης δεν επιδιώκει τη λαμπρότητα αλλά μια ακριβή αναφορά και εξήγηση των γεγονότων. Το έργο μου έχει γραφτεί σαν μελέτημα παντοτινό, όχι σαν πρόσκαιρο ανάγνωσμα αναφέρει και επικρίνει τους ρήτορες και τους σοφιστές που επιδιώκουν να ευχαριστήσουν με μυθικές και ποιητικές φαντασίες, ενώ ο ίδιος επιδιώκει να αποδώσει με ακρίβεια την αλήθεια και διαμορφώνει κατάλληλα το λόγο του. Περισσότερο κριτικός ο Πλάτωνας αντιπαραθέτει τη φιλοσοφία που κατά εκείνον αναζητεί συστηματικά την αλήθεια, με τη ρητορική και την ποίηση.
Τελικά ο αττικός πεζός λόγος έφτασε να παρέχει εξαιρετικές δυνατότητες να αναλυθεί, να αποδοθεί με ακρίβεια και να εξηγηθεί οτιδήποτε. Ο J.Deniston (1970) αναφέρει τους διάφορους τρόπους εισαγωγής αφηρημένων εκφράσεων, μιλά για τη χρησιμοποίηση της σειράς των λέξεων με σκοπό να δοθεί έμφαση, μιλά για τη δομή των περιόδων, είτε χαλαρή είτε αυστηρή, βάσει της ένταξης σε αυτές αντιθετικών ή και ενδοιαστικών προτάσεων, μιλά για την εμφάνιση επαναλήψεων, αναφορών, ανακόλουθων σχημάτων, μιλά για τη δυνατότητα να εισάγεται μεταβλητός αριθμός εξαρτημένων προτάσεων που απαιτούν άλλες, με τη χρήση απολύτων γενικών και κατηγορηματικών μετοχών. Ο σκοπός είναι πάντα η επεξηγηματική σαφήνεια και η έμφαση σε εκείνο που ο συγγραφέας θέλει να επισημάνει." [Adrados]
"Ο πεζός λόγος, χάρις στο εξειδικευμένο του λεξιλόγιο και στο συντακτικό του στο οποίο κυριαρχεί η υπόταξη, έγινε κατάλληλος για να εκφράσει όλες τις σχέσεις της σκέψης, όλη την πορεία της και την οργάνωσή της. Και το πιο σημαντικό είναι, ότι είναι ανοικτός και ευέλικτος, κατάλληλος να διευρύνει το λεξιλόγιό του, για να δώσει σε υπάρχουσες λέξεις και νέες έννοιες και για να ενσωματώσει και νέες μορφές έκφρασης. «Ποτέ δεν είχε σφυρηλατηθεί ένα τόσο όμορφο εργαλείο για να εκφρασθεί η ανθρώπινη σκέψη» αναφέρει ο Vendryes"[Adrados].
Πρόκειται για χαρακτηριστικά που δεν εμφανίζονται σε γλώσσες που δεν διαμορφώθηκαν και δεν αναπτύχθηκαν με την επί μακρόν χρήση αλφαβητικής γραφής. Όλες αυτές οι γλώσσες χαρακτηρίζονται από φτωχό λεξιλόγιο, φτωχή γραμματική, απλή κατά παράταξη σύνταξη, περιορισμένη πλαστικότητα και προσαρμοστικότητα.
Αντιθέτως οι σημερινές δυτικές γλώσσες έχουν τα χαρακτηριστικά της αττικής διαλεκτου και της ελληνιστικής κοινής, χαρακτηρίζονται όμως από τον Adrados ως ημιελληνικές ή κρυπτοελληνικές. Το αλφάβητο της ελληνικής, το λεξιλόγιό της, το συντακτικό της, τα λογοτεχνικά της είδη είναι παρόντα σε όλες τις δυτικές γλώσσες μέσα στις οποίες η ελληνική γλώσσα έχει μια δεύτερη ζωή προσθέτει. (Adrados: Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας).
Σε ολόκληρη την ιστορία, τίποτε δεν είναι τόσο εκπληκτικό και τόσο δύσκολο να εξηγηθεί έγραψε ο Ράσσελ στην Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας, όσο η ξαφνική άνοδος του πολιτισμού στην Ελλάδα.
Η ανακάλυψη του αλφαβήτου όμως αποτελεί σίγουρα μέρος της εξήγησης αυτού του φαινομένου αφού:
-Η αλφαβητική γραφή διευκόλυνε και προκάλεσε τον εμπλουτισμό την εκλέπτυνση και την εξειδίκευση του λεξιλογίου.
-Η αλφαβητική γραφή οδήγησε στη δημιουργία ενός πεζού λόγου αναλυτικού, κατάλληλου για να αποδοθεί με ακρίβεια οτιδήποτε και κατάλληλου να παρουσιάσει όλες τις σχέσεις της σκέψης, όλη την πορεία της και την οργάνωσή της.
-Η αλφαβητική γραφή κατέστησε δυνατή την κοινολόγηση με ακρίβεια των σκέψεων, των στοχασμών καθενός σε άλλους και κατεστησε επίσης δυνατή την λεπτομερή ανάλυση των σκέψεων και των διαλογισμών οποιουδήποτε.
-Η αλφαβητική γραφή δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να μπορεί κάθε στοχαστής να αναλύει με πληρότητα τις δικές του σκέψεις.
-Η αλφαβητική γραφή διευκόλυνε έτσι την ανάπτυξη των επιστημών και τη δημιουργία λογοτεχνικών ειδών, και εξ αιτίας της απλότητάς της και της ευχρησίας της προκάλεσε την εμφάνιση του βιβλίου, των λεξικών και των βιβλιοθηκών και τη λειτουργία της ανώτατης εκπαίδευσης γεγονός που επέτεινε τις καθ' όλα θετικές επιδράσεις της
Το βιβλίο εμφανίστηκε στις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα, αλλά και νωρίτερα γράφονταν αντίγραφα έργων στα οποία πρόσθεταν σύντομα ή εκτεταμένα σχόλια ( Adrados ).
Στην Αθήνα εκείνης της εποχής είχε δημιουργηθεί και χαρακτήριζε τη ζωή στην πόλη, ένας κόσμος που εκινείτο γύρω από το βιβλίο. Δίδασκαν, συζητούσαν, αντάλλαζαν απόψεις, έγραφαν και διάβαζαν κείμενά τους. Τα λεξικά και οι βιβλιοθήκες εμφανίστηκαν αργότερα. Κατά την παράδοση ο Ευριπίδης ήταν ο πρώτος που απόκτησε δική του βιβλιοθήκη. Ο Αριστοφάνης στους βατράχους του τον ειρωνεύεται για αυτό. Βιβλιοθήκη αναφέρεται ότι είχε και ο Ευθύδημος ( Adrados ). Και στην Ακαδημία του Πλάτωνος και στο Λύκειο του Αριστοτέλη χρησιμοποιούσαν βιβλιοθήκες αναφέρει ο Havelock.
Κατά τους ελληνιστικούς χρόνους δημιουργήθηκαν πολλές και μεγάλες (ελληνικές) βιβλιοθήκες μεταξύ των οποίων και η τεράστια και εκπληκτική ελληνική βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας.
Ακόμη στην Ελλάδα δημιουργήθηκαν και αναπτύχθηκαν όλα τα είδη του γραπτού λόγου.
Οι Έλληνες ανέπτυξαν τη λυρική ποίηση, και δημιούργησαν και ανέπτυξαν τη δραματική ποίηση .Το θεατρικό δράμα είναι πολιτιστική έκφανση μοναδική, γράφει ο Τσαρλς Φρήμαν στο βιβλίο του "Το Ελληνικό Επίτευγμα". Η χρήση γραφής με την απλότητα και την πληρότητα της αλφαβητικής και η συνακόλουθη ανάπτυξη του λεξιλογίου και της σύνταξης έπαιξαν ασφαλώς και σε αυτό σημαντικό ρόλο. Όλα όσα έγιναν διευκολύνθηκαν τα μέγιστα από ένα εξαιρετικό σύστημα γραφής.
Οι Έλληνες έγραψαν επίσης ιστορία. Ιστορία στην Ελλάδα έγραψαν ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Ξενοφώντας, ο Πλούταρχος, ο Αρριανός και άλλοι. Προηγουμένως από άλλους λαούς είχαν γραφεί μόνο απλά χρονικά. Όλα τα ζητήματα που σχετίζονται μέχρι σήμερα με την ιστοριογραφία αντιμετωπίσθηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο από τους αρχαίους Έλληνες.
Κανείς Πέρσης ή Φοίνικας ή άλλος δεν έγραψε ιστορία της Περσικής αυτοκρατορίας για παράδειγμα.
Και η Παλαιά Διαθήκη είναι ιερό βιβλίο και όχι ιστορία, και κατεγράφη κατά τον 4ο ή 3ο π.Χ. αιώνα από Ιουδαίους που ήξεραν ελληνικά, με την τετράγωνη εβραϊκή γραφή που σήμερα θα τη χαρακτηρίζαμε αλφαβητική με τη διευρυμένη έννοια του όρου, αφού σε αυτή τη γραφή γινόταν εξ αιτίας επιρροής της ελληνικής αλφαβητικής γραφής, συστηματική χρήση διακριτικών σημείων για να καθορίζεται με ακρίβεια ο ήχος των συλλαβών.
Και η Παλαιά Διαθήκη έγινε γνωστή στον πολύ κόσμο με τη μετάφρασή της και την καταγραφή της στα ελληνικά, που έγινε περί το 250 π.Χ.από Ιουδαίους της Αιγύπτου για να μπορούν να τη διαβάζουν οι Ιουδαίοι της ελληνιστικής εποχής.
Αλλά και στη νεώτερη εποχή, ιστορία και φιλοσοφία της ιστορίας γράφτηκε συστηματικά μόνο με γραφές αλφαβητικές. Ο αληθινός πατέρας της ιστορίας δεν είναι ο Ηρόδοτος, είναι το αλφάβητο έγραψε ο Havelock.
Για χρόνια μετά την επινόηση του αλφαβήτου το καινούργιο ερχόταν από την Ελλάδα.
-Στην Ελλάδα αναπτύχθηκαν και εξειδικεύτηκαν η φυτολογία, η ζωολογία, η ιατρική, η οπτική, η ακουστική χώρων, η αισθητική, η αρχιτεκτονική, η στατική, η υδροστατική, η υδραυλική, τα μαθηματικά, η αστρονομία, η φιλοσοφία, η ηθική, η λογική, η ρητορική, η μελέτη της γλώσσας.
- Στην ελληνιστική εποχή ολοκληρώθηκε, η πρώτη στην ιστορία επιστημονική επανάσταση που είχε ξεκινήσει κατά τον 4ο αιώνα π.Χ..
- Αιτία το αλφάβητο. Και στη νεώτερη εποχή μόνο σε χώρες που χρησιμοποιούσαν αλφαβητικές γραφές οι επιστήμες γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη και εξειδίκευση, και μόνο σε αυτές τις χώρες δημιουργήθηκαν νέοι κλάδοι επιστημών και μάλιστα απίστευτα πολυάριθμοι και σημαντικοί3 .
Το αλφάβητο κατέστησε ακόμη δυνατή τη γραφή μεγάλου όγκου πληροφοριών και τη δημιουργία γραπτών κειμένων για την ακριβή διατύπωση και καταγραφή κάθε είδους πληροφοριών, απόψεων, σκέψεων, ιδεών, διαλογισμών και προβληματισμών. Πολλαπλασίασε έτσι τα γραπτά κείμενα και κατέστησε εφικτή τη μεταφορά μεγάλου μέρους της σοφίας των ανθρώπων μιας εποχής στους ανθρώπους πολύ μεταγενέστερων εποχών. Είκοσι χιλιάδες σελίδες έργων του Γαληνού σώζονται μέχρι σήμερα αναφέρει ο Τσαρλς Φρήμαν (Τσαρλς Φρήμαν: "Το Ελληνικό Επίτευγμα"). Και τα χρονια τα μετά τον μεσαίωνα, τα αμέσως προηγούμενα από το ξεκίνημα των νεώτερων επιστημών, τα αρχαιοελληνικά συγγράματα ήταν τα καλύτερα συγγράμματα που υπήρχαν για όλα σχεδόν τα θέματα, και αυτά μελετουσαν οι θεμελιωτές της νεώτερης επιστήμης. Η αναγέννηση των γραμμάτων και των επιστημών μετά το δυτικό μεσαίωνα, διευκολύνθηκε έτσι, πολύ από τη μελέτη έργων Ελλήνων και Λατίνων διανοητών, ιατρών, μαθηματικών, ποιητών, δραματουργών, ιστορικών και γραμματικών4 .
Χωρίς την ελληνική γεωμετρία η νεότερη επιστήμη θα ήταν αδιανόητη, γράφει ο Ράσσελ στην Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας.
Χωρίς την ελληνική τραγωδία, το θέατρο και τη φιλοσοφία του Σωκράτη του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη η ευρωπαϊκή πολιτισμική κληρονομιά θα ήταν πολύ φτωχότερη γράφει ο Τσαρλς Φρήμαν.
Επίσης, το εύκολο της ανάγνωσης που εξασφαλίζει η αλφαβητική γραφή αποτελούσε προϋπόθεση για τη γενικευμένη και σε μεγάλη κλίμακα χρήση και διάδοση της τυπογραφίας, γεγονός με τεράστια και αυτονόητη σημασία.
Το αλφάβητο ήταν εύκολο να προσαρμοσθεί σε όλες τις γλώσσες και ήταν τρόπος γραφής κατάλληλος για όλες τις χρήσεις. Εξ αιτίας αυτού επηρέασε κάθε πτυχή της λειτουργίας των ανθρώπινων κοινωνιών.
Το αλφάβητο πολλαπλασίασε τους εγγράμματους ανθρώπους και δημιούργησε τις εγγράμματες κοινωνίες.
Οι αρχαίες ελληνικές πόλεις κράτη ήταν εγγράμματες από ένα σημείο και έπειτα. Οι προγενέστερες κοινωνίες δεν ήταν. Τα ελληνιστικά κράτη κυρίως, και σε μικρότερο βαθμό η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία πέτυχαν να γίνουν εγγράμματοι ένα όχι ασήμαντο μέρος των υπηκόων τους. Στην ελληνιστική εποχή σημειώθηκε η πρώτη στην ιστορία επιστημονική επανάσταση, που ακολούθησε την άνθηση των γραμμάτων και των τεχνών της κλασσικών χρόνων η οποία είχε εμφανιστεί αρχικά στις ελληνικές πόλεις κράτη.
Τα μεσαιωνικά κράτη ήταν σε μικρότερο βαθμό εγγράμματα. Στις ιταλικές πόλεις κράτη όμως δημιουργήθηκαν επαρκώς εγγράμματες κοινωνίες. Εμφανίστηκε έτσι στις ιταλικές πόλεις κράτη η Αναγέννηση των γραμμάτων και των τεχνών. Αργότερα με την τυπογραφία έγινε δυνατό να δημιουργηθούν σε κάποιο βαθμό εγγράμματες κοινωνίες, και σε κράτη μεγάλου μεγέθους. Έτσι το 17ο αιώνα, αρκετα μετά την Αναγέννηση των γραμμάτων και των τεχνών η ιστορία επαναλαμβάνεται αφού στη δυτική Ευρώπη οι επιστήμες απογειώνονται. Εμφανίζεται αυτό που μπορεί να ονομασθεί νεότερη επιστημονική επανάσταση, η δεύτερη στην ιστορία επιστημονική επανάσταση. (Η πρώτη ήταν η ελληνική του τρίτου αιώνα π.Χ.)
Και η δεύτερη επιστημονική επανάσταση εμφανίστηκε σε χώρες που ήταν σε επαρκή βαθμό εγγράμματες τουλάχιστον στις μεγάλες πόλεις στις οποίες είχαν δημιουργηθεί και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Προϋπόθεση για τη δημιουργία επαρκώςεγγράμματων κοινωνιών φαίνεται ότι ήταν η χρήση γραφής με την απλότητα και τη λειτουργικότητα και την πληρότητα της αλφαβητικής γραφής.
Το αλφάβητο δημιούργησε τις εγγράμματες κοινωνίες, «το αλφάβητο μας έκανε αυτό που είμαστε» γράφει ο Powell και ο Eric Havelock έχει υποστηρίξει ότι η επινόηση του ελληνικού αλφαβήτου αποτελεί ένα γεγονός που η σπουδαιότητά του δεν έχει κατανοηθεί πλήρως. Η εμφάνιση του αλφαβήτου υποστηρίζει ο Havelock επιβάλει το διαχωρισμό των πολιτισμών σε προ-ελληνικούς και μετα-ελληνικούς.
Οι τίτλοι των έργων του Havelock "Origins of Western literacy" και "The Literate Revolution in Greece and Its Cultural Consequences", αναφέρει ο ίδιος στο βιβλίο του "The Muse Learns to Write", απηχούν την επίγνωση ότι μια επινόηση που είχε αποδειχθεί καίρια, καταλυτική για την αλλαγή του χαρακτήρα της ελληνικής αντίληψης για τον άνθρωπο και τον κόσμο, ήταν προορισμένη να κάνει το ίδιο για την Ευρώπη ως σύνολο και θα μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνη για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα της σύγχρονης δυτικής αντίληψης πραγμάτων η οποία τείνει να γίνει παγκόσμια.
Στο ίδιο μήκος κύματος ο Marshall MacLuhan καθηγητής της School of Communication του University of Toronto, περιέλαβε την επινόηση του φωνητικού αλφαβήτου από τους Έλληνες, στις τρεις βασικές τεχνολογικές καινοτομίες των ιστορικών χρόνων. (Eric Macluhan and Frank Zingrone: Essential Mcluhan p.245, New York 1995).
Σημειώσεις-παραπομπές
1. Francisco R. Adrados: Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας 1999
2. Ο Adrados στο βιβλίο του Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας αναφέρει ότι από το νοέω δημιουργήθηκε πλήθος όρων που εμφανίζονται στους αρχαίους συγγραφείς. Στον Όμηρο οι όροι ανόητος και άνοια. Στους προσωκρατικούς οι νοερός, νοητός, νοήμων, ανοήμων. Στον ιωνικό πεζό λόγο οι διάνοια, διανόημα, διανόησις, παράνοια, πρόνοια, εννοέω, επινοέω, κατανοέω, υπονοέω. Στην αττική οι έννοια, επίνοια, δύσνοια, υπόνοια, δύσνοος. Στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη οι νόησις, νόημα, διανοέω, εννόησις, κατανόημα, κατανόησις, περίνοια, διανοητικός, παρανοέω, ανοηταίνω. Στον Αριστοτέλη οι όροι έκνοια, εννόημα, νοητικός, διανοητός. Στους ελληνιστικούς ή και μεταγενέστερους χρόνους οι όροι άνους, σύννους, έκνους, οξύνους, αμφίνους, περίνους, πολλά επίθετα σε -νοητικός, -νοηματικός, ουσιαστικά σε -νοητής, -νόησις, -νοησία, τα ρήματα ανοητεύω, ανοητέω, κ.λ.π..
3. Τα όσα εδώ γράφονται φυσικά δε σημαίνουν ότι αρκεί μια χώρα να έχει αλφαβητική γραφή για να πετύχει ότι πέτυχαν στην ανάπτυξη των επιστημών οι αρχαίοι Έλληνες ή οι λαοί των νεότερων χωρών. Η υιοθέτηση της αλφαβητικής γραφής θεωρείται μόνο αναγκαία προϋπόθεση.
4.Το τι παρέλαβαν οι δυτικοί μετά το μεσαίωνα από τους Έλληνες της αρχαιότητας αξίζει να αναφερθεί. Ήδη έχει αναφερθεί η τεράστια σημασία του λεξιλογίου, των λογοτεχνικών ειδών, του συντακτικού που παρέλαβαν. Το τι παρέλαβαν ως πρότυπο καλλιτεχνικής έκφρασης είναι αρκετά γνωστο. Το τι παρέλαβαν στις επιστήμες και στη φιλοσοφία ήταν εξ ίσου σημαντικό. Θυμίζω ότι οι φυσικοί φιλόσοφοι διατύπωσαν την ιδέα για την ατομική δομή της ύλης και ανέπτυξαν πειστικά επιχειρήματα για να υποστηρίξουν αυτήν την ιδέα.
Οι Έλληνες εξ άλλου ήταν ο μόνος από τους λαούς της αρχαιότητας που έκριναν ότι οι γεωμετρικές αλήθειες πρέπει να επαληθεύονται με λογική απόδειξη και όχι μόνο με πείραμα ή μέτρηση.
Ο Howard Eves γράφει στο βιβλίο του Μεγάλες Στιγμές των Μαθηματικών 1983, ότι αυτό ονομάζεται από τους μελετητές ελληνικό μυστήριο. Αυτό το μυστήριο εξηγείται από τη χρήση μιας γραφής με τα χαρακτηριστικά της αλφαβητικής αφού
-Η αλφαβητική γραφή διευκόλυνε και προκάλεσε τον εμπλουτισμό την εκλέπτυνση και την εξειδίκευση του λεξιλογίου.
-Η αλφαβητική γραφή οδήγησε στη δημιουργία ενός πεζού λόγου αναλυτικού, κατάλληλου για να αποδοθεί με ακρίβεια οτιδήποτε και κατάλληλου να παρουσιάσει όλες τις σχέσεις της σκέψης, όλη την πορεία της και την οργάνωσή της.
-Η αλφαβητική γραφή κατέστησε δυνατή την κοινολόγηση με ακρίβεια των σκέψεων, των στοχασμών καθενός σε άλλους και κατεστησε επίσης δυνατή την λεπτομερή ανάλυση των σκέψεων και των διαλογισμών οποιουδήποτε.
-Η αλφαβητική γραφή δημιούργησε τις προϋποθέσεις για να μπορεί κάθε στοχαστής να αναλύει με πληρότητα τις δικές του σκέψεις.
Έτσι οιΈλληνες προσπάθησαν από πολύ παλιά να συνδέσουν λογικά τα επιμέρους θέματα και να εξηγήσουν το κάθε τι.
Ας σημειωθεί ότι αυτή καθαυτή η ιδέα της μαθηματικής απόδειξης αποτέλεσε και αποτελεί μέχρι σήμερα τη βάση της ανάπτυξης των μαθηματικών και κατά τον Γερμανό φιλόσοφο Ιμμανουελ Καντ αποτελεί τη βάση δημιουργίας του ευρωπαϊκού πολιτισμού..
Από το 600 π. Χ. περίπου ο Θαλής δίνει αποδείξεις απλών γεωμετρικών προτάσεων.
Τον 3ο π.Χ. αιώνα ο Ευκλείδης επιχειρεί και φέρνει σε πέρας ένα εκπληκτικό εγχείρημα. Να δείξει το σύνολο των γεωμετρικών προτάσεων ως λογική συνέπεια πέντε «προφανών» αρχικών γεωμετρικών προτάσεων και των γενικών νόμων συλλογιστικής και συμπερασματολογίας.
Ο τρόπος ανάπτυξης του θέματος είναι εξίσου θαυμαστός με την αρχική σύλληψη. Οι αρχικές προτάσεις που επιλέγει είναι λογικά ανεξάρτητες μεταξύ τους. Είναι όλες αναγκαίες, καμιά δεν μπορεί να παραληφθεί. Ο Ευκλείδης ήταν απολύτως βέβαιος για αυτό. Πολλοί μεταγενέστεροι μέχρι το 1800 περίπου, επιχείρησαν ματαίως να συναγάγουν την πέμπτη πρόταση από τις υπόλοιπες. Ακόμη, οι αρχικές προτάσεις που έθεσε ο Ευκλείδης περιγράφουν με ακρίβεια και πληρότητα όχι έναν αφηρημένο μαθηματικό χώρο αλλά όπως εκείνος επεδίωκε, το χώρο τον αντιληπτό με τις αισθήσεις και τα όργανα μέτρησης, το φυσικό χώρο. Η Γεωμετρία του ήταν και τα μαθηματικά αλλά και η "φυσική" του φυσικού χώρου.
Ενισχυτικό αυτής της θεώρησης είναι και το γεγονός ότι ο Μενέλαος μελέτησε τη γεωμετρία της σφαιρικής επιφάνειας με τα αξιώματα του Ευκλείδη για την επίπεδη γεωμετρία ονομάζοντας ευθείες τους μέγιστους κύκλους της σφαιρικής επιφάνειας και τροποποιώντας κατάλληλα το πέμπτο αξίωμα αφού σε σφαιρική επιφάνεια δεν υπάρχουν παράλληλοι μέγιστοι κύκλοι.
Απέδειξε έτσι (με βάση τα αξιώματα), ότι το αθροισμα των γωνιών σφαιρικού τριγώνου είναι μεγαλύτερο των δύο ορθών (χρειάστηκαν και κάποιες άλλες τροποποιήσεις πλην της τροποποίησης του πέμπτου αξιώματος).
Η κατανόηση κατά τους νεώτερους χρόνους της ανεξαρτησίας της πέμπτης πρότασης από τις υπόλοιπες τέσσερεις, οδήγησε στην ιδέα κατασκευής αφηρημένων μαθηματικών χώρων "μη ευκλείδειων" στους οποίους η πέμπτη από τις αρχικές προτάσεις (αιτήματα) του Ευκλείδη δεν ισχύει. Η Γεωμετρία του Ρίμαν είναι η γεωμετρία της σφαιρικής επιφάνειας του Μενελάου. Η Γεωμετρία του Λαμπατσέφσκι είναι η γεωμετρία υπερβολικών επιφανειών.
Εξ άλλου η σύνδεση της λογικής αρχής που ορίζει ότι μια πρόταση και η πρόταση που αποτελεί την άρνησή της δεν μπορεί να είναι και οι δύο αληθείς (αρχή της αντίφασης) και της λογικής αρχής που αποκλείει να είναι και οι δύο ψευδείς (αρχή του αποκλεισμού τρίτου), έδωσε την αποδεικτική μέθοδο της εις άτοπον απαγωγής που στο έργο του Ευκλείδη χρησιμοποιείται κατά τρόπο συστηματικό και εξαντλητικό και επιτρέπει να δοθούν σε δύσκολες περιπτώσεις αποδείξεις που είναι και αυστηρές και σύντομες. Σε σύντομες και αυστηρές αποδείξεις οδηγούν και όλες οι αποδεικτικές μέθοδες που επινοεί ή απλά χρησιμοποιεί.
Αποκορύφωμα ο ορισμός της ισότητας των λόγων που προέρχεται από εργασία του Ευδόξου. Δείχνει βαθειά γνώση του θέματος των ασυμμέτρων αριθμών και δίνει τη δυνατότητα να εξετάζεται η ισότητα ή μη του λόγου δύο ομοειδών μεγεθών, ασύμμετρων εν γένει μεταξύ τους, προς το λόγο δύο άλλων επίσης ομοειδών μεταξύ τους μεγεθών, συγκρίνοντας με την έννοια του μεγαλύτερο, μικρότερο ή ίσο, μόνο ακέραια πολλαπλάσια τους.
(Αν Α και Β δύο ομοειδή μεγέθη και Γ, Δ δύο άλλα μεγέθη επίσης ομοειδή μεταξύ τους αλλά όχι κατ’ ανάγκην ομοειδή προς τα Α και Β, ο λόγος Α προς Β είναι ίσος με το λόγο Γ προς Δ όταν για οποιουσδήποτε θετικούς ακεραίους μ και ν το μ.Α είναι μεγαλύτερο από, μικρότερο από ή ίσο προς το ν.Β όταν το μ.Γ είναι αντιστοίχως μεγαλύτερο από, μικρότερο από ή ίσο προς το ν.Δ.)
Ο ορισμός του δεν έγινε κατανοητός από πολλούς νεώτερους συμπεριλαμβανομένων γνωστών μαθηματικών αλλά και του Γαλιλαίου, και αντιμετώπισε έντονο κριτικισμό μέχρι περίπου το 1800. Σήμερα θεωρείται ισοδύναμος με τους κατά Weierstrass και Dedekind ορισμούς της ισότητας πραγματικών αριθμών. Ο Howard Eves γράφει ότι οι τομές Dedekind είναι ουσιαστικά μια αριθμητοποιημένη εκδοχή της θεωρίας των αναλογιών που εκτίθεται στο πέμπτο βιβλίο του Ευκλείδη.
Στο έργο του Ευκλείδη αναπτύσσονται και πολλά άλλα και σημαντικά θέματα μεταξύ των οποίων αναφέρουμε μόνο τη θεμελίωση της αριθμοθεωρίας που περιλαμβάνει την εισαγωγή της έννοιας του πρώτου αριθμού, έννοια θεμελιώδη για την εξέλιξη των μαθηματικών, και μια υπέροχα κομψή και απλή απόδειξη του ότι το πλήθος των πρώτων αριθμών είναι άπειρο.
Στα "Στοιχεία" εκτίθεται και η ανακάλυψη των αρρήτων αριθμών, ανακάλυψη που ολοκλήρωσε το αριθμητικό σύστημα και έκανε δυνατή την απόδοση μέτρου σε κάθε μέγεθος.
Στα "Στοιχεία" εκτίθεται επίσης η σχετική με τους άρρητους αριθμούς συστηματική θεωρία που αναπτύχθηκε από τον Θεόδωρο τον Κυρηναίο και τον Θεαίτητο τον Αθηναίο. Παρατίθεται ακόμη η πολύ ισχυρή μαθηματική αποδεικτική μέθοδος της εξάντλησης που οφείλεται στον Εύδοξο, και ήταν βασική για το ξεκίνημα του απειροστικού λογισμού.
Τα "Στοιχεία" του Ευκλείδη χρησιμοποιήθηκαν στη Δυτική Ευρώπη για τη διδασκαλία της γεωμετρίας μέχρι περίπου το 1900.
Τον 3ο π.Χ. αιώνα
-Ο Αρίσταρχος ο Σάμιος έβγαλε τη γη από το κέντρο του κόσμου υποστηρίζοντας ότι εκτελεί ταυτόχρονα περιφορά περί τον ήλιο και περιστροφή περί τον άξονά της και η ιδέα αυτή προκάλεσε κατά τη νεώτερη εποχή τις αναζητήσεις που οδήγησαν στην υιοθέτηση της ηλιοκεντρικής θεωρίας στην ανακάλυψη των νόμων κίνησης των πλανητών και στη ανάπτυξή της μηχανικής ως επιστήμης των νόμων της κίνησης
-Ο Απολλώνιος μελέτησε πλήρως τις ιδιότητες των κωνικών τομών (έλλειψη, υπερβολή, παραβολή), Οι λέξεις για τις καμπύλες έλλειψη, παραβολή και υπερβολή που αποτελούν τις κωνικές τομές, πρωτοεμφανίζονται στα γραπτά αγγλικά περί το 1600, προέρχονται από τα λατινικά και είναι οι αντίστοιχες ελληνικές λέξεις.
Τις κωνικές τομές την έλλειψη την υπερβολή και την παραβολή είχε γνωρίσει ο Κέπλερ, (έχοντας μελετήσει σε βάθος και τον Ευκλείδη και τον Απολλώνιο αλλά και τον Αρχιμήδη), και μπόρεσε να αναγνωρίσει ότι οι τροχιές των πλανητών είναι ελλείψεις θέτοντας έτσι τα θεμέλια της νεώτερης αστρονομίας και προετοιμάζοντας τα θεμέλια της νεώτερης φυσικής. (Η έλλειψη είναι μια από τις κωνικές τομές).
Ο Αρχιμήδης ξεκίνησε τη μακρόχρονη ιστορία του επιστημονικού υπολογισμού του π, έγραψε τα πρώτα αξιόλογα κείμενα πάνω στη μαθηματική φυσική, ανέπτυξε την στατική και την υδροστατική, ανεπτυξε τη θεωρία κατασκευής μηχανικών μέσων και κατασκεύασε ειδικές μηχανές και πάνω από όλα, έθεσε τα θεμέλια του απειροστικού λογισμού υπολογίζοντας με ευρετική δική του μέθοδο εμβαδα και όγγους καμπύλων σχημάτων και στερεών και αποδεικνύοντας με απόλυτη αυστηρότητα την ορθότητα των υπολογισμών του χρησιμοποιώντας τη μέθοδο εξάντλησης που είχε εισαγάγει ο Εύδοξος.
Και ο απειροστικός λογισμός άρχισε να αναπτύσσεται πέρα από το επίπεδο που τον είχε αναπτύξει ο Αρχιμήδης μόνο μετά το 1600, με τον Καβαλιέρι, το Νεύτωνα και τον Λάιμπνιτς με βάση εκκίνησης την σε βάθος μελέτη των στοιχείων του Ευκλείδη, των κωνικών τομών του Απολλώνιου και των έργων του Αρχιμήδη.
Και η μαθηματική αυστηρότητα στον τρόπο συμπερασματολογίας και στον τρόπο έκθεσης των εργασιών τους που χαρακτήριζε τους αρχαίους Έλληνες μαθηματικούς, επανεμφανίζεται μόλις από το δέκατο ένατο αιώνα και εδώ. Μεχρι τότε η αυστηρότητα των νεώτερων μαθηματικών υπολειπόταν κατά πολύ εκείνης των αρχαιοελληνικών.
Μερικές ακόμη επισημάνσεις
- Στην αστρονομία οι Έλληνες άρχισαν να μετρούν τα μεγέθη και τις αποστάσεις των ουρανίων σωμάτων με σωστές μεθόδους και αστοχούσαν μόνο εξ αιτίας της έλλειψης κατάλληλων οργάνων.
-Ο Εύδοξος, μαθηματικός, αστρονόμος και νομοθέτης από την ελληνική πόλη Κνίδο της Μικράς Ασίας εσήγαγε τα μαθηματικά στη μελέτη της αστρονομίας. Διατύπωσε τη θεωρία ή ακριβέστερα ανέπτυξε το μοντέλο των 27 ομόκεντρων ουρανίων σφαιρών για την ερμηνεία των φαινομένων κινήσεων των αστέρων και των πλανητών και υπολόγισε τη διάρκεια του έτους στον Άρη σε 2 γήινα έτη (1,88 το σωστό), του Δία 12 έτη (11,86) και του Κρόνου 30 έτη (29,46). Το έργο του στα μαθηματικά συνέβαλε στην αναγέννηση τους και είναι προδρομικό του έργου του Αρχιμήδη στον λογισμό.
-Οι Έλληνες μαθηματικοί Ίππαρχος, Μενέλαος, Πτολεμαίος, είχαν συντάξει πίνακες ισοδύναμους με τους πίνακες τριγωνομετρικών αριθμών και απέδειξαν σχέσεις ισοδύναμες των σημερινών τριγωνομετρικών σχέσεων που τις χρησιμοποίησαν και στην αστρονομία.
-Ο Ίππαρχος ανακάλυψε το νόμο μετάπτωσης των ισημεριών και ήταν ο πρώτος που έγραψε συστηματικά τριγωνομετρία και ο πρώτος που συνέταξε κατάλογο απλανών αστέρων με 850 αστέρια, καθορίζοντας τη θέση τους με όρους συντεταγμένων πλάτους και μήκους σε σχέση με την εκλειπτική, αναφέροντας και το φαινόμενο μέγεθός τους.
Ο Πτολεμαίος συμπλήρωσε τους πίνακες του Ίππαρχου ανεβάζοντας στους 1022 τον αριθμό των καταγεγραμμένων αστέρων. Το έργο τους το συμπλήρωσε οΤύχο Μπράχε και τους Πίνακες του Τύχο Μπράχε αξιοποίησε ο Κέπλερ.
-Ο Ερατοσθένης υπολόγισε την ακτίνα της γης με εξαιρετικά απλό τρόπο και με σφάλμα μικρότερο των 40 χιλιομέτρων, ο Πτολεμαίος υπολόγισε την απόσταση γης-σελήνης σε 29,5 γήινες διαμέτρους (το σωστό είναι 30,2 ), ο Ποσειδώνιος εκτίμησε την απόσταση γης-ηλίου σε 6545 γήινες διαμέτρους (το σωστό είναι 11726) και ο Ίππαρχος υπολόγισε τη διάρκεια του σεληνιακού μήνα με ακρίβεια δευτερολέπτου.
Για την ιατρική αναφέρω ότι:
-Στα ελληνικά, με τα έργα τα αποδιδόμενα στη σχολή του Ιπποκράτη, πρωτοεμφανίστηκε το επιστημονικό σύγγραμμα, δόθηκε ακριβής περιγραφή των συμπτωμάτων πλήθους ασθενειών (φθίση, πνευμονικές ασθένειες, τέτανος και άλλες), αναζητήθηκαν φυσικές αιτίες των ασθενειών και τρόποι θεραπείας τους, καθορίσθηκαν οι αρχές της δημόσιας υγείας και η ηθική που θεωρείται και σήμερα ότι πρέπει να διέπει τους γιατρούς κατά την άσκηση του ιατρκού επαγγέλματος.
Αποδόθηκε επίσης ιδιαίτερη σημασία στην πρόληψη. Αναπτύχθηκαν διαδικασίες εξέτασης των ασθενών που δεν διαφέρουν πολύ από τις σημερινές, και αναπτύχθηκαν επίσης χειρουργικές μέθοδοι για κατάγματα σαν παράδειγμα αλλά και για συγκεκριμένες οφθαλμικές εγχειρήσεις.
-Ο Ηρόφιλος της Χαλκηδόνας έδωσε την πρώτη περιγραφή του ήπατος και του πεπτικού συστήματος, περιέγραψε πρώτος την ανατομία του μυαλού, ανακάλυψε τα νεύρα και τα διέκρινε σε κινητικά και αισθητικά. Περιέγραψε συγκεκριμένα νεύρα (οπτικά, οφθαλμοκινητικά, τα τρίδυμα, τα ακουστικά, τα υπογλώσσια).Περιέγραψε τις βαλβίδες της καρδιάς, τις καρδιακές κοιλότητες,και τις διαφορές φλεβών και αρτηριών,περιέγραψε τους σπερματικούς πόρους. Εισήγαγε στις ιατρικές εξετάσεις τη μέτρηση των σφυγμών, εσήγαγε πλήθος νέων ιατρικών όρων και αφιέρωσε ειδικό σύγγραμα στα μάτια του ανθρώπου.
-Χιλάδες σελίδες έργων του Γαληνού (2ος μ.Χ. αιώνας) διασώθηκαν μέχρι την εποχή μας και ότι κατά τους πρώτους αναγεννησιακούς χρόνους το καλύτερο σύγγραμμα ανατομίας που υπήρχε ήταν το σύγγραμμα το Γαληνού. Και ακόμη ότι ο Γαληνός έκανε πειράματα και εγχειρήσεις επιμένοντας στην ταχύτητα και στην έλλειψη ωδύνης και στην ασφάλεια του ασθενούς. Έσωσε τη ζωή αρρώστου με σήψη του περικαρδίου, κάνοντας εκτομή στέρνου και αποκαλύπτοντας έτσι την καρδιά, εγχείρηση δύσκολη ακόμη και σήμερα.
Και στη φαρμακολογία ο Διοσκουρίδης (1ος αιώνας μ.Χ.) έγραψε μεταξύ πολλών άλλων και το "Περί ύλης της ιατρικής" που περιέχει περισσότερες αοό 1000 συνταγές φαρμάκων και 4740 ιατρικές εφαρμογές.
(Κωνσταντίνου Γεωργακόπουλου: Αρχαίοι Έλληνες Ιατροί, Αθήνα 1998 ΙΑΣΩ)
Ότι έγινε με τα μαθηματικά, την ιατρική και την αστρονομία έγινε λίγο πολύ και με όλους τους άλλους τομείς. Στη φιλοσοφία έγινε κάτι περισσότερο.
Οι αρχαίοι Έλληνες στοχάστηκαν ελεύθερα πάνω στη φύση του κόσμου και τους σκοπούς της ζωής, έθεσαν και ανέλυσαν όλα χωρίς εξαίρεση τα ζητήματα που απασχολούν μέχρι σήμερα τη φιλοσοφία, ανέπτυξαν ολοκληρωμένα φιλοσοφικά συστήματα που δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν από τα νεώτερα και έδωσαν απαντήσεις σε ερωτήματα για το τι υπάρχει, για το τι και πώς μεταβάλλεται, για τη σχέση τους με την αισθητηριακή αντίληψη, για το τι και πώς γνωρίζουμε ή μπορεί να γνωρίζουμε για εμάς για τους άλλους για τον κόσμο, οι οποίες συνάδουν με τη σημερινή αντίληψη για τα ίδια θέματα της φυσικής της φυσιολογίας και της γνωσιοθεωρίας.
Έδωσαν επίσης απαντήσεις σε θέματα που αφορούν τον ηθικό βίο, τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, την οργάνωση της πολιτείας που επέδρασαν στη διαμόρφωση των σύγχρονων κοινωνιών και στην πολιτειακή οργάνωση των νεωτέρων κρατών. Περίπου όλες οι υποθέσεις που δέσποσαν της νεότερης φιλοσοφίας διατυπώθηκαν για πρώτη φορά από τους Έλληνες, γράφει ο Μπέρτραντ Ράσσελ στην Ιστορία της Δυτικής Φιλοσοφίας.
24.Lucio Russo: Η Λησμονημένη Επανάσταση, Αθήνα 2006 ΔΙΑΥΛΟΣ
25.Κωνσταντίνου Γεωργακόπουλου: Αρχαίοι Έλληνες Ιατροί, Αθήνα 1998 ΙΑΣΩ
Eric A. Havelock Βρεταννός κλασσικιστής. Υπήρξε καθηγητής του Πανεπιστημίου του Τορόντο, υπεύθυνος κλασσικών σπουδών στα πανεπιστήμια του Harvard και του Yale, συγγραφέας των έργων «The Greek Concept of Justice», «The Literate Revolution in Greece and its Cultural Consequences», «The Mouses Learn to Write», «The Origins of the Western Literacy». Πέθανε το 1988.
Marshall McLuhan (1911 –1980) Καναδός επιμορφωτής, φιλόσοφος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, και θεωρητικός - βασικός δημιουργός της θεωρίας των επικοινωνιών. Μεταξύ των έργων του το «The Gutenberg Galaxy: The Making of Typographic Man» και το «The Medium is the Massage»
Bertrand Russell. Ιδρυτής και ψυχή του πολιτικού κινήματος "Φίλοι του Αφοπλισμού από Πυρηνικά Όπλα", φιλόσοφος και εκ των κορυφαίων μαθηματικών του εικοστού αιώνα. Μεταξύ των έργων του το «The History of Western Philosophy».
Ignace J. Gelb Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, Ινστιτούτο Μελετών Ανατολής, Τμήματα Γλωσσολογίας και Γλωσσών Εγγύς Ανατολής και συγγραφέας του έργου «A Study of Writing».
Ήταν ο συντάκτης του άρθρου Writing στην εγκυκλοπαίδεια Britannica. Μετά το θάνατό του (1985) η σύνταξη του άρθρου ανατέθηκε αρχικά στον David Diringer και στη συνέχεια στον David R. Olson. Το άρθρο Γραφή στην εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα αποτελεί μετάφραση του δικού του άρθρου Writing στην Britannica.
David Diringer Αναγνώστης σημιτικών επιγραφών στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ 1966–68, θεμελιωτής και διευθυντής του Μουσείου Αλφαβήτου του Τελ-Αβίβ στο Ισραήλ, συγγραφέας του έργου «The alphabet: A Key to the History of Mankind » και εκ των συντακτών του άρθρου Alphabet της Britannica.
David R. Olson Καθηγητής στο Ontario Institute for Studies in Education, Toronto. Συγγραφέας του «The World on Paper: The Conceptual and Cognitive Implications of Writing and Reading».
Εκ των συντακτών του άρθρου Alphabet και συντάκτης τoy άρθρου Chinese Writing και του σημερινού άρθρου Writing της Britannica. (2019)
Barry B. Powell επίτιμος καθηγητής κλασσικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Wisconsin-Madison, και συγγραφέας των έργων «Homer and the Origin of the Greek Alphabet», «Writing: Theory and History of the Technology of Civilization», «Classical Myth».
Roger Woodard Καθηγητής Κλασσικής Φιλολογίας και Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου του Μπούφαλο (Κρατικό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης). Είναι συγγραφέας του «Greek Writing from Knossos to Homer» και συγγραφέας του κεφαλαίου «Συστήματα Γραφής» του συλλογικού έργου των
Bernard Comrie, Stephen Matthews, Maria Polinsky, Roger Woodard, «Οι γλώσσες του Κόσμου»
Robert Henry Robins, ομότιμος καθηγητής Γλωσσολογίας, στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Συγγραφέας του «General Linguistics» και συντάκτης του άρθρου Language της Britannica.
Geoffrey Sampson Βρεταννός γλωσσολόγος, συγγραφέας των έργων «Writing Systems» και «Corpus Linguistics»
Henriette Walter Επίτιμος Καθηγήτρια της Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Άνω Βρετάνης (Γαλλία) και συγγραφέας των έργων «Η Περιπέτεια των Γλωσσών της Δύσης» και «De la musaraigne etrusque a la baleine bleue».
Francisco Adrados επίτιμος καθηγητής του πανεπιστημίου Complutense της Μαδρίτης και μέλος της Ισπανικής Βασιλικής Ακαδημίας. Είναι ειδικός σε θέματα ελληνικής γλώσσας και σε θέματα ινδοευρωπαϊκής και γενικής γλωσσολογίας. Μεταξύ των πολυάριθμων βιβλίων του και δημοσιεύσεών του περιλαμβάνεται και το «Hιstoria de la Lengua Griega»
Θεόδωρος Γ. Γιαννόπουλος δρ Προϊστορικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ruprecht-Karl της Χαϊδελβέργης, συγγραφέας του "Πόθεν και πότε οι Έλληνες;" (βραβείο Ακαδημίας Αθηνών 2013).
Ιωάννης Κουμερτάς (Περιηγητής)
3 σχόλια:
Παραθέτω εδώ ως σχόλιο μερικές διευκρινίσεις και προσθήκες επειδή μία ανάρτηση δεν χωρά περισσότερες πληροφορίες από όσες έχουν ήδη καταχωρηθεί στο ανάρτησή μου «Το αλφάβητο και η αλφαβητική γραφή» και δεν θέλω να καταχωρήσω το περιεχόμενο αυτής της ανάρτησης σε δύο χωριστές αναρτήσεις.
1.Τη θεωρία της προέλευσης του αλφαβήτου από τις προγενέστερες ελληνικές γραφές ενισχύει η παρατήρηση που οφείλεται στον καθηγητή Μανώλη Ανδρόνικο ότι ενώ στην ελληνική γλώσσα υπάρχουν επτά τουλάχιστον φωνηεντικοί φθόγγοι, στα πρώτα αλφάβητα υπήρχαν πέντε γράμματα που παρίσταναν ήχους φωνηέντων όσα δηλαδή ήταν και τα γράμματα που στη γραμμική Β και στο κυπριακό συλλαβάριο παρίσταναν φωνηεντικούς συλλαβικούς ήχους.
2. Το ότι και στη γραμμική Β και στο κυπριακό συλλαβάριο υπήρχαν πέντε γράμματα που παρίσταναν φωνηεντικούς συλλαβικούς ήχους οδηγεί στη σκέψη ότι το ίδιο συνέβαινε και στη μινωική γραμμική Α από την οποία οι δύο αυτές γραφές κατάγονται (άμεσα η πρώτη, εμμέσως η δεύτερη). Εφ’ όσον αυτό είναι αλήθεια τότε η γραμμική Α είναι πρόγονος του αλφαβήτου. Ακόμη όμως αυτό θα σήμαινε ότι και στη μινωική γλώσσα τα φωνήεντα σχημάτιζαν συλλαβές και μόνα τους και επομένως η μινωική γλώσσα θα πρέπει να ήταν μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα. Ο Γκάρεθ Όουενς θεωρεί ότι οι Μινωίτες ήταν ινδοευρωπαϊκό φύλλο που είχε μετοικίσει από τη νότια Μικρά Ασία στην Κρήτη περί το 7000 π.Χ. και είχε αναπτύξει εκεί πριν τον μινωικό πολιτισμό και έναν νεολιθικό πολιτισμό.
3. Το ότι οι κυπρομινωικές γραφές ΙΙ και ΙΙΙ είχαν χρησιμοποιηθεί σε περιοχές κοντά στις σημερινές ακτές της Συρίας του Λιβάνου και της Παλαιστίνης εξηγεί την ομοιότητα μερικών γραμμάτων της φοινικικής γραφής με χαρακτήρες της προγενέστερης γραμμικιής Α, αφού οι κυπρομινωικές γραφές προέρχονταν από την γραμμική Α.
Περιηγητής
Παραθέτω και λίγα πρόσθετα στοιχεία για τα πρώτα συστήματα γραφής.
Τα παλαιότερα ευρήματα δειγμάτων προβαθμίδων γραφής προέρχονται από τον ευρωπαϊκό χώρο. Μερικά αξιοσημείωτα ευρήματα προέρχονται ειδικότερα από τον βαλκανικό και από τον σημερινό ελληνικό χώρο. Έχει ήδη αναφερθεί ότι αρκετά γράμματα της γραμμικής Α και των απογόνων της, αλλά και αρκετά γράμματα της φοινικικής γραφής και του αλφαβήτου προέρχονται από σύμβολα προβαθμίδων γραφής του ευρωπαϊκού χώρου και από προγενέστερα σύμβολα (λατρευτικά, τελετουργικά, μαγικά ή δηλωτικά προσώπου).
Οι ευρωπαϊκές προβαθμίδες γραφής δεν εξελίχθηκαν όμως ποτέ σε συστήματα γραφής που θα ήταν δυνατόν να εξυπηρετήσουν τη γραπτή απόδοση μιας γλώσσας. Τα δείγματα κάθε προβαθμίδας γραφής του ευρωπαϊκού χώρου είναι πολύ λίγα και ο αριθμός των συμβόλων που εμφανίζονται είναι πολύ μικρός. Όμως τα πρώτα συστήματα γραφής ήταν λεξιγραφικά και κάθε γράμμα τους παρίστανε μια λέξη. Χρειάζονταν επομένως τόσα διαφορετικά μεταξύ τους γράμματα, όσες ήταν και οι διαφορετικές μεταξύ τους λέξεις που θα έγραφαν. Για το λόγο αυτόν δεν μπορούμε να σκεφτούμε ούτε καν προβαθμίδες γραφής στις περιπτώσεις που εμφανίζεται πολύ μικρός αριθμός συμβόλων. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να υποθέσουμε ότι πρόκειται για λατρευτικά και παρόμοια σύμβολα.
Οι προβαθμίδες γραφής μετατράπηκαν σε συστήματα γραφής «επαρκή» για την γραπτή απόδοση μιας γλώσσας μόνον όταν αναπτύχθηκαν πόλεις και μόνο σε πόλεις. Αυτό έγινε για πρώτη φορά στο σημερινό Ιράκ, στις πόλεις της κοιλάδας του Τίγρη και του Ευφράτη από τους Σουμέριους πριν το 3100 π.Χ., και στις πόλεις της κοιλάδας του Ινδού ποταμού λίγο αργότερα από τον δραβιδικό πληθυσμό αυτών των πόλεων, όπου όμως το σύστημα γραφής δεν φαίνεται να ολοκλήρωσε την ανάπτυξή του. Οι Αιγύπτιοι ανέπτυξαν σύστημα γραφής γύρω στο 3100 π.Χ. αλλά υπό σουμεριακή επίδραση.
Οι πόλεις της κοιλάδας του Ινδού είχαν να επιδείξουν πολυώροφα κτήρια, σχεδιασμένη ρυμοτομία, φαρδείς δρόμους, μεγάλα οικοδομικά ορθογώνια συγκροτήματα, αποχετευτικό σύστημα και υπερυψωμένες ακροπόλεις που παρείχαν προστασία κατά τις πλημμύρες του ποταμού. Είχαν έκταση 15 – 18 τετρ. χιλιόμετρα, πληθυσμό 20000 – 50000 κατοίκους και άφθονο πλούτο. Το σύστημα γραφής που ανέπτυξαν είχε περί τα 250 σύμβολα, δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί και δεν επηρέασε άλλες γραφές. Οι πόλεις της κοιλάδας επί δέκα περίπου αιώνες δεν εξελίχθηκαν. Η στασιμότητα, η εσωτερική φθορά και η εισβολή ινδοευρωπαϊκών φύλων, επέφεραν το θάνατο του πολιτισμού τους και μεγάλη υποβάθμιση των συνθηκών ζωής. Οι νέοι κυρίαρχοι προτιμούσαν να ζουν σε χωριά ενώ τα δραβιδικά φύλλα μετακινήθηκαν στη νότια Ινδία. Περί το 300 π.Χ., υιοθέτησαν στην Ινδία γραφή προερχόμενη από τη γραφή της Περσικής αυτοκρατορίας που χρησιμοποιούσε τότε την αραμαϊκή γραφή.
Οι πόλεις-κράτη των Σουμερίων είχαν να επιδείξουν μεγαλοπρεπείς ναούς, αποστράγγιση εδαφών, εντυπωσιακές αρδευτικές εγκαταστάσεις, μεταλλουργία, δίτροχα άρματα, λογιστικό και αριθμητικό σύστημα (εξηκονταδικό), συστήματα μέτρων και σταθμών. Οι μονάδες για τη μέτρηση γωνιών και για τη μέτρηση του χρόνου, προέρχονται από τους Σουμέριους. Το μέγιστο όμως επίτευγμά τους ήταν η δημιουργία για πρώτη φορά στην ιστορία, συστήματος γραφής επαρκούς για τη γραφή μιας γλώσσας. Στο σύστημα γραφής των Σουμερίων εμφανίζονται τελικά περί τα 1200 σύμβολα. Οι Σουμέριοι κατέγραψαν χίλια χρόνια πριν τον Όμηρο και τη λογοτεχνία τους που περιλαμβάνει μύθους, ύμνους, θρήνους και αφηγήσεις για τα σύγχρονά τους γεγονότα. Περιστατικά της Παλαιάς Διαθήκης και το βαβυλωνιακό έπος του Γιλγαμές, μοιάζουν με αντίστοιχους σουμεριακούς μύθους και αφηγήσεις. Το σημασιογραφικό σύστημα γραφής των Σουμερίων εξελίχθηκε σχετικά γρήγορα σε φωνητικό λεξισυλλαβικό σύστημα γραφής. Χρησιμοποιήθηκε και από λαούς που μιλούσαν ακκαδικές γλώσσες και από αυτό προήλθαν τα συλλαβικά συστήματα γραφής των Ασσυρίων και των Βαβυλωνίων.
(Οι πληροφορίες για τους Σουμέριους και τις πόλεις της κοιλάδας του Ινδού, προέρχονται κυρίως από τη Britannica).
Περιηγητής
Μερικές πληροφορίες για αναφερόμενους στο κείμενο.
Eric A. Havelock, Βρεταννός κλασσικιστής. Υπήρξε καθηγητής του Πανεπιστημίου του Τορόντο, υπεύθυνος κλασσικών σπουδών στα πανεπιστήμια του Harvard και του Yale, συγγραφέας των έργων «The Greek Concept of Justice», «The Literate Revolution in Greece and its Cultural Consequences», «The Mouses Learn to Write», «The Origins of the Western Literacy». Πέθανε το 1988.
Marshall McLuhan, (1911 –1980) Καναδός επιμορφωτής, φιλόσοφος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, και θεωρητικός - βασικός δημιουργός της θεωρίας των επικοινωνιών. Μεταξύ των έργων του το «The Gutenberg Galaxy: The Making of Typographic Man» και το «The Medium is the Massage»
Ignace J. Gelb, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, Ινστιτούτο Μελετών Ανατολής, Τμήματα Γλωσσολογίας και Γλωσσών Εγγύς Ανατολής και συγγραφέας του έργου «A Study of Writing».
Ήταν ο συντάκτης του άρθρου Writing στην εγκυκλοπαίδεια Britannica. Μετά το θάνατό του (1985) η σύνταξη του άρθρου ανατέθηκε αρχικά στον David Diringer και στη συνέχεια στον David R. Olson. Το άρθρο Γραφή στην εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα αποτελεί μετάφραση του δικού του άρθρου Writing στην Britannica.
David Diringer, Αναγνώστης σημιτικών επιγραφών στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ 1966–68, θεμελιωτής και διευθυντής του Μουσείου Αλφαβήτου του Τελ-Αβίβ στο Ισραήλ, συγγραφέας του έργου «The alphabet: A Key to the History of Mankind » και εκ των συντακτών του άρθρου Alphabet της Britannica.
David R. Olson, Καθηγητής στο Ontario Institute for Studies in Education, Toronto. Συγγραφέας του «The World on Paper: The Conceptual and Cognitive Implications of Writing and Reading».
Εκ των συντακτών του άρθρου Alphabet και συντάκτης των άρθρων Chinese Writing και Writing της Britannica.
Barry B. Powell είναι επίτιμος καθηγητής κλασσικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Wisconsin-Madison, και συγγραφέας των έργων «Homer and the Origin of the Greek Alphabet», «Writing: Theory and History of the Technology of Civilization», «Classical Myth».
Roger Woodard, Καθηγητής Κλασσικής Φιλολογίας και Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου του Μπούφαλο (Κρατικό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης). Είναι συγγραφέας του «Greek Writing from Knossos to Homer».
Robert Henry Robins, ομότιμος καθηγητής Γλωσσολογίας, στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Συγγραφέας του «General Linguistics» και συντάκτης του άρθρου Language της Britannica.
Geoffrey Sampson Βρεταννός γλωσσολόγος, συγγραφέας των έργων «Writing Systems» και «Corpus Linguistics»
Henriette Walter, Επίτιμος Καθηγήτρια της Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο της Άνω Βρετάνης (Γαλλία) και συγγραφέας των έργων «Η Περπέτεια των Γλωσσών της Δύσης» και «De la musaraigne etrusque a la baleine bleue».
Francisco Adrados, επίτιμος καθηγητής του πανεπιστημίου Complutense της Μαδρίτης και μέλος της Ισπανικής Βασιλικής Ακαδημίας. Είναι ειδικός σε θέματα ελληνικής γλώσσας και σε θέματα ινδοευρωπαϊκής και γενικής γλωσσολογίας. Μεταξύ των πολυάριθμων βιβλίων του και δημοσιεύσεών του περιλαμβάνεται και το «Hιstoria de la Lengua Griega»
Δημοσίευση σχολίου